Ο Αλέξης Τσίπρα κατηγόρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη για διχαστικό και προσβλητικό λόγο, ενώ επιτέθηκε στην αντιπολίτευση και για το γεγονός πως δεν υπήρξε απόλυτη καταδίκη για τις επιθέσεις και τις απειλές σε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
 
«Ενοχληθήκατε γιατί οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ιδιαίτερα ήσυχοι όταν καταφερόσασταν εναντίον μας και θα είναι γιατί στη στρατηγική της έντασης εμείς δεν θα σας ακολουθήσουμε» τόνισε όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, και συνέχισε κάνοντας έναν «απολογισμό» των γεγονότων των τελευταίων ημερών.
 
«Όλες αυτές τις μέρες στο κοινοβούλιο και τον δημόσιο λόγο έχουμε γίνει μάρτυρες μιας ακραίας ρητορικής στοχοποίησης συγκεκριμένων προσώπων, πρακτικής κατατρομοκράτησης βουλευτών, έχουμε γίνει μάρτυρες ταγμάτων εφόδων στη Βουλή και εμπρησμών στα σπίτια του Καστόρη και της Τζάκρη» σημείωσε, ενώ πρόσθεσε ότι αυτή την ώρα στα σπίτια των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Σκούφα και Καραγιαννίδη βρίσκονται ομάδες ακραίων τραμπούκων και παρακρατικών για να τρομοκρατήσουν βουλευτές.
 
«Δεν βρήκατε ούτε μια λέξη για να καταδικάσετε κ. Μητσοτάκη. Επιχειρήσατε αντίθετα να απευθυνθείτε με έναν λόγο στοχοποίησης αυτών που έχουν διαφορετική άποψη για ένα κρίσιμο εθνικό θέμα» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.

Παρακολουθήστε την ομιλία του Αλ. Τσίπρα:

 

«Ένα βήμα πριν από ένα ιστορικό γεγονός»

 
«Βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή ένα βήμα πριν από ένα ιστορικό γεγονός», «μετά από σχεδόν 30 χρόνια αδράνειας και απανωτών εθνικών υποχωρήσεων και μετά από έναν ολόκληρο χρόνο εξαντλητικών διαπραγματεύσεων φτάνουμε στο τέλος μιας επίπονης διαδικασίας», είπε ο Α. Τσίπρας ενόψει της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι έχει έρθει για να αναμετρηθεί με την ιστορική και την εθνική ευθύνη, με την ευθύνη που έχει ο καθένας από τους 300 που δεν εκβιάζονται, δεν τρομοκρατούνται και ομιλούν μονάχα με τη συνείδηση τους.
 
«Aσχολείστε με απολύτως δευτερεύοντα ζητήματα και όχι με τα ουσιαστικά, γιατί έχετε ένδεια επιχειρημάτων» κατηγόρησε σε άλλο σημείο της ομιλίας του τον Κ. Μητσοτάκη, κάνοντας ειδική αναφορά και στα αιτήματα των διαδηλωτών στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία.
 
«Προχτές συγκεντρώθηκαν χιλιάδες διαδηλωτές, στην πλειοψηφία τους δεν είχαν σχέση με τους ακραίους που επιτέθηκαν στο κοινοβούλιο, αν ρωτούσατε έναν από αυτούς θα σας έλεγαν ότι διαμαρτύρονται για το όνομα, δεν θα σας έλεγαν ούτε για τη γλώσσα, ούτε για citizenship, ούτε για τα ροδάκινα βεβαίως», είπε στον Κ. Μητσοτάκη ο Α. Τσίπρας. Πρόσθεσε ότι μεγάλο μέρος της ομιλίας του το κατανάλωσε στην αντιπαράθεση του με τον Π. Καμμένο. «Αντιλαμβάνομαι τη δυσκολία σας εκεί στη δεξιά πολυκατοικία», είπε προσθέτοντας ότι μετά τις Πρέσπες θα αντιπολιτεύεστε τους άλλους στη δεξιά πολυκατοικία γιατί υπάρχει συνωστισμός, για το ποιος θα πάρει το καλύτερο «διαμέρισμα».
 
Στη συνέχεια, ο Α. Τσίπρας υποστήριξε ότι αυτή η διαφορά ταλαιπώρησε τη χώρα, τους γείτονες, μας, τα Βαλκάνια επί τρεις δεκαετίες «και μας στέρησε όλα αυτά τα χρόνια κρίσιμο διπλωματικό κεφάλαιο» αποσπώντας μας από τους πραγματικούς κινδύνους που δεν βρίσκονται στα Βόρεια αλλά στα Ανατολικά σύνορά μας. Είπε ότι «η αδράνεια, η ατολμία, η αναβλητικότητα που είχε γίνει δόγμα εξωτερικής πολιτικής, είχε ως αποτέλεσμα τις διαρκείς διπλωματικές ήττες από την ελληνική πλευρά», με αποτέλεσμα περισσότερες από 130 χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα, να την αναγνωρίζουν με τη συνταγματική της ονομασία, αλλά και ο Τύπος και το σύνολο της κοινής γνώμης την αποκαλούν «Μακεδονία» χωρίς άλλο προσδιορισμό.
 
«Ακόμα και ο κ. Γεωργιάδης έτρεχε να σβησει το ‘Macedonia από ένα σάιτ που διαχειρίζεται», πρόσθεσε.
 

«Μαξιμαλιστική η θέση του Συμβουλίου πολιτικών αρχηγών του 1992»

 
Ακόμη, ο Α. Τσίπρας σημείωσε ότι «παράλληλα με τον κίνδυνο να χάσουμε το όνομα Μακεδονία, κινδυνεύαμε να χάσουμε και ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας μας, εξαιτίας του πρωτοφανούς παροξυσμού, παραχάραξης και σφετερισμού της ιστορίας, της πολιτισμικής κληρονομιάς και των συμβόλων της Μακεδονίας που αποτελούσε και αποτελεί ιστορικά αναπόσπαστο κομμάτι της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς».
 
Πρόσθεσε επίσης ότι και στην Ελλάδα ο εθνικιστικός παροξυσμός των αρχών του ‘90 διαμόρφωσε το κλίμα στη κοινή γνώμη, δημιουργώντας την εικόνα μιας χώρας φοβικής, χωρίς εθνική αυτοπεποίθηση. Αποκορύφωμα, είπε η «μαξιμαλιστική θέση που συμφωνήθηκε στο περίφημο Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών το 1992 -πλην του ΚΚΕ – περί μη χρήσης του όρου Μακεδονία ή παράγωγού του από τη γειτονική χώρα». 
 
Όπως τόνισε, αυτή η θέση έτρεφε τις φαντασιώσεις αρκετών, όμως ποτέ δεν εφαρμόστηκε από καμία κυβέρνηση στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, στις διαπραγματεύσεις τα επόμενα χρόνια.
 

«Ο Σαμαράς απεδέχθη πρώτος τον όρο Μακεδονία»

 
«Τον όρο Μακεδονία στην ονομασία των γειτόνων μας, τον απεδέχθη πρώτος ο κ. Σαμαράς, ο “μέγας Μακεδονομάχος”» κατηγόρησε τον πρώην πρωθυπουργό, αναφέροντας πως «έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στον κοινοτικό κανονισμό 3567 για εμπορικές Συμφωνίες, στις 2 Δεκέμβρη του 1991 με τον οποίο για πρώτη φορά αναγνωριζόταν Δημοκρατία της Μακεδονίας».
 
Πρόσθεσε ότι στο Συμβούλιο της 16ης Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο Αντ. Σαμαράς «υποχώρησε στις πιέσεις», «τα έκανε μούσκεμα» και δεν ζήτησε οριστική λύση του θέματος με αντάλλαγμα την αναγνώριση της Κροατίας, όπου μπορούσε να ασκήσει βέτο η ελληνική πλευρά «και βέβαια, μετά, επένδυσε στην κινητοποίηση του κόσμου κατά της σύνθετης ονομασίας που υπερασπίζονταν τότε η κυβέρνηση, προκειμένου να ρίξει τότε την κυβέρνηση που συμμετείχε και να κάνει πολιτική καριέρα».
 
Ανέφερε ότι η Ελλάδα ήταν αυτή που πρώτη πρότεινε τη σύνθετη ονομασία με τον όρο Μακεδονία, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το 1993 και πως τον όρο Μακεδονία τον αποδεχτήκαμε έστω και ως προσωρινό όνομα, που κράτησε όμως 25 χρόνια, με τη λεγόμενη ενδιάμεση Συμφωνία, που συνήφθη μόλις 3 χρόνια μετά από το περίφημο συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής που ήταν τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, όπου αποδεχθήκαμε το «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
 
Συμπλήρωσε ότι «ειδικά μετά την αναγνώριση της γειτονικής χώρας από τις ΗΠΑ το 2004, επιδεινώθηκε σημαντικά η διαπραγματευτική θέση της χώρας μας» και πως στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης η Ελλάδα να φαινόταν μέρος του προβλήματος για την αστάθεια στη περιοχή.
 
Ο πρωθυπουργός είπε ότι το 2007 αποκρυσταλώθηκε η λεγόμενη εθνική γραμμή: Σύνθετη ονομασία με τον όρο Μακεδονία με γεωγραφικό προσδιορισμό έναντι όλων. Μια θέση, όπως είπε, «που την υποστήριξαν όλες οι κυβερνήσεις από το 2007 ως σήμερα ανεξαιρέτως και που την ανήγγειλαν δεκάδες φορές σε προγραμματικές δηλώσεις και σε διεθνή φόρα, ακόμα και η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά και ο κ. Αβραμόπουλος που, όπως είπε, άλλα πράττει στις πρόσφατες ομόφωνες αποφάσεις της Επιτροπής για τη Συμφωνία των Πρεσπών και άλλα δηλώνει δημόσια». 
 
«Αλλά και ο κ. Σαμαράς «που έλεγε σε συνέντευξή του αν οι γείτονες δεχθούν το erga omnes να το συζητήσουμε…» πρόσθεσε, ενώ σχολίασε προς τον Κ. Μητσοτάκη ότι ο Αντ. Σαμαράς του έχει πάρει τα 2/3 του κόμματος, «μη σας το πάρει και όλο…». 
 
Για την αναφορά του Αντ. Σαμαρά πως «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική, ο Α. Τσίπρας παρέπεμψε στον Κώστα Καραμανλή που είχε πει σε παρέμβαση του ότι: «ο όρος Μακεδονία χρησιμοποιήθηκε πάντα για τον καθορισμό μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας βρίσκεται εκτός των συνόρων της ΠΓΔΜ. Εξ ου και το όνομα θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τον όρο Μακεδονία, αλλά να προηγείται ένα προσδιοριστικό επίθετο προκειμένου να διακρίνεται από την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Και είναι σαφές ότι οιαδήποτε σύνθετη ονομασία πρέπει να αντανακλά την γεωγραφική πραγματικότητα». Κατόπιν αυτών επισήμανε ότι η εθνική γραμμή είναι μια θέση που δεν την παρήγαγε η σημερινή κυβέρνηση, αλλά που συνέχισε με αυτή.
 

Χωρίς βέτο στο Βουκουρέστι το 2008

 
Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι το 2008 στο Βουκουρέστι η κυβέρνηση Καραμανλή με την Ντ. Μπακογιάννη τότε ΥΠΕΞ, «προσπάθησε και κατάφερε να αποσπάσει τη συναίνεση των εταίρων στο ΝΑΤΟ ώστε να μην ενταχθεί η γειτονική χώρα με τη προσωρινή της ονομασία, της ενδιάμεσης συμφωνίας, χωρίς ωστόσο να ασκήσει βέτο όπως φημολογείται και αυτό ήταν πράγματι μια επιτυχία, στο βαθμό που η ίδια η ενδιάμεση Συμφωνία προέβλεπε ότι η Ελλάδα δεν έχει το δικαίωμα να ασκήσει βέτο στην ένταξη της γειτονικής χώρας με τη προσωρινή ονομασία».
 
Σχολίασε επίσης πως ο χειρισμός αυτής της επιτυχίας αργότερα από την ίδια κυβέρνηση που το πέτυχε, αλλά και τις επόμενες, υπήρξε καταστροφικός. Διότι, «η ίδια η κυβέρνηση και στελέχη της με δημόσιες δηλώσεις τους, πανηγύριζαν ότι η Ελλάδα έβαλε βέτο στο Βουκουρέστι και το 2011 ήρθε η δυσμενής απόφαση για την Ελλάδα του Δικαστηρίου του ΟΗΕ, που αναφερόταν σε παραβίαση της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, κατά τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου».
 
Ο Α. Τσίπρας πρόσθεσε ότι και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε επανειλημμένως προτείνει την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε., «αλλά με αυτά τα ευνοϊκά για την ίδια δεδομένα, η γειτονική χώρα, ουδέποτε είχε δεχθεί να συζητήσει καν την αλλαγή του ονόματός της έναντι όλων και προσερχόταν σε όλες τις διαπραγματεύσεις στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, αποδεχόμενη μόνον τη διπλή ονομασία και επίσης ουδέποτε υπήρξε οποιαδήποτε συζήτηση για αλλαγή του Συντάγματός της».
 

«Τι καταφέραμε με τη Συμφωνία: Η ιστορία μας είναι η ψυχή μας και την παίρνουμε πίσω»

 
«Αυτό που λέτε εσείς σε εμάς, λέει η αντιπολίτευση του VMRO στον Ζάεφ», είπε ο Α. Τσίπρας στον κ. Μητσοτάκη. Τόνισε ότι «οι εθνικισμοί στα Βαλκάνια έχουν οδηγήσει σε οδυνηρές περιπέτειες του λαού και τώρα ήρθε η ώρα να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο των εθνικισμών». Μιλώντας για το πώς χειρίστηκε το ζήτημα η παρούσα κυβέρνηση, ο Α. Τσίπρας είπε ότι κινείται απολύτως πάνω στην εθνική γραμμή που έχει η χώρα από το 2007 και σημείωσε τι πέτυχε η κυβέρνηση με τη Συμφωνία.
 
Ειδικότερα, όπως ανέφερε:
 
Πρώτον: Σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό. Δηλαδή υποχρεώσαμε τους γείτονες να αλλάξουν το Συνταγματικό τους όνομα από Δημοκρατία της Μακεδονίας, να το κάνουμε γίνεται «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», «ώστε αύριο όταν μπαίνουν τα παιδιά μας στο ίντερνετ και πατούν το λήμμα ‘Μακεδονία' πλέον να εμφανίζεται ο Λευκός Πύργος, όχι τα Σκόπια»
 
Δεύτερον: Πετύχαμε το erga omnes – έναντι όλων και για κάθε χρήση. Η χρήση αυτή δεν θα χρησιμοποιείται μόνο στις διεθνείς σχέσεις της χώρας με άλλες χώρες και με διεθνείς οργανισμούς αλλά θα αφορά και το εσωτερικό της χώρας.
 
Τρίτον: Καταφέραμε οι γείτονες μας αναθεωρώντας το Σύνταγμά τους τροποποιώντας τις διατάξεις εκείνες που περιείχαν αναφορές αλυτρωτισμού και αναθεωρητισμού. Ανέφερε ότι ευθυγραμμίζουν το σύνταγμα τους με το Ελληνικό σύνταγμα στις σχετικές διατάξεις περί διασποράς και ότι πέραν της Συνταγματικής αναθεώρησης, στην ίδια Συμφωνία, οι γείτονες μας δεσμεύονται: να μην υποκινούν οποιεσδήποτε πράξεις μη φιλικού χαρακτήρα εναντίον της χώρας μας, να μην προβαίνουν σε αλυτρωτικές δηλώσεις, να μην υιοθετούν τέτοιου είδους δηλώσεις από όποιον φέρεται να δρα για το συμφέρον τους, να σέβονται τα υφιστάμενα σύνορα. Δηλαδή, είπε, δεσμεύονται να εγκαταλείψουν κάθε είδους αλυτρωτική ρητορική, κάθε είδους αλυτρωτικές δράσεις από οποιονδήποτε κι αν αυτές προέρχονται.
 
Τέταρτον: Καταφέραμε η χρήση του όρου «Μακεδονία» και «μακεδονικός» σε σχέση με τις κρατικές δομές και τα όργανα του κράτους να αφήνονται μόνο στην ελληνική πλευρά. Δηλαδή δεν μπορούν να έχουν «Αεροδρόμιο Μακεδονία», ούτε «Πανεπιστήμιο Μακεδονία», ενώ η Ελλάδα μπορεί.
 
Πέμπτον: Κερδίσαμε να κατοχυρώνεται η ελληνική παράδοση και η ιστορική κληρονομιά της Αρχαίας Ελληνικής Μακεδονίας με τον πιο σαφή και νομικά δεσμευτικό τρόπο.
 
«Η ιστορία μας είναι η ψυχή μας και την παίρνουμε πίσω. Δεν θα μπορεί κανείς να τη σφετερίζεται», πρόσθεσε.
 

«Το βασικό σας πρόβλημα δεν είναι η Συμφωνία. Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ»

 
Όταν η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να γίνουν αποδεκτές όλες οι καίριες και κομβικές διαπραγματευτικές θέσεις της χώρας, τότε ο κ. Μητσοτάκης άρχισε να μιλά για «εκχώρηση γλώσσας και εθνότητας» και όταν οι ίδιοι οι γείτονές μας διευκρίνισαν στη ρηματική διακοίνωση ότι η Συμφωνία δεν αναγνωρίζει εθνότητα αλλά ιθαγένεια και η γλώσσα τους είναι Σλαβική, τότε ανακάλυψε το οξύμωρο ότι «παραχωρούμε λαό…», είπε ακόμη ο Α. Τσίπρας.
 
Στάση «πολιτικής υποκρισίας» χαρακτήρισε ο Α. Τσίπρας τη στάση των κομμάτων που είχαν ευθύνη, όπως είπε, για όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια και που «μετά από όλα αυτά έρχονται και λένε ότι η Συμφωνία δεν είναι επωφελής για τα εθνικά συμφέροντα».
 
Είπε πως -εν τέλει – αν η συμφωνία είναι «εθνικά επιζήμια», «τότε η εθνική γραμμή και στρατηγική που εσείς οικοδομήσατε τόσα χρόνια ήταν εθνικά επιζήμια». Τόνισε ότι η άρνηση και καταψήφιση αυτής της Συμφωνίας από τα κόμματα και τα πολιτικά πρόσωπα που κυβέρνησαν τη χώρα από το ‘90 και μετά αποτελεί πρωτοφανή αυτοακύρωση και αυτοϋπονόμευση των δικών τους πολιτικών δηλώσεων και πεπραγμένων.
 
«Το βασικό σας πρόβλημα δεν είναι η Συμφωνία. Το βασικό σας πρόβλημα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Το βασικό σας πρόβλημα είναι ότι αυτή τη συμφωνία τη φέρνω εγώ, τη φέρνει ο Κοτζιάς…», τη φέρνουν οι «προσωρινοί ένοικοι της εξουσίας» και όχι εκείνοι που θεωρούν εαυτούς «μόνιμους ιδιοκτήτες», είπε προς τον Κ. Μητσοτάκη και την Φ. Γεννηματά.
 
Ο Α. Τσίπρας χαρακτήρισε υποκριτική τη στάση της ΝΔ και του Κ. Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, καταλογίζοντας του διαρκείς αλλαγές σε αυτή την πορεία. Είπε πως όταν ο Κ. Μητσοτάκης είδε ότι η κυβέρνηση πετυχαίνει σύνθετη ονομασία erga omnes, άλλαξε και έθεσε ως απαράβατο όρο να κατοχυρωθεί αυτή και με αναθεώρηση της συνταγματικής ονομασίας. Όταν είδε, συνέχισε, πως και αυτό επιτυγχάνεται, έβαλε ως προϋπόθεση να ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση πριν από την κύρωση της συμφωνίας στο ελληνικό Κοινοβούλιο. «Στέλνατε κ. Μητσοτάκη εκείνες τις μέρες την κυρία Σπυράκη να πηγαίνει να συναντά σε κρυφά καφέ στις Βρυξέλλες τον κ. Ζάεφ, λέγοντας του: σταμάτα, μην πας αυτούς, εμείς θέλουμε να προχωρήσουμε, αλλά μην πας με αυτούς».
 

Περί εκχώρησης μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας

 
«Δεν εκχωρήσαμε μακεδονική γλώσσα, διότι δεν είχαμε μακεδονική γλώσσα για να την παραχωρήσουμε, ο Αριστοτέλης δίδασκε τον Μέγα Αλέξανδρο στην ελληνική και όχι στη μακεδονική γλώσσα. Ούτε είχαμε μακεδονική εθνότητα για να την εκχωρήσουμε οι Μακεδόνες που ζουν στη Βόρεια Ελλάδα είναι Ελληνες» συνέχισε ο Α. Τσίπρας.
 
«Η ίδια η λέξη «εκχώρηση», που χρησιμοποιείτε διαρκώς, χωρίς να κατανοείτε τι ακριβώς κάνετε, παραπέμπει σε παραλήρημα μεγαλείου που προφανώς προκύπτει από την εθνικιστική σας στροφή όλο τον τελευταίο χρόνο», είπε ο πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας.
 
«Όμως αυτό ανήκει στη σφαίρα της ψυχανάλυσης και σίγουρα δεν επιδιώκω να αναλάβω το ρόλο του ψυχαναλυτή σας» πρόσθεσε. «Σε ότι αφορά το θέμα της γλώσσας νομίζω ότι όλοι θα αποδεχόσασταν το προφανές ότι δηλαδή δεν μπορείς να αναγνωρίσεις κάτι που είναι ήδη αναγνωρισμένο. Και, πλέον, όλοι γνωρίζουν, αν και πολλοί κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, ότι η μακεδονική γλώσσα έχει αναγνωριστεί από την Ελλάδα ήδη κατά την Τρίτη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα στην Αθήνα το 1977. Ενώ η Ελλάδα δεν προέβαλε και καμία επιφύλαξη ή αντίρρηση ούτε το 1994, αφού είχε προκύψει η διαφορά με τους γείτονες όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, στον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επίσημη κωδικοποίηση των ονομάτων των γλωσσών των κρατών μελών του ΟΗΕ» συνέχισε ο Α. Τσίπρας.
 
«Αποκαλυπτική δήλωση του Ευάγγελου Βενιζέλου το 1959 κατεδαφίζει όλες τις εντιεπιστημονικές και πατριδοκάπηλες ανοησίες» συνέχισε ο πρωθυπουργός επικαλούμενος τον Ευάγγελο Αβέρωφ, έναν από τους «πατριάρχες» της Ν.Δ., παρατηρώντας πως το 1959 ως υπουργός Εξωτερικών είχε δηλώσει:
 
«Πρώτον εις την ελληνικήν Μακεδονία δεν ομιλείται η μακεδονική γλώσσα η οποία ομιλείται εις τα Σκόπια και έχει και γραμματικήν και συντακτικόν, ομιλείται ένα τοπικόν ιδίωμα το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την μακεδονικήν γλώσσαν.»
 
«Αυτή η δήλωση είναι πραγματικά αποκαλυπτική. Κατεδαφίζει με μια και μόνη κίνηση όλες τις αντιεπιστημονικές, πατριδοκάπηλες ανοησίες που έχουν κατατεθεί το τελευταίο διάστημα στην δημόσια συζήτηση», σχολίασε ο κ. Τσίπρας και σημείωσε:
 
«Αφενός ο Αβέρωφ, με την ιδιότητα του Υπουργού Εξωτερικών, και αυτό είναι νομικά σημαντικό, αναγνωρίζει το προφανές: ότι δηλαδή εκτός από την ελληνική Μακεδονία υπάρχει και άλλη Μακεδονία που δεν είναι ελληνική. Διαφορετικά δεν θα χρειαζόταν ο σχετικός προσδιορισμός.
 
Αφετέρου αναγνωρίζει την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας, με γραμματική και συντακτικό, και απαντά με σαφήνεια και σε όλους εκείνους τους υποτιθέμενους λόγιους και γλωσσολόγους που προσπαθούν να πείσουν ότι μια γλώσσα δεν είναι γλώσσα, στέλνοντας στον κάλαθο των αχρήστων και την επιστημονική τους αξιοπρέπεια αλλά και τον ορθό λόγο».
 

«Πλήρως και χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης διασφάλισης της ελληνικής γλωσσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας»

 
Η Συμφωνία των Πρεσπών προσδιορίζει με σαφήνεια ότι το επίθετο «μακεδονικός» όταν χρησιμοποιείται από τους γείτονες, διαχωρίζεται πλήρως από την ελληνική μακεδονική παράδοση, ενώ σε ό, τι αφορά ειδικά τη γλώσσα διευκρινίζει ότι αυτή ανήκει στην οικογένεια των Νότιων Σλαβικών γλωσσών, επισήμανε ο πρωθυπουργός.
 
«Επομένως, κάνει ένα βήμα μπροστά σε σχέση με όσα ίσχυαν μέχρι χτες και διασφαλίζει πλήρως και χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης την ελληνική γλωσσική και πολιτιστική κληρονομιά μας», τόνισε.
 
«Η Συμφωνία όπως αναφέρεται και στην ρηματική διακοίνωση των γειτόνων, με τον όρο nationality εννοεί την ιθαγένεια και όχι την εθνότητα», τόνισε ο Α. Τσίπρας.
 
«Ειδικά δε στη ρηματική διακοίνωση τα πράγματα γίνονται τόσο σαφή που είναι αυταπόδεικτα. Καθώς οι γείτονες μας ρητά αναφέρουν ότι η ιθαγένεια δεν προκαταλαμβάνει την εθνοτική ένταξη των πολιτών της Βόρειας Μακεδονίας», είπε και πρόσθεσε: «Και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς. Διότι, σε όλα τα διεθνή κείμενα, από την Οικουμενική Διακήρυξη έως την ευρωπαϊκή σύμβαση για την ιθαγένεια ρητά ο όρος ιθαγένεια αποδίδεται με τον όρο nationality και δεν προσδιορίζει την εθνική ένταξη του ατόμου. Και αυτό είναι λογικό καθώς στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχουν γενικώς αποδεκτά χαρακτηριστικά ή γενικά αποδεκτοί ορισμοί του Έθνους ή του λαού. 'Αρα λοιπόν η Συμφωνία δεν ρυθμίζει γιατί δε θα μπορούσε να ρυθμίζει θέματα που αφορούν το λαό και το έθνος. Τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, όχι λαούς. Και τα θέματα της ιθαγένειας αφορούν ακριβώς τη σχέση του πολίτη με το κράτος».
 

Επίκληση και σε Κωνσταντίνο Μητσοτάκη

 
«Ουδέποτε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης – με ΥΠΕΞ τον κ. Σαμαρά ή Παπακωνσταντίνου, ζήτησε αλλαγή των συνταγματικών αναφορών σε μακεδονικό λαό ή έθνος» συνέχισε χαρακτηρίζοντας «ψέμα» κι ένα «συνειδητά κατασκευασμένο νομικό λάθος» του Κ. Μητσοτάκη τα περί «μακεδονικού έθνους» και «μακεδονικού λαού» και απευθυνόμενος στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρατήρησε:
 
«Εσείς όταν διαπραγματευόσασταν τι ακριβώς κάνατε; Ρωτάω λοιπόν τους συναδέλφους: την τελευταία φορά που έγινε συζήτηση για αλλαγή του Συντάγματος της γείτονος, το 1992, επί Κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο κ. Σαμαράς είχε ζητήσει αφαίρεση των αναφορών του Συντάγματος της γείτονος σε μακεδονικό έθνος ή λαό; Η απάντηση είναι Όχι. O κ. Σαμαράς, όταν διαπραγματεύθηκε το “Πακέτο Πινέιρο” κατέθεσε συνταγματικές αλλαγές που είχαν να κάνουν αποκλειστικά με την μη διεκδίκηση μειονότητας από τη γείτονα και εξάλειψη των επεκτατικών της αναφορών. Καμία αναφορά δεν είχαν σε αλλαγή των λεκτικού του Συντάγματος σε σχέση με μακεδονικό λαό ή έθνος. Ουδέποτε ο Μητσοτάκης – με ΥΠΕΞ τον κ. Σαμαρά ή Παπακωνσταντίνου, ζήτησε αλλαγή των συνταγματικών αναφορών σε μακεδονικό λαό ή έθνος» υπογράμμισε.
 
Ο πρωθυπουργός απευθύνθηκε στην επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά και τη ρώτησε γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν αντέδρασε στην υπογραφή της Συμφωνίας της Αχρίδας, από τις ΗΠΑ και την ΕΕ το 2001, με κυβέρνηση Σημίτη, καθώς υπήρξαν αναφορές σε «Μακεδονική γλώσσα» και σε «Μακεδόνες». Τη ρώτησε ακόμα που ήταν 25 χρόνια που στα διαβατήρια τους οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ αναφέρονται «Μακεδόνες» και σημείωσε: 
 
«Που ήσασταν 25 χρόνια που τα διαβατήρια αναφέρονται σε «Μακεδόνες» σκέτο; Πού ήσασταν το 2008-2009 όταν έγινε η διαπραγμάτευση και απελευθερώθηκε το καθεστώς θεωρήσεων για τα διαβατήρια των πολιτών της ΠΓΔΜ στον χώρο Schengen;» απευθύνθηκε προς τη Φ. Γεννηματά.
 
Ο Α. Τσίπρας κατηγόρησε την επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ότι «ταυτίζεται» με τον πρόεδρο της Ν.Δ Κυριάκο Μητσοτάκη. «Μου είναι πραγματικά δύσκολο να καταλάβω κυρία Γεννηματά, πως με τόση ευκολία ταυτίζεστε με τον κ. Μητσοτάκη», είπε και συνέχισε: «Ειδικά σε μια τέτοια συγκυρία που αναδύεται η πιο επιθετική μορφή ακροδεξιάς, με αφορμή το μακεδονικό. Αλλά με βοήθησε να καταλάβω η ανακοίνωσή σας στη διαγραφή του κ. Θεοχαρόπουλου. Γιατί αντικειμενικά είπατε εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα» υπογράμμισε.
 
Επισήμανε επίσης ότι η Φ. Γεννηματά διαπράττει «στρατηγικό λάθος» και εξήγησε: «Όχι μόνο γιατί υποβιβάζετε το εθνικό στο τυφλά κομματικό. Αλλά γιατί δείχνετε να αγνοείτε ότι ο προοδευτικός χώρος στην Ελλάδα, όταν το απαίτησαν οι συνθήκες, βρέθηκε στην ίδια πλευρά της ιστορίας. Εσείς σήμερα, παίρνετε οριστικό διαζύγιο από αυτή την παράδοση».
 

Βέλη και στο ΚΚΕ

 
Προς το τέλος της ομιλίας του, ο πρωθυπουργός σχολίασε τη στάση του ΚΚΕ απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών, σημειώνοντας πως «δεν θέλω να κάνω κριτική με κέντρο την ιστορία του ΚΚΕ. Να αναφερθώ στο Σλαβομακεδονικό αλφαβητάρι που μοίραζαν οι Κομμουνιστές στην Τασκένδη στα παιδιά των Σλαβομακεδόνων μαχητών του ΔΣΕ. Ούτε στους 70.000 πρόσφυγες του εμφυλίου που το ελληνικό κράτος τους στέρησε το δικαίωμα το 1983 να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ούτε στην Σλαβομακεδόνισσα Ειρήνη Γκίνη / Μίρκα Γκίνοβα, την πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στον εμφύλιο. Βγάλτε τα πέρα μόνοι σας με τις ερινύες σας για όλα αυτά».
 
Στη συνέχεια, ζήτησε από το ΚΚΕ να απαντήσει, «χωρίς να ψάχνει υπεκφυγές, πως θεωρεί ότι πρέπει να αναγνωρίσει το ελληνικό κράτος τη γειτονική χώρα; Με ποιο όνομα; Πώς να τους λένε τελικά αυτούς τους ανθρώπους;».
 
«Κάθε αριστερός και προοδευτικός πολίτης που βλέπει τις σβάστικες, τους νεοναζί και τους διάφορους συνοδοιπόρους τους, να βιαιοπραγούν, να απειλούν το πολίτευμα, να ανοίγουν κεφάλια φωτορεπόρτερ και 17χρονων παιδιών, να καίνε σπίτια βουλευτών στο όνομα δήθεν της ιστορίας της Μακεδονίας, τι άποψη διαμορφώνει για τους εχθρούς της Συμφωνίας των Πρεσπών;» αναρωτήθηκε ο πρωθυπουργός.