Τέμπη

«Ο Μητσοτάκης εξελέγη με αφηγήματα τη μεσαία τάξη και το επιτελικό κράτος» δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας. «Στο τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, αποτυπώνεται όλη η αδιαφορία, η απαξίωση, η κομματική μούχλα του κράτους που το βάφτισαν επιτελικό» εξήγησε, προσθέτοντας πως «αντί για επιτελικό κράτος είδαμε ένα κράτος – κομματικό φέουδο».

«Η αξιολόγηση (των δημοσίων υπάλλήλων) θα πρέπει να υπάρχει αλλά σε άλλο πλαίσιο, που δεν θα οδηγεί στην απόλυσή τους» προσέθεσε, εξηγώντας πως «θα πρέπει να αξιολογούνται οι μονάδες». «40 ημέρες μετά την τραγωδία στα Τέμπη μάθαμε ότι διόρισαν στον ΟΣΕ, εκτός ΑΣΕΠ, την κόρη ενός αρχισυνδικαλιστή της ΔΑΚΕ» συμπήρωσε, επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση δεν έχει «βάλει μυαλό» μετά τα Τέμπη.

«Έχουμε ένα κράτος, που αντί να είναι δίπλα στον πολίτη, είναι εχθρός του» δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας, αναφέροντα πως «προτεραιότητα μιας προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας θα πρέπει να είναι να βάλει ένα τέλος σε αυτή την ιστορία». Αναφέρθηκε στην κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, η οποία πρέπει να αλλάξει, φέρνοντας για παράδειγμα πως στην Ελλάδα κατά την πανδημία «είχαμε τον μεγαλύτερο αριθμό νεκρών σε αναλογία πληθυσμού στον δυτικό κόσμο».

Όσον αφορά την ευθύνη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ, υπογράμμισε ότι ο ΟΣΕ τότε είχε να αντιμετωπίσει «τεράστιες κυρώσεις» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΣΥΡΙΖΑ «ξεπλήρωσε τις αμαρτίες» παλαιότερων κυβερνήσεων, παίρνοντας το «βαρύ πολιτικό κόστος». «Δεν κάναμε λάθος. Δεν είχαμε άλλη επιλογή», απάντησε, αναφέροντας πως «οι αιτίες του δυστυχήματος, δεν είχαν να κάνουν με την ιδιωτικοποίηση» αλλά με την «απαξίωση» του ΟΣΕ από την κυβέρνηση.

«Την τραγωδία στα Τέμπη τη ζήσαμε γιατί είχαμε μία τηλεδιοίκηση στη Λάρισα που κάηκε λίγο μετά τις εκλογές του 2019, και εδώ και 4 χρόνια κανείς δε σκέφτηκε ότι πρέπει να την αποκαταστήσει» ισχυρίστηκε ο Αλέξης Τσίπρας. «Είχαμε το σύστημα ECTS, με το οποίο θα μπορούσαν να επικοινωνούν οι μηχανοδηγοί και σταθμάρχες, έτοιμο από το 2019, με εκπαιδευμένο το προσωπικό, και κανείς δεν σκέφτηκε επί 4 χρόνια να το λειτουργήσει» προσέθεσε. Ανέφερε πως «ζήσαμε το αδιανόητο, σε μία εποχή που έφτασαν με το Predator να παρακολουθούν όλο το πολιτικό σύστημα, να μην ξέρουν ότι δύο τρένα πηγαίνουν στην ίδια γραμμή σε αντίθετη κατεύθυνση επί 12 λεπτά».

«Εγώ δεν μπορώ να κατανοήσω πώς είναι δυνατόν να έχεις τον Καραμανλή, ο οποίος αναλαμβάνει την ευθύνη -και “παραιτούμαι” σημαίνει “παραιτούμαι”- και 20 μέρες μετά, ξαναμπαίνει στο ψηφοδέλτιο και διεκδικεί. Τι διεκδικεί; Να βαπτιστεί στην ψήφο, ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Και τελείωσε όλο αυτό το πράγμα. Κι εγώ αναρωτιέμαι: “Δηλαδή τόσο πολύ μετράει το όνομά σου;”. Αν δεν τον λέγανε Καραμανλή και το λέγανε ξέρω ‘γω Θεοδωράκη, δεν θα υπήρχε αυτό. Τόσο σημαντικό είναι για αυτή τη χώρα το αν είσαι γόνος πολιτικής οικογένειας ή όχι;» σημείωσε. «Το Μάτι ήταν ένα φυσικό φαινόμενο. Δεν είναι φυσικό φαινόμενο δύο τρένα να πηγαίνουν για 12 λεπτά στην ίδια γραμμή» κατέληξε.

Για την κατάργησης της ελάχιστης βάσης εισαγωγής είπε πως θα δικαιολογούνταν αν υπήρχε ένα «άλλο σύστημα, όπως το εθνικό απολυτήριο», αλλά τώρα η μόνη λογική της κυβέρνησης ήταν να δημιουργήσει ένα «τεχνητό φραγμό» στον αριθμό των φοιτητών για να μειωθούν οι δαπάνες στην τριτοβάθμια και για να «σπρώξει μεγάλο κομμάτι στην ιδιωτική εκπαίδευση», κάτι που όπως είπε θεωρεί «ανήθικο».

Με την πανεπιστημιακή αστυνομία, σχολίασε πως ουσιαστικά «δεν έχει αλλάξει τίποτα» παρ’ όλο που η κυβέρνηση ξόδεψε «30 εκατομμύρια» και πως η φύλαξη θα πρέπει να είναι και «ευθύνη της πανεπιστημιακής κοινότητας και του φοιτητικού κινήματος». Σε ό,τι αφορά με τα μη κρατικά πανεπιστήμια, σχολίασε πως αν υπήρχε η δυνατότητα να γίνει ένα Χάρβαρντ, «να το συζητήσουμε», ωστόσο, όπως είπε, το πρόβλημα είναι ότι «δεν υπάρχει εμπιστοσύνη» και ότι «στο πίσω μέρος του μυαλού κάποιων ακραία νεοφιλελεύθερων» είναι να γίνουν και τα πανεπιστήμια πεδίο «άγριας κερδοσκοπίας», με αποτέλεσμα να «υποβαθμίσουν ακόμη περισσότερο» τα δημόσια.

«Προοδευτική διακυβέρνηση» και συνεργασίες

«Το πρώτο με το τρίτο κόμμα θα είναι σε θέση να φτιάξει κυβέρνηση. Ούτε οραματίζομαι, ούτε προσδοκώ να υπάρξει μια κυβέρνηση που θα βασίζεται ας πούμε στην ανοχή. Και μάλιστα ενός κόμματος, το οποίο, εκτιμώ όλους τους ανθρώπους που συμμετέχουν εκεί. Αλίμονο. Και τους σέβομαι» δήλωσε για τη συνεργασία για το ΠΑΣΟΚ, αναφέροντας για το «όχι» Ανδρουλάκη σε Τσίπρα και Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία: «Είναι παράδοξο. Για αυτό πιστεύω δε θα επιμείνει σε αυτό».

«Νομίζω εσκεμμένα ο Γιάνης Βαρουφάκης έβαλε στην συζήτηση αυτή την εμμονή του», ισχυρίστηκε για το σχέδιο «Δήμητρα», κάνοντας «ένα πολύ μεγάλο δώρο στον κ. Μητσοτάκη. Άρα, εν πάση περιπτώσει, με αυτές τις εμμονές δεν υπάρχει καμία πιθανότητα συζήτησης για μένα».

«Εγώ θέλω μια κυβέρνηση σταθερή. Μια κυβέρνηση μακράς πνοής. Τετραετίας. Και αυτό μπορεί να γίνει μονάχα πάνω σε μια σαφή προγραμματική βάση. Βγαίνει λοιπόν, ο Ανδρουλάκης και λέει: “Θέλω σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση”. Και το ερώτημα είναι με ποιον θα την κάνει. Θα την κάνει με τη ΝΔ; Αλίμονο», δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας.

«Ο κ. Ανδρουλάκης, θα πρέπει -εφόσον τα πιστεύει αυτά που λέει- να αρχίσει και να παραδέχεται ότι η μόνη προοπτική για σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση και για κάθαρση του δημόσιου βίου, θα υπάρξει με μια κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας. Με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ», ανέφερε.

Όταν ο Αλέξης Τσίπρας ρωτήθηκε αν ο Κυριάκος Βελόπουλος μπορεί να γίνει ο νέος Πάνος Καμμένος για τον ΣΥΡΙΖΑ, απάντησε «τι είναι αυτά που λες;» και συνέχισε: «Ο Καμμένος και οι ΑΝΕΛ το 2015 ήταν ένα αναγκαίο κακό. Και δεν έχω παράπονο από τον Καμμένο την πρώτη φορά στην διακυβέρνηση. Θέλω να είμαι ειλικρινής».

«Αν υπάρχει κάποιος ο οποίος μπορεί να συνεργαστεί με τον Βελόπουλο είναι ο Μητσοτάκης. Έβγαινε στις διαδηλώσεις με τους Μακεδονομάχους και μετά ήταν αγκαλιά με τον Ζάεφ. Πήγε ο Μητσοτάκης να πάρει τις ψήφους των δεξιών συντηρητικών ανθρώπων, πουλώντας πατρίδα και μετά όχι μόνο τήρησε την συμφωνία, αλλά την τίμησε κιόλας την συμφωνία αυτή», συμπλήρωσε.