του Θάνου Καμήλαλη
Με επιστολή του στον Πρόεδρο της Βουλής,ο Αλέξης Τσίπρας έβαλε την τελευταία στιγμή τέλος στις προσπάθειες αλλαγής του κανονισμού της Βουλής, που ξεκίνησαν από τον ίδιο και επιβεβαιώθηκαν τις προηγούμενες μέρες από τον Νίκο Βούτση αλλά και από κυβερνητικές διαρροές και δημοσιεύματα. Ευτυχώς, μολονότι και μόνο η σκέψη ήταν εξ αρχής ντροπιαστική, η κυβέρνηση δεν ακολούθησε, τουλάχιστον προς το παρόν και με αυτόν τον τρόπο, τον Πάνο Καμμένο στον πολιτικό του κατήφορο και απέφυγε μια ταπείνωση και της ίδιας και του Κοινοβουλίου γενικότερα.
Η επιχειρηματολογία ωστόσο που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ο Πρωθυπουργός στερείται σοβαρότητας. Αφού αποδίδει το σχέδιο της κυβέρνησης σε «δημοκρατική ευαισθησία», ο Αλέξης Τσίπρας γράφει, στην επιστολή του:
«Με έκπληξη, όμως, παρατηρώ τις τελευταίες ημέρες, κυρίως τη μείζονα αντιπολίτευση, αλλά και αλλά κόμματα της αντιπολίτευσης μαζί με μερίδα μέσων ενημέρωσης να αντιμετωπίζουν με απίστευτη επιθετικότητα μια εύλογη δημοκρατική ευαισθησία. Και να φτάνουν μάλιστα στο σημείο ορισμένοι να επιχειρηματολογούν και να παρουσιάζουν τον Πρωθυπουργό ως δήθεν εκβιαζόμενο.
Κατόπιν τούτων και δεδομένου ότι εκβιαζόμενος δεν υπήρξα ποτέ και από κανέναν, και δεδομένου ότι δεν επιθυμώ να επιτρέψω σε κανέναν να αξιοποιεί τη δημοκρατική μου ευαισθησία για να με συκοφαντεί, σας ζήτω να μην αναλάβετε καμία πρωτοβουλία για αλλαγή του ισχύοντος κανονισμού, ούτε κατά ένα σημείο στίξης»
Ο υπουργός Επικρατείας, Χριστόφορος Βερναρδάκης, έθεσε ωμά την απάντηση της κυβέρνησης: «Αφού δεν θέλουν αυτοί μία, δεν θέλει ο Τσίπρας δέκα». Αυτό όμως, δεν είναι σοβαρό επιχείρημα. Η κυβέρνηση λέει ότι πιστεύει πως μια ρύθμιση είναι σωστή, δίκαιη και δημοκρατική, αλλά την αποσύρει γιατί φωνάζει η αντιπολίτευση και για να μην της δώσει επιχειρήματα για να συνεχίζει να φωνάζει. Δεν ξέρω βέβαια αν το έχετε παρατηρήσει, αλλά κάθε αντιπολίτευση σχεδόν πάντα φωνάζει. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έχουν προσπαθήσει σκληρά να οικοδομήσουν το «ηγετικό προφίλ» του Πρωθυπουργού, που δεν λογαριάζει το «πολιτικό κόστος».
Αξίζει βέβαια εδώ μια παρένθεση για την φράση του Αλέξη Τσίπρα «εκβιαζόμενος δεν υπήρξα ποτέ και από κανέναν». Εντάξει, μπορεί η κυβέρνηση να επιδιώκει να δημιουργεί κλίμα «μεταμνημονιακής ευφορίας», αλλά δεν μπορεί να ξαναγράψει την ιστορία, ούτε μάλιστα μια τέτοια απόπειρα βελτιώνει τη θέση της σε πρόσφατα γεγονότα. Το τρίτο μνημόνιο, απ'όσο θυμόμαστε, ήταν αποτέλεσμα εκβιασμού των δανειστών προς την Ελλάδα. Η δημιουργία του Υπερταμείου, τα μέτρα των αξιολογήσεων, τα προληπτικά μέτρα και οι δημοσιονομικοί στόχοι με τα εξοντωτικά πλεονάσματα που τέθηκαν για την περίοδο 2019-2022 και τα λίγο μικρότερα για το 2023-2060 ήταν επίσης αποτέλεσμα εκβιασμού. Αν βέβαια, η κυβέρνηση θέλει να υποστηρίζει ότι δεν εκβιάστηκε ποτέ, αυτό δεν είναι ιδιαίτερα τιμητικό για την ίδια και τις πράξεις της.
Το συμπέρασμα από αυτό το «μπρος – πίσω», μολονότι δύσκολο να αναλυθεί ακριβώς εν μέσω συνεχών ανατροπών και εξελίξεων, είναι ότι η κυβέρνηση αντέδρασε σπασμωδικά στις άναρθρες κραυγές του πρώην υπουργού Άμυνας. Προσπάθησε να φέρει μια δραστική λύση για να λύσει το «μέτωπο Καμμένου» και παράλληλα να αποφύγει τα περί «φωτογραφικής ρύθμισης», εμφανίζοντας ως ωφελούμενο και τον Σταύρο Θεοδωράκη. Προφανώς ήξερε τις σφοδρές αντιδράσεις (ίσως να μην υπολόγισε αντιδράσεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ), αλλά η πρόθεσή της προσέκρουσε τόσο στην ηθική στάση του Θεοδωράκη όσο και στη συνέχεια της επιθετικής ρητορικής από τον Καμμένο. Βλέποντας ότι έχει περισσότερα να χάσει από όσα να κερδίσει, η ρύθμιση αποσύρθηκε. Κι αν αυτό είναι απλά μια εκτίμηση, το μόνο σίγουρο είναι ότι σε κανένα σημείο αυτών των μεθοδεύσεων δεν έπαιξε ρόλο η «δημοκρατική ευαισθησία».
Η φράση κλειδί βέβαια, του Πρωθυπουργού, που αφήνει ανοιχτή την πόρτα για νέες ανατροπές και είναι ό,τι ζητούσαν οι ΑΝΕΛ, είναι η τελευταία της επιστολής του:
«Και για οποιαδήποτε αμφισημία του ισχύοντος κανονισμού σας παρακαλώ όπως προστρέξετε στη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής».
Αυτό επιβεβαιώθηκε λίγο αργότερα από τον Νίκο Βούτση και σημαίνει ότι η Επιστημονική Επιτροπή θα είναι αυτή που θα ερμηνεύσει το άρθρο του κανονισμού που αφορά τους ΑΝΕΛ και το αν η μεταγραφή τους, ο Αριστείδης Φωκάς, θα προσμετράται στον ελάχιστον αριθμό των 5 βουλευτών που απαιτείται για την συγκρότητη Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Το σίριαλ διάσωσης του Καμμένου θα έχει σίγουρα μερικά επεισόδια ακόμα. Και όλως τυχαίως, θα κλείσει μέχρι την Παρασκευή, μέχρι την ημέρα που είναι να παραιτηθεί ο Παπαχριστόπουλος.
Στο δεύτερο κυβερνητικό μέτωπο, αυτό της συνταγματικής αλλά πολιτικά «περίεργης» πλειοψηφίας των 145+6, η λύση που βρέθηκε προβλέπει ότι οι έξι βουλευτές που έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση πριν λίγες εβδομάδες ζητούν πλέον, με επιστολές τους, να προσμετρούνται στην ψήφο του ΣΥΡΙΖΑ στα κυβερνητικά νομοσχέδια. Μολονότι δεν θα ανήκουν τυπικά στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η κίνηση αυτή σημαίνει ότι όταν θα καλούνται οι κοινοβουλευτικές ομάδες να ψηφίζουν κυβερνητικά νομοσχέδια, η θετική ψήφος του ΣΥΡΙΖΑ θα σημαίνει αυτόματα υπερψήφιση από 151 βουλευτές. Έτσι η κυβέρνηση αποφεύγει την αγγαρεία γι αυτήν και τους βουλευτές της να φέρνει όλα τα νομοσχέδια με ονομασιτκή πλειοψηφία στην Ολομέλεια.
Το πρώτο πρόβλημα βέβαια είναι ότι δύο βουλευτές, οι κ.κ. Ζουράρις και Παπαχριστόπουλος (μέχρι να παραιτηθεί επιτέλους) ανήκουν επίσημα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα των ΑΝΕΛ και είναι μάλιστα αυτοί που ουσιαστικά την κρατούν στη ζωή. Έχουμε δηλαδή ένα πρωτοφανές γεγονός, δύο βουλευτές ενός κόμματος, υποτίθεται της αντιπολίτευσης, να προσφέρουν (με εξαίρεση το θέμα της ΠΓΔΜ από τον Ζουράρι) προκαταβολικά την ψήφο τους σε ένα άλλο, της κυβέρνησης. Φυσικά ο Πάνος Καμμένος, παρά την πύρινη γλώσσα που χρησιμοποιεί, δεν θα διαγράψει κανέναν βουλευτή που βάζει σε κίνδυνο τα προνόμιά του. Μια στρέβλωση άνευ προηγούμενου, που δεν απαγορεύεται τυπικά από τον κανονισμό της Βουλής (που απλά λέει ότι κάθε βουλευτής ανήκει μόνο σε μια κοινοβουλευτική ομάδα), αλλά μάλλον κανένας συντάκτης των κοινοβουλευτικών κανόνων δεν μπορούσε να φανταστεί ένα τέτοιο σενάριο. Συνταγματικά φυσικά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, αλλά πολιτικά τα προβλήματα και οι ελαστικές ερμηνείες των ορίων της Βουλής συνεχίζονται.
Το δεύτερο πρόβλημα, είναι ότι οι βουλευτές εκχώρησαν εκ των προτέρων το συνταγματικό δικαίωμά τους να ψηφίζουν κατά συνείδηση σε ένα κόμμα στο οποίο δεν ανήκουν. Εντάξει, μετά από 9 χρόνια στην εποχή του άνευ όρων «ναι σε όλα», είναι λογικό να προκαλεί θυμηδία αυτή η σημείωση, αλλά και πάλι, οφείλει να αναφερθεί καθώς δεν έχει ξανασυμβεί.
Ό,τι παρακολουθούμε, είναι η συνέχεια της συζυγικής «διάστασης» που αποφάσισαν οι Τσίπρας και Καμμένος, πριν την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οι δύο πλευρές προσπαθούν να αποδείξουν, ο κανένας για τους δικούς του λόγους, ότι το διαζύγιο είναι πραγματικό, την ώρα που μοιράζονται την κηδεμονία δύο βουλευτών, απαραίτητων για την επιβίωση και της μίας και της άλλης. Εξ αρχής, οι μαγικοί αριθμοί ήταν το 151 και το 5 και παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να απαντήσει στα περί «σικέ διαζυγίου» της αντιπολίτευσης, όλες οι πολιτικές κινήσεις περιστρέφονται γύρω από αυτόν τον διπλό στόχο. Το γεγονός ότι ο Πάνος Καμμένος θα ήθελε μερικούς μήνες ακόμα στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας και η έξαλλη ρητιρική του ή ότι στον ΣΥΡΙΖΑ μερικοί θα ήθελαν τη διάλυση των ΑΝΕΛ, δεν αναιρεί ότι εξαρχής η διάσταση κυμαίνεται σε φιλικά πλαίσια. Όλα τα υπόλοιπα είναι για τη δημιουργία εντυπώσεων.
Δεν είναι όλα μαύρα όμως για την κυβέρνηση, που αγκομαχάει να φτάσει μέχρι τον Οκτώβριο. Υπάρχει πάντα δίπλα της η Νέα Δημοκρατία, το ΚΙΝΑΛ και ο προσκείμενος σε αυτά Τύπος. Που εν μέσω όλων όσων συμβαίνουν, αποφάσισαν να ασχοληθούν με το «ταξίδι Τσίπρα στις Μαλδίβες», μολονότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει αυτήν την «αποκάλυψη». Ή που,όπως τόνισε η Φώφη Γεννηματά, κάνουν πόλεμο στον «νεοκομμουνιστή» Τσίπρα. Είναι λογικό επομένως, αν σου έχει πέσει ο πρώτος αριθμός του λαχείου, να προσπαθείς με κάθε τρόπο να τον εξαργυρώσεις.
Υ.Γ. : Η πολιτική απελπισία και ο κατήφορος του Καμμένου τον έχει φέρει πλέον, αφενός να συνομιλεί με τον πρώην συνεργάτη του Σαμαρά και συνομιλητή του Κασιδιάρη, Τάκη Μπαλτάκο, αφετέρου να εξετάζει το ξέπλυμα κα την κανονικοποίηση χρυσαυγιτών…