«Το να φύγει αυτή η κυβέρνηση είναι ζήτημα ζωής, είναι ζήτημα επιβίωσης, είναι ζήτημα δημοκρατίας» για να προσθέσει ότι «είναι μια κυβέρνηση επικίνδυνη για την υγεία, επικίνδυνη για την ισότητα, επικίνδυνη για τη δημοκρατία», είπε χαρακτηριστικά.

«Η χώρα μας βρίσκεται στην χειρότερη θέση στους σκληρούς δείκτες, στους θανάτους ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμό σε όλη την Ευρώπη και από τις χειρότερες στον κόσμο», δήλωσε σε σχέση με τη πορεία της πανδημίας, προσθέτοντας πως «ζούμε μία τραγωδία που αντικατοπτρίζεται σε χαμένους ανθρώπους που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί. Αναφέρομαι όχι μόνο στον συνολικό αριθμό των νεκρών που είναι ο υψηλότερος, αναλογικά, στην Ευρώπη, αλλά και σε αυτό που υπέδειξε η μελέτη Τσιόδρα – Λύτρα, ότι ένας μεγάλος αριθμός των ανθρώπων που χάνονται θα μπορούσαν να έχουν σωθεί αν οι συνθήκες στο σύστημα υγείας ήταν διαφορετικές».

Σχετικά με τις κατηγορίες Μητσοτάκη πως ο ΣΥΡΙΖΑ υπονόμευσε την εθνική προσπάθεια στο μέτωπο του covid, ο Αλ. Τσίπρας απάντησε: «Δεν έχει πια σημασία τι λέει ο κ. Μητσοτάκης διότι είναι αναξιόπιστος…Δεν έχω ξαναδεί κυβέρνηση που να μην ασχολείται με τίποτε άλλο παρά να κάνει αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση…Δεν έχει καμία σημασία τι λέει για τον ΣΥΡΙΖΑ, σημασία έχει τι πράττει για να προστατεύσει τους πολίτες, να ισχυροποιήσει την ασπίδα απέναντι στην πανδημία. Δεν κάνει πράγματα, αντίθετα είναι επιταχυντής της κρίσης…Λίγη σημασία έχει τι λέει ο κ. Μητσοτάκης, είναι μία κυβέρνηση απολύτως αποτυχημένη και επικίνδυνη. Είναι επικίνδυνη για την δημόσια υγεία γιατί άφησε την κοινωνία απροστάτευτη και δεν ενίσχυσε το σύστημα υγείας. Είναι μία κυβέρνηση επικίνδυνη για το εισόδημα των εργαζόμενων, των νοικοκυριών, της μεσαίας τάξης. Είναι μία κυβέρνηση επικίνδυνη για την δημοκρατία. Γιατί σε συνθήκες κρίσης οικοδομεί το δικό της καθεστώς, δημιουργεί συνθήκες δίωξης των δημοσιογράφων της αντίθετης άποψης».

Ξεκαθάρισε μάλιστα σε σχέση με παλαιότερη πρότασή του για συνεννόηση με την κυβέρνηση για την πανδημία: «Τώρα τι συνεννόηση να κάνουμε; Επάνω στα ερείπια; Τώρα η μόνη διέξοδος για τη χώρα είναι η λαϊκή ετυμηγορία. Η μόνη διέξοδος είναι να φύγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ήταν κυβέρνηση κυνική και αλαζονική, για να δει άσπρη μέρα και προοπτική ο τόπος… Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα συνεννόησης απέναντι σε μία κυβέρνηση που έχει μία ρητορική διχαστική. Όταν βγαίνει ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και μιλά με όρους πρωτοφανείς ότι είμαστε ναζί, ότι ακολουθούμε την γραμμή του Γκέμπελς, τι συνεννόηση να υπάρξει σε αυτό το κλίμα;». Συμφώνησε μάλιστα με τον Κ. Μητσοτάκη στο ότι «μας χωρίζει άβυσσος»

«Εμείς δεν ασχοληθήκαμε με την οικογένειά του ποτέ, ασχοληθήκαμε όμως με αυτό που δικαιούμαστε ως αντιπολίτευση. Γιατί όταν είσαι δημόσιο πρόσωπο και καταθέτεις πόθεν έσχες και συμπεριλαμβάνεται και η σύζυγός σου, οφείλεις το πόθεν έσχες να ανταποκρίνεται στην νομιμότητα, οφείλεις να μην υποκρύπτεις εισοδήματα. Αυτό δεν είναι ότι ασχολούμαστε με την οικογένεια, αν είμαστε σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα αυτό θα ήταν θέμα παραίτησης του πρωθυπουργού…Η αντιπαράθεσή μου με τον κ. Μητσοτάκη είναι πολιτική, πολιτικά τον αντιμετώπισα και θα συνεχίσω να τον αντιμετωπίζω. Αλλά μιας και είπε ότι είναι άβυσσος αυτή που μας χωρίζει, ναι είναι άβυσσος, εγώ δεν ήμουν γόνος ούτε πλούσιας ούτε πολιτικής οικογένειας, να έχω πατέρα πρωθυπουργό ή να προέρχομαι από πολιτικό τζάκι. Εγώ ήμουν ένας μαθητής στο δημόσιο Λύκειο, στο Πολυκλαδικό Αμπελοκήπων. Εκείνος όλη του την ζωή πέρασε στα πούπουλα. Είχε σαν στόχο προσωπικό και οικογενειακό να γίνει πρωθυπουργός γιατί έχουν οικογενειακή παράδοση, να κυβερνάνε την χώρα. Εγώ είμαι αυτοδημιούργητος, εκείνος μας είπε ότι κόλλησε ένσημο όταν ο πατέρας του ήταν πρωθυπουργός, τα βρήκε όλα έτοιμα στην ζωή του», πρεσέθεσε.

«Προφανώς ψηφίστηκε, δεν υπάρχει αμφιβολία. Και ο Τραμπ ψηφίστηκε στις ΗΠΑ», απάντησε στην παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι ψηφίστηκε από τον ελληνικό λαό.

Σε σχέση με την ακρίβεια διαπίστωσε πως «και εδώ οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι πολύ σημαντικές. Γιατί λειτουργεί σαν επιταχυντής της κρίσης και δεν έχει κάνει τίποτε για να ενισχύσει το εισόδημα και τα νοικοκυριά. Όταν ξεπουλάει την ΔΕΗ και τα δίκτυα μεσούσης της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης, τι είναι, δεν είναι επιταχυντής; Οι αυξήσεις στην χώρα μας είναι εξωφρενικές, και εδώ είμαστε πρωταθλητές στην Ευρώπη. Εκτός από την ιδιωτικοποίηση δεν ενισχύει την επιτροπή ανταγωνισμού ώστε να σπάσει τα καρτέλ. Όταν θέλεις να στηρίξεις την κοινωνία απέναντι σε ένα φαινόμενο που δεν είναι παροδικό, αυξάνεις τον κατώτατο μισθό. Εμείς μόλις βγήκαμε από τα μνημόνια αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό 11% και τον υποκατώτατο 24%. Κάτω από τη δική μας πίεση η ΝΔ όταν ήταν στην αντιπολίτευση είχε εξαγγείλει ότι θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό σε ποσοστό διπλάσιο από τον ρυθμό ανάπτυξης. Και πέρασαν δύο χρόνια και είδαμε μηδενική αύξηση και τον Ιανουάριο έκανε 2% αύξηση. Ενώ σε όλη την Ευρώπη είχαμε αυξήσεις εκτός από την Ελλάδα και την Εσθονία. Και όταν του είπαμε ότι κάνεις μία τρύπα στο νερό βγήκε και είπε ότι θα κάνει αυξήσεις το Μάιο. Και πως θα ζήσει ο κόσμος με 20% αυξήσεις στις τιμές και 2% στον κατώτατο μισθό. Αλλά δεν τους ενδιαφέρει πώς θα ζήσει ο κόσμος, αυτή είναι η απάντηση. Ο ΣΕΒ, οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι τράπεζες δεν θέλουν αυξήσεις μισθών και δεν θέλει να τους στεναχωρήσει ο κ. Μητσοτάκης. Είναι μία κυβέρνηση των deals και μία κυβέρνηση επικίνδυνη για τους πολλούς».

Σχετικά με το μιντιακό τοπίο σχολίασε «δεν υπήρξε ποτέ αυτός ο απόλυτος έλεγχος της ενημέρωσης στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας. Δεν αισθάνονται την ανάγκη να δώσουν απαντήσεις, να μην λένε ψέματα στον ελληνικό λαό» για να προσθέσει «όμως όσο και αν σε στηρίζουν, όσες λίστες Πέτσα και αν φτάσεις ,η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή και πεισματάρα. Όταν πηγαίνει ο κόσμος στο σούπερ μάρκετ, όταν πηγαίνει να βάλει βενζίνη και βλέπει αυξήσεις δεν έχει και μεγάλη σημασία τι λέει ο κ. Μητσοτάκης».

«Προφανώς και δεν μπορούμε να τις επιβάλλουμε τις εκλογές, δεν θα καταλύσουμε το πολίτευμα και το Σύνταγμα… Και στην Γερμανία γίνανε εν μέσω πανδημίας και στις ΗΠΑ και στην Πορτογαλία θα γίνουν. Ζητάμε να γίνουν εκλογές για να σωθούν ανθρώπινες ζωές», προσέθεσε.

Ακόμα είπε «όχι σε κυβέρνηση μειοψηφίας» και πρόσθεσε: «Οι εκλογές με απλή αναλογική που θα γίνουν για πρώτη φορά οφείλουν να μας βάλλουν σε μία διαφορετική λογική σε έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, να δούμε την επόμενη ημέρα την δυνατότητα να κυβερνηθεί ο τόπος με σταθερή κυβέρνηση, με σχέδιο, με προγραμματικές συγκλίσεις». «Οι μονοκομματικές κυβερνήσεις είναι αυτές που μας οδήγησαν στην χρεοκοπία και στα μνημόνια…Οι κυβερνήσεις συνεργασίας αν γίνονται σε προγραμματική βάση μπορούν να είναι σταθερότατες… Είναι προϋπόθεση πολιτικά και ηθικά να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι προοδευτικές δυνάμεις θα πρέπει να αθροίσουν μεγαλύτερο ποσοστό από τον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Βελόπουλο», προσέθεσε.

«Δεν θα χάσει τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, θα κερδίσει, γιατί ήταν και παραμένει τέκνο της ανάγκης και γιατί έχει αποδείξει ότι έχει αποδείξει να τα βγάζει πέρα στα δύσκολα και να προστατεύει την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Θα τις κερδίσει τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάντε αυτό το ερώτημα στον κ. Μητσοτάκη που θα τις χάσει και έχει και πολλούς δελφίνους στο κόμμα του», απάντησε στο ερώτημα για το αν θα παραμείνει στην θέση του αν χάσει τις εκλογές απάντησε.

Σχετικά με το νέο αρχηγό του ΚΙΝΑΛ εξήγησε πως «θέλω να είμαι έντιμος απέναντι του. Δεν του έχει δοθεί ακόμη η δυνατότητα, είναι στα πρώτα του βήματα, μετράει τις πατημασιές του. Περνάει μία περίοδο μέλιτος, και εγώ το έχω περάσει αυτό. Όταν εκλέχτηκα πρόεδρος εκτοξεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ στο 18% και ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν στο 17%. Η δυσκολία είναι όταν θα βρεθείς αντιμέτωπος με τα προβλήματα, οι θέσεις που θα πάρεις επάνω σε αυτά. Την δική μου ιστορία την γνωρίζετε, λίγο μετά γίναν ευρωεκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε στο 4% και το ΠΑΣΟΚ στο 40%. Για τον κ. Ανδρουλάκη και το ΚΙΝΑΛ τα δύσκολα είναι μπροστά».

Συμπλήρωσε πως «αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι λίγο αμήχανος καθώς οι εκλογές στο ΚΙΝΑΛ προσέλκυσαν το ενδιαφέρον του κόσμου. Ψάχνει να βρει που θα συναντήσει τον κ. Ανδρουλάκη. Καταλαβαίνω την ανησυχία του, γιατί ένα μεγάλο κομμάτι των εκσυγχρονιστών του ΠΑΣΟΚ που είχαν πάει μαζί του, επαναπατρίζεται. Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν βλέπω ούτε με ανησυχία ούτε με φόβο τον κ. Ανδρουλάκη. Δεν θεωρώ αυτόν τον χώρο αντίπαλο. Εμείς δεν έχουμε αντίπαλο στον χώρο της αριστεράς ή της κεντροαριστεράς, ούτε στο ΚΚΕ, ούτε στο Μέρα 25, ούτε στο ΚΙΝΑΛ. Εμάς ένας είναι ο αντίπαλος, η δεξιά και η πολιτική της και ο κ. Μητσοτάκης. Ένα κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει ο κ. Ανδρουλάκης είναι ή με την δεξιά ή με την δημοκρατική παράταξη. Δεν μπορείς να είσαι και με την δεξιά και με την δημοκρατική παράταξη. Αν δεν απαντάς στο πως θα κυβερνηθεί ο τόπος κινδυνεύεις να γίνεις όπως έλεγε ο Βαγγέλης Βενιζέλος ΚΚΕ του κέντρου. Μόνο ένα σχόλιο θέλω να κάνω: Το ΠΑΣΟΚ έχασε ένα πολύ μεγάλο μέρος της εκλογικής του δύναμης, όχι γιατί δεν είχε άξιους αρχηγούς -όχι γιατί δεν ήταν ικανός ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ήταν ικανότατος, όπως και η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά-, αλλά γιατί ταυτίστηκε, συνεργάστηκε και συγκυβέρνησε με τη ΝΔ. Αυτό ας το έχουμε στο μυαλό μας. Ιδίως τώρα που η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία θεωρεί ότι χρειάζεται πολιτική αλλαγή».

Ακόμα διευκρίνησε πως δεν θα ζητήσει συνάντηση από τον Ανδρουλάκη, καθώς «είναι νέος αρχηγός, δεν έχει βρει ακόμη τα βήματά του, δεν έχω κανέναν λόγο να προσπαθήσω να κηδεμονεύσω έναν νέο αρχηγό. Οι συγκλίσεις οι πολιτικές φαίνονται από τον τρόπο που αντιπολιτευόμαστε και διαμορφώνουμε τις θέσεις μας».

«Αν ήμουν στο Μέγαρο Μαξίμου θα είχα χτυπήσει καμπανάκι. Γιατί ο κ. Μητσοτάκης πριν από έναν χρόνο ήταν στο 42% και τώρα σε κάποιες δημοσκοπήσεις είναι στο 27% -28% στην πρόθεση ψήφου χωρίς την αναγωγή. Η συντριπτική πλειοψηφία των δημοσκοπήσεων το 2019 έδιναν στον ΣΥΡΙΖΑ 24% και πήρε 32%. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μία ιδιαιτερότητα ως, είναι καταγεγραμμένο ένα φαινόμενο υποεκπροσώπησης στις δημοσκοπήσεις που έχει να κάνει με το ότι πολλοί ψηφοφόροι δεν αισθάνονται ότι έχουν την πολιτική ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ, παρότι τον ψηφίζουν εδώ και μία δεκαετία. Αυτό που πρέπει να δούμε είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τις τάσεις που είναι τάσεις ραγδαίας φθοράς της ΝΔ και τάσεις μείωσης της ψαλίδας», σχολίασε σχετικά με τις δημοσκοπήσεις.

Για την πρόταση αλλαγής καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ απάντησε πως «δεν οδηγήθηκα τώρα σε αυτή την απόφαση. Είναι μία πολύ μελετημένη προσπάθεια να αλλάξουμε το μοντέλο της κομματικής λειτουργίας. Και δεν είναι απόφαση της στιγμής, είναι μία απόφαση που την επεξεργάζομαι και την συζητώ εδώ και αρκετούς μήνες σε σχέση με τις εξελίξεις στο κομματικό φαινόμενο και στην πολιτική εκπροσώπηση στην Ευρώπη και στη Αμερική. Οι αλλαγές που προτείνουμε είναι πολύ καινοτόμες και τολμηρές. Όχι μόνο σε ότι αφορά την εκλογή του αρχηγού και της Κεντρικής Επιτροπής, αλλά και στο θέμα της ψηφιακής λειτουργίας του κόμματος, στο θέμα της ισότητας των δύο φύλων. Πού σημαντική τομή είναι η ενίσχυση της συμμετοχικής δημοκρατίας. Τα μέλη να μην είναι απλά χειροκροτητές αλλά συνδιαμορφωτές των αποφάσεων. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μία νέα σχέση του πολίτη με την πολιτική. Το δικό μας μοντέλο δίνει αξία και δύναμη στα μέλη του κόμματος, στην άμεση δημοκρατία και στην συμμετοχή. Το να πηγαίνει ο ψηφοφόρος της ΝΔ και να ψηφίζει για αρχηγό στο ΚΙΝΑΛ ή του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι δημοκρατία, είναι παραβίαση της δημοκρατίας. Εμείς θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα κόμμα που τα μέλη θα είναι ισχυρά, θέλουμε να απλοποιήσουμε την διαδικασία εγγραφής μελών και να αυξήσουμε τον αριθμό των μελών. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να γίνει ένα κόμμα πολύ πιο μαζικό και με ποιότητα δημοκρατίας».

«Αν ήθελα να κάνω το κόμμα αρχηγικό, δεν θα δημιουργούσα συνθήκες αναβάθμισης της Κεντρικής Επιτροπής. Θα έλεγα ο πρόεδρος από τον λαό και η ΚΕ από ένα στενό όργανο. Δεν κάνω αυτό. Δεν πιστεύω στα αρχηγικά κόμματα. Πιστεύω στην αξία και στην σημασία των ηγετών όσο αυτοί παίρνουν δύναμη από την ίδια τη βάση της κοινωνία, από τον λαό. Δεν πιστεύω στους ηγέτες που επιβάλλονται με διατάγματα. Αν ήθελα κάτι τέτοιο σας διαβεβαιώνω ότι θα το είχα κάνει. Όσο για το αν θέλω να διώξω κάποιους από δίπλα μου και αυτό αν ήθελα θα το είχα κάνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μεγαλύτερο κόμμα αριστεράς και κεντροαριστεράς στην Ευρώπη. Και είναι κόμμα πρότυπο, γιατί κυβέρνησε…Για να πείσουμε την κοινωνία ότι θα κυβερνήσουμε ξανά και θα αλλάξουμε την χώρα, θα πρέπει να αλλάξουμε εμείς. Ο ΣΥΡΙΖΑ απειλείται αν μείνει κλεισμένος σε μία γυάλα και αποκοπεί από τις διαδικασίες στην κοινωνία…Θεωρώ φυσιολογικές τις αντιδράσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι νεκροταφείο, είναι πολυσυλλεκτικό κόμμα…Αν συνειδητοποιήσουν το βάθος της πρότασής μου θα αλλάξουν θέση. Στο τέλος αυτός που θα αποφασίσει είναι τα στελέχη του κόμματος στο συνέδριο», συμπλήρωσε.

«Η ΝΔ παράγει περισσότερο Πολάκη από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε. Ο κ. Πολάκης είναι ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάποια που κάνει συμφωνώ σε κάποια διαφωνώ, κυρίως στην εκφορά του λόγου. Όσο βρίσκεται σε ένα συντεταγμένο πλαίσιο λειτουργίας δεν έχει σημασία αν κάποιος συμφωνεί ή όχι. Δεν έχει νόημα αυτό που κάνει η ΝΔ και μου ζητάει να πάρω μέτρα για τον κ. Πολάκη. Αν θέλει ο κ. Μητσοτάκης ας πάρει μέτρα για τον Κύρτσο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα πολυσυλλεκτικό κόμμα, υπάρχει και ο Πολάκης και ο Δραγασάκης, υπάρχει και ο Τσίπρας και ο Τσακαλώτος. Στόχος μου είναι να γίνει ακόμη πιο πολυσυλλεκτικός», απάντησε σχετικά με τις κατηγορίες της κυβέρνησης στο πρόσωπο του Παύλου Πολάκη.

Τέλος εξέφρασε την ανησυχία του για την εξωτερική πολιτική, καθώς «τόσο με την Γαλλία όσο και με την αμυντική συμφωνία με τις ΗΠΑ τα δώσαμε όλα για πρώτη φορά, όσα μας ζητήσανε και όσα δεν μας ζήτησαν χωρίς ανταλλάγματα. Και έρχεται ο σύμμαχος και αντί να μας επιβραβεύσουν βγάζουν το non paper για τον East Med και το δικαιολογούν με το ότι δημιουργεί εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή. Είναι μία μεγάλη ήττα». «Ο ελληνικός λαός έχει καταλάβει και ο κόσμος που ψήφισε ΝΔ ότι η διαμαρτυρία και η αντίσταση της ΝΔ στην Συμφωνία των Πρεσπών ήταν μία προσπάθεια να εκμεταλλευτεί το συναίσθημα του κόσμου και ήταν μία προσπάθεια ακραίας πολιτικής εξαπάτησης…Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι αν η χώρα ωφελήθηκε ή όχι από αυτή την Συμφωνία. Το ότι ο κ. Μητσοτάκης κράτησε μία στάση απαράδεκτη, μία στάση εργαλειοποίησης ενός ζητήματος για να βγει πρωθυπουργός έχει καταγραφεί», σχολίασε σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών.

«Αυτό που έγινε χθες ήταν πρωτοφανές. Μικροπρέπεια, είναι η εθνική καπηλεία και όχι να αντιδρά ο πολιτικός κόσμος στην καπηλεία. Μικροπρέπεια είναι να βγάζεις σποτάκι για τα Ραφάλ με το σήμα της ΝΔ. Είναι ένας συνδυασμός κιτς αισθητικής με την προσπάθεια κομματικής εκμετάλλευσης σε ένα εθνικό θέμα», προσέθεσε καταλήγοντας πως η χώρα δεν έχει εθνική στρατηγική.