Οι δεύτερες ελεύθερες εκλογές στη βορειοαφρικανική χώρα που θεωρείται το «success story» της Αραβικής Άνοιξης και η νεότερη αραβική δημοκρατία, ήταν προγραμματισμένες για τις 17 Νοέμβρη αλλά εξαιτίας του θανάτου του 92χρονου προέδρου Μπέζι Καΐντ Σέμπσι τον περασμένο Ιούλιο, τελικά διεξήχθησαν εσπευσμένα στις 15 Σεπτεμβρίου. Η προεκλογική περίοδος διήρκησε ελάχιστα με τους 24 υποψηφίους να μην έχουν χρόνο να προβάλουν τα προγράμματά τους και τους πολίτες να μην έχουν χρόνο να τους γνωρίσουν ενδελεχώς.

Yassine Gaidi/Anadolu Agency via Getty Images

 

Μια ιστορική στιγμή στην προεκλογική περίοδο της Τυνησίας ήταν η διεξαγωγή για πρώτη φορά τηλεοπτικών debate τα οποία παρακολούθησαν 3 εκατομμύρια πολίτες – περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού. Οι γυναίκες, παρά τη συμμετοχή τους στην εργασία και τα κινήματα στο πιο κοσμικό αραβικό κράτος, ήταν απούσες από τη μάχη για την προεδρία με μόνο δύο να θέτουν υποψηφιότητα – εκ των οποίων η μία είναι θιασώτρια του δικτάτορα Μπεν Αλί που εκθρονίστηκε τον Ιανουάριο του 2011 από τη μήτρα της «Αραβικής Άνοιξης».

Στην Τυνησία ισχύει το ημιπροεδρικό σύστημα, με τον πρόεδρο να είναι αρχηγός του κράτους με σημαντικές αρμοδιότητες σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και ασφάλειας, ενώ ο πρωθυπουργός είναι αρχηγός της κυβέρνησης και διαθέτει εξουσίες σε θέματα εσωτερικής πολιτικής και διακυβέρνησης της χώρας.

Οι επιλογές των ψηφοφόρων αλλά και η πολύ μεγάλη αποχή σε μια χώρα που θρήνησε μάρτυρες στο όνομα της Δημοκρατίας, δείχνουν ότι οι πολίτες νιώθουν μεγάλη απογοήτευση απέναντι στο πολιτικό σύστημα, ενώ ψήφισαν με γνώμονα την οικονομία του σπιτιού και της χώρας. Κανένας υποψήφιος δεν κέρδισε το 50% των ψήφων και έτσι τον Οκτώβριο θα διεξαχθεί ο δεύτερος και τελευταίος γύρος για την προεδρία.

Οι δύο υποψήφιοι με μια ματιά

 

FETHI BELAID/AFP/Getty Images

Ο Ναμπίλ Καρούι είναι ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου ιδιωτικού καναλιού της χώρας, του Nessma TV, διευθύνει τη δική του εταιρεία πολιτικής επικοινωνίας (Karoui & Karoui World) και πρόσφατα ίδρυσε το δικό του κόμμα, Qalb Tounes (Στην καρδιά της Τυνησίας). Αποτελεί μια οικεία φυσιογνωμία για τον τυνησιακό λαό ενώ αναφέρεται καθόλου κολακευτικά ως ο «Τυνήσιος Μπερλουσκόνι». Οι πολίτες τον ανέδειξαν δεύτερο στην κούρσα για την Καρχηδόνα με ποσοστό 15,5%.

Ο Καρούι έχει ιδρύσει φιλανθρωπική οργάνωση μέσω της οποίας συγκέντρωνε τους τελευταίους μήνες τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης τα οποία μοιράζονταν σε φτωχές συνοικίες και κυρίως στην επαρχία κερδίζοντας έτσι συμπάθεια και ψήφους.

Το αποκορύφωμα όσον αφορά το outsider του δεύτερου γύρου είναι ότι βρίσκεται στη φυλακή από τις 23 Αυγούστου και διενεργείται έρευνα εις βάρος του για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.

Σύμφωνα με ειδικούς που γνωρίζουν αναλυτικά το τυνησιακό δίκαιο, αν ο επιχειρηματίας καναλάρχης φτάσει να πάρει το αξίωμα του προέδρου, δεν θα δικαιούται προεδρική ασυλία καθώς αυτή δεν λειτουργεί αναδρομικά, ενώ δεν αποκλείεται να γίνει ο πρώτος φυλακισμένος πρόεδρος της χώρας σε περίπτωση που η ποινή του δεν επιφέρει αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων.

Ο Κάις Σαγιέντ είναι 60 χρονών και συμμετείχε στις εκλογές ως ανεξάρτητος υποψήφιος χωρίς να αποζητά τη στήριξη κανενός κόμματος. Είναι καθηγητής συνταγματικού δικαίου στη Νομική Σχολή της πρωτεύουσας και οι φοιτητές του αρέσκονται να τον αποκαλούν «Ρόμποκοπ» καθώς διατηρεί ένα σοβαρό και άκαμπτο ύφος ενώ στις δημόσιες εμφανίσεις του μιλάει σαν ρομπότ και μόνο κλασικά αραβικά – σαν κάποιος δηλαδή να μας απευθύνεται στην καθαρεύουσα. Είναι γνωστός από τηλεοπτικές εκπομπές ως ειδικός στην ανάλυση του Συντάγματος.

Η προεκλογική του καμπάνια ήταν αυτοχρηματοδοτούμενη καθώς ο Σαγιέντ ξεκαθάρισε ότι θα αρνηθεί οποιαδήποτε οικονομική ενίσχυση από κόμματα ή οργανισμούς, κερδίζοντας έτσι τους αγανακτισμένους από τη διαπλοκή Τυνήσιους. Υποστηρίζει την αποκέντρωση της εξουσίας ως ένα μέσο καταπολέμησης της διαφθοράς.

Ο Σαγιέντ εκφράζει ακραία συντηρητικές απόψεις σε συγκεκριμένα κοινωνικά ζητήματα και για αυτό αρκετοί τον αποδοκιμάζουν ως σαλαφιστή: ο καθηγητής υποστηρίζει την επαναφορά της θανατικής ποινής, έχει κάνει δημόσια ομοφοβικές τοποθετήσεις σε μια χώρα που από το 2011 κατάφερε με επιμονή και υπομονή να φέρει τα ζητήματα των δικαιωμάτων στον δημόσιο λόγο, ενώ δεν υποστηρίζει την ισονομία ανδρών και γυναικών στα κληρονομικά – ένα πεδίο όπου επίσης η τυνησιακή κοινωνία έδωσε αγώνα και κατάφερε μια μεγάλη κατάκτηση για τον αραβικό κόσμο.

«Ο λαός έκανε μια επανάσταση σε ένα νόμιμο πλαίσιο. Θέλει κάτι νέο, μια νέα πολιτική σκέψη» δήλωσε μετά τα εκλογικά αποτελέσματα.

Ο Σαγιέντ θεωρείται το φαβορί για τον δεύτερο γύρο και το πενταετές αξίωμα του προέδρου, πιθανότατα γιατί για αρκετό κόσμο τα παραπάνω θεωρούνται πιο «περιθωριακά», με φλέγοντα ζητήματα και προτεραιότητες το κόστος ζωής, την ανεργία και την απουσία ελπίδας για το μέλλον των νέων.

Νικητής η αποχή και το φευγιό των νέων

Με ποσοστό 55% και τους νέους να απουσιάζουν, νικητής στέφθηκε η αποχή, ενώ το 2014 στις αντίστοιχες εκλογές ήταν μακράν χαμηλότερη, στο 36%.

Αναλυτές θεωρούν ότι το ποσοστό αυτό δεν αντανακλά αδιαφορία αλλά άρνηση απέναντι στο πολιτικό σύστημα που απογοήτευσε τον κόσμο.

Μετά το 2011, ο λαός της Τυνησίας πολιτικοποιήθηκε περισσότερο καθώς μπορούσε για πρώτη φορά να μιλήσει ελεύθερα για πολιτική στο σπίτι, το καφενείο, τα ΜΜΕ, τα social media, τα πανεπιστήμια. Παρά τη γρήγορη απογοήτευσή του από την επανάσταση, ομόφωνα έλεγε ότι «και μόνο για την ελευθερία του λόγου που κερδίσαμε, θα ξανακάναμε ακριβώς τα ίδια».

Το 2014 η Τυνησία εξέλεξε το προοδευτικό κόμμα Nidaa Tunes ελπίζοντας ότι θα περιθωριοποιήσει τους ισλαμιστές και τον εξτρεμισμό του συντηρητικού έτερου μεγάλου κόμματος Ennahda – τα δύο κόμματα χρειάστηκε τελικά στην πορεία να φτιάξουν κυβέρνηση συνεργασίας. Περισσότερο όμως οι πολίτες ήλπιζαν σε θέσεις εργασίας, κοινωνικά επιδόματα στους αδύναμους και ένα κράτος πρόνοιας. Στην πραγματικότητα όμως, έλαβαν μέτρα λιτότητας, μείωση επιδομάτων και χαμένες υποσχέσεις για θέσεις εργασίας στο δημόσιο. Εν τω μεταξύ, μετά το αιματηρό 2015 με δύο μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις στο μουσείο Μπαρντό και σε τουριστικό θέρετρο της πόλης Σούσα, η βιομηχανία του τουρισμού ερήμωσε αφήνοντας πίσω της πολλούς νέους άνεργους.

Στις αρχές του 2018, όταν ψηφίστηκε ο νόμος για την οικονομία – υπό τις επιταγές του ΔΝΤ – επήλθε αύξηση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά όπως το τσάι και το πετρέλαιο, καθώς και αύξηση στη φορολογία εισοδήματος. Οι Τυνήσιοι κατέβηκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στα μέτρα λιτότητας και φτωχοποίησης, θρηνώντας και ένα νεκρό διαδηλωτή από σύγκρουση με την αστυνομία.

Ο πολιτικός αναλυτής Γιούσεφ Σερίφ έγραφε τότε: «Η επανάσταση δημιούργησε τον homo politicus. Αυτό που δεν δημιούργησε ποτέ όμως είναι ο homo economicus».

Η ανεργία στη χώρα έχει φτάσει πια το 15%, αριθμός που στους νέους εκτοξεύεται στο 35% (στην Ελλάδα είναι 18,5% και 39% αντίστοιχα), με την καθημερινή ζωή να κοστίζει πολύ ακριβά για τον κουμπαρά των Τυνήσιων.

Οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, παρά τις σπουδές τους αναγκάζονται τις περισσότερες φορές να δουλέψουν σε τηλεφωνικά κέντρα ξένων εταιρειών (συνήθως γαλλικών ή γαλλόφωνων) που εγκαθιστούν στη χώρα τα call centers τους για φθηνά εργατικά χέρια και χαμηλή φορολογία.

Οι νέοι όμως θέλουν μια καλύτερη ζωή και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους. Οι πιο εύποροι παίρνουν το αεροπλάνο, δημιουργώντας το οικείο φαινόμενο του brain drain. Οι πιο φτωχοί φεύγουν με μια βάρκα, χωρίς χαρτιά για την άλλη μεριά της Μεσογείου.

Σύμφωνα με τον ιατρικό σύλλογο της Τυνησίας, το 2017 το 45% των νέων μελών της, αφού εγγράφηκε έφυγε αμέσως για τη Γερμανία και τη Γαλλία. Παρόμοια είναι η κατάσταση και στον σύλλογο μηχανολόγων μηχανικών με χιλιάδες να εγκαταλείπουν τη χώρα. Παράλληλα, 6.000 Τυνήσιοι υπολογίζεται ότι έφτασαν στην Ιταλία διά θαλάσσης το 2018 σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής.

Η οικογένεια συνήθως παροτρύνει τα παιδιά να φύγουν, ειδικά αν έχουν προηγηθεί συγγενείς και γνωστοί που μπόρεσαν να ορθοποδήσουν στη Γαλλία ή την Ιταλία. Δεν είναι λίγες οι φορές άλλωστε που οι οικογένειες ξεπουλάνε τα υπάρχοντά τους για αυτό το ταξίδι προς το όνειρο.

Με τις βουλευτικές εκλογές να έχουν οριστεί για τις 6 Οκτωβρίου και τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών να πρέπει να διεξαχθεί μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, το πολιτικό μέλλον της Τυνησίας δεν φαντάζει ιδιαίτερα ευοίωνο ενώ καμία επιλογή δεν μοιάζει να μπορεί να χαρίσει την ελπίδα και την κοινωνική ευημερία που τόσο αποζητά ο τυνησιακός λαός.

«Μύριζε δακρυγόνα, έρωτα και επανάσταση»: Η Τυνησία 7 χρόνια μετά