Μέσα ενημέρωσης, όπως η Washington Post, η Le Monde και το BBC, δημοσίευσαν άρθρα για το σκάνδαλο βασιζόμενα στα Uber Files, όπου παρουσιάζονται πρακτικές της Uber στη διάρκεια των ετών της γρήγορης επέκτασης της εταιρείας, αλλά και σε μια περίοδο που βρέθηκε στο επίκεντρο πολλών αντιπαραθέσεων κυρίως με εταιρείες ταξί σε διάφορες πόλεις, από το Παρίσι ως το Γιοχάνσεμπουργκ.
«Η εταιρεία παραβίασε τη νομοθεσία, παραπλάνησε την αστυνομία και τις ρυθμιστικές αρχές, εκμεταλλεύθηκε τη βία εναντίον των οδηγών της και άσκησε μυστικά πίεση σε κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο», αναφέρει άρθρο του Guardian.
Ορισμένα στελέχη της Uber προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη βία κατά των οδηγών τους προς όφελός της εταιρείας.
«Αυτή τη στιγμή σας θεωρούν επιθετικούς», είπε ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε, στον ιδρυτή της Uber, Τράβις Κάλανικ, το 2016, σύμφωνα με τις σημειώσεις της συνάντησης. «Αλλάξτε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν την εταιρεία», τονίζοντας τα θετικά, συμβούλευσε ο Ρούτε.
Αυτή η επιθετικότητα – η βύθιση σε αγορές χωρίς κυβερνητικές εγκρίσεις – έκανε τους οδηγούς της Uber στόχο της οργής των παραδοσιακών ταξιτζήδων. Οι οδηγοί ταξί είδαν να απειλούνται από ανταγωνιστές που δεν έπαιζαν με τους ίδιους κανόνες. Στην Ευρώπη, την Ασία και τη Νότια Αμερική, οι ταξιτζήδες οργάνωσαν διαμαρτυρίες, παρενόχλησαν πελάτες της Uber, χτύπησαν οδηγούς της Uber και έβαλαν φωτιά στα αυτοκίνητά τους.
Ορισμένα στελέχη της Uber προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη βία προς όφελός τους, συζητώντας για τη διαρροή λεπτομερειών ενός μαχαιρώματος και άλλων βίαιων επιθέσεων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ελπίζοντας να μεταθέσουν την αρνητική προσοχή στη βιομηχανία ταξί, όπως προκύπτει από τις επικοινωνίες.
«Πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο», τους απάντησε ο συνιδρυτής της εταιρείας. «Η βία εγγυάται την επιτυχία», αναφέρει ο Τράβις Κάλανικ, τότε επικεφαλής της εταιρείας, όταν στελέχη της εξέφρασαν την ανησυχία τους για τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετώπιζαν οι οδηγοί της Uber τους οποίους ενθάρρυναν να συμμετάσχουν σε διαδήλωση στο Παρίσι.
Σύμφωνα με τον Guardian, η Uber υιοθέτησε αντίστοιχες τακτικές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία …), κινητοποιώντας τους οδηγούς της και ωθώντας τους σε διαμαρτυρίες όταν έπεφταν θύματα επιθέσεων, με στόχο η εταιρεία να λάβει δημοσιότητα.
«Ο Κάλανικ ποτέ δεν υπονόησε ότι η Uber εκμεταλλεύεται τη βία εις βάρος της ασφάλειας των οδηγών», αντίδρασε ο Ντέβον Σπέρτζον εκπρόσωπος του πρώην επικεφαλής της εταιρείας σε ανακοίνωσή του που δόθηκε στη δημοσιότητα από την ICIJ.
Επιθετικές στρατηγικές φοροαποφυγής
Στελέχη της Uber προσπάθησαν επίσης να αποπροσανατολίσουν τις έρευνες σχετικά με τις επιθετικές στρατηγικές φοροαποφυγής της εταιρείας. Ο Τράβις Κάλανικ, ο οποίος έχει αποχωρήσει υπό το φόντο καταγγελιών σεξισμού και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας απέρριψε όλες τις κατηγορίες των εφημερίδων, περιλαμβανομένης αυτής περί παρακώλυσης της δικαιοσύνης, καθώς η Uber φέρεται να είχε υιοθετήσει διάφορες στρατηγικές για να αποφεύγει τις προσπάθειες παρέμβασης των δυνάμεων της τάξης, όπως αυτή του «διακόπτη ασφαλείας» που συνίστατο στο να διακόπτεται άμεσα η πρόσβαση ενός γραφείου στις βάσεις δεδομένων του διαδικτύου σε περίπτωση έρευνας.
Τα αρχεία περιλαμβάνουν λεπτομέρειες για ιδιωτικές συναντήσεις: ένας πρέσβης των ΗΠΑ συνομιλεί με έναν επενδυτή της Uber σε μια φινλανδική σάουνα- ένας Ρώσος ολιγάρχης διασκεδάζει με στελέχη της εταιρείας και μια κοζάκικη μπάντα- ένας δικηγόρος της εταιρείας κυκλοφορεί ένα εγχειρίδιο που λέει στους υπαλλήλους τι πρέπει να κάνουν αν αστυνομικοί εισβάλουν στα γραφεία της Uber για να κατασχέσουν πιθανά στοιχεία παράνομης συμπεριφοράς.
«Κάποιες φορές έχουμε προβλήματα διότι είμαστε εντελώς εκτός νόμου», είχε γράψει η διευθύντρια επικοινωνίας της Uber Νάιρι Χουρνταζιάν στους συναδέλφους της το 2014, όταν απειλούνταν η ύπαρξη της εταιρείας στην Ταϊλάνδη και την Ινδία.
Στρατολόγηση δημοσίων λειτουργών μέσω λόμπινγκ
Η Uber βρήκε συμμάχους στην εξουσία, όπως τον Εμανουέλ Μακρόν την εποχή που ήταν υπουργός Οικονομίας (2014-16), ο οποίος φέρεται να βοήθησε διακριτικά στην εταιρεία, ενώ φέρεται να πρόσφερε μετοχές της σε πολιτικές προσωπικότητες στη Ρωσία και τη Γερμανία και πλήρωσε ερευνητές «εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για να δημοσιεύσουν έρευνες για τα οφέλη του οικονομικού της μοντέλου», αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Στρατολόγησε επίσης ένα τάγμα πρώην δημόσιων λειτουργών, συμπεριλαμβανομένων πολλών πρώην βοηθών του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Τα αρχεία δείχνουν ότι στελέχη της Uber συναντήθηκαν με τον Μακρόν της Γαλλίας, τον τότε Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, τον τότε πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Έντα Κένι
και τον τότε πρόεδρο της Εσθονίας Τόμας Χέντρικ Ίλβες μεταξύ άλλων ηγετών του κόσμου.
Το 2016, ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επιδίωξε συνάντηση με τον Κάλανικ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας. «Έβαλα τους ανθρώπους μου να τον ενημερώσουν ότι κάθε λεπτό που αργεί, είναι ένα λεπτό λιγότερο που θα έχει μαζί μου», έστειλε ο 39χρονος τότε επιχειρηματίας μήνυμα σε έναν συνάδελφό του, καθώς ο Μπάιντεν καθυστερησε στη συνάντηση.
Μέχρι το 2014, η Uber κυριαρχούσε στην αγορά των υπηρεσιών μεταφοράς με αυτοκίνητο στις Ηνωμένες Πολιτείες και είχε ως στόχο να κατακτήσει τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ εχοντας απκτήσει πλήθος μετρητών από επενδυτές όπως ο Μπέζος και η Goldman Sachs, η 5 ετών εταιρεία εισήλθε σε 31 χώρες μόνο το 2014, αναφέρουν τα δημοσιεύματα.
Όταν η Uber προσπάθησε να εισέλθει στην Πολωνία, για παράδειγμα, η ομάδα διεξήγαγε «εκτενείς συζητήσεις» σχετικά με το πώς να αντιμετωπίσει την πολωνική νομοθεσία που δεν ήταν ευνοϊκή για μια υπηρεσία μεταφοράς με τη χρήση smartphone, είπε ο Μπάρτεκ Κβιατκόφσκι, τότε σύμβουλος της Uber, στο ICIJ.
Για να ξεπεράσει τα εμπόδια, η Uber έχτισε μια τεράστια επιρροή, μέσω λόμπινγκ, με προτεινόμενο παγκόσμιο προϋπολογισμό 90 εκατομμυρίων δολαρίων μόνο το 2016, σύμφωνα με τα έγγραφα που διέρρευσαν.
Όταν η Uber χρειαζόταν πολιτική δύναμη για να μεταφερει τις δραστηριότητές της κάπου, προσλάμβανε πρώην κυβερνητικούς αξιωματούχους για να ασκήσουν πιέσεις σε πρώην συναδέλφους της. Όταν κατηγορήθηκε για παραβίαση των κανόνων, η εταιρεία παρότρυνε τους πελάτες να λειτουργήσουν ως λομπίστες και να υπογράψουν αναφορές για τη «σωτηρία της Uber», ενώ στησυνέχει πλήρωσε φιλικούς ακαδημαϊκούς για να παράγουν ευνοϊκές έρευνες.
Η εταιρεία στράφηκε σε «στρατηγικούς επενδυτές», ανθρώπους με βαθιές τσέπες και πολιτικές διασυνδέσεις, για να επηρεάσουν τους νόμους στο εξωτερικό, όπως ο Μπράιαν Γουότθ, πρώην βοηθός του ηγέτη των Ρεπουμπλικανών της Βουλής των ΗΠΑ, Κέβιν Μακάρθι. «Δεν χρειαζόμαστε τα χρήματά τους καθαυτά, αλλά θα μπορούσαμε να είμαστε χρήσιμοι σύμμαχοι για να κατακτήσουμε τη Γαλλία», έγραψε ένας λομπίσταςσε ένα email.
Ο Τζιμ Μεσίνα, πρώην αναπληρωτής επικεφαλής του προσωπικού του Ομπάμα, έγινε πολιτικός σύμβουλος το 2013, αναλαμβάνοντας την Uber ως πελάτη. Τα αρχεία δείχνουν ότι μερικές φορές βρισκόταν σε διπλο ρόλο, ρωτώντας έναν από τους λομπίστες της Uber εάν έπρεπε να συζητήσει τα ρυθμιστικά προβλήματα της εταιρείας στην Ισπανία με τον τότε πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι κατά τη διαχείριση της πολιτικής εκστρατείας του Ραχόι, όπως δείχνουν τα έγγραφα.
Ο Μεσίνα βοήθησε επίσης στη σύνδεση των στελεχών της Uber με διπλωμάτες των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Τζον Μπ. Έμερσον, πρέσβη των ΗΠΑ στη Γερμανία κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα, και ενός από τους προκατόχους του Έμερσον, τον Ρόμπερτ Κίμιτ, τότε ανώτερο σύμβουλο στο δικηγορικό γραφείο WilmerHale. Η δικηγορική εταιρεία αναζητούσε εργασία για να βοηθήσει την Uber να ξεπεράσει νομικά εμπόδια στη Γερμανία.
«Δεν έχουμε δικαιολογήσει και δεν αναζητούμε δικαιολογίες για τις συμπεριφορές που δεν συνάδουν με τις τρέχουσες αρχές μας ως εταιρεία», επεσήμανε η Τζιλ Χέιζελμπέικερ αντιπρόεδρος της Uber αρμόδια για το Μάρκετινγκ και τις Δημόσιες Σχέσεις σε ανακοίνωσή της. «Ζητάμε από το κοινό να μας κρίνει από τα όσα κάναμε τα πέντε τελευταία χρόνια και από τα όσα θα κάνουμε τα επόμενα», πρόσθεσε.