του Μηνά Κωνσταντίνου

Μετά το βράδυ της 15ης Ιουλίου και την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, ο Ερντογάν κατηγόρησε για την απόπειρα τον μέντορα και πρώην σύμμαχό του, Φετουλάχ Γκιουλέν, με τον οποίο από κοινού είχαν επιλέξει τα πρόσωπα που στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό, και σε ένα βράδυ ταύτισε τους υποστηρικτές του αυτοεξόριστου ιεροκήρυκα με τους ακτιβιστές, τους αριστερούς και  κάθε άλλη αντίθετη φωνή, βαφτίζοντας άπαντες τρομοκράτες, μέλη της  FETO (Τρομοκρατική Οργάνωση Φετουλάχ).
 
Η οριακή νίκη του στο δημοψήφισμα του περασμένου Απριλίου τού έδωσε και τη νομιμοποίηση που αναζητούσε. Υπό το καθεστώς της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης «για να είναι σε θέση να απομακρύνει γρήγορα όλα τα στοιχεία της τρομοκρατικής οργάνωσης που συμμετείχε στην απόπειρα πραξικοπήματος», συμπεριέλαβε σε ένα νεό νομικό πλαίσιο κάθε αντιδημοκρατική –μέχρι πρότινος- πράξη του καθεστώτος του.
 
Έκτοτε, στην Τουρκία βρίσκεται σε εξέλιξη μία μάχη μέχρις εσχάτων του σουλτάνου με τον άλλοτε συνεργάτη του, με θύματα εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, που βλέπουν τα δικαιώματά τους να καταπατώνται, τις δουλειές τους να χάνονται και συμπολίτες τους να φυλακίζονται για τις ιδέες τους.
 
Σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό, από τον περασμένο Ιούλιο μέχρι και σήμερα, περισσότεροι από 111.000 δημόσιοι υπάλληλοι έχασαν τη δουλειά τους, με τους 45.678 από αυτούς να είναι δάσκαλοι. Η κυβέρνηση Ερντογάν διώκει εδώ και μήνες εργαζόμενους του εκπαιδευτικού συστήματος, της αστυνομίας και του στρατού, του δικαστικού σώματος και των κοινωνικών υπηρεσιών, τους περισσότερους χωρίς καν κάποια προφανή σύνδεση με την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος.
 

Το κίνημα του καφέ παλτού

 
Πριν από 287 ημέρες, στις 9 Νοεμβρίου του 2016, μία γυναίκα με ένα καφέ παλτό, η εκπαιδευτικός Νουριέ Γκιουλμέν, πήγε μόνη της μπροστά στο Άγαλμα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην πλατεία Γιουκσέλ και κρατώντας ένα πλακάτ που έγραφε πως «Έχασα τη δουλειά μου αδικαιολόγητα και τη θέλω πίσω», κάθισε εκεί, μπροστά στο μνημείο. Ύστερα, δίπλα της πήγε και κάθισε ένας δάσκαλος, ο Σεμίχ Οζακτσά, ζητώντας κι αυτός πίσω τη δουλειά του που έχασε με τις εκκαθαρίσεις.

Λίγο αργότερα, δίπλα τους κάθισε και ο κοινωνιολόγος Βελί Σατσελέ, που έχασε το δεξί του χέρι το 2000, όταν ο στρατός γκρέμισε 20 φυλακές στην επικράτεια της χώρας για να τερματίσει τις απεργίες πείνας που πραγματοποιούσαν οι κρατούμενοι. Ο ίδιος αγωνίστηκε για χρόνια μέχρι να αποζημιωθεί από το καθεστώς, ενώ σήμερα βρίσκεται επίσης στο στόχαστρο τού καθεστώτος.
 
Σύντομα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι άρχισαν να προσεγγίζουν, και γρήγορα η καθιστική τους διαμαρτυρία άρχισε να λαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις.
 
Τις επόμενες εβδομάδες, το μνημείο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Γιουκσέλ μεταβλήθηκε σε σημείο συνάντησης της αντίστασης και της διαμαρτυρίας απέναντι στην επιχείρηση εκκαθάρισης του Ερντογάν. Σύντομα, οι δυνάμεις ασφαλείας χτύπησαν την ειρηνική διαμαρτυρία και συνέχισαν τις επιθέσεις τους επί 120 ημέρες. Στις 9 Μαρτίου, η Νουριέ και ο Σεμίχ ανακοίνωσαν πως αποφάσισαν να μετατρέψουν την καθιστική τους διαμαρτυρία σε απεργία πείνας, σε απάντηση στην καταστολή που συναντούσαν. Το γεγονός ήταν αρκετό για το καθεστώς του Ερντογάν ώστε να κλιμακώσει την επίθεσή του δυόμιση μήνες αργότερα, όταν στις 22 Μαΐου τούς συνέλαβε με την κατηγορία πως «θα δημιουργήσουν εστία αντίστασης όπως στο πάρκο Γκεζί και το Τεκέλ» και, βέβαια, με την κατηγορία της τρομοκρατίας.
 
Έκτοτε, η Νουριέ και ο Σεμίχ βρίσκονται στη φυλακή, μετρώντας 90 από τις 167 ημέρες απεργίας πείνας τους στα χέρια των τουρκικών Αρχών, που επιχειρούν να μετατρέψουν τον αγώνα τους σε μία μάχη εντυπώσεων απέναντι στους χιλιάδες πολίτες που παρακολουθούν.
 
«Όλοι εμείς που μαζευτήκαμε εκεί, βγήκαμε μέσα από αυτό το καφέ παλτό, το παλτό της Νουριέ» δηλώνει φανερά συγκινημένος στο TPP ο Ισμαήλ Ερντογάν, ένας από τους χιλιάδες ανθρώπους που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των δύο εκπαιδευτικών που αγωνίζονται για να πάρουν πίσω τη δουλειά τους. Ο ίδιος βρίσκεται σε απεργία πείνας για 90η ημέρα, ενώ τέσσερις ακόμη άνθρωποι προχώρησαν σε αυτό το διάστημα σε απεργία πείνας σε ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα των δύο. Μεταξύ αυτών, η σύζυγος του Σεμίχ, Εσρά, στην 92η ημέρα απεργίας πείνας και ο 71χρονος Μεχμέτ Γκιουβέλ στην 52η ημέρα.
 
«Η απεργία πείνας είναι ο πιο ειρηνικός τρόπος πολιτικής ανυπακοής» δηλώνει στο ThePressProject ο Ισμαήλ.

«Εμείς το κάνουμε αυτό γνωρίζοντας τις συνέπειες, πού βαδίζουμε με μια απεργία πείνας. Γνωρίζοντας πως οι άνθρωποι για τους οποίους νοιάζομαι βαδίζουν στο θάνατο πεινώντας, με έκανε να τους ακολουθήσω κι εγώ, να μοιραστώ την πείνα μαζί τους. Διότι για μένα είναι απαράδεκτο να βλέπω αυτούς τους ανθρώπους που πορεύτηκα μαζί να οδεύουν στο θάνατο. Κι έτσι είπα ότι θα μοιραστώ αυτό το μονοπάτι μαζί τους» συμπληρώνει, τονίζοντας πως εκφράζει όσους βρίσκονται στο πλευρό των δύο αγωνιστών.
 
«Προσωπικά είμαι εναντίον της απεργίας πείνας. Θεωρώ πως το ανθρώπινο σώμα είναι προϊόν μίας καταπληκτικής αλληλεγγύης. Τα όργανα του σώματος δουλεύουν μαζί σαν κολεκτίβα για να κρατούν αυτό το σώμα σε λειτουργία. Όταν φτάσει σε ένα σημείο η απεργία πείνας, οι φθορές στον οργανισμό ξεκινούν από τα λιγότερο σημαντικά όργανα, τα οποία με τη σειρά τους αρχίζουν να βλάπτουν τα πιο σημαντικά όργανα. Έτσι μόνο μπορεί να κυλήσει η ζωή σε μία απεργία πείνας. Επειδή αυτά τα όργανα που λειτουργούν για τη ζωή τους, θέλουν να προστατευτούν» εξηγεί ο Ισμαήλ, που συνέχιζε να εργάζεται ως μάγειρας μέχρι την 30η ημέρα της απεργίας πείνας του.
 

Φυγάς από «το χειρότερο δικτατορικό καθεστώς»


Ο Ισμαήλ κατά την 82η ημέρα της απεργίας πείνας του στην Αθήνα

«Έτσι κι αλλιώς, ως αντιεξουσιαστής, μαθαίνεις να ζεις πάντα μέσα σε μια απειλή. Με τον νέο τρομονόμο, το καθεστώς θα με έπαιρνε αναγκαστικά στο στρατό, όπου θα κατέληγα σε στρατιωτικές φυλακές. Γνωρίζοντας πως από εκεί δεν θα έβγαινα ζωντανός, αποφάσισα να φύγω». Έτσι περιγράφει την κατάσταση που άφησε πίσω του και το πώς αποφάσισε να περάσει στην Ελλάδα, καθώς δηλώνει αρνητής στράτευσης επί 21 χρόνια και αντιεξουσιαστής.
 
Ο Ισμαήλ πέρασε από την Τουρκία στο Καστελόριζο και έπειτα στη Ρόδο. Εκεί παρέμεινε για δεκαεννέα ημέρες σε κέντρο κράτησης της αστυνομίας, περιγράφοντας τις συνθήκες ως ακατάλληλες τόσο για πρόσφυγες, όσο και για απλούς κρατούμενους. «Μας είχαν όλους μαζί, πολιτικούς κρατούμενους μαζί με ποινικούς, πρόσφυγες, ήρθαμε αντιμέτωποι ακόμα και με φασίστες», ενώ σημειώνει πως οι αστυνομικοί δεν γνώριζαν πώς να αντιμετωπίσουν έναν απεργό πείνας, καθώς ο ίδιος βρισκόταν ήδη σε απεργία.
 
«Σκέφτηκα πως μάλλον δεν χρησιμοποιείται [σ.σ. η απεργία πείνας ως μέσο διαμαρτυρίας] στην Ελλάδα ιδιαίτερα, δεν πιστεύω πως το έκαναν επίτηδες», σχολίασε το γεγονός πως μόνο για λίγες ημέρες τού παρείχαν όσα έχει ανάγκη ένας απεργός πείνας, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες, πότε του προσέφεραν μόνο ζάχαρη, πότε μόνο αλάτι και άλλοτε μόνο βιταμίνες.
 

Ευρω-Πόντιος Πιλάτος

 
Ο Ισμαήλ περιγράφει πώς οι συνθήκες που αντιμετωπίζουν στη φυλακή η Νουριέ και ο Σεμίχ είναι ακατάλληλες για απεργούς πείνας, καθώς, εκτός των άλλων, σύντομα κινδυνεύουν να χάσουν τη συνείδησή τους, και τότε οι Αρχές θα παρέμβουν και θα τους ταΐσουν, σπάζοντας την απεργία τους και θέτοντας τη ζωή τους σε εξαιρετικό κίνδυνο. Η αναγκαστική σίτιση απεργού πείνας θεωρείται από τον ΟΗΕ βασανιστήριο, και η Τουρκία έχει πολύ κακό προηγούμενο με τέτοιες τακτικές.
 
Για έναν απεργό πείνας, αποτελεί ζωτικής σημασίας κατά την απεργία η χορήγηση άλατος, ζάχαρης, νερού και βιταμίνης B1, ώστε παρά τη σωματική καταπόνηση να διατηρήσει τη συνείδησή του. Η μη χορήγηση κάποιου από αυτά μπορεί να βάλει σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή. Οι δύο απεργοί ζητούσαν επί εβδομάδες κάποιον ανεξάρτητο ιατρό να τους εξετάσει, με το καθεστώς να το αρνείται μέχρι που εκδόθηκε εντολή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Τότε τους επισκέφθηκε ανεξάρτητη επιτροπή ιατρών, η οποία αποφάνθηκε πως δεν μπορούν να ζήσουν στη φυλακή και θα πρέπει να αποφυλακιστούν. Αλλά ακόμα και τότε δεν άλλαξαν πολλά.
 
Στις αρχές Αυγούστου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα των δύο απεργών για αποφυλάκιση, υποστηρίζοντας πως η κατάσταση της υγείας τους στη φυλακή δεν απειλεί τη ζωή τους. Σύμφωνα με την ετυμηγορία, «Ο εγκλεισμός τους στη φυλακή δεν αποτελεί πραγματική απειλή για τη ζωή τους», ενώ παράλληλα ενημέρωσε τους συμβαλλόμενους πως, «Αναμένεται πως η κυβέρνηση θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει ότι τα δικαιώματα των κρατούμενων γίνονται σεβαστά».
 
«Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε μια πολιτική απόφαση, λέγοντας ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για να παραμείνουν κρατούμενοι οι απεργοί πείνας, πως δεν διατρέχουν κάποιον κίνδυνο γιατί τους εξετάζουν καλά στην φυλακή, σημειώνοντας ωστόσο πως θα ήταν καλό να σταματήσουν την απεργία τους» σχολιάζει τη στάση της ευρωπαϊκής δικαιοσύνης ο Ισμαήλ. «Κατά κάποιον τρόπο αποδέχονται την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» συμπληρώνει.
 
«Αποκλείεται να αντέξουν οι δύο απεργοί. Δεν έχουν πλήρη πρόσβαση στις βιταμίνες και παραβιάζονται πολύ οι ανάγκες τους. Ακόμα και εάν επιζήσουν, θα έχουν πρόβλημα για όλη τους τη ζωή, έχουν περάσει το όριο. Ο Σεμίν έχει προβλήματα ακοής, πόνους στους μύες, στα νεφρά, σημάδια καρδιακής ανεπάρκειας, σημάδια που δείχνουν πως έχουν περάσει το όριο και οδεύουν για χειρότερα» περιγράφει ο Ισμαήλ την κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι δύο εκπαιδευτικοί στη φυλακή.
 

«Δεν γονατίσαμε μπροστά στην καταπίεση»

 

Στιγμιότυπα κατά την εισβολή της αστυνομίας στην πλατεία Γιουκσέλ στις 22 Μαΐου

«Αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη φυλακή χιλιάδες άνθρωποι που δεν έχουν κάνει τίποτα. Βρίσκονται λόγω των πεποιθήσεών τους. Οι φυλακές της Τουρκίας τώρα είναι
γεμάτες με δημοσιογράφους, επιστήμονες, καθηγητές, με διεθνείς ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η κυβέρνηση μπορεί να παρομοιαστεί με τις πολιτικές του Χίτλερ και του Μουσολίνι, δηλαδή όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εχθροί μας, “Όποιος δεν είναι δικός μας είναι εχθρός μας” είναι το δόγμα της» δηλώνει για την κυβέρνηση Ερντογάν.

«Ό,τι και να γίνει στο τέλος, εμείς έχουμε κερδίσει. Επειδή δείξαμε ότι μπορούμε να αντισταθούμε, χρησιμοποιήσαμε το δικαίωμα της αντίστασης και το προστατέψαμε. Δείξαμε σε όλους ότι όσο επώδυνο και επικίνδυνο και να είναι, μπορούμε να αντισταθούμε. Ότι έχουμε το δικαίωμα της αντίστασης και το ασκήσαμε» απαντάει με πάθος ο Ισμαήλ για το τι μέλλει γενέσθαι.
 
«Η αντίσταση του Γιουκσέλ είναι μια αντίσταση απέναντι στο χειρότερο δικτατορικό κράτος που πέρασε ποτέ, σε μια πολύ κακή περίοδο δικτατορικού κράτους της Τουρκίας, μία αντίσταση που θα τη θυμούνται. Η ιστορία θα μας αναδείξει σε ανθρώπους όρθιους, θα μας θυμούνται με σεβασμό. Γιατί δεν γονατίσαμε μπροστά στην καταπίεση» καταλήγει ο Ισμαήλ, με το χαμόγελο τού ανθρώπου που ξέρει πως διαθέτει τη ζωή του για κάτι που αξίζει.