Στην ομιλία της, που δόθηκε στις Βρυξέλλες στα πλαίσια του ομώνυμου Οικονομικού Φόρουμ, η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Νεμάτ Σαφίκ εξέφρασε την εκτίμηση πως θα πρέπει να γίνουν «αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση μίας πληρέστερης οικονομικής ολοκλήρωσης».

«Αυτό θα περιελάμβανε και τη χορήγηση όσον το δυνατόν ταχύτερα στις τράπεζες μίας βοήθειας που θα διέρχεται από μία αμοιβαιοποίηση των πόρων, που δεν θα εκπορεύεται από τα κράτη», δήλωσε η Σαφίκ.

«Προκειμένου να εξασφαλιστεί πως οι τράπεζες που θα επωφελούνται από μία βοήθεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα αναδιαρθρώνονται και θα εποπτεύονται επιμελώς, θα πρέπει αυτές να υποβληθούν σταδιακά σε κεντρικούς κανόνες και εποπτεία, μέσω μίας κοινής αρχής για τη ρύθμιση των τραπεζικών κρίσεων, με ένα κοινό μηχανισμό ασφαλείας και ένα κοινό ταμείο για την εγγύηση των καταθέσεων», πρότεινε η ίδια.

Οι προτάσεις της υπευθύνου του ΔΝΤ έρχονται να προστεθούν στις αντίστοιχες που κατέθεσε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση προτάσεών της για τις χώρες της ευρωζώνης. Υπέρ μίας «τραπεζικής ένωσης» τάχθηκε σήμερα και ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, η οποία θα μεταφράζεται σε μία κεντρική εποπτεία, ιδίως όσων τραπεζών αντιπροσωπεύουν συστημικό κίνδυνο για την ευρωζώνη και μία εγγύηση μετοχών στις περιφερειακές τράπεζες.

Στην ομιλία της, η Σαφίκ δεν παρέλειψε να παροτρύνει τους Ευρωπαίους να επιδείξουν μεγαλύτερη χαλαρότητα όσον αφορά τη δημοσιονομική λιτότητα: «σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης, οι δημοσιονομικοί στόχοι για το 2013, που θεσπίσθηκαν πριν την παρούσα αναπτυξιακή επιβράδυνση, θα μπορούσαν να επαναπροσδιορισθούν, ή τουλάχιστον να εκφρασθούν με διαρθρωτικούς όρους», τόνισε η ίδια.

Το Σύμφωνο Σταθερότητας προσφέρει ένα είδος ευελιξίας, η οποία «σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί προς ωφέλεια ώστε να αναθεωρηθεί το χρονικό όριο εντός του οποίου θα πρέπει να επιτευχθούν οι στόχοι», επέμεινε η ίδια.

Τέλος, η ίδια άφησε να εννοηθεί πως η ΕΚΤ θα πρέπει να μειώσει έτι περισσότερο το βασικό επιτόκιο δανεισμού της, που σήμερα βρίσκεται στο 1%. «Η νομισματική πολιτική διαδραματίζει έναν κρίσιμο ρόλο για την υποστήριξη της βραχυπρόθεσμης ανάπτυξης», υπογράμμισε.