Σε ζητήματα όπως η λήξη του 3ου μνημονίου, το προσφυγικό ζήτημα, αλλά και η συμφωνία των Πρεσπών για το όνομα της ΠΓΔΜ, αναφέρθηκε ο Ούντο Μπούλμαν, επικεφαλής της ευρωομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.
 
Συγκεκριμένα, για τη λήξη του 3ου μνημονίου στις 20 Αυγούστου, τόνισε ότι «δύσκολο να υπερεκτιμηθεί αυτό που έχει επιτευχθεί, ειδικά κατά τη διάρκεια αυτού του τελευταίου προγράμματος. Η ελληνική οικονομία θεωρήθηκε κάποτε ως μια απελπιστική υπόθεση από πολλούς, αν όχι από τους περισσότερους αναλυτές. Σήμερα, δεν γνωρίζω κανέναν σοβαρό άνθρωπο, ο οποίος δεν αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Το τρίτο και τελικό πρόγραμμα προσαρμογής θα ενισχύσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη στη χώρα».
 
Επιπλέον, φέρεται πεπεισμένος ότι θα υπάρξει ομαλή επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές, διότι υπάρξει ανάπτυξη στην εμπιστοσύνη της χώρας με τα θεσμικά όργανα της Ευρώπης. Επισημαίνει δε ότι η ελληνική κυβέρνηση διαθέτει έναν μεγάλο όγκο μετρητών που της επιτρέπει να καθορίσει το ιδανικό χρονοδιάγραμμα για την επιστροφή στις κεφαλαιαγορές, προσθέτοντας ότι «έχω πλήρη εμπιστοσύνη στον υπουργό Οικονομικών Τσακαλώτο και στην ομάδα του ότι θα πάρει τις σωστές αποφάσεις, την κατάλληλη στιγμή, ώστε να το διαχειριστεί με επιτυχία».
 
Για την «μεταμνημονιακή» εποχή και το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας που αποφάσισε το Eurogroup, ο Γερμανός σημείωσε πως δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για εποπτεία, καθώς οι ελληνικές αρχές θα μπορούν να χαράζουν ανεξάρτητα την πολιτική που επιθυμούν. Στη συνέχεια επανέλαβε τις αποφάσεις της Συνόδου ότι η ελληνική οικονομία θα υπόκεινται σε έλεγχο κάθε τρεις μήνες, και ότι θα υποβάλλεται αναφορά κάθε έξι μήνες για τα επόμενα 4 χρόνια. Ωστόσο, υποστήριξε ότι «αυτό είναι πραγματικά ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα από ό, τι ήταν τα προγράμματα προσαρμογής. Σε αντίθεση με το παρελθόν, οι ελληνικές αρχές έχουν τώρα πλήρη ανεξαρτησία στη διαδικασία και αυτονομία στο σχεδιασμό των σωστών πολιτικών».
 
«Αυτό δεν αποτελεί ειδική ρύθμιση για την Ελλάδα. Στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οι οικονομίες όλων των κρατών μελών παρακολουθούνται συνεχώς και οι πολιτικές αλλαγών υπόκεινται σε έλεγχο» πρόσθεσε.
 
Αναφορικά με την Ευρωζώνη, έκανε λόγο για το ρίσκο αφησυχασμού που υπάρχει, τονίζοντας ότι «αν δεν επιτύχουμε τελικά μια πολύ πιο ουσιαστική πρόοδο στη μεταρρύθμιση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, για παράδειγμα με την ανάπτυξη μιας δημοσιονομικής ικανότητας και ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, θα έχουμε αποτύχει να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα για την πρόσφατη κρίση της ευρωζώνης».
 
«Η Ευρωζώνη απέχει πολύ από το να είναι κινητήρια δύναμη της αειφόρου ανάπτυξης στην Ευρώπη και δεν έχουμε την πολυτέλεια να σταματήσουμε να δομούμε στην αρχιτεκτονική της έως ότου καταστεί τέτοια. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν καταστροφικό σε περιόδους αχαλίνωτων ανισοτήτων και ανοδικής πορείας του λαϊκισμού και του μη φιλελευθερισμού» συμπλήρωσε.
 
Χρειάζεται ακόμη σκληρή δουλειά για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και της Ευρωζώνης, καθώς «δεν αρκεί να σταματήσουμε μια κρίση. Πρέπει επίσης να αποτρέψουμε μελλοντικές κρίσεις και τελικά να αναπτύξουμε ένα μοντέλο για την ευρωπαϊκή κοινωνία και την οικονομία, το οποίο θα δημιουργήσει βιώσιμη ισότητα για όλους και θα σέβεται τα όρια του πλανήτη. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας πριν φτάσουμε εκεί και δεν μπορώ παρά μόνο να προτρέψω όλες τις πλευρές να συνεργαστούν και να εργαστούν πάνω σε αυτό το εγχείρημα για να έχουμε πρόοδο το συντομότερο δυνατό» τόνισε.
 

Πυρά Μπούλμαν κατά Τουσκ για μικρή πρόοδο στο προσφυγικό

 
Ο Μπούλμαν κατηγόρησε τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, ότι δεν συμπεριέλαβε το θέμα της τροποποίησης του Δουβλίνου, το οποίο ρυθμίζει το καθεστώς ασύλου στα κράτη – μέλη της ΕΕ, στη σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου για το προσφυγικό.
 
«Υπήρξαν έντονες εντάσεις μεταξύ των κρατών- μελών, ξεχνώντας όμως το πραγματικό ευρωπαϊκό πνεύμα, ενώ οι προσδοκίες βασίζονταν στην πραγματική ανάγκη για συγκεκριμένες ευρωπαϊκές λύσεις που θα αποσκοπούσαν στη διαχείριση των μεταναστευτικών ρευμάτων με υπεύθυνο τρόπο, όχι απλά κλείνοντας τα σύνορά μας στους ανθρώπους σε ανάγκη προστασίας. Σε ανοικτή επιστολή, μαζί με τους ομολόγους μου των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων, ζητήσαμε από τον πρόεδρο Τουσκ να επιδείξει ηγετικό ρόλο, ενότητα, αλλά κυρίως, υπευθυνότητα» πρόσθεσε.
 
«Του ζητήσαμε να ασκήσει τον ρόλο του και να βρει το θάρρος να θέσει το θέμα της μεταρρύθμισης του συστήματος του Δουβλίνου στην ατζέντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Του ζητήσαμε να έχει τολμηρό όραμα στους τρόπους που θα ξεμπλοκάρει το αδιέξοδο. Αντί αυτού, αυτό που είδαμε ως αποτέλεσμα ήταν μια δήλωση σχεδιασμένη έτσι ώστε κάθε κράτος μέλος να μπορέσει να επιστρέψει στη χώρα του θριαμβευτικά, και στο τέλος πάλι δεν συνέβη τίποτε για την επίτευξη μιας αξιόπιστης λύσης. Και αυτό συνέβη απλώς και μόνο επειδή η μεταρρύθμιση του συστήματος ασύλου, που ήδη συμφωνήθηκε από ευρεία πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν συμπεριλήφθηκε καν στην ημερήσια διάταξη των ηγετών» κατέληξε.
 
Τέλος, σημείωσε ότι «αυτό που είδαμε την περασμένη εβδομάδα, δεν ήταν πραγματική ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση και συντονισμός, αλλά απλές μεμονωμένες πρωτοβουλίες από κάποιους ηγέτες, που προσπαθούσαν να καταλήξουν σε συμφωνία μεταξύ των “πρόθυμων”. Και αυτό δεν είναι αρκετό, απλώς και μόνο επειδή δεν είναι λύση της ΕΕ». Και κατέληξε πως «θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τη μεταρρύθμιση της Συνθήκης του Δουβλίνου, όπως θα πράξουμε και για τις υπόλοιπες προτάσεις που αποτελούν τη μεγάλη δέσμη μέτρων για την αναμόρφωση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Το Συμβούλιο δεν μπορεί απλώς να κάνει τα στραβά μάτια σε μια υιοθετημένη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, διότι θα σήμαινε να κάνει τα στραβά μάτια σε όλες τις φωνές των Ευρωπαίων πολιτών. Θέλουμε να βλέπουμε την Ευρώπη να απομακρύνεται από μια διακυβερνητική στάση που δυσκολεύεται στην αναζήτηση συμβιβασμών. Μια διακυβερνητική Ευρώπη που θέτει πρώτα τα προειλημμένα συμπεράσματά της, ενώ στη συνέχεια απλώς αναζητάει τα επιχειρήματα για την υπεράσπισή τους»
 

«Ιστορία με αίσιο τέλος» η συμφωνία Ελλάδας – ΠΓΔΜ

 
Για τη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ για το όνομα της γείτονος χώρας, ο Μπούλμαν υπογράμμισε πως είναι «μία από τις λίγες πρόσφατες καλές εξελίξεις ή ιστορίες με αίσιο τέλος στη περιοχή», και πρόσθεσε ότι «η Ομάδα μας υποστήριζε πάντοτε ότι και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να βρουν έναν συμβιβασμό και χρειάστηκαν δύο προοδευτικοί ηγέτες να συνάψουν συμφωνία, έπειτα από πάνω από 25 χρόνια αντιπαραθέσεων. Έχουμε ήδη πολλές φορές χαιρετίσει τη συμφωνία και θα συνεχίσουμε να ελπίζουμε στην επικύρωση της και από τα δύο Κοινοβούλια και στο δημοψήφισμα στη ΠΓΔΜ».
 
Σχετικά με τις αναδράσεις των πολιτών των δύο χωρών, σημείωσε ότι είναι «δικαίωμα τους» να εκφράζουν τη γνώμη τους, ενώ του κάλεσε «να αναλογιστούν το μέλλον της χώρας τους και της περιοχής τους και να ζυγίσουν όλα τα επιχειρήματα».
 
«Στην πραγματικότητα, έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στη ζωή ενός Έλληνα πολίτη όταν η γειτονική του χώρα ονομάζεται Βόρεια Μακεδονία; Ή μήπως θα ήταν καλύτερο να έχετε δίπλα σας έναν φίλο και έναν σύμμαχο, αντί να έχετε μια διαμάχη με τον πλησίον σας; Αυτές είναι οι ερωτήσεις που πρέπει να θέσουν οι πολίτες της Ελλάδας όταν σκέφτονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της Συμφωνίας ονόματος. Και φέρνει στην πραγματικότητα ευημερία στους πολίτες της ΠΓΔΜ εάν είναι απομονωμένοι στην περιοχή, επειδή δεν προσκαλούνται στις ενταξιακές συνομιλίες με την ΕΕ ή στο ΝΑΤΟ επειδή δεν είναι σε θέση να επιλύσουν μια διαμάχη με τη γειτονική τους χώρα; Μια διαμάχη που οι άλλες χώρες δεν κατανοούν πραγματικά. Αυτές είναι οι ερωτήσεις που πρέπει να θέσουν οι πολίτες της ΠΓΔΜ, όταν θα πηγαίνουν στο δημοψήφισμα για την Συμφωνία ονόματος».