Ο Κρίστιαν Σουλτς από την Berenberg Bank διακρίνει τον κίνδυνο ενός σπιράλ ύφεσης και λιτότητας που θα οξύνει το πρόβλημα:
 
«Πέραν τούτου, η Ισπανία ακόμη υποφέρει από τις συνέπειες της φούσκας στην αγορά ακινήτων. Η ανεργία εκτινάχθηκε στα ύψη, κυρίως εξαιτίας της κατάρρευσης του κλάδου των κατασκευών» υπενθυμίζει ο Κρίστιαν Σουλτς. 
 
Αναμένοντας την κατάρρευση της αγοράς κατοικίας 
 
Το ποσοστό της ανεργίας στην Ισπανία ξεπερνά το 23%. Είναι το υψηλότερο στην ΕΕ. Οι ισπανικές τράπεζες κάθονται σε ένα βουνό από δάνεια που χορήγησαν την εποχή του οικοδομικού «μπουμ» και τα οποία σε μεγάλο βαθμό δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθούν. Ο όγκος των εν λόγω δανείων υπολογίζεται σε 150 δισ. ευρώ και αναμένεται να αυξηθεί. Και αυτό γιατί η λεγόμενη προσαρμογή των τιμών ακόμη δεν έχει επέλθει, εκτιμά ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας Γιούργκεν Ντόνγκες και εξηγεί: «Οι τιμές έχουν κάπως υποχωρήσει, αλλά η μείωση είναι ελάχιστη αν αναλογισθείτε ότι περίπου ένα εκατομμύριο κατοικίες παραμένουν αδιάθετες. Ως οικονομολόγος θα έλεγα ότι οι τιμές θα πρέπει να πέσουν κατακόρυφα». 
 
Εάν πέσουν κατακόρυφα οι τιμές των ακινήτων, οι απώλειες για τις τράπεζες, που ήδη σήμερα κρατιούνται στη ζωή με κεφάλαια της ΕΚΤ, θα είναι τεράστιες. Οι αγορές εκτιμούν ότι εάν καταρρεύσει ο τραπεζικός τομέας της Ισπανίας, τα ισπανικά κρατικά ομόλογα θα μείνουν στα αζήτητα. Και το ερώτημα που ζητά απάντηση είναι εάν οι πόροι του εθνικού μηχανισμού διάσωσης θα επαρκέσουν για να κρατήσουν στη ζωή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας. 
 
Η Μαδρίτη «έχει σημειώσει προόδους» 
 
Στην αντίθετη περίπτωση θα είναι απαραίτητη η παρέμβαση του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης EFSF, εκτιμά ο Κρίστιαν Σουλτς. «Εάν η Ισπανία στις σχετικές δημοπρασίες δεν βρει τον απαιτούμενο αριθμό επενδυτών τότε θα παρέμβει ο EFSF ή αργότερα ο ESM και θα εγγυηθούν στους Ισπανούς τη διάθεση των κρατικών τους ομολόγων» τονίζει ο Σουλτς. 
 
Οι δύο Γερμανοί οικονομολόγοι δεν θεωρούν πιθανό το σενάριο να τεθεί όλη η ισπανική οικονομία κάτω από την ομπρέλα προστασίας της ευρωζώνης. Και αυτό γιατί η χώρα έχει δρομολογήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής. Παράλληλα οι ισπανικές εξαγωγές έχουν σημειώσει άνοδο και αντίστοιχα έχουν μειωθεί οι εισαγωγές. Η Μαδρίτη έχει σημειώσει προόδους στην σταθεροποίηση των δημοσιονομικών της παρά την εκτίναξη του ελλείμματος. Το κυριότερο όμως πλεονέκτημα είναι ότι το δημόσιο χρέος της χώρας βρίσκεται ακόμη υπό έλεγχο και δεν έχει υπερβεί το 70% του ΑΕΠ, τη στιγμή που ο μέσος όρος του χρέους στην ΕΕ κινείται στο 88%. Και όπως λέει ο καθηγητής Ντόνγκες: «Η Ισπανία δεν χρειάζεται εξωτερική βοήθεια. Οι Ισπανοί μπορούν να επιλύσουν τα προβλήματά τους, αρκεί να το θέλουν».