Τον Οκτώβριο του 2020, σχεδόν 200 άτομα που είχαν αναχωρήσει από την Τουρκία για να ζητήσουν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρέθηκαν εν μέσω καταιγίδας στα ανοιχτά της Κρήτης. Ευρισκόμενοι σε κατάσταση ανάγκης, οι επιβάτες πραγματοποίησαν κλήση έκτακτης ανάγκης στο Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή ζητώντας βοήθεια. Το ελληνικό κράτος επιβεβαίωσε ότι το Λιμενικό Σώμα έλαβε κλήση έκτακτης ανάγκης στις 20 Οκτωβρίου 2020 από σκάφος σε κίνδυνο στα ανοιχτά της Κρήτης. Ωστόσο, τα γεγονότα που συνέβησαν στη συνέχεια συνιστούν το επίδικο ζήτημα στην υπόθεση S.A.A. και λοιποί κατά Ελλάδας (αρ. υπόθεσης 22146/21), ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ). Οι έντεκα προσφεύγοντες επιβάτες του σκάφους που εκπροσωπούνται από την Αναστασία Νταϊλιάνη, δικηγόρο του Legal Centre Lesvos, ισχυρίζονται ότι, μετά από κλήση έκτακτης ανάγκης, οι ελληνικές αρχές τους επαναπροώθησαν παράνομα και βίαια προς την Τουρκία, εγκαταλείποντάς τους εν τέλει σε φουσκωτές σχεδίες στη θάλασσα. Η υπόθεση κοινοποιήθηκε από το ΕΔΔΑ στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2021. Μέχρι σήμερα, οι ελληνικές αρχές αρνούνται ότι έλαβε χώρα επαναπροώθηση.
Το Legal Centre Lesvos (LCL) δημοσιεύει ένα βίντεο αποτύπωσης και αναπαράστασης των γεγονότων, που δημιουργήθηκε από ανεξάρτητη ερευνητική ομάδα. Η ομάδα πραγματοποίησε συνεντεύξεις με επιζώντες/ώσες της επαναπροώθησης, ανέλυσε μαρτυρίες και διαθέσιμα στοιχεία για αυτήν, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων από τις ελληνικές αρχές και την Frontex, και παρήγαγε ένα βίντεο αναπαράστασης των γεγονότων της 20-21 Οκτωβρίου 2020. Το βίντεο καταδεικνύει ότι το Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή, αντί να διασώσει τους περίπου 200 ανθρώπους που βρίσκονταν σε κίνδυνο στη θάλασσα, τους επιτέθηκε βίαια, τους έθεσε υπό κράτηση και τελικά τους εγκατέλειψε στη θάλασσα σε μια μαζική, συντονισμένη και παράνομη επιχείρηση επαναπροώθησης.
Το ελληνικό κράτος, με τους ισχυρισμούς του ενώπιον του ΕΔΔΑ τον Ιούνιο και τον Νοέμβριο του 2022, αρνείται πλήρως ότι έλαβε χώρα η επαναπροώθηση. Ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι μετά τη λήψη της κλήσης έκτακτης ανάγκης στις 20 Οκτωβρίου 2020 δε βρέθηκε αλιευτικό σκάφος. Το κύριο επιχείρημα του ελληνικού κράτους είναι ότι επειδή αυτό δε διατηρεί (ή δεν παρήγαγε) αρχεία για την παρουσία των προσφευγόντων/ουσών στην Ελλάδα – όπως επιβάλλει ο νόμος – αυτοί/ές είναι αδύνατο να έχουν εισέλθει στην Ελλάδα και επομένως δεν επαναπροωθήθηκαν. Περαιτέρω, επαναλαμβανεται ο ισχυρισμός ότι αποτελεί πολιτική του κράτους να μη διεξάγονται επιχειρήσεις επαναπροωθήσεων και επομένως η ομαδική απέλαση αποκλείεται να έχει λάβει χώρα. Το ελληνικό κράτος προβάλλει αυτούς τους ισχυρισμούς αγνοώντας ουσιαστικά όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από τους προσφεύγοντες/ουσες, τα οποία περιλαμβάνουν τοποθεσίες GPS, καθώς και φωτογραφίες και βίντεο της παρουσίας τους εντός της ελληνικής επικράτειας και της επακόλουθης επιχείρησης. Επιπλέον, το ελληνικό κράτος επιχειρεί να αποσπάσει την προσοχή από την ευθύνη του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής με μία αβάσιμη επισήμανση: ότι δήθεν η Τουρκία είναι μια ασφαλής χώρα και ότι τα άτομα που ζητούν άσυλο στην Ευρώπη σε ενδεχόμενη επαναπροώθηση δε θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να επιχειρήσουν το ταξίδι. Αυτό όχι μόνο είναι παρελκυστικό, δεδομένου ότι το ΕΔΔΑ εξετάζει μόνο εάν οι πράξεις των ελληνικών αρχών κατά των προσφευγόντων/ουσών ισοδυναμούν με παραβιάσεις του δικαιώματός τους στη ζωή και της απαγόρευσης βασανιστηρίων και παράνομης κράτησης, αλλά είναι επίσης προδήλως αναληθές.
Τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της αναπαράστασης των γεγονότων που δημοσιεύεται σήμερα, όχι μόνο καταδεικνύουν ότι οι ελληνικές αρχές διεξήγαγαν αυτή τη βίαιη επαναπροώθηση και επομένως είναι υπεύθυνες για τις σχετικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά επίσης ότι αυτή η επιχείρηση ήταν σύμφωνη με τη συστηματική πρακτική των ελληνικών αρχών να προβαίνουν σε ομαδικές επαναπροωθήσεις, κάτι που έχει αναφερθεί και τεκμηριωθεί εκτενώς – τόσο πριν όσο και κατά την περίοδο των εν λόγω γεγονότων.