Συζητούν ο συγγραφέας Χονδρογιάννος Θοδωρής, με τα μέλη του Δικτύου Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος και της Επιτροπής Αλληλεγγύης Στρατευμένων Γιάννη Παπαδήμα, Σωκράτη Πάντο και Νίκο Ισμυρνόγλου.

«Η συμμετοχή συνφάνταρων και οι πρόσφατες εκατοντάδες επιστολές με τις καταγγελίες των συναδέλφων για τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν στις μονάδες, που ταυτόχρονα περιγράφουν τον σύγχρονο ρόλο του Στρατού στον πόλεμο εναντίον των προσφύγων-μεταναστών και την εμπλοκή του στους ευρύτερους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, δίνουν τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε πτυχές του σύγχρονου επιχειρηματικού κράτους Άμυνας/Ασφάλειας» αναφέρει το Δίκτυο Σπάρτακος.

Διαβάζουμε από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΧΩΣΕ: ΤO ΚΩΜΙΚΟΤΡΑΓΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΦΑΝΤΑΡΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ

Κατάταξη στη Θ(λ)ήβα. Μετάθεση στη Χίο. Κι έπειτα αποστολή στις Οινούσσες. Στην ανατολική πινέζα του χάρτη. Μια ανάσα απ’ την ελληνοτουρκική μεθόριο. Σε θέσεις μάχης. Με γεμάτα όπλα. Έτοιμοι -και καλά- να σκοτωθούμε.

Το ταξίδι Στη χώρα του Χωσέ αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο τις κωμικοτραγικές περιπέτειες ενός στρατιώτη που πασχίζει να επιβιώσει απ’ τα ατελείωτα χωσέ και ζόρια του φανταρικού:

το μάντρωμα, τη στέρηση της σάρκας, το γερμανικό, την αϋπνία, τους στρατόκαυλους αξιωματικούς, τη μοναξιά ενός νεκρού πολίτη που στωικά καρτερεί τη νεκρανάστασή του.

Κατά τις περιπλανήσεις του σε μονάδες σύγχρονων ανεπιθυμήτων, ο χακί ήρωας στηλιτεύει και τα κακώς κείμενα του στρατού:

τη βυσματοκρατία, τα τρελόχαρτα, την κακή εκπαίδευση, την ομοφοβία, τον σεξισμό, την έχθρα απέναντι σε ό,τι αποσκιρτά απ’ το συντηρητικό τοτέμ του λευκού στρέιτ χριστιανού ορθόδοξου Έλληνα.

Κριτικάρει όσα ταλαιπωρούν τους στρατιώτες και τον τόπο.

Όσα κάνουν τη θητεία μια «χρήσιμα άχρηστη» εμπειρία.

Χρήσιμη σαν συλλογή βιωμάτων.

Άχρηστη ως προς την επιτέλεση του σκοπού της.

Η παρούσα φανταρική μαρτυρία προορίζεται για όσους απολυμένους θέλουν να ψηλαφίσουν το παρελθόν τους.

Για όσους νεοσύλλεκτους θέλουν να γραδάρουν το μέλλον τους.

Για όσες κι όσους τους περιμένουν έξω να γυρίσουν.

Για όσες κι όσους, εντός και εκτός παραλλαγής, πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για το πώς ο στρατός θα σταματήσει να τρώει τα παιδιά του.