Ο νυν πρόεδρος έκανε λόγο για το «μεγάλο ψέμα» του Τραμπ σχετικά με το αποτέλεσμα των εκλογών, που πυροδότησε τη θανατηφόρα επίθεση του Καπιτωλίου στις 6 Ιανουαρίου του 2021 και που συνεχίζει να υποκινεί τον βαθύ εθνικό διχασμό. Υπογράμμισε ότι ο ίδιος θα θα αγωνιστεί για την «ψυχή της Αμερικής». Παράλληλα, δήλωσε ότι η ενέργεια αυτή των οπαδών τού «ηττημένου πρόεδρου» εγείρει ανησυχίες για το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας, τονίζοντας ότι ο ίδιος ο Τραμπ αποτελεί μια συνεχή απειλή.

Υπενθυμίζεται ότι ο Δημοκρατικός Μπάιντεν νίκησε τον Ρεπουμπλικανό Τραμπ στην εκλογική αναμέτρηση του 2020, όμως ο πρώην πρόεδρος υποστήριξε ψευδώς πως οι εκλογές είχαν αμαυρωθεί από φαινόμενα νοθείας και με μια ομιλία του δύο εβδομάδες πριν από την ορκωμοσία του Μπάιντεν, όπου προέτρεπε τους υποστηρικτές του να πολεμήσουν, πυροδότησε τη φονική εισβολή στο Καπιτώλιο. Τέσσερις άνθρωποι πέθαναν εκείνη την ημέρα και ένας αστυνομικός του Καπιτωλίου πέθανε μία ημέρα αργότερα.

«Για πρώτη φορά στην ιστορία μας, ένας πρόεδρος όχι απλώς έχασε εκλογές, αλλά προσπάθησε να αποτρέψει την ειρηνική μεταφορά της εξουσίας καθώς ένας βίαιος όχλος παραβίασε το Καπιτώλιο», είπε χαρακτηριστικά ο Μπάιντεν και πρόσθεσε: «Η δημοκρατία δέχθηκε επίθεση… Ήθελαν να ανατρέψουν το Σύνταγμα».

Μιλώντας στο Καπιτώλιο, ο Μπάιντεν ζήτησε από όλους να κλείσουν τα μάτια τους και να θυμηθούν τι είδαν εκείνη την ημέρα, καθώς περιέγραψε τη φρικτή, βίαιη σκηνή, τον όχλο να επιτίθεται στην αστυνομία, να απειλεί τον πρόεδρο της Βουλής, να στήνει κρεμάλες απειλώντας να κρεμάσει τον αντιπρόεδρο – όλα αυτά ενώ ο Τραμπ καθόταν στον Λευκό Οίκο και παρακολουθούσε όσα γίνονταν από την τηλεόραση.

Παρά την εισβολή στον Καπιτώλιο, ο Τραμπ παραμένει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και κύριος υποψήφιος για την προεδρική υποψηφιότητα του 2024. Μάλιστα, ο Τραμπ κατηγόρησε τον Μπάιντεν ότι επικαλέστηκε το όνομά του προκειμένου να διχάσει περαιτέρω τη χώρα.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos, περίπου το 55% των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων πιστεύει τους ψευδείς ισχυρισμούς του Τραμπ για τις εκλογές, οι οποίοι απορρίφθηκαν από δεκάδες δικαστήρια, πολιτειακά εκλογικά τμήματα και μέλη της ίδιας της τότε κυβέρνησης των Ρεπουμπλικάνων.