
Το Ανώτατο Δικαστήριο στη Βραζιλία αποφάσισε ομόφωνα να παραπέμψει σε δίκη τον πρώην πρόεδρο Ζαΐχ Μπολσονάρο με την κατηγορία της απόπειρας πραξικοπήματος.
Πλέον ο Ζαΐχ Μπολσονάρο κινδυνεύει με βαριά ποινή κάθειρξης. Ο ακροδεξιός πρώην πρόεδρος (2019-22) δεν βρισκόταν στην αίθουσα του δικαστηρίου ενώ χθες (25/03/2025) δήλωσε ότι είναι θύμα «της μεγαλύτερης πολιτικοδικαστικής δίωξης στην ιστορία της Βραζιλίας».
Νοσταλγός της περιόδου της χούντας, ο πρώην λοχαγός του στρατού κατηγορείται από τις εισαγγελικές αρχές ότι ήταν ο «ηγέτης» μιας «εγκληματικής οργάνωσης» η οποία ετοίμαζε για καιρό μια συνωμοσία με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία «με κάθε τρόπο», μετά τις εκλογές του 2022, στις οποίες ηττήθηκε από τον αριστερό Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.
Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή αστυνομία, μετά την εκλογική ήττα του, οι φερόμενοι ως συνωμότες σκόπευαν να συντάξουν ένα διάταγμα με το οποίο θα προκηρύσσονταν νέες εκλογές. Σχεδίαζαν επίσης τη δολοφονία του Λούλα, του εκλεγμένου αντιπροέδρου Τζεράλντο Αλκμίν και του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αλεξάντρ ντε Μοράες.
Οι κατηγορίες είναι βαρύτατες: πραξικόπημα, απόπειρα βίαιης κατάλυσης του δημοκρατικού κράτους δικαίου και συγκρότηση ένοπλης εγκληματικής οργάνωσης.
Η ποινή που θα μπορούσε να επιβληθεί στον Μπολσονάρο για όλες τις κατηγορίες ξεπερνά τα 40 χρόνια, ωστόσο εκτιμάται ότι θα παραμείνει ελεύθερος μέχρι τη δίκη του.
Ο Μπολσονάρο έχει χάσει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι μέχρι το 2030, λόγω των επιθέσεων στα συστήματα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.
Στην περίπτωση που καταδικαστεί για συνωμοσία εναντίον της δημοκρατίας, το κόμμα του θα κληθεί να επιλέξει κάποιον διάδοχό του.
Ο δικαστής Αλεξάντρ ντε Μοράες, που θεωρεί «δικτάτορα» τον Μπολσονάρο, ήταν ο πρώτος που ψήφισε «ναι» στην πρόταση για παραπομπή του σε δίκη.
Επικαλούμενη το «ατομικό συμφέρον» του Μοράες, ως πιθανού στόχου δολοφονίας, η υπεράσπιση προσπάθησε να τον αναγκάσει να αυτοεξαιρεθεί, αλλά μάταια. Χωρίς επιτυχία ήταν και οι προσπάθειές της να εξαιρέσει δύο άλλα μέλη του δικαστηρίου, τον πρώην υπουργό του Λούλα, Φλάβιο Ντίνο, και τον πρώην δικηγόρο του σημερινού προέδρου, Κριστιάνο Ζανίν.
Οι δικαστές παρέπεμψαν επίσης σε δίκη άλλους επτά φερόμενους συνωμότες, μεταξύ των οποίων και πολλούς πρώην υπουργούς, τον υποψήφιο αντιπρόεδρο στις εκλογές του 2022 και τον πρώην διοικητή του Πολεμικού Ναυτικού Αλμίρ Γκαρνιέρ Σάντος.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το πραξικόπημα αποφεύχθηκε επειδή δεν το στήριξαν οι άλλοι κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων της Βραζιλίας. Οι εισαγγελείς επικαλούνται ως απόδειξη τα γεγονότα της 8ης Ιανουαρίου 2023 στην Μπραζίλια.
Υπενθυμίζεται ότι μια εβδομάδα μετά την ορκωμοσία του Λούλα, χιλιάδες υποστηρικτές του Μπολσονάρου εισέβαλαν και λεηλάτησαν τα κτίρια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του Κοινοβουλίου και του Προεδρικού Μεγάρου, ζητώντας την επέμβαση του στρατού και καταγγέλλοντας εκλογική νοθεία.
Ο Λούλα επέστρεψε στην προεδρία για μια τρίτη θητεία το 2023, αφού στο μεταξύ είχε τις δικές του δοσοληψίες με τη δικαιοσύνη και μάλιστα φυλακίστηκε με την κατηγορία της διαφθοράς, αλλά στη συνέχεια η καταδίκη του ακυρώθηκε.