της Δανάης Καρυδάκη
Το απόγευμα της Δευτέρας, ο λευκός αστυνομικός του Minneapolis Derek Chauvin, δολοφόνησε εν ψυχρώ, απρόκλητα, παντελώς ατάραχος και χωρίς ίχνος μεταμέλειας ή έστω ανησυχίας για τις συνέπειες της πράξης του, μπροστά στην κάμερα, παρουσία αρκετών αυτόπτων μαρτύρων που τον εγκαλούσαν αλλά και συναδέλφων του που παρακολουθούσαν επίσης ατάραχοι το περιστατικό τον άοπλο Αφροαμερικάνο George Floyd. Θα το ξαναπώ γιατί ίσως κάπου χάθηκε στην πολλή πληροφορία: ο λευκός αστυνομικός του Minneapolis Derek Chauvin, δολοφόνησε εν ψυχρώ τον άοπλο Αφροαμερικάνο George Floyd. Πάτησε με τα γόνατά του στον αυχένα του Floyd στο οδόστρωμα μέχρι θανάτου, και ακόμα παραπάνω. Λίγο πριν αφήσει την τελευταία του ανάσα, ο Floyd επανέλαβε πολλές φορές «I can’t breathe, I can’t breathe» «They gonna kill me» «Please sir, I can’t breathe» μέχρι που έπεσε αναίσθητος εκεί στο οδόστρωμα κάτω από τα γόνατα του Derek Chauvin. Οι περαστικοί του φώναζαν να τσεκάρει τον σφυγμό του αλλά ο Chauvin εξακολουθούσε να μένει με τα γόνατα πάνω στον αυχένα του αναίσθητου και ίσως ήδη νεκρού Floyd για αρκετά λεπτά ακόμα. Το βίντεο, που με δυσκολία κατάφερα να παρακολουθήσω, προκαλεί πραγματικά ναυτία. Όσοι βιαστούν να αποδώσουν το περιστατικό σε ατομικά χαρακτηριστικά του Chauvin, τον σαδισμό του ή κάποια ψυχιατρική διαταραχή, απλά θα αγνοήσουν το πόσο δομική και συστημική είναι η θανατηφόρα βία της αμερικανικής αστυνομίας με θύματα Αφροαμερικάνους: ενώ οι μαύροι αποτελούν το 12% του γενικού αμερικανικού πληθυσμού, μεταξύ 2015 και 2019 οι μαύροι αποτελούσαν το 26,4% όσων δολοφονήθηκαν από την αστυνομία· με άλλα λόγια, είναι δύο φορές πιο πιθανό να σε σκοτώσει αστυνομικός εάν είσαι μαύρος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Από το λιντσάρισμα των Thomas Shipp και Abraham Smith στην Indiana το 1930 που οι φωτογραφίες των άψυχων σωμάτων τους κρεμασμένων από τα δέντρα ενέπνευσε το τραγούδι «Strange Fruit» και τον 14χρονο Emmett Till που λιντσαρίστηκε μέχρι θανάτου το 1955 επειδή τόλμησε να κοιτάξει μια λευκή γυναίκα και έγινε έμβλημα του civil rights movement μέχρι τις δολοφονίες των Michael Brown Jr και Eric Garner το 2014 από αστυνομικούς στο Ferguson του Missuri και τη Νέα Υόρκη αντίστοιχα που έδωσαν πνοή στο κίνημα #BlackLivesMatter, οι μαύροι δολοφονούνται επειδή είναι μαύροι. Αν πάλι ορισμένοι προτιμήσουν να πουν ότι ο δολοφόνος είναι απλά απάνθρωπος, είναι μη-άνθρωπος, φοβούμενοι ίσως να συλλάβουν το μέγεθος και την ένταση αυτής της απρόκλητης βίας, θα παραβλέψουν το γεγονός ότι αυτή η ρατσιστική βία είναι καθ’ όλα ανθρώπινη, διότι το ανθρώπινο δεν ταυτίζεται με το ηθικό.
Τι μας λέει λοιπόν αυτό; Ότι δεν είναι η ανάσα όλων μας το ίδιο κοστολογημένη. Η δημόσια υγεία που κληθήκαμε όλοι, κράτη και πολίτες, να προστατεύσουμε δεν είναι οικουμενική. Δεν μπήκε όλος ο πλανήτης σε καραντίνα επειδή κινδύνευσαν τα πνευμόνια όλων μας. Μπήκαμε επειδή κινδύνευσαν τα πνευμόνια και οι ανάσες αυτών που οι ζωές τους, τα σώματά τους έχουν μεγαλύτερη σημασία, μεγαλύτερη αξία. Πρώτα και κύρια των λευκών, μεσήλικων ανδρών σε θέσεις οικονομικής και πολιτικής ισχύος που έμαθαν, σαν τον Boris Johnson καλή ώρα, με το προνόμιό τους να είναι υπεράνω πάντων· όταν είδαν ότι ο ιός, σε αντίθεση πχ με την οικονομική κρίση ή την αστυνομική βία ή την ενδοοικογενειακή βία, χτυπάει και τη δική τους πόρτα, μπορεί να πάρει και τη δική τους ανάσα, τότε όλος ο πλανήτης κατέβασε ρολά.
Ήρθε η ώρα να διαλέξουμε πλευρά. Ή με τους καταπιεστές ή με τους καταπιεσμένους. Ή με αυτούς που κόβουν δια παντός ανάσες κάτω από τα γόνατα και τις μπότες τους ή με αυτούς που παλεύουν να ανασάνουν. Για έναν κόσμο όπου τα σώματα δεν θα δολοφονούνται γι’ αυτό που είναι και δεν θα κρέμονται σαν «παράξενα φρούτα», που λέει και το τραγούδι «for the crows to pluck, for the rain to gather, for the wind to suck, for the sun to rot, for the tree to drop». Για έναν κόσμο που θα αναπνέουμε όλοι ελεύθερα.