Η αναστάτωση που έχει προκληθεί για το πιθανό πακέτο στήριξης της Κύπρου επιδεινώνει τις ανησυχίες πως η οικονομία της μικροσκοπικής χώρας μπορεί να είναι το επόμενο «σημείο ανάφλεξης» της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, αναφέρει άρθρο της Wall Street Journal
Ο Επίτροπος της Ε.Ε. για Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Olli Rehn τόνισε χθες από το Νταβός της Ελβετίας την ανάγκη το σχεδιαζόμενο πρόγραμμα διάσωσης να έχει ως αποτέλεσμα μία μεγάλη μείωση των κρατικών και τραπεζικών χρεών, αναγνωρίζοντας έτσι πως ένα πιο συντηρητικό πρόγραμμα θα αφήσει τη χώρα με υπερβολικά υψηλό χρέος.
Παράλληλα, η διάσωση απαιτεί τη μείζονα αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος που μπορεί να οδηγήσει σε εκκαθάριση ή συγχώνευση τραπεζών.
Από την πλευρά του ο γενικός διευθυντής του IIF, Charles Dallara δήλωσε από το Νταβός πως η Κύπρος έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα νέο επεισόδιο στην κρίση της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τον Dallara, τυχόν αναδιάρθρωση του χρέους μη διασφαλισμένων καταθετών θα δημιουργήσει προηγούμενο αλλού, όπως πχ στην Ισπανία.
«Είναι σημαντικό να αντιληφθούν όλοι πως μία άτακτη χρεοκοπία της Κύπρου θα μπορούσε να οδηγήσει στην έξοδό της από την Ευρωζώνη», είπε ο Rehn για την Κύπρο.
Η διάσωση της Κύπρου έχει ήδη καθυστερήσει έξι μήνες εξαιτίας των διαφωνιών ανάμεσα στην κυπριακή κυβέρνηση και την τρόικα, σημειώνεται στο άρθρο της WSJ.
Αξιωματούχοι στην Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες ισχυρίζονται πως ένας από τους λόγους διαφωνίας είναι το τι θα πρέπει να γίνει με τα μεγάλα ποσά χρημάτων που έχουν ξένοι σε τράπεζες που μπορεί να εκκαθαριστούν. Η Κομισιόν και η πλειοψηφία των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης ανησυχούν πως ακόμη και η υπόνοια πως ορισμένοι μεγάλοι καταθέτες δεν θα πάρουν πίσω όλα τα χρήματά τους θα οδηγήσει σε διάχυση της κρίσης σε άλλες χώρες με επίφοβα τραπεζικά συστήματα, όπως η Ισπανία.
Η Γερμανία και το ΔΝΤ, λένε οι αξιωματούχοι, υποστηρίζουν πως τα κεφάλαια διάσωσης μπορούν να μειωθούν και το κυπριακό χρέος να επιστρέψει σε πιο βιώσιμα επίπεδα ένα κάποιοι καταθέτες συμμετάσχουν σε αναδιάρθρωση και αναγκαστούν να επωμιστούν μέρος του βάρους των κακών επενδύσεων των τραπεζών.