Έπειτα από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης από την Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία, Κάρατζιτς και Μλάντις πρωταγωνίστησαν στην απόπειρα διάσπασής της, με την ίδρυση της «Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης».
 
Παράλληλα οργάνωσαν τις αιματηρές συγκρούσεις με τους Βόσνιους μουσουλμάνους και Κροάτες της Βοσνίας, καθώς και την διάρκειας 44 μηνών πολιορκία του Σαράγεβο. Δεν δίαστασαν, μάλιστα, να προχωρήσουν και σε εκτεταμένη εθνοκάθαρση, στοχεύοντας και τον άμαχο – μη σερβικό – πληθυσμό ώστε να αυξήσουν το έδαφος το οποίο θα καταλάμβανε τελικώς η «Σερβική Δημοκρατία».

Ο πρώην ηγέτης των Σερβοβοσνίων, Ράντοβαν Κάρατζιτς, συνελήφθη στο Βελιγράδι το 2008, μετά από 13 χρόνια ως φυγάς και μάλιστα με νέο όνομα και νέα επαγγελματική ενασχόληση (ιατρός σε ιδιωτική κλινική με ειδικότητα στην εναλλακτική ιατρική και την ψυχολογία).

Ο Κάρατζιτς κατηγορείται ως υπεύθυνος, τόσο ατομικά όσο και σαν πρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ανώτατος διοικητικής του Σερβοβοσνιακού στρατού, για πολλά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν κατά του μη σερβικού πληθυσμού της Βοσνίας.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι σερβοβοσνιακές δυνάμεις υπό τις εντολές του ξεκίνησαν την πολιορκία του Σαράγεβο και διέπραξαν αρκετά εγκλήματα κατά των μουσουλμάνων – μεταξύ άλλων εκτελέσεις, εκτοπισμούς πληθυσμών και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Κατηγορείται επίσης ότι διέταξε τη Σφαγή της Σρεμπρένιτσα το 1995, όπου εκτελέστηκαν χιλιάδες μουσουλμάνοι, καθώς και την ομηρία προσωπικού του ΟΗΕ το Μάιο – Ιούνιο του ιδίου έτους.

Ο Ράτκο Μλάντιτς, πρώην επικεφαλής του σερβοβοσνιακού στρατού, συνελήφθη στις 26 Μάη 2011 στο χωριό Λαζάρεβο στη Βοϊβοντίνα, ύστερα από έφοδο μονάδων της ειδικής αστυνομίας στο σπίτι στο οποίο διέμενε.

Μετά τη σύλληψή του μεταφέρθηκε στο Βελιγράδι. Ο Μπόρις Τάντιτς επιβεβαίωσε την ταυτότητά του.
 

Η σύλληψή του προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις σε χιλιάδες Σέρβους οι οποίοι κινητοποιήθηκαν ενάντια στη σύλληψή του.

Οι συγκεκριμένες κατηγορίες που αποδόθηκαν στον Κάρατζιτς και τον στρατηγό Ράτκο Μλάντιτς όπως διατυπώθηκαν από το «Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία» το 1995, είναι οι ακόλουθες:
 
  • Πέντε περιπτώσεις εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (εξόντωση, φόνος, διώξεις για πολιτικούς, φυλετικούς και θρησκευτικούς λόγους, απάνθρωπες πράξεις – μετακίνηση δια της βίας).
  • Τρεις περιπτώσεις παραβιάσεων του εθιμικού δικαίου του πολέμου (φόνος, τρομοκράτηση αμάχων, ομηρία).
  • Μια περίπτωση σοβαρής παραβίασης των Συνθηκών της Γενεύης (απρόκλητος φόνος εκ προθέσεως).
  • Παράνομος εκτοπισμός πληθυσμών αμάχων λόγω της θρησκευτικής ή εθνοτικής τους ταυτότητας.
  • Ο πρώην πολιτικός ηγέτης των Σέρβοβόσνιων Ράντοβαν Κάρατζιτς κάλεσε τον πρώην επικεφαλής του σερβοβοσνιακού στρατού Ράτκο Μλάντιτς για να καταθέσει στη δίκη του στη Χάγη.

Ο Μλάντις μάρτυρας στη δίκη Κάρατζιτς

Ο Ρ. Κάρατζιτς κάλεσε τον επίσης υπόδικο Ρ. Μλάντιτς να καταθέσει ως μάρτυρας στη δίκη του στη Χάγη, με το δίκηγορο του πρώτου να χαρακτηρίζει τον πρώην στρατηγό ως «το μόνο άτομο στον κόσμο το οποίο γνωρίζει τόσο καλά τι συνέβη στον πόλεμο της Βοσνίας» .

Από την πλευρά του, ο Ρ. Μλάντιτς υπέβαλε αίτημα να εξαιρεθεί από τον κατάλογο των μαρτύρων λόγω κακής κατάστασης της υγείας του, καθώς και επειδή θα δημιουργούσε «άδικη προκατάληψη» εν όψει της δικής του δίκης, αίτημα, ωστόσο, που δεν έγινε δεκτό από το δικαστήριο, προκαλώντας την έντονη οργή του.

«Δεν δίνω δεκάρα για τις κλητεύσεις και τις ετυμηγορίες σας. Πρόκειται για δικαστήριο μίσους, για ένα σατανικό δικαστήριο», ανέφερε ο πρώην στρατάρχης, όταν τελικώς παρουσιάστηκε στο δικαστήριο.

Ο δικαστής Ο-Γκον Κουόν τον προειδοποίησε ότι μπορεί να του επιβληθεί ποινή έως και επτά ετών για περιφρόνηση του δικαστηρίου.

Όταν πάλι ο Μλάντιτς ερωτήθηκε για τη Σρεμπρένιτσα και τις εκτελέσεις αιχμαλώτων, αρνήθηκε να απαντήσει και αρνήθηκε να συνεχίσει την κατάθεσή του, με τη συναίνεση του δικαστηρίου.