Το πολυσέλιδο παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης περιλαμβάνει ακόμα τις επιθέσεις εις βάρος των δύο φίλων του, στο ίδιο συμβάν, τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 2022, στην περιοχή της Χαριλάου.

«Ό,τι είχα να πω το είπα, τώρα θα μιλήσει η Δικαιοσύνη» είπε ο πατέρας του δολοφονημένου 19χρονου, ενώ η μητέρα σημείωσε: «Τα ισόβια, να είναι ισόβια. Όλη τους τη ζωή, μέσα στη φυλακή». Ο θείος του δήλωσε στο «Έθνος» πως οι κατηγορούμενοι «δεν βγήκαν για να κάνουν την πλάκα τους. Βγήκαν για να δολοφονήσουν. Δεν ήταν απλά μια ομάδα με ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν τέσσερα παιδιά. Πήραν μαζί τους άλλα δύο αυτοκίνητα και ήταν συνολικά 12 άτομα», ενώ προσέθεσε πως «περιμένουμε να δικαιωθεί η μνήμη του Άλκη και να μην υπάρχουν άλλα τέτοια περιστατικά. Να τιμωρηθούν και η τιμωρία να είναι παράδειγμα για άλλους για να μην ξαναέχουμε τέτοιους είδους περιστατικά» πρόσθεσε.

Ο Άλκης δολοφονήθηκε δεκαεπτά λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της 1ης Φεβρουαρίου, όταν οι δράστες εντόπισαν τον 19χρονο και άλλα τέσσερα άτομα από την παρέα του, που εκείνη την ώρα βρίσκονταν στα σκαλιά πολυκατοικίας επί της οδού Θ. Γαζή 18 και συζητούσαν, τους ακινητοποίησαν τα οχήματά τους στη μέση του δρόμου και τους ρώτησαν «τι ομάδα είστε;». Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι κατηγορούμενοι, έχοντας βγει ο ένας μετά τον άλλο από τα οχήματα, άρχισαν να τους επιτίθενται αιφνιδιαστικά, βιαιοπραγώντας και χτυπώντας τους με σφοδρότητα με τα όπλα που έφεραν πάνω τους, με γροθιές και λακτίσματα.

Οι πέντε νεαροί έτρεξαν προσπαθώντας να ξεφύγουν από τη μανία των δραστών, με τον ένα να δέχεται χτύπημα με δρεπάνι, το οποίο τού προκάλεσε βαθύ θλαστικό τραύμα και προκλήθηκε αιμορραγία. Την ίδια στιγμή, ο Άλκης κι ένας ακόμη νεαρός για πάνω από ένα λεπτό δέχονταν συνεχόμενα χτυπήματα με στειλιάρια, λοστούς, γκλομπ και γροθιές, με αποτέλεσμα να πέσει στο πεζοδρόμιο, δίπλα στα σκαλιά όπου οι κατηγορούμενοι τού κατάφεραν τα επανειλημμένα και σφοδρά πλήγματα με τα μαχαίρια και το δρεπάνι, τα οποία τού προκάλεσαν ακατάσχετη αιμορραγία, όπως επίσης με λακτίσματα.

Σύμφωνα με το βούλευμα, το θύμα τους εκλιπαρούσε να σταματήσουν, φωνάζοντας: «Μη με χτυπάτε άλλο» και «βοήθεια, δεν μπορώ πονάω», αλλά οι δράστες σταμάτησαν μόνο όταν αντιλήφθηκαν την παρουσία κάποιων ατόμων που κρατώντας αντικείμενα τους πλησίασαν, οπότε επέστρεψαν στα αυτοκίνητά τους και εξαφανίστηκαν, επιστρέφοντας είτε στον παραπάνω σύνδεσμο είτε στα σπίτια τους.

Ο θάνατος του Άλκη Καμπανού επήλθε στις 12.20 μετά τα μεσάνυχτα, και, σύμφωνα με τα ευρήματα της ιατροδικαστού Λήδας Κοβάτση και αποδόθηκε σε συνδυασμό θανατηφόρων κακώσεων στα κάτω άκρα, καθώς αιμορραγούσε ακατάσχετα από το πόδι, αλλά και τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.