Του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Η προηγούμενη δικάσιμος ολοκληρώθηκε με τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, οι οποίοι περιέγραψαν τους κατηγορούμενους ως ειρηνικούς αγωνιστές με δημόσια διάφανη δράση. Οι Τούρκοι αγωνιστές και αγωνίστριες έχουν κερδίσει την αναστολή της ποινής της πρωτόδικης απόφασης μετά από 96 ημέρες απεργίας πείνας. Όπως έχουν καταγγείλει στο ΤΡΡ, η πρωτόδικη απόφαση βασίστηκε σε ανύπαρκτα και παράλογα στοιχεία, ενώ πριν ξεκινήσει το δικαστήριο «η κυβέρνηση είχε ήδη ανακοινώσει πως είμαστε τρομοκράτες» και «ο υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, Σουλεϊμάν Σοϊλού, ανακοίνωσε σε ένα κανάλι ότι η Τουρκία ζήτησε να συλληφθούμε και να φυλακιστούμε και ευχαρίστησε την ελληνική κυβέρνηση, που το έπραξε». Ακόμα, έχουν καταγγείλει πως έχουν δεχθεί επανειλημμένα αστυνομικά βασανιστήρια.
Απολογία Σενάν Οκτάι: «Δεν είμαι μέλος της οργάνωσης DHKP-C» – «Μόνο στοιχείο οι κατηγορίες του αστυνομικού, που είναι γεμάτη λάθη»
Διαβάζονται τα ονόματα των κατηγορουμένων, οι οποίοι ειναι όλοι παρόντες. Η συνήγορος κα. Κούρτοβικ καταθέτει έγγραφα που αφορούν τον πρώτο κατηγορούμενο την απόφαση αναγνώρισης ασύλου, ενδεικτικά των κατοικιών του, που αποδεικνύουν ότι διέμενε αναγκαστικά στην Τζαβέλα λόγω έξωσης, έγγραφα κατάσχεσης της περιουσίας του ίδιου και των γονιών του στην Τουρκία και άλλα κρίσιμα έγγραφα.
Ο Σενάν Οκτάι ξεκίνησε την απολογία του, αναφέροντας πως έμεινε τέσσερις μέρες στο νοσοκομείο, λόγω προβλήματος στα μάτια. Για αυτό το λόγο δεν έχει ετοιμάσει γραπτή απολογία. Η πρόεδρος εξηγεί προκαταβολικά πως δεν χρειάζεται οι κατηγορούμενοι να αναφερθούν στη ιδεολογία τους και το τουρκικό καθεστώς, τα η έδρα γνωρίζει. Ο Σενάν αναφέρει πως δεν σκοπεύει να κάνει μαρξιστική-λενινιστική προπαγάνδα, ούτε να μιλήσει εξονυχιστικά στην κατάσταση στην Τουρκία. Αναφέρεται ωστόσο σε ένα τουρκικό ρητό, πως για «να γνωρίσεις έναν άνθρωπο πρέπει να περπατήσεις τρεις ημέρες με τα παπούτσια του». Δηλώνει μάρτυρας της ζωντανής ιστορίας, ενώ καταγγέλει ότι διαβάζοντας την πρωτόδικη απόφαση, διαπίστωσε πως έχουν αλλοιωθεί τα λεγόμενά του. Αναφέρεται στις αριστερές καταβολές της οικογένειας του, που τους οδήγησε να μην μπορούν να σωπάσουν στην καταστολή, που συμβαίνει στην Τουρκία και τις δολοφονίες εκατοντάδων ανθρώπων. Όταν ήταν νέος κάθε μέρα δολοφονούνταν 20-25 άνθρωποι. Προφυλακίστηκε κατά το φασιστικό πραξικόπημα, όπου υπεβλήθη σε φρικτά βασανιστήρια. Στη συνέχεια έγιναν εκλογές, αλλά το χουντικό καθεστώς συνεχίστηκε. Υπάρχουν πάνω από 1.000 αγνοούμενοι από τότε και εκατοντάδες νεκροί. Διαμαρτυρήθηκε για τα παραπάνω με αποτέλεσμα το 1992 και το 1993 να φυλακιστεί. Το 1995 ήρθε στην Ελλάδα μετά από νέα καταδίκη.
Η πρόεδρος ρωτάει γιατί χρειάζεται διερμηνέα μετά από τόσα χρόνια στην χώρα, με τον ίδιο να απαντά πως μιλάει λίγα ελληνικά, αλλά όχι τόσο ώστε να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του καλά σε ένα δικαστήριο. Έπειτα, η πρόεδρος τον ρωτάει τι δουλειά έκανε και απαντά πως δούλευε με τον ιδρώτα του, ως οικοδόμος, σερβιτόρος, μάγειρας και άλλες εργασίες, ενώ δεν είχε κάποια παράνομη δραστηριότητα. Αναφέρει πως δεν μπορούσε να κάνει στραβά μάτια για τις δολοφονίες και την αδικία στην Τουρκία, με τη πρόεδρο του ζητά να γίνει πιο συγκεκριμένος για τη δράση του. Απαντά πως ενημερώνουν τους Έλληνες για τη κατάσταση στην Τουρκία, μοιράζοντας έντυπα, κολλώντας αφίσες, πραγματοποιώντας σεμινάρια και διαδηλώνοντας νόμιμα. Αναφέρεται ακόμα στον σύλλογο αλληλεγγύης στην Τζαβέλα, η οποία φιλοξενεί τις δράσεις τους από το 1996, όταν ο ίδιος ακόμα διέμενε στο καταυλισμό προσφύγων στο Λαύριο. Ίδρυσαν τον σύλλογο για να μπορούν να μιλήσουν επισήμως. Στη συνέχεια αναφέρει τις δράσεις οικονομικής ενίσχυσης για τον βιοπορισμό των μελών του συλλόγου, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων του περιοδικού τους, της συλλογικής κουζίνας σε πολιτικά φεστιβάλ, τα κουπόνια σε συλλαλητήρια, την ίδρυση εστιατορίου, οικοδομικές εργασίες και άλλα. Επισημάνει πως σε μια δική του 2013 ο επικεφαλής των αστυνομικών είχε παραδεχθεί ότι παρακολουθούν το σύλλογο επί χρόνια και δεν έχουν βρει κάποια παράνομη δραστηριότητα.
Η πρόεδρος τον ρωτά αν γνωρίζει την οργάνωση DHKP-C, με τον κατηγορούμενο να απαντά πως όποιος είναι πολιτικά ευαισθητοποιημένος στην Τουρκία γνωρίζει τη συγκεκριμένη οργάνωση, όπως και τις άλλες οργανώσεις. Απαντά στο κατηγορητήριο για συμμετοχή στην παραπάνω οργάνωση, επισημαίνοντας πως ποτέ του δεν έχει καταδικαστεί ως μέλος της, επικαλούμενος την απόφαση του 2013. Ο ίδιος δηλώνει πως δεν είναι μέλος της οργάνωσης και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για κάτι τέτοιο, παρά μόνο η κατάθεση του αστυνομικού μάρτυρα κατηγορίας, στην οποία μάλιστα υπάρχουν αρκετά λάθη. Ο αστυνομικός δεν ήξερε την ιστορία, τη δράση και για τα μέλη της οργάνωσης, αλλά όπως ανέφερε στο δικαστήριο έκανε έρευνα μέσω ίντερνετ. Ερωτάται από την πρόεδρο για την αφίσα του Καρατάς και τα σύμβολα της οργάνωσης. Απαντά πως παραδοσιακά χρησιμοποιούν τα πρόσωπα των αγωνιστών που έχουν πεθάνει, όπως επίσης τον Άρη, τον Μπελογιάννη, τον Τσε και άλλους, αλλά δεν μπορούν να κατηγορηθούν για αυτό. Σε κάθε αριστερό σύλλογο υπάρχουν παρόμοια σύμβολα. Προσθέτει πως ο ίδιος το μόνο που κάνει είναι να αγωνίζεται κατά του καθεστώτος της Τουρκίας, ενώ εκείνο είναι που τους θεωρεί μέλη της οργάνωσης DHKP-C και θέλει να τους σταματήσει από το να ενημερώνουν τον κόσμο για τα εγκλήματα του. Κάθε χρόνο πεθαίνουν χιλιάδες άνθρωποι από εργατικά ατύχημα και δολοφονούνται γυναίκες, αναφέρει.
«Αν η αστυνομία εισέβαλε άλλη μέρα σήμερα θα κατηγορούνταν διαφορετικοί άνθρωποι»
Η πρόεδρος ρωτάει τον Σενάν για το σπίτι στη οδό Αυλώνος. Ο ίδιος επισημαίνει πως συχνά μένουν προσφυγές που δεν έρχονται να μείνουν μόνιμα στην Ελλάδα, οπότε η σύνθεσή του συνεχώς αλλάζει. Αναφέρει πως η Αυλώνα δεν είναι ένα ενιαίο σπίτι, αλλά αποτελείται από δύο διαμερίσματα, τα οποία νοικιάζονταν σε χαμηλή τιμή. Η μίσθωση έγινε στον όνομα του Ωσάν Καγιά, ο οποίος τότε ήταν επικεφαλής του συλλόγου, ενώ ζήτησε τη βοήθεια του Χαλίλ Ντεμίρ ως διερμηνέα. Αν η αστυνομία εισέβαλε άλλη ημέρα σήμερα θα ήταν κατηγορούμενοι διαφορετικοί άνθρωποι.
Ο κατηγορούμενος ρωτήθηκε από την πρόεδρο για το τούνελ στη Τζαβέλα. Ο ίδιος απαντά πως καθώς γνωρίζει από οικοδομικές εργασίες, ασχολήθηκε με την επισκευή του σπιτιού με αλλά δύο άτομα για τα οποία στη συνέχεια εκδόθηκε ένταλμα κόκκινης αγγελίας από την Τουρκία. Αναφέρει πως εκείνοι του ζήτησαν να γίνει το τούνελ, καθώς τους κυνηγούσαν οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες. Αναφέρεται σε περιπτώσεις βασανισμού και δολοφονίας ανθρώπων στο εξωτερικό από τις τουρκικές υπηρεσίες, καθώς και για τη συνεργασία τους με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες στη χώρα μας. Για αυτό δέχθηκε να τους βοηθήσει, αφήνοντας τους να σκάψουν το τούνελ. Η πρόεδρος τον ρωτάει τα ονόματα τους, με τον ίδιο να απαντά πως δεν μπορεί να τα αποκαλύψει, καθώς πλέον βρίσκονται εκτός Ελλάδας, εξηγώντας πως το μόνο που έκαναν ήταν να προστατεύσουν τον εαυτό τους. Απορρίπτει τις αναφορές του μάρτυρα αστυνομικού πως πετούσε χώμα, αναφέροντας πως επρόκειτο για μπάζα από τις οικοδομικές εργασίες. Αναφέρει ένας γνωστός του του ζήτησε να κρύψει τα όπλα για να τα στείλει εξωτερικό, όμως ο κατηγορούμενος του απάντησε ότι είχε αποφυλακιστεί πριν λίγα χρόνια και δεν ήθελε να μπλέξει, καλώντας τον να τα κρύψει άλλου. Τελικά τον έπεισε, επισημαίνοντας του πως οι Κούρδισσες γυναίκες έσωσαν τη ζωή τους από το ISIS, γιατί είχανε τέτοια όπλα. Αφού πείστηκε άφησε τα όπλα στο τούνελ, όταν δεν ήταν κανείς στο σπίτι. Στη συνέχεια άκουσε έναν θόρυβο και ανέβηκε στο σπίτι όπου είδε τα υπόλοιπα άτομα να κάθονται και να παρακολουθούν τηλεόραση.
Η πρόεδρος τον καλεί να αναφέρει τα ονόματά τους ώστε να γίνει πιστευτός και ο κατηγορούμενος επαναλαμβάνει πως δεν θέλει να δημιουργήσει πρόβλημα στους ανθρώπους που έχουν φύγει πρόσφυγες για την Ευρώπη. Το ίδιο και για αυτόν που του ζήτησε να κρύψει τα όπλα, επισημαίνοντας μάλιστα πως σε καμιά περίπτωση δεν ήθελε να τα χρησιμοποιήσει κατά της Ελλάδας, αλλά για τον αγώνα των Κούρδισσων γυναικών. Η πρόεδρος ρώτα τι γνώριζαν για όλα αυτά οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι και ο κατηγορούμενος απαντά πως δεν ήξεραν τίποτα. Τονίζει πως ο αστυνομικός δεν παρουσίασε κανένα στοιχείο που να τους εμπλέκει, ενώ αναλαμβάνει την ευθύνη που οι συγκατηγορούμενοι του έμειναν 3 χρόνια στη φυλακή. Η είσοδος του τούνελ ήταν καλά κρυμμένη και δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν τίποτα, ενώ και ο αστυνομικός ενδεχομένως να μην είχε καταλάβει κάτι αν δεν έβλεπε τα μπάζα. Μόνο μια φορά είχε πει στο Χαλίλ Ντεμίρ πως υπάρχει ένα βάθος εκεί που θα έπρεπε να το μπαζώσουν. Ακολουθεί διάλειμμα.
«Δύο άτομα έσκαψαν το τούνελ, φοβούμενοι τη ΜΙΤ»
Η έδρα επανέρχεται και η εισαγγελέας ρωτάει αν υπήρξε ποτέ αίτημα έκδοσης από την Τουρκία και πότε. Ο κατηγορούμενος απαντά πως η Τουρκία ζήτησε να εκδοθεί το 2014. Η εισαγγελέας επισημαίνει πως στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρεται το 2021, με τον κατηγορούμενο να αναφέρει πως πολλά από όσα είπε αποδόθηκαν λάθος στην πρώτη δίκη. Ερωτάται αν έχει φύγει ποτέ εκτός της Ελλάδας προς την Ευρώπη και εκείνος απαντά πως είχε ταξιδέψει στην Ολλανδία όταν είχαν έρθει οι γονείς του. Στη συνέχεια, η εισαγγελέας ρωτά πως ακριβώς έγινε η εκσκαφή του τούνελ και ο κατηγορούμενος απαντά πως δεν ήταν παρών, αλλά από όσο γνωρίζει είχαν εργαλεία μαζί τους. Η εισαγγελέας επισημαίνει πως έχει βρεθεί μια αξίνα, ένα φτυάρι και ένα τρυπάνι και ρώτα αν έγινε με αυτά αν διάνοιξη του τούνελ. Επαναλαμβάνει πως δεν ήταν μπροστά, αλλά αν θέλει η έδρα θα μπορούσε να απαντήσει ως οικοδόμος. Η εισαγγελέας αναφέρει πως κάνει το ερώτημα, καθώς για να ανοίξει το τούνελ υπάρχει θόρυβος. Ο κατηγορούμενος αναφέρει πως εκείνος δούλευε στον πάνω όροφο και οι άλλοι στον κάτω και δεν άκουγε έντονο θόρυβο. Εκτός αυτού φρόντιζαν να κάνουν εργασίες σε ώρες που δεν είχε κόσμο το σπίτι. Η εισαγγελέας ρωτάει τον κατηγορούμενο αν πετούσε και εκείνος μπάζα από το τούνελ, αλλά εκείνος απάντησε πως είχε ξεκαθαρίσει πως λόγω προβλήματος υγείας δεν θα βοηθούσε. Ξεκαθαρίζει πως τα μπάζα που πέταξε ήταν από τις εργασίες του σπιτιού και δεν είχαν σχέση με το τούνελ. Ερωτάται γιατί πήγε μέχρι τον Ελαιώνα για να πετάξει τις σακούλες. Ο ίδιος επισημαίνει ότι απαγορεύεται μέσα στην πόλη να πετάξεις τέτοια απορρίμματα. Δεν γνωρίζει το όνομα της περιοχής, αλλά πολύς κόσμος πετάει εκεί μπάζα.
Η εισαγγελέας ρωτάει αν πήρε μαζί τους τους άλλους δύο κατηγορουμένους. Ο Σενάν απαντά πως τον βοήθησε μόνο ο ένας για να πετάξει τα μπάζα, καθώς ο ίδιος έχει προβλήματα υγείας. Σχετικά με τα όπλα, απορρίπτει τις κατηγορίες του αστυνομικού πως κάποιος από τους κατηγορουμένους τον βοήθησε. Στο ερώτημα αν ο ίδιος είδε τα όπλα, απάντησε μόνο πως όταν τα έβγαλε από το τσάντα, τα τύλιξε σε σακούλα, για να τα τοποθετήσει στο τούνελ. Η εισαγγελέας συνεχίζει ρωτώντας γιατί είχαν τοποθετήσει κάμερες στην Αυλώνος, με τον κατηγορούμενο να απαντά πως ο ιδιοκτήτης του σπιτιού τους είπε πως υπήρχαν κλέφτες, ενώ ακόμα και τα δέντρα έφταναν μέχρι τα μπαλκόνια των διαμερισμάτων. Έτσι τους φάνηκε λογικό να τοποθετήσουν κάμερες, όπως και στη Τζαβέλα. Αναφέρει πως εκεί είναι η έδρα της επιτροπής αλληλεγγύης και του περιοδικού «Αγώνας». Απαντά πως δεν υπάρχει καμία απόδειξη πως ο ίδιος και οι συγκατηγορούμενοι του είναι μέλη της οργάνωσης DHKP-C και δεν ξέρει αν δραστηριοποιείται καν η οργάνωση στην Ευρώπη.
Τον ρωτάει αν υπάρχει περίπτωση μεταξύ των προσφύγων που έμεναν στο σπίτι, να έχουν περάσει και τρομοκράτες. Απαντά πως δεν έχει πέσει στην αντίληψη του κάτι τέτοιο. Η εισαγγελέας επανέρχεται κάνοντας λόγο για πλαστά διαβατήρια, με τον κατηγορούμενο να απαντά πως δεν ξέρει, καθώς στο σπίτι έμεναν πολλοί άνθρωποι, που άφηναν τα πράγματά τους. Σχετικά με τα όπλα επαναλαμβάνει πως αυτός που του τα έδωσε δεν του είπε ακριβώς τι θα έκανε με αυτά, παρά μόνο επικαλέστηκε τον αγώνα των Κούρδισσων γυναικών κατά του ISIS. Η εισαγγελέας ρωτάει αν τα συγκεκριμένα όπλα, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την παραπάνω χρήση. Ο κατηγορούμενος απαντά πως δεν έχει γνώσεις πάνω σε αυτό. Ερωτάται γιατί έβαλε τα όπλα σε έναν χώρο, που θα έθετε σε κίνδυνο τους άλλους συγκατηγορούμενους του. Παραδέχεται πως ήταν ένα μεγάλο λάθος, που δεν θα το ξαναέκανε. Η πρόεδρος επισημαίνει πως πρώτη φορά αναφέρει τον διάλογο του με τον κατηγορούμενο Χαλίλ Ντεμίρ, με τον ίδιο να διευκρινίζει πως απλώς του είπε ότι υπήρχε ένα άνοιγμα, που έπρεπε να καλυφθεί, ενώ αυτό έγινε πολύ πριν την υπόθεση με τα όπλα. Επαναλαμβάνει πως δεν ήταν κανείς στον όροφο, όταν έκρυψε τα όπλα, παρά μόνο στο πάνω διαμέρισμα, όπου έβλεπαν τηλεόραση. Σχετικά με το μέγεθος της τσάντας, κάνει λόγο για περίπου 80 εκατοστά.
Η εφέτης ρωτάει τον κατηγορούμενο αν είχαν νοικιάσει τον χώρο στην Αυλώνα για να μένουν προσφυγές, με τον ίδιο να απαντά πως στέγαζε επίσης δραστηριότητες του συλλόγου. Τον ρωτάει επίσης αν έμενε εκεί κάποιος από τους κατηγορουμένους και απαντά πως είχαν προλάβει να μείνουν λιγο καιρό. Τέσσερις κατηγορούμενοι μάλιστα ήταν απλώς φιλοξενούμενοι, με κάποιους να περιμένουν τα διαβατήρια τους, για να φύγουν. Στη συνέχεια ερωτάται αν συμμετείχε κάποιος από τους κατηγορουμένους στη δημιουργία του τούνελ, με τον Σενάν να απαντά αρνητικά. Δέχεται την ερώτηση γιατί να κάνουν τα δύο άτομα το τούνελ, αφού θα έφευγαν στην Ευρώπη. Απαντά πως δεν είχαν σχέδιο να φύγουν τόσο άμεσα. Ο επόμενος εφέτης ρωτάει αν φοβόντουσαν την MIT, λόγω της δράσης τους, με τον ίδιο να απαντά καταφατικά. Ρωτάει αν το τούνελ και η κάμερες εξυπηρετούσαν αυτόν το φόβο. Εξηγεί πως οι δύο που έφτιαξαν το τούνελ, αυτό ακριβώς φοβόντουσαν, όμως οι κατηγορούμενοι δεν ήξεραν κάτι. Σε ότι αφορά τις κάμερες, αυτές μπήκαν για τους ληστές. Αν κάποιοι από τους συγκατηγορούμενους του φοβόντουσαν παράλληλα και την ΜΙΤ δεν το γνωρίζει. Η εισαγγελέας συγχέει τις κάμερες με το τούνελ , ρωτώντας πως γίνεται να είχαν στο μυαλό τους τη ΜΙΤ, αφού δεν γνώριζαν για το τούνελ. Οι άλλοι κατηγορούμενοι διαμαρτύρονται πως υπάρχει πρόβλημα με τη μετάφραση, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση. Ο κατηγορούμενος διευκρινίζει πως αναφέρεται στις κάμερες και όχι στο τούνελ. Η εισαγγελέας δεν έχει άλλες ερωτήσεις.
Απολογία Ντεμίρ Χαλίλ: «Κανείς δεν μπορεί να με πει τρομοκράτη»
Ανεβαίνει στο βήμα ο Ντεμίρ Χαλίλ, ο οποίος αναφέρει πως προέρχεται από αριστερή οικογένεια, ενώ έχει γνωρίσει τον φασισμό από μικρή ηλικία, καθώς η μητέρα του έχει υποστεί βασανιστήρια, ο θείος και η θεία του έχουν δολοφονηθεί από την αστυνομία, η θεία του έχει βιαστεί στο αστυνομικό τμήμα Κωνσταντινούπολης και ο ίδιος έχει φυλακιστεί. Το 1999, 21 ετών, ήρθε στην Ελλάδα, καθώς δολοφονήθηκε και ο ανιψιός του. Το 2000 δολοφονήθηκαν κρατούμενοι στην Τουρκία, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει απεργία πείνας μέχρι θανάτου στις φυλακές, ενώ ιδρύθηκε η Επιτροπή Αλληλεγγύης Κρατουμένων. Εξηγεί πως από μικρός δούλεψε ως δημοσιογράφος στην Τουρκία και έτσι στην Ελλάδα ασχολήθηκε με το περιοδικό. Αναφέρει πως έχει μεταφράσει βιβλία στα ελληνικά, τα οποία ήθελε να φέρει μαζί του, αλλά δεν γνώριζε πως θα εξεταστεί σήμερα. Ο ίδιος έχει επισκεφτεί τα περισσότερα σωματεία και κόμματα στην Ελλάδα με τα βιβλία και τα άλλα έντυπα τους. Έχουν πάρει μέρος στα αριστερά φεστιβάλ με τα έντυπα τους και φαγητό, ενώ έχουν φέρει το μουσικό συγκρότημα Grup Yorum για να πραγματοποιήσει συναυλίες. Τον Σενάν Οκτάι τον γνωρίζει από αυτές τις δράσεις. Ο ίδιος αναφέρει πως πέρα από δημοσιογράφος και ποιητής, εχει εργαστεί ως μάγειρας και σε άλλες δουλειές. Όταν δυσκολευόταν οικονομικά έμενε στον σύλλογο, στον οποίο επισημαίνει πως έρχονται επισκέπτες τόσο για φαγητό, όσο και για να τους βοηθήσουν για το άσυλο. Αναφέρει πως η Επιτροπή Αλληλεγγύης δραστηριοποιείται κυρίως για τα δικαιώματα των κρατουμένων στις τουρκικές φυλακές.
Η πρόεδρος τον ρωτάει για το DHKP-C. Ο ίδιος κάνει λόγο για μια ένοπλη μαρξιστική λενινιστική οργάνωση, που δραστηριοποιείται μόνο στην Τουρκία και μάλιστα κατά του κράτους, όχι κατά του λαού. Επαναλαμβάνει πως ως δημοσιογράφος δεν έχει ακούσει ποτέ για δράση τουρκικής ένοπλης οργάνωσης στην Ελλάδα, την Ευρώπη και αλλού εκτός της Τουρκίας. Αναφέρει πως ο αστυνομικός μάρτυρας κατηγορίας ισχυρίστηκε πρωτοδίκως πως δεν τους παρακολουθούσαν γιατί δεν είναι μέλη της οργάνωσης. Αλλά σε μια μέρα μετατράπηκαν σε τρομοκράτες, επειδή βρέθηκαν τα όπλα, τα οποία από μόνα τους δεν είναι απόδειξη. Ο ίδιος αναφέρει πως έμεινε στο σπίτι 8 ώρες, αλλά δικάζεται ως τρομοκράτης. Δηλώνει αγωνιστής, επισημαίνοντας πως κανείς δεν μπορεί να τον αποκαλέσει τρομοκράτη από τη στιγμή που δεν έχει πετάξει ούτε μια πέτρα. Επαναλαμβάνει πως από την κατάθεση του αστυνομικού δεν υπάρχει καμία απόδειξη πως γνώριζαν για τα όπλα.
Σχετικά με το τούνελ απαντά πως όταν έγινε δεν ήταν καν στο σπίτι, εξηγώντας πως δεν μπορεί να καταλάβει κάποιος την ύπαρξη του αν δεν το γνωρίζει, ιδιαίτερα στο σημείο που βρισκόταν. Αναφέρει πως όταν ο πρώτος κατηγορούμενος του είπε για το τούνελ εκείνος τον κάλεσε να το κλείσει για να μην βρούν το μπελά τους με τον ιδιοκτήτη. Οι κάμερες μπήκαν επειδή ο ιδιοκτήτης τους είπε πως μπαίνουν εύκολα κλέφτες, καθώς μπορεί να μην έχουν λεφτά, αλλά έχουν υπολογιστές, όπου ο ίδιος έχει αποθηκεύσει τα αρχεία της δουλειάς του. Η πρόεδρος ρωτάει αν πέρα από το βιβλίο του θα μπορούσε να έχει ύποπτες πληροφορίες, όπως το αρχείο του δικαστικού μεγάρου της Κωνσταντινούπολης. Ο ίδιος εξηγεί πως οι φωτογραφίες έχουν χρησιμοποιηθεί στο βιβλίο του. Αρνείται τις κατηγορίες του αστυνομικού πως τα κορίτσια έσπασαν σκληρούς δίσκους, εξηγώντας πως έλεγε τη μια φορά για δίσκους και την άλλη για CD. Μάλιστα αναφέρει πως η κοπέλες ήταν στον κάτω όροφο και όχι πάνω όπως ισχυρίστηκε ο αστυνομικός. Περιγράφει πως οι αστυνομικοί μπήκανε από παντού, όχι μόνο από τη μια πόρτα, χτυπώντας τους βίαια, ενώ έχει κατατεθεί έγγραφα πως του ίδιου του έσπασαν τη μύτη και τα γυαλιά στα μάτια. Το παραπάνω δείχνει πως δεν υπήρχε συνοδεία εισαγγελέας, για την οποία ο αστυνομικός δεν θυμόταν καν αν ήταν άνδρας ή γυναίκα. Εξηγεί πως το δεύτερο σπίτι το νοίκιασαν γιατί ήταν μεγάλο και μπορούσε να στεγάσει και άλλες δραστηριότητες τους, όπως ραδιόφωνο.
«Οι αστυνομικοί μπούκαραν από παντού, μου έσπασαν τη μύτη και τα γυαλιά στα μάτια» – «Κρατούμενοι πληρώθηκαν για να μας επιτεθούν με μαχαίρια στη φυλακή»
Η εισαγγελέας ρωτάει αν έχει εκδοθεί ποτέ ένταλμα εναντίον του από την Τουρκία. Ο κατηγορούμενος απαντά πως μετά την υπόθεση, η Τουρκία ζήτησε την έκδοση του κατηγορώντας τον για ένοπλη επίθεση. Όμως δεν εκδόθηκε γιατί η Τουρκία δεν έδωσε κανένα στοιχείο για τις κατηγορίες της. Καταγγέλει πως όταν ήταν φυλακή κάποιοι Τούρκοι κρατούμενοι τους επιτέθηκαν με μαχαίρια. Τότε κάποιοι Κούρδοι τους είπαν πως κάποιοι τους είχαν προσεγγίσει να τους δώσουν λεφτά για το κάνουν εκείνοι και όταν αρνήθηκαν κατέφυγαν στους Τούρκους.
Αναφέρει ότι κατά τη σύλληψη άκουσε τη πόρτα να σπάει ενώ κοιμόταν στον επάνω όροφο. Δεν κατάλαβε καν αν ήταν αστυνομικοί, καθώς μπήκαν από τα παράθυρα και έριξαν χημικά, για αυτό άρχισε να φωνάζει απο το παράθυρο «Ελληνικέ λαέ είμαστε αγωνιστές από τη Τουρκία και ήρθαν να μας σκοτώσουν». Τότε τους έβαλαν κουκούλες στο κεφάλι για να μην βλέπουν και χειροπέδες και τους κράτησαν έτσι περίπου 8 ώρες, μέχρι να τον πάνε στο νοσοκομείο. Εξηγεί πως Σενάν Οκτάι του είπε πει απλώς για ένα άνοιγμα που πρέπει να μπαζώσουν και δεν ήξερε τίποτα για τούνελ. Σχετικά με την κατηγορία της πλαστογραφίας απαντά πως δεν βρέθηκαν τέτοια μηχανήματα στο σπίτι. Σε ότι αφορά τα πλαστά χαρτιά αναφέρει πως στο σπίτι έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς πρόσφυγες, που δεν έχουν χαρτιά, που θα μπορούσαν να έχουν φύγει προς την Ευρώπη παράνομα. Η εισαγγελέας ρωτάει αν θα μπορούσαν ανάμεσα στους πρόσφυγες να βρίσκονται τρομοκράτες. Απαντά πως δεν έχει γνωρίσει τέτοιους ανθρώπους. Η εισαγγελέας αναφέρει πως το κατηγορητήριο αναφέρει πως ο κατηγορούμενος είναι μέλος της οργάνωσης DHKP-C στην Ελλάδα, με τον ίδιο να απαντά πως μεγάλο μέρος της περιόδου κατά την οποία αναφέρεται ως υποτιθέμενος χρόνος δράσης της, εκείνος και άλλοι κατηγορούμενοι ήταν προφυλακισμένοι για την υπόθεση της Καλλιθέας.
Η έδρα ρωτάει τον κατηγορούμενο αν έχει να δηλώσει κάτι άλλο, με εκείνο να αναφέρεται στα πολιτικά κίνητρα της πρωτόδικης απόφασης. Καταγγέλει πως τότε οι αστυνομικοί χτύπησαν τον κόσμο, χωρίς οι τότε δικαστές να κάνουν τίποτα. Η πρόεδρος ξεκαθαρίζει πως από τη στιγμή που αναιρέθηκε η πρωτόδικη απόφαση σημαίνει πως η σημερινή έδρα δεν την αποδέχεται. Η συνεδρίαση ολοκληρώνεται και η επόμενη δικάσιμος ανακοινώνεται για την Τετάρτη 1η Φεβρουαρίου.