Ρεπορτάζ της Ηλιάνας Ζερβού

Οργή για την γυναικοκτονία μέσα και έξω από την αίθουσα

Η Κυριακή Γρίβα δολοφονήθηκε 1η Απριλίου 2024 μπροστά στα μάτια των αστυνομικών, αφού ο τηλεφωνητής της άμεσης δράσης της είπε την γνωστή κυνική φράση «το περιπολικό δεν είναι ταξί», αναδεικνύοντας με τον πιο κραυγαλέο τρόπο την συστημική αδιαφορία του κράτους για τα θύματα έμφυλης βίας. Έξω από το κτίριο 9 στα Δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων το κλίμα ήταν οργισμένο, με φεμινιστικές συλλογικότητες, συνθήματα και πανό ενάντια στην πατριαρχία που οπλίζει τα χέρια των κακοποιητών και αφήνει απροστάτευτα τα θύματα τους, με τραγικό αποτέλεσμα δεκάδες γυναικοκτονίες κάθε χρόνο.

Οργή και μέσα στην δικαστική κατάμεστη από κόσμο αίθουσα για την επιχείρηση ψυχιατρικοποίησης της υπόθεσης, που αγνοεί τα έμφυλα χαρακτηριστικά αυτών των εγκλημάτων και φαίνεται ότι θα αποτελέσει την βασική υπερασπιστική γραμμή του κατηγορούμενου. Η μητέρα της Κυριακής με ψηλά το κεφάλι, αλλά και με εμφανή την αγωνία της, μπήκε στην αίθουσα μαζί με αλληλέγγυες από τις συλλογικότητες «γίνε άνθρωπος» και «πές την με το όνομά της – Γυναικοκτονία», δείχνοντας ότι αυτή η δίκη θα αποτελέσει μία δίκη κόλαφο για την κοινωνική πληγή που λέγεται «έμφυλη βία» και τις δολοφονίες γυναικών, επειδή ήταν γυναίκες.

Η διαδικασία ξεκίνησε με την δήλωση παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας από τους συνηγόρους της οικογένειας της Κυριακής για ψυχική οδύνη που προκλήθηκε από τη δολοφονία της. Όταν ο κατηγορούμενος μπήκε στην αίθουσα με κατεβασμένο το κεφάλι συνοδεία πολλών αστυνομικών, το ακροατήριο ξέσπασε εναντίον του, πράγμα που σύντομα κόπασε, αφού επικράτησε το ενδιαφέρον για τα όσα ειπώνονταν μεταξύ συνηγόρων και έδρας. Πραγματοποιήθηκε η κλήρωση των ενόρκων, όπου ως λαϊκοί δικαστές κληρώθηκαν τρεις γυναίκες, ένας άνδρας, και δύο αναπληρωματικά μέλη.

Τα αιτήματα της πλευράς της Κυριακής

Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής αιτήθηκαν την μαγνητοφώνηση, την απομαγνητοφώνηση, αλλά και την μαγνητοσκόπηση ολόκληρης της διαδικασίας για χάριν δημοσίου ενδιαφέροντος, ενώ υπερασπίστηκαν έντονα την ανάγκη διευκόλυνσης της δημοσιογραφικής κάλυψης της δίκης. Ο συνήγορος υπεράσπισης απάντησε πως δεν έχει αντίρρηση να απομαγνητοφωνηθεί ολόκληρη η διαδικασία, αλλά ο νόμος προβλέπει μόνο την απομαγνητοφώνηση των καταθέσεων των μαρτύρων και της απολογίας του κατηγορουμένου. Στη συνέχεια, δήλωσε δυναμώνοντας τη φωνή του πως «ζητώ κι εγώ την καταδίκη του». Μάλιστα, προχώρησε στην ασυνήθιστα αιχμηρή τοποθέτηση: «Πεποίθηση της υπεράσπισης είναι λόγω της επικινδυνότητας του να μην δει πάλι το φως του ήλιου. Το που θα κρατηθεί είναι κάτι που θα το αναπτύξω στους αυτοτελείς ισχυρισμούς μου».

Με την φράση αυτή γίνεται σαφές πως η υπερασπιστική γραμμή θα επιχειρήσει να καταρρίψει την κατηγορία της ήρεμης ψυχικής κατάστασης και να πείσει για την ψυχική αστάθεια του κατηγορουμένου. Ακολούθησε αντιπαράθεση μεταξύ των συνηγόρων των δύο πλευρών, σχετικά με διαφορετικές πραγματογνωμοσύνες ψυχιάτρων με ξεχωριστά πορίσματα. Υπενθυμίζεται πως παρότι το δικαστικό συμβούλιο είχε κρίνει πως ο γυναικοκτόνος είχε σώας τα φρένας κατά την τέλεση του εγκλήματος, συνέχισε να κρατείται στο ψυχιατρείο Κορυδαλλού. Η συνήγορος της οικογένειας της Κυριακής, Έλενα Τζούλη, κατηγόρησε την υπεράσπιση του κατηγορουμένου πως η πλευρά του διόρισε νέο ψυχίατρο για την υπόθεση, με τον συνήγορο του γυναικοκτόνου να το αρνείται. «Εγώ ποτέ δεν διόρισα κανένα ψυχίατρο. Τους αυτοτελής ισχυρισμούς που θα υποβάλλω θα τους στηρίξω σε πραγματογνώμονες της πολιτείας» είπε συγκεκριμένα.

Καθώς η γυναικοκτονία δεν είναι παρά η ύστατη έκφραση της έμφυλης βίας και πεποίθησης κτήσης πάνω στα έμφυλα υποκείμενα, η κα. Τζούλη ζήτησε να ανασυρθεί από το αρχείο δικογραφία που αφορά κακοποίηση της Κυριακής από τον κατηγορούμενο πριν τη δολοφονία της, προκειμένου να αναδειχθεί η κατάσταση που βίωνε η Κυριακή πολύ πριν χάσει τη ζωή της, από το μακρινό 2020. Ειδικότερα, πρόκειται για δικογραφία κατά την οποία ερευνήθηκαν τα αδικήματα του βιασμού και των σωματικών βλαβών, μετά από έγκλιση του θύματος. Η πρόεδρος ουσιαστικά απάντησε πως το δικαστήριο ανέλαβε την εξέταση της συγκεκριμένης κατηγορίας (ανθρωποκτονίας), δηλαδή του συγκεκριμένου τελικού – και τραγικού – «επεισοδίου», προδιαθέτοντας για την απάντηση της έδρας στο αίτημα της συνηγόρου. Στη συνέχεια, ανακοίνωσε τη διακοπή της δίκης για τις 30 Ιουνίου.