της Μαργαρίτας Λιβιεράτου
Ήταν 15 Σεπτεμβρίου 1970 και λίγες ημέρες νωρίτερα ο συνασπισμός του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή κέρδισε τις εκλογές και στις 24 Οκτωβρίου το Κογκρέσο αναμενόταν να τον κηρύξει ξανά πρόεδρο της χώρας. Οι ΗΠΑ είχαν περιθώριο επτά εβδομάδες για να το αποτρέψουν.
Αρχικά διατέθηκαν χρήματα για την εξαγορά Χιλιανών βουλευτών ώστε να ψηφίσουν υπέρ του αντιπάλου του Αλίεντε, κάτι όμως που θεωρήθηκε ότι δεν θα είχε τα ικανοποιητικά αποτελέσματα, κι έτσι έπειτα από τις πιέσεις Νίξον οι αμερικανικές προσπάθειες επικεντρώθηκαν στο να ωθήσουν τον στρατό της Χιλής να κάνει πραξικόπημα ώστε να ακυρωθεί η ψηφοφορία εντελώς, ενώ ξεκαθάρισε στη CIA ότι ακόμη και η δολοφονία του Αλιέντε δεν θα ήταν κακή ιδέα.
Έτσι ξεκίνησε μια νέα εκστρατεία προπαγάνδας για να πειστεί ο στρατός και οι πολίτες της Χιλής για τα δεινά που θα αντιμετώπιζαν αν ορκιζόταν ξανά πρόεδρος ο Αλιέντε.
Στο διάστημα αυτό των επτά εβδομάδων, σύμφωνα με τη CIA, γράφτηκαν στα μέσα ενημέρωσης της Λατινικής Αμερικής και της Ευρώπης περισσότερα από 700 άρθρα, προϊόντα της αμερικανικής υπηρεσίας. Επίσης δημοσιογράφοι από τουλάχιστον δέκα χώρες που πληρώνονταν από τη CIA πήγαν στη Χιλή για να ενισχύσουν την αξιοπιστία του υλικού τους με επιτόπιες μαρτυρίες.
Παράλληλα η CIA παρείχε «εσωτερική» πληροφόρηση σε Αμερικανούς δημοσιογράφους για την κατάσταση στη Χιλή. Μια αναφορά που δόθηκε στο περιοδικό Time ανέφερε ότι ο Αλιέντε σκοπεύει να στηρίξει τη βία και να καταστείλει την ελευθεροτυπία στη Χιλή.
Παρά τις προσπάθειες αυτές, στις 3 Νοεμβρίου ο Αλιέντε ορκίζεται πρόεδρος. Και τότε ξεκίνησε «ένα πείραμα για να ελεγχθούν οι τεχνικές της ευρείας οικονομικής επένδυσης σε μια προσπάθεια να χάσει την αξιοπιστία της και να καταρρεύσει μια κυβέρνηση», όπως δήλωσε αργότερα ο διευθυντής της CIA Ουίλιαμ Κόλμπι.
«Ούτε ένα παξιμάδι, ούτε μία βίδα δεν θα επιτρέψουμε να εισαχθεί στη Χιλή υπό τον Αλιέντε», προειδοποίησε ο τότε Αμερικανός πρεσβευτής στη χώρα Έντουαρντ Κόρι.
Η χιλιανή οικονομία που εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τις ΗΠΑ ήταν το αδύναμο σημείο. Τα επόμενα τρία χρόνια τα αμερικανικά προγράμματα βοήθειας προς τη Χιλή σχεδόν εξαλείφθηκαν, ενώ παράλληλα διεθνείς οικονομικοί θεσμοί δεν παρείχαν δάνεια στη χώρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της Παγκόσμιας Τράπεζας που δεν έδωσε κανένα δάνειο στη Χιλή το διάστημα 1970-73. Την ίδια ώρα η βοήθεια ή οι εγγυήσεις που παρείχε η αμερικανική κυβέρνηση σε όσους Αμερικανούς ήθελαν να επενδύσουν στη χώρα μειώθηκαν σημαντικά, ενώ ζητήθηκε από τις αμερικανικές εταιρείες να σφίξουν τον οικονομικό κλοιό.
Αν και η οικονομική βοήθεια προς τη Χιλή σχεδόν εξαλείφθηκε, το 1972 και το 1973 οι ΗΠΑ αύξησαν τη βοήθεια που παρείχαν στον στρατό της χώρας σε μια προσπάθεια να κερδίσουν τη συμπάθειά του. Και σε αυτή την περίπτωση βοήθησαν τα μέσα ενημέρωσης, όπως για παράδειγμα η εφημερίδα El Mercurio, που στηριζόταν από τη CIA, η οποία συχνά αναφερόταν σε υποτιθέμενες κομμουνιστικές συνωμοσίες για την κατάργηση των ενόπλων δυνάμεων, ή τα σοβιετικά σχέδια για τη δημιουργία μιας βάσης υποβρυχίων στη Χιλή.
Αυτό που προκαλούσε μεγαλύτερη δυσαρέσκεια στους Χιλιανούς ήταν βέβαια οι ελλείψεις σε τρόφιμα, είδη υγιεινής ή και ανταλλακτικά για τις ηλεκτρικές τους συσκευές. Βασική αιτία για τις ελλείψεις αυτές ήταν οι πρακτικές των πανταχού παρουσών αμερικανικών εταιρειών και ο περιορισμός της αμερικανικής οικονομικής βοήθειας.
Όμως τον ρόλο τους έπαιξαν και οι παρατεταμένες απεργίες, πολλές από τις οποίες βασίζονταν στη χρηματοδότηση της CIA για να μπορέσουν να διαρκέσουν. Ένα παράδειγμα ήταν τον Οκτώβριο του 1972 η απεργία των ιδιοκτητών φορτηγών που είχε στόχο τη διακοπή της διανομής τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, αλλά και της διανομής των εφημερίδων που στήριζαν την κυβέρνηση Αλιέντε. Ακολούθησε το κλείσιμο πολλών καταστημάτων και στη συνέχεια η διακοπή των δρομολογίων των περισσότερων ιδιωτικών λεωφορείων.
Στόχος της εκστρατείας ήταν να εξαντλήσουν την υπομονή των Χιλιανών και να τους πείσουν ότι «ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει στη Χιλή». Την άνοιξη και το καλοκαίρι 1973 η εκστρατεία αποσταθεροποίησης του Αλιέντε κλιμακώθηκε με μια σειρά διαδηλώσεων και απεργιών και μια ακόμη πιο μεγάλη απεργία από τους οδηγούς φορτηγών. Όταν δημοσιογράφος του περιοδικού Time ρώτησε μια ομάδα οδηγών φορτηγών πού βρήκαν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα πλούσιο γεύμα με κρέας, λαχανικά και κρασί την ώρα που ο υπόλοιπος πληθυσμός ζούσε με τρόφιμα με το δελτίο, εκείνοι απάντησαν γελώντας: «Από τη CIA».
Καθημερινά σημειώνονταν βίαια επεισόδια, ακόμη και μια δολοφονία, αλλά και δολιοφθορές. Τον Ιούνιο ο στρατός επιχείρησε χωρίς αποτέλεσμα να επιτεθεί στο προεδρικό μέγαρο, όμως τελικά τον Σεπτέμβριο τα κατάφερε.
Ένα χρόνο αργότερα ο Αμερικανός πρόεδρος Τζέραλντ Φορντ δήλωσε ότι όσα έκαναν οι ΗΠΑ στη Χιλή «ήταν προς το συμφέρον του λαού της Χιλής και σίγουρα όχι προς το δικό μας».
Οι ΗΠΑ έχουν κάνει δεκάδες άλλες ανάλογες παρεμβάσεις στο εσωτερικό χωρών για την ανατροπή κυβερνήσεων που δεν τους άρεσαν, που θεωρούνταν πολύ «κομμουνιστικές», ή που απλώς ήθελαν να ακολουθήσουν μια πιο ουδέτερη γραμμή και όχι να εξυπηρετήσουν τα αμερικανικά συμφέροντα. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Ιράν το 1953, ο Ισημερινός το 1960-63, η Γουατεμάλα το 1960 και ξανά τη δεκαετία του 1980, η Βραζιλία το 1961-64, η Νικαράγουα το 1978, το Ιράκ το 1990-91 και άλλες.
Οποιαδήποτε ομοιότητα με την τρέχουσα κατάσταση στη Βενεζουέλα, τη χώρα με τα μεγαλύτερα επιβεβαιωμένα αποθέματα πετρελαίου παγκοσμίως, είναι εντελώς τυχαία.
Οι πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο του William Blum “Killing Hope”.