Οι αντιφάσεις είναι ενοχλητικές όταν χτίζει κανείς ένα φιλοσοφικό επιχείρημα. Οι άνθρωποι ωστόσο γενικά καταφέρνουν μια χαρά να ζουν πιστεύοντας ότι p=q και q=κουκουρουκουκού και τα μυαλά στα κάγκελα, γιατί απλώς έτσι είναι η ζωή. Εκτός σεμιναρίων, η ανθρώπινη ψυχή αναπνέει και ελπίζει ανακατεύοντας τα νοήματα – όπως ακριβώς κάνουν τα όνειρα. Έτσι, μπορεί κανείς να είναι και χριστιανός και παγανιστής, και ναζί και πατριώτης, να γιορτάζει το πατριωτικό «όχι» εναντίον των ναζί, αλλά να θαυμάζει τον Χίτλερ και να κάνει τατουάζ «Sieg Heil». Με τον ίδιο τρόπο που η ιστορία έφερε τον ιδεολόγο φασίστα Μεταξά (τον άνθρωπο που είχε φιλοξενήσει με τιμές τον Γκαίμπελς και τον Γκαίρινγκ) στην απέναντι όχθη, και δεν μπόρεσε να χαρεί κι αυτός τις ιδέες του, έτσι και τα αγαπητά φασισταριά της σήμερον είναι ναζί και πατριώτες, και υπέρ της Ελλάδας και κατά του Γλέζου: και φύσα και ρούφα, και μπρος και πίσω. Η Χρυσή Αυγή προσπάθησε μετά το 1992 να ρίξει τους τόνους ως προς τη λατρεία του Χίτλερ και να ποντάρει περισσότερο στην εθνικιστική ρητορική, προκειμένου να απευθυνθεί σε περισσότερο κόσμο. Παράλληλα έκανε και μία στροφή από τον Πάνα στην Παναγία, για παρόμοιους λόγους. Η αντίφαση δεν ξεπεράστηκε ποτέ, αλλά αυτό δεν ενοχλεί και δεν ενδιαφέρει κανέναν. Είναι αχταρμάς αλληλοσυγκρουόμενων ιδεών, και λοιπόν; Αντί να επιμένουμε, θέλω να πω, σαν κολλημένο γραμμόφωνο να καταδείξουμε πάλι και πάλι αντιφάσεις για τις οποίες κανείς δεν νοιάζεται, προτείνω να κατανοήσουμε κάτι για τον ανθρώπινο ψυχισμό από αυτή την ιστορία: Δεν εξαντλείται η ζωή στα επιχειρήματα, και γι’ αυτό οι απλοϊκές, αντιφατικές χαζομάρες της Χρυσής Αυγής την αναδεικνύουν πάντοτε νικήτρια στις τηλεοπτικές αντιπαραθέσεις.
 
Ένα παράδειγμα: έστω ότι οδηγείς και πετάγεται από ένα στενό με κωλοφτιαγμένο αυτοκίνητο ο Παναγιώταρος, παραβιάζοντας το στοπ. Βγαίνετε και οι δύο έξω για να μιλήσετε. Ξεκινάς εσύ: δεν είδες το στοπ, άνθρωπέ μου; Και εκείνος αρχίζει: «…μένες αλβανικές …τρυπίδες», κοκ. Σε βρίζει χυδαία και ζητάει τα ρέστα. Τι πιστεύεις ότι θα μπορούσες να του πεις που να τον κάνει να αναφωνήσει: «Έχεις δίκιο, δεν έχω να πω τίποτα». Δεν υφίσταται τέτοιο επιχείρημα νοκ-άουτ! Ο λόγος για τον οποίον πάντοτε οι χρυσαυγίτες βγαίνουν κερδισμένοι από τις αντιπαραθέσεις είναι ότι δεν εγκαταλείπονται στο αβέβαιο πεδίο των επιχειρημάτων. Τσακώνονται. Και ο καβγάς θέλει τσαμπουκά και πείσμα, δεν θέλει να έχεις δίκιο. Όπως δεν κερδίζεις με τα λόγια στον καβγά στον δρόμο (εννοώ και πριν το ξύλο), έτσι δεν κερδίζεις και στα κανάλια. Το αποδεικνύουν όλες ανεξαιρέτως οι τηλεοπτικές εμφανίσεις των αγριανθρώπων της Χρυσής Αυγής. Κάθε ορθολογικός διάλογος προϋποθέτει ο συνομιλητής να κάνει το κρίσιμο βήμα προκειμένου να αποδεχθεί τους κανόνες του παιχνιδιού, να συμμετάσχει στον διάλογο. Τα επιχειρήματα δεν μπορούν να εξαναγκάσουν κανέναν να κάνει αυτό το βήμα, αυτό είναι αξεπέραστο όριο του Ορθού Λόγου. Τα επιχειρήματα χρησιμεύουν μόνο εντός του παιχνιδιού. Αντί όμως να απογοητευόμαστε γι’ αυτό, προτείνω να πάρουμε ένα μάθημα ανθρωπογνωσίας.
 
Πώς γίνεται ο Μιχαλολιάκος να ισχυρίζεται ότι θέλει να μιλήσει για το 2012 και παρ’ όλ’ αυτά να δηλώνει ανίκανος να μιλήσει για τράπεζες, γιατί δεν είναι οικονομολόγος; Δεν είναι ρεζιλίκι αυτό; Όχι! Να το μυστικό: δεν είναι ρεζιλίκι, γιατί η καρδιά των ανθρώπων δεν χτυπάει στα CDS. Μίλα όσο θέλεις για αριθμούς, ο άνθρωπος ανατριχιάζει με τα σύμβολα. Πέρασα δύο φορές από το Χυτήριο και είδα τις οργισμένες γριές με τα λάβαρα. Τις κοίταγα και σκεφτόμουν τι στην ευχή συμβαίνει στη ζωή τους. Άλλο καημό δεν έχουν; Δεν τους έχουν κόψει τη σύνταξη; Δεν έχουν ζάχαρο; Δεν πονάνε τα γόνατά τους; Δεν έχουν τσακωθεί με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, που φοράνε κοντές φούστες; Μα αυτή είναι η δύναμη των συμβόλων: ένα πράγμα μόνο μετράει γι’ αυτές, να μην τους λένε τον Χριστό αδερφή!  Ας διδαχτούμε. Όταν οι φαντάροι έφευγαν για το μέτωπο, πήγαιναν να παραδώσουν τη ζωή τους στον πόλεμο, κι όμως έφευγαν κάποτε τραγουδώντας. Γιατί φεύγει κανείς τραγουδώντας να πάει στον πόλεμο; Γιατί ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με το ψωμί, όπως λέει το Ευαγγέλιο, θέλει και κάτι άλλο. Δεν είναι μόνο για κατηγόρια αυτό το κάτι άλλο! Όταν δηλαδή έβγαινε ο αριστερός αντάρτης στο βουνό, είχε αποστηθίσει το Ντας Καπιτάλ πρώτα; Όχι, δικαιοσύνη ήθελε, και έβγαινε να πολεμήσει με αυτούς που υπόσχονταν δικαιοσύνη. Αυτό δηλώνει η συγκινητική φράση του αντάρτη που λέει πως απ’ όταν γνώρισαν τον Άρη στο βουνό «άλλαξε η περπατησιά τους». Θέλω να πω, ας μην υποτιμούμε την καρδούλα με την οποία οι άνθρωποι αποφασίζουν τι τους συγκινεί και τι όχι. Η ζωή δεν είναι σεμινάριο. Όταν βλέπω εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ μονίμως απολογούμενους, γιατί λίγο τους αρέσει η ανυπακοή, αλλά λίγο αγαπούν και τη νομιμότητα, και είναι όλο στο «νιανιαμούνιανιάναιμεναλλά», κολλημένοι στον τοίχο, καταλαβαίνω πάλι ένα πράγμα: δεν είναι μόνο επιχείρημα η ζωή. Η Χρυσή Αυγή θριαμβεύει γιατί έχει τη δυνατότητα μέσα στο απάνθρωπο κήρυγμα του μίσους της να εμφυσήσει αισιοδοξία. Αυτό δηλαδή που πια δεν μπορεί να κάνει «η  συμμορία με το χαμένο φλασάκι» και καταποντίζεται, και που αν θέλουμε να μη μας βάζουν κι εμάς να χαιρετάμε ναζιστικά για καλημέρα, θα πρέπει επειγόντως να το καταφέρει η Αριστερά.
 
Στην εποχή της κυριαρχίας της τεχνικής, όπου όλα είναι μηχανές και αριθμοί, βλέπεις ξαφνικά διεθνώς να διακινούνται με επιτυχία New Age μπαρούφες που αναμιγνύουν μυστικισμό, ζώδια και εναλλακτική ιατρική με κρούσταλλα. Βλέπεις τον άλλον να καταλήγει κομπιουτεράς και σατανιστής, μαζί. Γιατί; Γιατί η ψυχή στενεύεται στον κόσμο της εργαλειακής σκέψης, θέλει να ανασάνει με λίγη τρέλα. Όπως τρέλα είναι να λες ότι θέλεις έναν κόσμο άμεσης δημοκρατίας, αλληλεγγύης στον αδύναμο και ορίων στον ισχυρό. Μέσα στην τεράστια γιορτή των συμβόλων, αυτών των ημερών, με τις σημαιούλες και τις μεταξικές παρελάσεις, ας θυμηθούμε να φέρουμε κι εμείς στην κουβέντα τα δικά μας σύμβολα. Αυτός ο παραλογισμός, που κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να πεθάνουν ή να σκοτώσουν για μια ιδέα, που κατά καιρούς μπορούσε να είναι η ελευθερία, η μάχη ενάντια στον φασισμό, η ποδοσφαιρική ομάδα τους ή το μίσος για τους Εβραίους, θα πρέπει να ξαναγίνει σύμμαχός μας. Μέσα στο πανηγύρι των συμβόλων που είναι μια εθνική γιορτή, προτείνω να πάρουμε κι εμείς ένα μάθημα, πως «ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται» ο άνθρωπος. Πρέπει να μπορούμε να εμφυσήσουμε λίγη αισιοδοξία, να μην αφήσουμε όλον τον αέρα που κινητοποιεί τις ψυχές στην πλευρά του μίσους. «Ζήτω το ζήτω», λοιπόν, ας αναζητήσουμε κι εμείς τον παλμό που δίνει στις ιδέες καύσιμα για να οδηγούν τις ζωές των ανθρώπων. Το να έχεις δίκιο δεν αρκεί, ας μην επιμένουμε μόνο σε αυτό. Κάποια στιγμή η ζωή μάς ζητάει περισσότερα: εκεί που ταχτήκαμε, να μη λυγίσουν τα γόνατά μας, να αντέχουμε, να τολμάμε και να χαμογελάμε.