Το γύρο του διαδικτύου κάνουν βίντεο νεουορκέζων υποστηρικτών του σοσιαλιστή, μουσουλμάνου υποψηφίου των Δημοκρατικών για τη δημαρχεία Ζοράν Μαμντάνι. Ο βασικός του αντίπαλος και πρώην κυβερνήτης της πολιτείας Άντριου Κουόμο επέμενε να προφέρει το όνομα του Mamdani «λάθος» στο πλαίσιο μιας ρατσιστικής υποτίμησης για την καταγωγή του, από Ουγκάντα και Ινδία. Στο πρώτο τηλεοπτικό debate το απόγευμα της Πέμπτης ο Μαμντάνι συλλάβισε το όνομα του «Μ-α-μ-ντα-νι» και του είπε με δυναμισμό «πρέπει να μάθετε να το λέτε». Τα social media έχουν γεμίσει από αυτό το στιγμιότυπο με ένα πολύ κολλητικό μπιτάκι και άτομα της Gen-Z -και όχι μόνο- που το χορεύουν στους δρόμους, στο μετρό, σε σχολές της Νέας Υόρκης.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Είναι εμφανές ότι ο 34χρονος πολιτικός έχει σημαντική επίδραση στη νέα γενιά, καθώς πέρα από το ότι μοιάζει να μιλάει τη «γλώσσα» της με τα ευφάνταστα βιντεάκια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο ίδιος προτάσσει ως κεντρικά προβλήματα το τεράστιο κόστος ζωής και στέγασης στη Νέα Υόρκη. Μπαίνοντας στην πλατφόρμα του βλέπει κανείς σχέδια για το «πάγωμα των ενοικίων», τη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων, δωρεάν μέσα μαζικής μεταφοράς, επιδοτούμενες κατοικίες, δωρεάν παιδική φροντίδα, κοινωνικά παντοπωλεία, προσιτή υγεία αλλά και πλάνο για την προστασία των LGBTQ+ ατόμων.
Συγκεκριμένα, ο σοσιαλιστής υποψήφιος για την δημαρχεία έχει εξαγγείλει:
- Πάγωμα των ενοικίων
- Αύξηση φόρων για τους πλούσιους
- Δημιουργία κοινωνικών παντοπωλείων
- Δωρεάν παιδική φροντίδα για όλα τα παιδιά
- Πρόταση για «Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας» εκτός του αστυνομικού σώματος
Zohran Vs Δισεκατομμυριούχοι – 22 εκατομμύρια για να μην εκλεγεί
Η χρηματοδότηση των κοινωνικών του μέτρων θα επιτευχθεί με τη φορολόγηση των εταιρειών και των πλουσίων. «Το σχέδιο εσόδων του Μαμντάνι είναι να αυξήσει τον συντελεστή φόρου εταιρειών ώστε να αντιστοιχεί στο 11,5% του Νιου Τζέρσεϊ, αποφέροντας 5 δισεκατομμύρια δολάρια και να φορολογήσει το πλουσιότερο 1% των Νεοϋορκέζων —όσους κερδίζουν πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια ετησίως— με έναν σταθερό φόρο 2% (αυτή τη στιγμή οι συντελεστές φόρου εισοδήματος της πόλης είναι ουσιαστικά οι ίδιοι είτε κερδίζεις 50.000 δολάρια είτε 50 εκατομμύρια δολάρια)» αναφέρεται ενδεικτικά στην σελίδα του.
Στο παρακάτω βίντεο, μάλιστα, ο Μαμντάνι τονίζει ότι «δεν πιστεύω ότι θα έπρεπε να υπάρχουν δισεκατομμυριούχοι», ότι η ανισότητα είναι τόσο μεγάλη που οπωσδήποτε θα πρέπει να υπάρξει μία καλύτερη διανομή του πλούτου. Απέναντι στον ακροδεξιό αμερικανό πρόεδρο που τον αποκαλεί «κομμουνιστή» και να τον «προσβάλλει», ο ίδιος απαντάει ότι δεν αποδέχεται αυτόν τον προσδιορισμό και πως ο Τραμπ επιμένει να μιλάει για όσα «είναι» ο Μαμντάνι, αποφεύγοντας να τοποθετηθεί για αυτά που «παλεύει».
Μάλιστα, ο αμερικανός πρόεδρος που στήριξε ολόκληρη την καμπάνια του πάνω στους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη όπως ο Ίλον Μασκ φαίνεται να ενοχλείται ιδιαίτερα από την ασταμάτητη – όπως όλα δείχνουν – άνοδο του δημοκρατικού υποψηφίου, σε σημείο που απείλησε να διακόψει τη χρηματοδότηση της Νέας Υόρκης σε περίπτωση που εκλεγεί. «Να θυμάστε, χρειάζεται τα χρήματα από εμένα, ως Πρόεδρο, για να εκπληρώσει όλες τις ψεύτικες κομμουνιστικές υποσχέσεις του. Δεν θα πάρει τίποτα, οπότε ποιο είναι το νόημα να τον ψηφίσετε;» είχε δηλώσει με το κλασικό αλαζονικό του ύφος, εκβιάζοντας στην ουσία τους/τις ψηφοφόρους.
Με την καλά τεκμηριωμένη περιφρόνησή του για τους δισεκατομμυριούχους, ο Μαμντάνι έχει αναμφίβολα δημιουργήσει εχθρούς σε υψηλές θέσεις. Σύμφωνα με μια έκθεση του Forbes, 26 δισεκατομμυριούχοι και μέλη οικογενειών δισεκατομμυριούχων από όλη την Αμερική έχουν ξοδέψει τουλάχιστον 100.000 δολάρια ο καθένας για να υποστηρίξουν τους αντιπάλους του Μαμντάνι και να εμποδίσουν τη νίκη του στις εκλογές στις 4 Νοέμβρη. «Δισεκατομμυριούχοι όπως ο Μπιλ Άκμπαν και ο Ρόναλντ Λόντερ έχουν επενδύσει εκατομμύρια δολάρια σε αυτόν τον αγώνα, επειδή λένε ότι αποτελούμε μια υπαρξιακή απειλή», δήλωσε ο Μαμντάνι σε μια συγκέντρωση στις 13 Οκτωβρίου. «Είμαι εδώ για να παραδεχτώ κάτι: έχουν δίκιο» συμπλήρωσε.
Συγκεκριμένα, το Forbes αναφέρει ότι ο διαχειριστής hedge fund Ackman όντως επένδυσε 1,75 εκατομμύρια δολάρια σε πολιτικές ομάδες που δαπανούν χρήματα εναντίον του Μαμντάνι, μέχρι τις 22 Οκτωβρίου, ενώ ο κληρονόμος της εταιρείας καλλυντικών Lauder έχει συνεισφέρει άλλα 750.000 δολάρια. Συνολικά, αυτοί οι δισεκατομμυριούχοι έχουν δωρίσει πάνω από 22 εκατομμύρια δολάρια για να υποστηρίξουν τις εκστρατείες της αντιπολίτευσης. Περίπου τα 13,6 εκατομμύρια δολάρια, δόθηκαν πριν ο Μαμντάνι κερδίσει τις προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών στις 24 Ιουνίου. Πάνω από τα μισά από αυτά δόθηκαν από τον πρώην δήμαρχο της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλουμπεργκ, ο οποίος υποστήριξε τον Κουόμο και χρηματοδότησε μια ομάδα που ονομάζεται Fix The City, Inc. με 8,3 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά τον Ιούνιο. Στην ίδια ομάδα δώρησαν ο συνιδρυτής της Netflix, Ριντ Χέιστινγκς, και ο επιχειρηματίας των μέσων ενημέρωσης, Μπάρι Ντίλερ, με το ποσό των 250.000 δολαρίων. Ορισμένοι συντηρητικοί δωρητές και σύμμαχοι του Trump έχουν επίσης εμπλακεί για να «μπλοκάρουν» τον Μαμντάνι, όπως ο μεγιστάνας των καζίνο, Στιβ Γουίν, ο οποίος δώρισε μισό εκατομμύριο δολάρια τον Οκτώβριο, και ο πετρελαϊκός μεγιστάνας, John Hess ο οποίος από τον Μάιο έχει διαθέσει συνολικά 1 εκατομμύριο δολάρια εναντίον του Μαμντάνι. Επίσης, ο συνιδρυτής της Airbnb, Τζο Γκέμπια, ο οποίος έχει ρόλο στην κυβέρνηση Τραμπ, επένδυσε 3 εκατομμύρια δολάρια σε τρεις διαφορετικές ομάδες κατά του Μαμντάνι μόνο στις 15 Οκτωβρίου.
Οι υποστηρικτές/τριες του Ζοράν Μαμντάνι πάντως βρίσκουν τον τρόπο να διακωμωδήσουν την επίθεση που δέχεται ο προοδευτικός υποψήφιος γυρίζοντας βίντεο για το πως θα ήταν μία πορεία του 0,001 % κατά του Μαμντάνι, με συνθήματα όπως «αυξήστε τα ενοίκια», «θέλουμε μία πόλη που να μπορούν να ζήσουν μόνο οι τρισεκατομμυριούχοι», «αργά και ακριβά λεωφορεία», ή «φορολογήστε τους φτωχούς». Πρόκειται για ιδιαίτερα ευφάνταστους τρόπους που δείχνουν ότι η καμπάνια του Μαμντάνι έχει επιτύχει να ενεργοποιήσει την ταξική συνείδηση χιλιάδων νεουορκέζων, εμπνεοντας τους όχι μόνο να τον ψηφίσουν αλλά και να δράσουν πολιτικά.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ο Μαμντάνι δεν καταδικάζει ρητά το σύνθημα «Globalize the indifada» παρά τις πιέσεις
Σημειώνεται ότι ορισμένοι από αυτούς έχουν πολύ σημαντική παρουσία στην φιλοσιωνιστική προπαγάνδα και συνεργάζονται ενεργά με το κράτος δολοφόνο. Για παράδειγμα, ο Andrew Cuomo υποστηρίχθηκε από το πιο καλά χρηματοδοτούμενο Super PAC στην ιστορία των εκλογών της Νέας Υόρκης, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από δωρεές φιλοϊσραηλινών δισεκατομμυριούχων όπως ο Bill Ackma), ο διαχειριστής hedge fund Daniel Loeb (ο οποίος έδωσε 250.000 δολάρια και επίσης διετέλεσε υπεύθυνος συγκέντρωσης χρημάτων) και ο πρώην δήμαρχος Michael Bloomberg, και πολύ ένθερμος υποστηρικτής του Ισραήλ και της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη (ο οποίος συνεισέφερε το εκπληκτικό ποσό των 8 εκατομμυρίων δολαρίων), σύμφωνα με το Jacobin.
Ωστώσο ο Mamdani στήριξε το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησής του σε μικροδωρητές απευθυνόμενος κατευθείαν στους κατοίκους της πολιτείας. Τον Μάρτιο, ζήτησε από τους υποστηρικτές της εκστρατείας του να σταματήσουν τις δωρεές και έδωσε οδηγίες στο προσωπικό της εκστρατείας του να ενθαρρύνει τους υποστηρικτές να επικεντρωθούν σε εθελοντικές προσπάθειες, δηλαδή αντί για χρήματα να επενδύσουν χρόνο και όρεξη. Τα διαθέσιμα κεφάλαια της εκστρατείας του ανέρχονταν τότε σε 4,4 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η εκστρατεία του δικαιούνταν επιπλέον 2,2 εκατομμύρια δολάρια από αντίστοιχα δημόσια κεφάλαια, σύμφωνα με άρθρο της Guardian.
Υπενθυμίζεται ότι σχετικά με τη γενοκτονία που διαπράττει το Ισραήλ στην Παλαιστίνη, σε ερώτηση για το αν θα δεχόταν στη Νέα Υόρκη τον καταζητούμενο για εγκλήματα πολέμου, πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Μαμντάνι απάντησε: «Όχι, ως δήμαρχος της Νέας Υόρκης, θα συλλάμβανα τον Νετανιάχου. Αυτή είναι μία πόλη όπου οι αξίες της είναι ευθυγραμμισμένες με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και είναι καιρός να γίνουν και οι πράξεις της». Μάλιστα, ενώ καταδικάζει την επιχείρηση της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου, δεν καταδικάζει ρητά τη φράση «globalize the intifada», παρότι έχει ερωτηθεί και στο παρελθόν αλλά και σε πολύ πρόσφατη συνέντευξή του με τη δημοσιογράφο να τον πιέζει να το κάνει, επαναλαμβάνοντας την ερώτηση 3 φορές. Σημείωσε ότι δεν είναι η γλώσσα που ο ίδιος θα χρησιμοποιούσε αλλά δεν θα παραστήσει την «αστυνομία του λόγου» ειδικά όταν για παράδειγμα επι προεδρίας Trump έχει φυλακιστεί νεουορκέζος επειδή στήριζε τα δικαιώματα τον Παλαιστινίων, ο Μαχμούντ Καλίλ.
Μάλιστα σε συνέντευξη που παραχώρησε πρόσφατα στο Fox News του ζητήθηκε να δώσει τα «συγχαρητήρια του» στον πρόεδρο Donald Trump για την εκεχειρία στη Γάζα κι ο Mamdani δήλωσε πως ελπίζει η κατάπαυση του πυρός να διαρκέσει, ενώ υπενθύμισε πως το Ισραήλ συνέχισε να σκοτώνει Παλαιστινίους ακόμα και μετά τη συμφωνία. Ταυτόχρονα, τόνισε πως είναι νωρίς για να συγχαρεί τον αμερικανό πρόεδρο, ενώ υπογράμμισε πως δεν διατυπώνει καμία άποψη σχετικά με τον αφοπλισμό η την ηγεσία της Γάζας από τη Χαμάς, πέρα από ότι προκύπτει ήδη από το Διεθνές Δίκαιο.
Οι Δημοκρατικοί στηρίζουν τον υποψήφιο τους;
Είναι σαφές ότι ο πρόεδρος Τραμπ κάνει ότι μπορεί για να αποτρέψει την εκλογή του Mamdani, ωστόσο ενώ αρκετά μέλη των Δημοκρατικών τον έχουν στηρίξει, υπάρχουν εξέχουσες προσωπικότητες από το κόμμα που αρνούνται να το κάνουν, για παράδειγμα ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων Χακίμ Τζέφρις και ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ.
Ο βασικός λόγος που μία σειρά Δημοκρατικών δε δείχνουν τη στήριξή του στον 34χρονο πολιτικό αφορά την κριτική του προς το Ισραήλ. Σημειώνεται στο σημείο αυτό πως και τα αμερικάνικα μέσα ενημέρωσης εστιάζουν ιδιαίτερα σε αυτές τις θέσεις του. Για παράδειγμα, στην παραπάνω συνέντευξη του Μαμντάνι οι πρώτες ερωτήσεις αφορούσαν αποκλειστικά τις δηλώσεις του για το κράτος απαρτχάιντ του Ισραήλ, ενώ ο Μαμντάνι προσπαθούσε να μεταφέρει τη συζήτηση προς τα συζήτηματα της πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Ο Τζέφρις έχει εκφράσει συγκρατημένα θετικά σχόλια για την εκστρατεία του Mamdani, ιδιαίτερα για το σχέδιο του υποψηφίου να κάνει την πόλη πιο προσιτή. Ωστόσο, όπως και ο Σούμερ, ο Τζέφρις απέφυγε να τον υποστηρίξει πλήρως, επικαλούμενος ακριβώς την κριτική του Μαμντάνι προς το Ισραήλ. Τον κατηγορούν ακριβώς ότι δεν καταδίκασε συνθήματα όπως «globalize the intifada» και ότι χαρακτήρισε τις ενέργειες του Ισραήλ ως αυτό που είναι, «γενοκτονία».
Η Κάθι Χότσουλ, κυβερνήτης της πολιτείας, έχει επίσης εκφράσει τον θαυμασμό της για την εκστρατεία του δημοκρατικού υποψηφίου, αλλά δεν τον έχει υποστηρίξει πλήρως. Η γερουσιαστής Κίρστεν Γκίλιμπραντ, η άλλη γερουσιαστής της πολιτείας, βρέθηκε σε δύσκολη θέση μέσα στο καλοκαίρι, όταν σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη ανέφερε ότι ο Μαμντάνι «έκανε αναφορές στον παγκόσμιο τζιχάντ». Ζήτησε γρήγορα συγγνώμη (ο Μαμντάνι δεν είχε πει κάτι τέτοιο και τα σχόλιά της ήταν σαφώς ρατσιστικά) αλλά παρ’ όλα αυτά δεν τον έχει υποστηρίξει.
Είναι εμφανές ότι παρότι η κριτική του Mamdani προς το Ισραήλ δεν είναι και η πιο ριζοσπαστική για τα «ευρωπαϊκά» δεδομένα, στην περίπτωση της Αμερικής και συγκεκριμένα του Δημοκρατικού κόμματος που έχει στηρίξει ρητορικά, στρατιωτικά και διπλωματικά το κράτος δολοφόνο προκαλεί ξεκάθαρη «αμηχανία».
Κάνει «πίσω» σε θέματα: «Δεν κόβω τα κονδύλια της αστυνομίας»
Σε μια ανάρτηση του Ιουνίου 2020, την περίοδο των κινητοποιήσεων για την δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικό, ο υποψήφιος της Νέας Υόρκης είχε γράψει στο Χ: «Δεν χρειαζόμαστε έρευνα για να ξέρουμε ότι η αστυνομία της Νέας Υόρκης είναι ρατσιστική, αντι-ομοφυλοφιλική και αποτελεί μεγάλη απειλή για τη δημόσια ασφάλεια. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να #DefundTheNYPD».
Ο δήμαρχος Έρικ Άνταμς και ο πρώην κυβερνήτης Άντριου Κουόμο, οι οποίοι και οι δύο είναι ανεξάρτητοι υποψήφιοι στις εκλογές του Νοεμβρίου, κάποιους μήνες μετά από ένοπλη επίθεση στο Μανχαταν όπου έχασε τη ζωή του και ένας αστυνομικός, σχολίασαν ότι το γεγονός απέδειξε την ανάγκη να δοθεί έμφαση στη δημόσια ασφάλεια και να «ενισχυθεί η αστυνομία». Ο Άνταμς και ο Κουόμο δήλωσαν ότι ο Μαμντάνι θα έθετε σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια λόγω των προηγούμενων εκκλήσεών του για αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της αστυνομίας της Νέας Υόρκ.
Λίγες ώρες μετά την επιστροφή του Mamdani από την Ουγκάντα όπου βρισκόταν τις προηγούμενες ημέρες, συναντήθηκε με ομάδες που εκπροσωπούν τα θύματα της επίθεσης και αντιμετώπισε τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων σχετικά με την απουσία του και την προηγούμενη υποστήριξή του για τη μείωση της χρηματοδότησης του αστυνομικού τμήματος της πόλης.
«Δεν μειώνω τη χρηματοδότηση της αστυνομίας. Δεν είμαι υποψήφιος για να μειώσω τη χρηματοδότηση της αστυνομίας», δήλωσε ο Μαμντάνι στους δημοσιογράφους την Τετάρτη. «Κατά τη διάρκεια αυτής της εκλογικής αναμέτρησης, ήμουν πολύ σαφής σχετικά με την άποψή μου για τη δημόσια ασφάλεια και τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζει η αστυνομία στη δημιουργία αυτής της δημόσιας ασφάλειας», δήλωσε κάνοντας ουσιαστικά πίσω στις προηγούμενες πιο ριζοσπαστικές δηλώσεις του.
Φαίνεται ότι το ρεύμα του νεαρού πολιτικού είναι ορμητικό και ακόμα κι αν δεν εκλεγεί, έχει επνεύσει και κινητοποιήσει ανθρώπους με αιτήματα ταξικά που αλλάζουν το πολιτικό τοπίο στην μεγαλύτερη σε πληθυσμό και πιο πυκνοκατοικημένη πολιτεία των ΗΠΑ. Το γεγονός ότι ήδη στρογγυλοποιεί απόψεις και λεγόμενα του και κάνει πίσω σε σημαντικούς τομείς όπως η χρηματοδότηση της αστυνομίας μας ωθεί να παρακολουθούμε τις εξελίξεις με ενδιαφέρον και συγκρατημένη αισιοδοξία. Μένει να δούμε τι μέλει γενέσθαι στις 4 Νοεμβρίου αλλά και το μετά.
