του Σαράντη Δημητριάδη, ομότιμου καθηγητή γεωλογίας ΑΠΘ, στο Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων
Οι καθυστερήσεις (αρνήσεις μέχρι στιγμής) παραχώρησης από την κυβέρνηση (το ΥΠΕΝ) κάποιων αδειών λειτουργίας επί μέρους έργων της εταιρείας (αδειών ρουτίνας όπως η ίδια τις εκτιμά), ανάγονται κατ’ εξοχήν σε ένα κυρίαρχο: στο αν η εταιρεία έχει: α) την πρόθεση και β) τη δυνατότητα να παράγει, με πλήρη περιβαλλοντική ασφάλεια και με απόλυτα εξασφαλισμένη τη μη διακινδύνευση της δημόσιας υγείας, καθαρά και εμπορεύσιμα μέταλλα (χαλκό, χρυσό και άργυρο) σε μια μονάδα μεταλλουργίας που η ίδια υποσχέθηκε να κατασκευάσει στο Στρατώνι και η οποία θα λειτουργεί εκεί εφαρμόζοντας τη μέθοδο της ακαριαίας τήξης (flash smelting). Η Διαιτησία που μεσολάβησε έκρινε μόνο για το (α) παραπάνω και αποφάσισε ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί μη πρόθεση της εταιρείας να ανταποκριθεί στη συμβατική της, όπως η Διαιτησία επιβεβαίωσε, υποχρέωση να παράγει ως τελικά προϊόντα στη χώρα μας καθαρά μέταλλα, για το θέμα όμως της περιβαλλοντικής ασφάλειας της προταθείσας μεθόδου έκρινε πως αυτό δεν είναι της αρμοδιότητάς της και παρέπεμψε τη διερεύνηση και λύση του από το ΣτΕ όπου εκκρεμεί σχετική προσφυγή της εταιρείας (δες παρακάτω).
Η εταιρεία μέχρι σήμερα έχει υπερβεί κατά πολύ (σχεδόν 7 χρόνια, από το Φεβρουάριο 2012) τις προθεσμίες που της παρασχέθηκαν για να αποδείξει με συγκεκριμένες που ορίστηκαν δοκιμές την περιβαλλοντική ασφάλεια της μεθόδου που πρότεινε, ως της μόνης κατάλληλης δε, χωρίς να έχει αυτή ανταποκριθεί με τρόπο που δεν θα επέτρεπε σχετικές επί της επάρκειας και ασφάλειας της μεθόδου αμφισβητήσεις. Επί πλέον, δεν προχώρησε σχεδόν καθόλου σε έργα για τα οποία υπάρχει βάσει της ΑΕΠΟ του 2011 σχετικό χρονοδιάγραμμα και αφορούν την εγκαθίδρυση της υποδομής της μεταλλουργικής μονάδας (υπόγεια στοά προσπέλασης 8,5 χιλιομέτρων, νέο λιμάνι Στρατωνίου κ.α.). Οι αρχικές από μέρους της δικαιολογίες για τις αρνήσεις και καθυστερήσεις που υπήρξαν ήταν πως θεωρούσε αβάσταχτη την επί πλέον (περιττή κατά τη γνώμη της) δαπάνη 20 εκατομ. ευρώ για την εγκατάσταση μιας πιλοτικής μονάδας στην οποία, όπως απαιτούσε το Ελληνικό Δημόσιο, θα γινόταν σε ημιβιομηχανική κλίμακα οι δοκιμές όλων των διαδοχικών σταδίων παραγωγής μέχρι τελικών καθαρών μετάλλων, με τα συγκεκριμένα να χρησιμοποιηθούν μίγματα μεταλλευτικών συμπυκνωμάτων.
Εξαιτίας αυτών των από μέρους της εταιρείας και για χρόνια αβελτηριών (απαράδεκτων καθυστερήσεων ή, το και πιθανότερο, πραγματικών από μέρους της αδυναμιών ανταπόκρισης στα ευλόγως απαιτηθέντα -κυρίως την επιβεβαίωση της αναμφισβήτητα ασφαλούς εφαρμογής της μεταλλουργικής μεθόδου ακαριαίας τήξης σε συμπυκνώματα εξαιρετικά μεγάλης περιεκτικότητας στο τοξικό αρσενικό) το ΥΠΕΝ αρνήθηκε να εγκρίνει την τεχνική μελέτη της μεταλλουργίας (απόφαση Σκουρλέτη, 2016). Η εταιρεία έχει καταθέσει προσφυγή στο ΣτΕ κατά της τελευταίας αυτής απόφασης η οποία αναμένεται να εκδικαστεί τον ερχόμενο Δεκέμβριο. Μέχρι τότε, όπως είναι φυσικό, το ΥΠΕΝ δεν μπορεί να χορηγήσει την οποιανδήποτε άδεια που θα έχει σχέση με τη λειτουργία της μεταλλουργικής μονάδας.
Τώρα η εταιρεία έρχεται και υποστηρίζει ότι έχει υποστεί δυνητική ζημία 750 εκατομ. ευρώ από αυτές τις καθυστερήσεις που δεν επιτρέπουν την πλήρη λειτουργία όλων της των υποέργων. Δυνητική ζημία όμως που θα μπορούσε να ήταν πραγματικό κέρδος για την ίδια αν δεν θεωρούσε χρόνια πριν αβάσταχτο ένα από μέρους της έξοδο 20 εκατομ. ευρώ και είχε προχωρήσει στην εγκατάσταση της πιλοτικής μονάδας με την οποία θα μπορούσε να πείσει με τις επί τόπου δοκιμές τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Δημοσίου ότι η μέθοδος που προτείνει είναι και βιομηχανικά επαρκής και, το κυριότερο, εντελώς ασφαλής για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία. Πράγμα που, για τα δύο τελευταία τουλάχιστον, υπάρχει μέχρι σήμερα σοβαρή αμφισβήτηση.
Κάτι αλήθεια δεν κολλάει σε μια εταιρεία που ισχυρίζεται πως έχει επενδύσει στη χώρα μας μέχρι σήμερα 1,5 δις ευρώ και θα επενδύσει άλλο 1 δις και η οποία έχει θυσιάσει κέρδη 750 εκατομ. ευρώ μόνο και μόνο γιατί δεν θέλησε στην πορεία των πραγμάτων να υποστεί μια επιβάρυνση 20 εκατομ. ευρώ στα επενδυτικά της έξοδα.
Ή λοιπόν οι οικονομικοί διαχειριστές της εταιρείας στερούνται εντελώς ικανότητας προβλέψεων και λογιστικής ή κάτι άλλο συμβαίνει. Το οποίο μπορεί ο καθένας να υποθέσει.