Συνέντευξη: Λαμπρινή Θωμά
Βίντεο, μοντάζ: Νίκος Βεντούρας
Φωτογραφίες: Σταμάτης Βρετινάρης
«Παρακαλώ!». Μας υποδέχεται στα ελληνικά, δείχνοντας με το χέρι του το δρόμο για το γραφείο του Δημάρχου, στο δημαρχείο της Ρεκολέτας (Recoleta), στον 6ο όροφο. Αυτός και το σφυροδρέπανο που στολίζει την μία από τις βιβλιοθήκες, αυτή απέναντί μας. Μας λέει να καθίσουμε στο τραπέζι των συνεδριάσεων.
«Έχουμε είκοσι λεπτά». Είναι ζεστός, φιλικός και ξεκάθαρος. Έχει βρει, αυτό το πρωί των εκλογών, αυτά τα είκοσι λεπτά για μας, για τους Έλληνες που έφτασαν ως εδώ και ζήτησαν να του μιλήσουν. Ρωτάει αν θέλουμε κάτι, καφέ, λέω όχι. Έχουμε είκοσι λεπτά. Σε λίγο πρέπει να φύγει, να βρεθεί με τους υποψήφιους, να πάρουν αράδα τα τμήματα. Τα μηνύματα στο τηλέφωνό του είναι συνεχή, ο ήχος τους κάποτε διακόπτει και την συνέντευξη. Υπογράφει διαρκώς τα χαρτιά που έχει μπροστά του, μια στοίβα μεγάλη – ο δήμαρχος δουλεύει και την Κυριακή, και την ημέρα των εκλογών…
Είναι η ημέρα των εκλογών. Του ζητάμε να κλείσει τη μουσική την ώρα της συνέντευξης. «Αυτός που ακούτε είναι ένας Παλαιστίνιος πιανίστας», λέει.
Ο Ντανιέλ Χαδουέ (Daniel Jadue) είναι κεντρική μορφή στην σημερινή Χιλιάνικη αριστερά και, παράλληλα, το πιο διακεκριμένο τέκνο της μεγάλης Παλαιστινιακής κοινότητας της Χιλής. Αρχιτέκτονας, Κοινωνιολόγος, με τρία μεταπτυχιακά, ενεργός πολιτικά από πολύ νεαρή ηλικία, πρώην γενικός γραμματέας της νεολαίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Χιλής, σήμερα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του, υποψήφιος για την αρχηγία του συνασπισμού της αριστεράς, απέναντι στο Γκαμπριέλ Μπόριτς – ο οποίος και πήρε το χρίσμα-, είναι διαρκώς στο δρόμο για αυτή την «πιο σημαντική εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων 30 ετών στη Χιλή».
Οι πιο σημαντικές, λέει, για την γενιά του – την γενιά των σημερινών 55αρηδων – και για όλες τις γενιές πριν από αυτήν.
«Οι άνθρωποι της ηλικίας μου, και οι μεγαλύτεροι, περίμεναν τριάντα χρόνια για να έρθει αυτή η στιγμή, να πετάξουν στα σκουπίδια της ιστορίας το σύνταγμα του Πινοτσέτ και όλα όσα αυτό εκπροσωπεί. Και, αυτές οι εκλογές συμπίπτουν με τη συνταγματική διαδικασία. Ο πρόεδρος που θα εκλεγεί, είτε από τον πρώτο είτε στο δεύτερο γύρο θα είναι ο πρόεδρος που θα υπογράψει το νέο Σύνταγμα και αυτός που θα ξεκινήσει τη διαδικασία για την αλλαγή όλου του θεσμικού πλαισίου στη Χιλή, με ένα νέο σύνταγμα και όσα απορρέουν από αυτό για τις τρεις εξουσίες του κράτους. Γι΄αυτό δεν είναι μια οποιαδήποτε εκλογή. Όλη αυτή τη διαδικασία είναι μια νομοθετική πρωτοβουλία που συνδέεται στενά με τον πρόεδρο [που θα εκλεγεί]. Οπότε αυτές οι εκλογές έχουν διπλό περιεχόμενο. Είναι η πρώτη φορά που μπαίνουν όλα μαζί στο τραπέζι.. Προγράμματα που αντικατοπτρίζουν τις αλλαγές που απαιτεί ο λαός. Και, μαζί, είναι και η πρώτη φορά που αντιμετωπίζουμε εκλογές αντιπροσώπων που πάνε χέρι χέρι με τη συνταγματική αλλαγή. Δεν έχει αξία να βγάλουμε πρόεδρο χωρίς να εκλεγεί και ένα κοινοβούλιο πλήρως εναρμονισμένο με τις αλλαγές που χρειάζονται. Συμπίπτουν (οι εκλογές) με την πιο στέρεη πιθανότητα, τα τελευταία τριάντα χρόνια, να ξεκινήσει μια πραγματική μετάβαση στη Δημοκρατία».
Κάποιοι θα πουν πως ο Πινοτσέτ ανήκει στο παρελθόν. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι και σήμερα κυβερνάει ο Πινοτσετισμός;
«Aπολύτως. Ότι βλέπετε, ότι υπάρχει είναι όσα αποφάσισε η δικτατορία του Πινοσέτ και το κομμάτι της δεξιάς που κυβέρνησε μαζί του Κι ακόμη και σήμερα κυβερνάει. Αρκεί να δούμε τους νόμους που αυτόν τον τελευταίο χρόνο προσπάθησαν να αλλάξουν την καθημερινότητα και να βελτιώσουν τη ζωή των Χιλιάνων, οι οποίοι κατέληξαν στο συνταγματικό δικαστήριο, και σε αυτό ουσιαστικά τους φέραν στα μέτρα τους για να εμποδίσουν τις αλλαγές.
Είναι φανερό ότι ανεξάρτητα από την λήξη της δικτατορίας του Πινοτσέτ πριν από τριαντατόσα χρόνια, το σύστημα που εγκατέστησε ο Πινοτσέτ είναι το σύστημα που και σήμερα μας κυβερνάει. To σύστημα της ιδιωτικής ασφάλισης, της ιδιωτικοποίησης της υγείας… Ο αχαλίνωτος νεοφιλελευθερισμός είναι κομμάτι, είναι η πιο σημαντική κληρονομιά του Πινοτσέτ μαζί με την κουλτούρα της διαφθοράς, την κουλτούρα των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον κρατικό μηχανισμό, την κουλτούρα του βαθέως κράτους, των συνδέσμων του στον κρατικό μηχανισμό και την αστυνομία. Αυτοί ήταν οι θεσμοί που κυβέρνησαν μαζί με τον Πινοτσέτ. Η αστυνομία, ο στρατός, παραμένουν ανέγγιχτα από τοτε που τελείωσε η δικτατορία, ως και σήμερα. Επομένως, συνεχίζουν με την ίδια ακριβώς κουλτούρα και οργάνωση, αποτρέποντας κάθε δυνατότητα Δημοκρατίας. Όπως έγινε χτες, που ξεδιάντροπα μπήκαν στα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Τίποτε δεν θα άλλαζε αν μπαίνανε τη Δευτέρα [μετά τις εκλογές], αλλά εδώ πρόκειται για επιχείρηση με στόχο να αποδυναμώσει την υποψηφιότητα του Γκαμπριέλ [Μπόριτς] και τις υποψηφιότητες ενός βασικού κόμματος που τον υποστηρίζει.».
Τι απαντάει σε όσους λένε ότι ο Γκαμπριέλ Μπόριτς, ο υποψήφιος της Αριστεράς, είναι πολιτικά άπειρος;
«Κι εγώ όταν ανέλαβα αυτή τη θέση [του Δημάρχου της Ρεκολέτα] δεν είχα καμμία εμπειρία κι όμως σήμερα όλοι αναγνωρίζουν ότι αυτή είναι μία από τις καλύτερες δημαρχιακές θητείες στην ιστορία της Χιλής. Γι’ αυτό και την έλλειψη εμπειρίας σε ορισμένα πράγματα δεν την θεωρώ εμπόδιο. Οχι. Οι ομάδες που δουλεύουν με το Γκαμπριέλ είναι πολύ έμπειρες είναι διακρίνονται από επαγγελματισμό. Και να μη ξεχνάμε ότι, στη Χιλή, στη 18η Οκτωβρίου [2019, η πιο πρόσφατη εξέγερση του λαού της Χιλής] μας οδήγησαν όλοι αυτοί που έχουν την μεγαλύτερη εμπειρία…».
Αυτή τη φορά, η Χιλιάνικη αριστερά έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό την ενότητά της. Πόσο σημαντικό είναι για την πορεία που με ελπίδα παρακολουθούμε;
«Είναι πάρα πολύ σημαντικό. Η ενότητα της Αριστεράς είναι η βασική προϋπόθεση για την όποια κοινωνική αλλαγή. Ακόμη δεν μπορούμε να πούμε πως όλη μα όλη η αριστερά είναι ενωμένη, αλλά, ναι, υπάρχει ενότητα, η ευρύτερη ενότητα που κατορθώσαμε τα τελευταία 30 χρόνια, και αυτό μας χαρίζει την ελπίδα ό,τι όχι μόνο μπορούμε να κερδίσουμε τις εκλογές, αλλά και να παραμείνουμε στην κυβέρνηση και να αφήσουμε παρακαταθήκη και στις μελλοντικές κυβερνήσεις, ώστε οι αλλαγές να μη μείνουν στον αέρα αν έρθει μια κυβέρνηση άλλου χρώματος μετά τη δική μας».
«Πιστεύω ότι η κυρίαρχη τάξη, αυτοί που ελέγχουν το κεφάλαιο και τα μέσα ενημέρωσης, είναι μια παγκόσμια τάξη. Πάντα θα προσπαθούν να παρεμβαίνουν και να ανατρέψουν όσες κυβερνήσεις δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Όπου κι αν είναι στον κόσμο, αυτοί δεν έχουν αρχές ούτε αξίες, το μόνο που έχουν είναι συμφέροντα. Αν αυτά τα συμφέροντα απειλούνται, είναι έτοιμοι να κάνουν τα πάντα. Άρα, σε αυτό το σημείο είναι πολύ σημαντικό να αναδειχθεί η σημασία της ενότητας της αριστεράς για να μπορέσει η αριστερά να παίξει το ρόλο της, να μπορέσει η αριστερά να αλλάξει τους θεσμούς και να γυρίσει να δουλέψει στην κοινωνική βάση, να επιστρέψει αποτελεσματικά στο λαό και να μην παραδοθεί στον κρατικό μηχανισμό, αποδεχόμενη ότι μόνον από κει αλλάζεις την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα αλλάζει όταν κινητοποιηθούμε, όταν ενώσουμε και οργανώσουμε το λαό, για τον οποίο γράφτηκε το πρόγραμμά μας.».
Μια αριστερή κυβέρνηση στη Χιλή, θα ενταχθεί στο νέο ροζ κύμα, θα είναι κοντά στην Κούβα, τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία;
«Η κυβέρνηση του Γκαμπριέλ δεν θα μοιάζει με εκείνες της Νικαράγουας, της Βενεζουέλας, της Κούβας. Εκείνο που αναμένεται είναι ότι δε θα συμμετέχει στις απόπειρες πραξικοπήματος ή τις απόπειρες ξένων επεμβάσεων από τις ΗΠΑ ή τον OAS, εναντίον κρατών που έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Δεν περιμένουμε μια κυβέρνηση κοντά σε αυτές, λόγω των προσωπικών θέσεων του υποψηφίου προέδρου της δημοκρατίας, αλλά και όσων στην νομοθεσία μας διευθετούν τις διεθνείς σχέσεις. Αυτό που αναμένουμε είναι ότι δεν θα συνεισφέρει στην αποσταθεροποίηση άλλων κρατών. Αυτό είναι που περιμένουμε.».
Πως βλέπει την Ελληνική αριστερά, τι θα μας έλεγε, σήμερα;
«Δείτε, το πρώτο είναι πως, η αριστερά, σε διεθνές επίπεδο, οφείλει να κάνει την αυτοκριτική της. Να κάνει την αυτοκριτική της για το πρόσφατο παρελθόν της, για όταν μετέτρεψαμε τις διαδικασίες σε διαδικασίες απολυταρχικές (Caudillista), για όταν είμασταν ήπιοι με τη διαφθορά, όταν είμασταν χαλαροί με την έλλειψη νέων ιδεών και όταν πάψαμε να είμαστε πρωτοπορία, και όταν απομακρυνθήκαμε από το λαό και μπήκαμε στο πολιτικό υπεροικοδόμημα. Είμαι πεπεισμένος ότι το πολιτικό πρόγραμμα του νεοφιλελευθερισμού είναι απολύτως ασυμβίβαστο με τη δημοκρατία. Όταν κερδίζουν οι νεοφιλελεύθερες δυνάμεις, είναι λόγω των λαθών της αριστεράς. Όχι λόγω της έλλειψης ενότητας, αλλά γιατί μας διαποτίζει ο νεοφιλελευθερισμός. Περάσαμε τόσα χρόνια με έναν ηγεμονικό λόγο που μετέτρεψε την αριστερά σε αιχμάλωτη του νεοφιλελευθερισμού, πολιτισμική αιχμάλωτη του νεοφιλελευθερισμού. Κι έτσι σήμερα η αριστερά κάθε φορά που διαλέγεται εσωτερικά, προτιμά το φραξιονισμό, το διχασμό, και εμφανίζονται πενήντα αριστερές και επτά υποψήφιοι [της αριστεράς] σε κάθε χώρα. Και καταλήγουμε πολλές φορές να μαλώνουμε στη γλώσσα της κυριαρχίας και όχι στη γλώσσα της χειραφέτησης και αρχίζουμε να μιλάμε με τη γλώσσα του αντιπάλου μας. Επομένως, το μόνο μήνυμα για να ανακτήσουμε την ουσία μας για να ανακτήσουμε τον τόπο μας πρέπει να δουλέψουμε με τα δικά μας ιδεολογικά εργαλεία, σε όλα. Για παράδειγμα, όταν βλέπω ότι ο Μάκρι κερδίζει στην Αργεντινή, ξέρω πως κερδίζει λόγω των λαθών της κεντροαριστεράς και της ανύπαρκτης αριστεράς, παρ’ ότι το πρόγραμμά του θα τον οδηγήσει στην αποτυχία μες στη διετία. Κι αυτό συμβαίνει παντού, συμβαίνει στην Χιλή, συμβαίνει στην Κολομβία. Η δεξιά έχει ως πρόγραμμά της την εξυπηρέτηση του κεφαλαίου. To μόνο που κάνει, και αυτό σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι να φέρνει την επισφάλεια στις ζωές των ανθρώπων. Κι αυτό δε θα αλλάξει. Γι’ αυτό η αριστερά όλες τις φορές που της δίνεται η ευκαιρία, πρέπει να παρέχει μια συνεπή, ενιαία εναλλακτική και να είναι αποτελεσματικά οργανωμένη. Γιατί λένε πως οι διαδικασίες της αριστεράς, αυτές που είδαμε να γίνονται στον κόσμο, δεν κατάφεραν να μεταμορφώσουν την παραγωγική βάση, προτίμησαν τη διανομή του πλούτου με καλύτερο τρόπο, και όχι να μεταμορφώσουν την παραγωγική βάση».
Λίγο πριν φύγουμε, τον ρωτάω που αποδίδει το φαινόμενο της ανόδου του φασίστα Καστ, τουλάχιστον στις δημοσκοπήσεις.
«Υπάρχουν τρεις τρόποι σκέψης που συνυπάρχουν στην Χιλή. Η μία είναι πολύ χαρακτηριστική του συντηρητισμού, που το μόνο πράγμα που αγαπά είναι η τάξη. Κυριαρχεί στον τρόπο σκέψης των προνομιούχων αυτής της κοινωνίας, που θέλουν έτσι να ζουν και τίποτε να μην αλλάξει στην κοινωνία. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να ωφελείται η τάξη του και να μην ενοχλούν την ηρεμία του.υπάρχει και ο τρόπος σκέψης που φιλοδοξεί να έρθουν οι αλλαγές που αντιπροσωπεύει ο Γκάμπριελ [Μπόριτς]. Και υπάρχει και το κέντρο, ένα απροσδιόριστο σύνολο. Που λένε ότι θέλουν την αλλαγή αλλά είναι πολύ συντηρητικοί, προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τα οφέλη του μοντέλου γι’ αυτούς, το πιστεύουν όταν τους υπόσχεται ότι θα αλλάξει, αλλά στο τέλος δεν αλλάζει τίποτε και ποτέ δεν μπορούν να προχωρήσουν. Αυτή η τελευταία σήμερα έχει μειωθεί πολύ. Σχεδόν κανείς δεν πιστεύει πια στον σταδιακό χαρακτήρα των αλλαγών.. Σήμερα γιγαντώνονται αυτοί που θέλουν τις αλλαγές και αυτοί που δε θέλουν να αλλάξει τίποτε απολύτως, θέλουν να αποφύγουν τις αλλαγές με κάθε κόστος.».
Τον χαιρετάμε. Μου δωρίζει δύο βιβλία του – είναι παραγωγικότατος και πολύ γνωστός βιβλιοφάγος. Ζητάω να τα υπογράψει, γελάει και λέει ό,τι υπογράφει μόνο διαβασμένα βιβλία του. Υπόσχεται να τα ξαναπούμε πριν τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Ξέρει ποιός είναι αυτός στο μπλουζάκι μου. Φεύγουμε χαμογελώντας. Ένας άγνωστός μας, που ανεβαίνει τα σκαλιά για το δημαρχείο μας χαιρετά υψώνοντας τη γροθιά του.
Έξω από το κτήριο, κλειστά λόγω Κυριακής, δύο από τα έργα του, ως δημάρχου: το λαϊκό φαρμακείο και το λαϊκό οφθαλμιατρείο. Το φαρμακείο φέρει το όνομα του ντεσαπαρεσίδο φοιτητή Ρικάρδο Σίλβα Σότο, και το οφθαλμιατρείο φέρει το όνομα της Ρεϊνάλντα ντελ Κάρμεν, της εξαφανισθείσας κομμουνίστριας, εγγύου και υγειονομικού.