του Θάνου Καμήλαλη

Δεν υπάρχει λογικό επιχείρημα για να υποστηριχθεί η «μεταρρύθμιση» με την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Καταρχάς, το άρθρο 16 του Συντάγματος είναι ξεκάθαρο: «H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση» και «H σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται». Ακόμα και η Νέα Δημοκρατία αναγνώριζε, μέχρι πέρσι, αυτήν την πρόβλεψη, γι αυτό ζητούσε επανειλημμένα την αναθεώρηση του σχετικού άρθρου.

Ξαφνικά, μετά τον εκλογικό θρίαμβο των εθνικών εκλογών, η κυβέρνηση έρχεται και λέει: «θυμάστε που σας έλεγα ότι πρέπει να καταργηθεί το άρθρο 16 πριν επιτραπούν τα ιδιωτικά Α.Ε.Ι; Ε, ανακάλυψα, ξαφνικά, ότι υπάρχει άλλος τρόπος και μην ανησυχείτε, είναι πολύ συνταγματικό». Δεν είναι η πρώτη φορά βέβαια που μια κυβερνητική πρωτοβουλία καταγγέλλεται ως αντισυνταγματική. Αλλά είναι πρωτοφανής αυτή η αδιαφορία για μια τόσο ξεκάθαρα συνταγματική πρόβλεψη, που ήταν αδιαμφισβήτη μέχρι πριν μερικούς μήνες.

Πώς λέγεται αυτό; Επίδειξη αντιδημοκρατικής δύναμης από την κυβέρνηση.

Αλλά φυσικά, το πρόβλημα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια εκτείνεται και πολύ πιο πέρα από τις συνταγματικές προβλέψεις. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο η λογική πάει περίπατο. Όταν π.χ., ψηφιζόταν η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, το «πρόβλημα» ήταν οι υπερβολικά πολλοί φοιτητές/τριες που σπουδάζουν στα δημόσια ΑΕΙ, δηλαδή στην Ελλάδα. Τώρα, το πρόβλημα είναι οι φοιτητές/τριες που φεύγουν για να σπουδάσουν στο εξωτερικό, αντί να σπουδάζουν στην Ελλάδα (πληρώνοντας τα ίδια). Η κυβέρνηση (και οι κλακαδόροι της) προσπαθούν να κατευθύνουν την κουβέντα σε μια συζήτηση περί «ελευθερίας», μακριά από το «κρατικό μονοπώλιο στην εκπαίδευση και τον «δογματισμό». Όλα αυτά διανθίζονται με διάφορα fake news στον φιλοκυβερνητικό Τύπο για το Χάρβαρντ και το Γέιλ που «θα έρθουν στην Ελλάδα».

Το μεγαλύτερο ψέμα όμως, θα είναι στον τίτλο του νομοσχεδίου, που σύμφωνα με τον υπουργό, Κ.Πιερρακάκη, θα είναι «ελεύθερο πανεπιστήμιο». Άπταιστα οργουελιανά. Κάτι που θα προσφέρεται μόνο επί πληρωμή, όπως τα ιδιωτικά ΑΕΙ, δεν μπορεί με τίποτα να χαρακτηριστεί «ελεύθερο»

Ουσιαστικά, η ανώτατη εκπαίδευση παρουσιάζεται ως μία «αγορά» που πρέπει «να ανοίξει» σε ιδιώτες. Το πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα έχουμε πλέον την εμπειρία για να διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι αν όλα αυτά τα όμορφα λόγια εφαρμόζονται στην πράξη. Θα έπρεπε να ξέρουμε ακριβώς πώς λειτουργεί αυτή η διαδικασία. Βήμα πρώτο: Απαξίωση των δημοσίων υποδομών. Βήμα δεύτερο: Συκοφάντηση, διαστρέβλωση, προπαγάνδα. Βήμα τρίτο: Κερδοσκοπία ιδιωτών, χειρότερες υπηρεσίες, μεγαλύτερο κόστος.

Αν λοιπόν η κυβέρνηση επιθυμεί να παρουσιάσει τα Πανεπιστήμια ως μία απλή «αγορά» που υποφέρει από «κρατικό μονοπώλιο» δικαιουμαστε να αναρωτηθούμε: Πήγε καλά το «άνοιγμα της αγοράς ενέργειας»; Πήγε καλά η ιδιωτικοποίηση των τρένων; Πήγε καλά η ιδιωτικοποίηση των τηλεπικοινωνιών;

Αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο αυτού του ζοφερού κύκλου. Το σημείο που η κυβέρνηση παριστάνει την αθώα και έρχεται να πει ότι «αναγνωρίζω τα προβλήματα και έχω μια καταπληκτική ιδέα για να τα λύσω, θα βάλω ιδιώτες». Κανείς φυσικά δεν ισχυρίζεται ότι η κατάσταση σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης είναι τέλεια. Η εκπαίδευση δεν είναι ούτε δημόσια ούτε «δωρεάν» (=πληρωμένη από φόρους). Τα μεταπτυχιακά πλέον, απαραίτητα σε σειρά κλάδων, είναι κατά κανόνα επί πληρωμή. Πριν λίγα χρόνια δεν ήταν. Για την είσοδο στο δημόσιο Πανεπιστήμιο απαιτείται ένα σημαντικό κεφάλαιο σε «επιλογές» πέραν του δημοσίου σχολείου. Οι ταξικοί φραγμοί και οι «κόφτες» εντοπίζονται σε κάθε βαθμίδα. Και τα δημόσια Α.Ε.Ι υποφέρουν από τη χρόνια υποχρηματοδότηση και την έλλειψη προσωπικού, σε σημείο να έχουμε γίνει μάρτυρες πρωτοφανών γεγονότων, όπως όταν ένας φοιτητής έπεσε από το παράθυρο στη Νομική του ΑΠΘ επειδή η αίθουσα ήταν γεμάτη.

Καλο είναι όταν γίνεται μια συζήτηση για ένα θέμα, να μιλάμε με στοιχεία και όχι ονειρώξεις. Ενδεικτικά στοιχεία έδωσε στη δημοσιότητα πρόσφατα το Συμβούλιο Διοίκησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Όχι κάποιο Σοβιέτ, σίγουρα:

«Από τον πίνακα προκύπτει σαφώς ότι κατά την τελευταία 15ετία το ΕΜΠ υποχρε­ώθηκε σταδιακά να λειτουργεί με προϋπολογισμό μειωμένο κατά 63.6%, καθηγητικό προσω­πικό μειωμένο κατά 36%, άλλο προσωπικό μειωμένο κατά 1.6%  και αριθμό σπουδα­στών αυξημένο κατά 20.7%.

Ο δραματικά συρρικνωμένος προϋπολογισμός οδηγεί αναπόφευκτα σε αδυναμία συ­ντή­ρησης και εκσυγχρονισμού των εκπαιδευτικών, ερευνητικών και κτιριακών υποδο­μών του ΕΜΠ, οι οποίες υποβαθμίζονται με ραγδαίο ρυθμό. Το γεγονός αυτό σε συνάρ­τηση με την εξίσου δραματική αφαίμαξη του προσωπικού όλων των κατηγοριών και βαθ­μίδων, καθιστά προβληματική (αν όχι αδύνατη) την παροχή ποιοτικού εκπαιδευτι­κού και ερευνητικού έργου, ανάλογου του κύρους και της ιστορίας του ΕΜΠ. Παρόλα αυτά το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο συνεχίζει να κατέχει μια εκ των κορυφαίων θέσεων ως Ανώτατο Εκπαιδευτικό και Ερευνητικό Ίδρυμα στο παγκόσμιο ακαδημαϊκό χάρτη, ως αποτέλεσμα των ηρωικών προσπαθειών των μελών της Πολυ­τεχνει­α­κής Κοινότητας να ανταποκριθούν στο λειτούργημά τους και στον κοινωνικό τους ρόλο».

Και συνεχίζει:

«Ως Συμβούλιο Διοίκησης ενός εμβληματικού και ιστορικού Ιδρύματος είμαστε υποχρεωμένοι έναντι της κοινωνίας να δηλώσουμε καθαρά ότι η συνέχιση της συγκεκριμένης πολιτικής οδηγεί αναπόφευκτα σε υποβάθμιση του επιπέδου των σπουδών που παρέχει το ΕΜΠ και των Διπλωμάτων που αυτό απονέμει, αλλά και σε άμεσο κίνδυνο απώλειας της θέσης που έχει κατακτήσει στις δι­εθνείς κατατάξεις. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ανώτατη Τεχνολογική Εκπαίδευση της οποίας οι αποδόσεις είναι ευθέως συναρτημένες με τις κατάλληλες υλικοτεχνικές υποδομές, όπως αποδεικνύει η διεθνής εμπειρία.

Τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης του ΕΜΠ απευθύνουν δραματική έκκληση στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, να εγκύψουν άμεσα στο πρόβλημα και να δώσουν γεν­ναίες, πειστικές και χειροπιαστές λύσεις. Σε διαφορετική περίπτωση η συνεχής εκ μέ­ρους τους επίκληση της πρόθεσης ενίσχυσης του ρόλου του Δημοσίου Πανεπιστημίου καθίσταται κενή περιεχομένου και  το Δημόσιο Πανεπιστήμιο οδηγείται αναπόφευκτα σε μαρασμό και απαξίωση και, εκ των πραγμάτων, η συνταγματική αποστολή του για προσ­φορά στον Ελληνικό Λαό εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου υψηλού επιπέδου θα παραδοθεί σε άλλες δομές (όπως τα υπό ίδρυση ιδιωτικά ΑΕΙ, θέμα επί του οποίου το Συμβούλιο Διοίκησης του ΕΜΠ δεσμεύεται να πάρει θέση, ευθύς ως τα μέλη του ενη­­με­ρωθούν επί του ακριβούς περιεχομένου του σχεδίου νόμου που προτίθεται να κα­ταθέσει η κυβέρνηση)».

Είναι πραγματικά «απίστευτο» το ότι η κατάσταση στην Ανώτατη Εκπαίδευση μπορεί να βελτιωθεί με αυξημένη κρατική χρηματοδότηση για προσωπικό και υποδομές και όχι με τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Στο μέλλον μάλιστα, στο επόμενο επεισόδιο, όταν τα ιδιωτικά θα διεκδικούν μέρος της κρατικής χρηματοδότησης (γιατί, «ανταγωνισμός), τότε η «μεταρρύθμιση» δεν θα είναι πλέον τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά η περαιτέρω μετακύλιση του κόστους στον πολίτη, δηλαδή τα δίδακτρα και στα δημόσια

Κατά τραγική ειρωνεία, δύο μέρες μετά την ανακοίνωση του Συμβουλίου Διοίκησης του Ε.Μ.Π., η ΕΛ.ΑΣ εισέβαλε στο Πανεπιστήμιο και επιτέθηκε σε φοιτητές/τριες που έκαναν κατάληψη, διεκδικώντας, μεταξύ άλλων, ακριβώς αυτά που καταδεικνύει το Πανεπιστήμιο.

Συμπληρώθηκαν έτσι ξανά τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης σε σειρά ζητημάτων: Προπαγάνδα και ξύλο.

Οι φοιτητές και φοιτήτριες σε όλη τη χώρα αγωνίζονται για το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Θα μπορούσαν να «κοιτάνε τη δουλειά τους» και την επιβίωσή τους, ατομικά, να σκεφτούν ότι «τουλάχιστον» η «μεταρρύθμιση» ίσως δεν τους προλάβει (το σχέδιο είναι να ξεκινήσουν το 2025-26). Θα μπορούσαν να σκύψουν το κεφάλι στην «παντοδυναμία» του «41 τακατό». Δεν το κάνουν κι αξίζουν στήριξη από την υπόλοιπη ακαδημαϊκή κοινότητα και εν γένει την κοινωνία.

Το δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι διαρκώς στο στόχαστρο της Νέας Δημοκρατίας. Δεν είναι παράλογο, δεν είναι θέμα «εμμονής». Είναι ένας χώρος που παραμένει δημόσιος, σε υψηλό ή έστω αξιοπρεπές επίπεδο, πολιτικοποιημένος, σε μεγάλο βαθμό μακριά από λογικές αγοράς, ανοικτός σε κοινωνική κινητικότητα και χωρίς μπετοναρισμένους ταξικούς διαχωρισμούς, παρά τις μεταβολές προς το χειρότερο του πρόσφατου παρελθόντος. Κόκκινο πανί για όσα πρεσβεύει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που τώρα παλεύει να του προκαλέσει ένα σημαντικό χτύπημα. Μακάρι να μη χρειαστεί να αναπολούμε τη σημερινή κατάσταση σε λίγα χρόνια, βλέποντας τι συνέβη μετά το «άνοιγμα» της «αγοράς πανεπιστημίων».