Yπενθυμίζεται πως το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη «καταλήγει σε σαφείς ενδείξεις για οκτώ (8) ανώτερους αξιωματικούς του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. ως προς την εκ μέρους τους γνώση και παράβλεψη του κινδύνου για τη ζωή, την υγεία και τη σωματική ακεραιότητα των
επιβαινόντων αλλοδαπών στο αλιευτικό Adriana, οι οποίοι κρίνονται ελεγκτέοι για θανατηφόρα έκθεση, καθώς και για έκθεση σε κίνδυνο της ζωής, υγείας και σωματικής ακεραιότητας των επιβαινόντων στο αλιευτικό Adriana, κατά το άρθρο 306 Π.Κ.».

Το Υπουργείο, κάνοντας ευθείας επίθεση στην Ανεξάρτητη Αρχή, τονίζει πως «το πόρισμα αντικειμενικά επιχειρεί να μεταθέσει τη συζήτηση από τα εγκληματικά δίκτυα των διακινητών στα στελέχη του Λιμενικού Σώματος, που αγωνίζονται νυχθημερόν για την προστασία της χώρας. Η προσπάθεια όμως αυτή χαρακτηρίζεται από πρόδηλη αναντιστοιχία μεταξύ περιεχομένου και συμπερασμάτων: Θεωρεί ελεγκτέους, για σοβαρά ποινικά αδικήματα, πλειάδα αξιωματικών του Λιμενικού Σώματος, τους οποίους δεν μνημονεύει καν ονομαστικά στην ανάλυση του πορίσματος. Μεταξύ περισσοτέρων εκδοχών ως προς τα πραγματικά στοιχεία της υπόθεσης, συστηματικά τάσσεται υπέρ εκείνων των ισχυρισμών που αμφισβητούν την ορθή άσκηση των αρμοδιοτήτων του Λιμενικού Σώματος, χωρίς την οποιαδήποτε αξιόπιστη τεκμηρίωση».

Ως προς την τεκμηρίωση, ο ΣτΠ ανέφερε στην ανακοίνωσή του ότι το πόρισμά του προέκυψε «κατόπιν της συγκέντρωσης αποδεικτικού υλικού 5.000 περίπου σελίδων (συμπεριλαμβανομένων έγγραφων απαντήσεων των εμπλεκομένων υπηρεσιών, δημοσιογραφικών ερευνών, της λήψης επιπλέον δεκαεφτά ένορκων μαρτυρικών καταθέσεων, μίας έκθεσης πραγματογνωμοσύνης και μίας γνωμοδότησης που ζήτησε η Αρχή, και του φακέλου δικογραφίας που διαβιβάσθηκε από την Εισαγγελία Εφετών Καλαμάτας) και της λήψης στη συνέχεια προφορικών και έγγραφων εξηγήσεων από δέκα (10) στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., στους οποίους είχε χορηγηθεί το σύνολο του συλλεγέντος υλικού, ο Συνήγορος του Πολίτη κατέληξε σε πόρισμα 148 σελίδων για το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου».

Μάλιστα, όπως καταγγέλλει ο ΣτΠ, « κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία δεν γνωστοποιήθηκαν στην Αρχή, παρά τα σχετικά αιτήματά της, ιδίως τα δεδομένα από το κινητό τηλέφωνο του πλοιάρχου Λ.Σ. του σκάφους αυτού, τα οποία διαθέτει το Ναυτοδικείο Πειραιά, και όλες οι συνομιλίες του πλοιάρχου με το Ε.Κ.Σ.Ε.Δ. του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέχρι την ανατροπή του αλιευτικού, για τις οποίες το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. ενημέρωσε, ότι δεν κατεγράφησαν ψηφιακά, παρά τις περί του αντιθέτου προβλεπόμενες διατάξεις. Ομοίως, δεν τέθηκε υπόψη της Αρχής το καταγραφικό υλικό από τις κάμερες του σκάφους του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., για το οποίο υλικό η ενημέρωση του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ. ήταν, ότι ήταν εκτός λειτουργίας, λόγω βλάβης. Η αξιολόγηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού κρίνεται καθοριστική για την θεμελίωση ευθυνών για πρόκληση ναυαγίου».

πό την πλευρά της η Εθνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στην ανακοίνωσή της εκφράζει τη βαθιά της ανησυχία για την Ανακοίνωση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής της 4.2.2025, η οποία αντιμετωπίζει την έρευνα της Ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη σχετικά με το ναυάγιο της Πύλου σαν πολιτικά υποκινούμενη,[4] παραγνωρίζοντας το θεσμικό ρόλο του ως Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας. Κατά εξαιρετικά ανησυχητικό επίσης τρόπο με την Ανακοίνωση τίθενται και ζητήματα αμφισβήτησης της νομιμότητας της έρευνας λόγω λήξης της θητείας του Συνηγόρου του Πολίτη, σε ευθεία αντίθεση με τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 101Α του Συντάγματος (“η θητεία των μελών των ανεξάρτητων αρχών παρατείνεται έως το διορισμό νέων μελών”). Η επίθεση αυτή εναντίον μιας Ανεξάρτητης Αρχής και μάλιστα για λόγους που ανάγονται στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της, όπως αυτές προβλέπονται από το Σύνταγμα και τον νόμο, αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση του θεσμικού ρόλου που το ίδιο το Σύνταγμα διασφαλίζει για τις Ανεξάρτητες Αρχές.

Σημειώνει επίσης ότι «βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση, για δεύτερη φορά κατά την τρέχουσα θητεία της, να καλέσει το Κράτος να σεβαστεί τον συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο των Ανεξάρτητων Αρχών, απέχοντας από ευθείες παρεμβάσεις στην άσκηση των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων όπως αυτές κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και τους εκτελεστικούς του νόμους».

Ολόκληρη η δήλωση της ΕΕΔΑ:

Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), το ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και o Εθνικός Θεσμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Ελλάδα παρακολουθεί στενά τα ζητήματα εφαρμογής της θεμελιώδους αρχής του κράτους δικαίου στη χώρα μας, και μεταξύ αυτών και τα ζητήματα που αφορούν σε σεβασμό του ρόλου των Ανεξάρτητων Αρχών, οι οποίες προβλέπονται από την έννομη τάξη και λειτουργούν ως θεσμικά αντίβαρα της δημόσιας εξουσίας. Υπενθυμίζεται ότι κατά το νόμο, ορισμένα μέλη της ΕΕΔΑ ορίζονται από Ανεξάρτητες Αρχές, που έχουν εκ του Συντάγματος αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων στο πεδίο ειδικών δικαιωμάτων, όπως είναι ο Συνήγορος του Πολίτη, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.

Η ΕΕΔΑ έχει κατ’ επανάληψη διατυπώσει γνώμες και συστάσεις προς την Πολιτεία σχετικά με την αποστολή των Ανεξαρτήτων Αρχών[2], ενώ άλλωστε έχει παρέμβει δημόσια για τη διασφάλιση της συγκρότησης και λειτουργίας τους σύμφωνα με όσα επιτάσσονται κατά το Σύνταγμα.[3] Όπως έχει επισημάνει η ΕΕΔΑ, η συνταγματική τυποποίηση των Ανεξάρτητων Αρχών με την αναθεώρηση του έτους 2001, αποτύπωσε τη βούληση του αναθεωρητικού νομοθέτη για την θεσμική ενίσχυση και την απρόσκοπτη λειτουργία τους υπέρ της προστασίας των δικαιωμάτων, χωρίς παρεμβολές από την εκάστοτε κυβέρνηση.

Σήμερα η ΕΕΔΑ βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση, για δεύτερη φορά κατά την τρέχουσα θητεία της, να καλέσει το Κράτος να σεβαστεί τον συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο των Ανεξάρτητων Αρχών, απέχοντας από ευθείες παρεμβάσεις στην άσκηση των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων όπως αυτές κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και τους εκτελεστικούς του νόμους.

Ειδικότερα, η ΕΕΔΑ εκφράζει τη βαθιά της ανησυχία για την Ανακοίνωση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής της 4.2.2025, η οποία αντιμετωπίζει την έρευνα της Ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη σχετικά με το ναυάγιο της Πύλου σαν πολιτικά υποκινούμενη,[4] παραγνωρίζοντας το θεσμικό ρόλο του ως Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας. Κατά εξαιρετικά ανησυχητικό επίσης τρόπο με την Ανακοίνωση τίθενται και ζητήματα αμφισβήτησης της νομιμότητας της έρευνας λόγω λήξης της θητείας του Συνηγόρου του Πολίτη, σε ευθεία αντίθεση με τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 101Α του Συντάγματος (“η θητεία των μελών των ανεξάρτητων αρχών παρατείνεται έως το διορισμό νέων μελών”). Η επίθεση αυτή εναντίον μιας Ανεξάρτητης Αρχής και μάλιστα για λόγους που ανάγονται στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της, όπως αυτές προβλέπονται από το Σύνταγμα και τον νόμο, αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση του θεσμικού ρόλου που το ίδιο το Σύνταγμα διασφαλίζει για τις Ανεξάρτητες Αρχές.

Η ΕΕΔΑ οφείλει να υπενθυμίσει ότι ο σεβασμός της ανεξαρτησίας των Ανεξαρτήτων Αρχών και η ακώλυτη λειτουργία τους χωρίς παρεμβάσεις από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία, είναι βασική επιταγή του σύγχρονου κράτους δικαίου, το οποίο μόνο να ωφεληθεί μπορεί από τις γνωμοδοτήσεις και το έργο τους.