Ρεπορτάζ του Κωνσταντίνου Πουλή

Με αυτά τα λόγια η μητέρα του Ζακ μας χάρισε τη δυνατότητα να κάνουμε μια ανάπαυλα από τον αναποδογυρισμένο κόσμο της δικαστικής αίθουσας και να σκεφτούμε με βάση τα πιο απλά γεγονότα. Τι ήταν ο Ζακ και τι του έκαναν.

Μέσα σε όλες αυτές τις τόσο επίμονες ερωτήσεις με αντικείμενο την κατάσταση της υγείας του, την μπίρα, την πιθανή επίδραση στα χάπια, τις κρίσεις πανικού, μόνο η περιγραφή της μητέρας μπόρεσε να δώσει την εικόνα αυτού που συνέβη:

στη δίκη πρωτοδίκως μίλησα περισσότερο για το παιδί μου, για αυτόν τον γενναιόδωρο και ανοιχτό άνθρωπο. Μαχητής και αγωνιστής για όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Που ήταν ένας ζωντανός άνθρωπος και είχε ενσυναίσθηση, που ήταν ευφυής, που ήξερε να πλάθει λέξεις και να εκφράζει τις σκέψεις του με πάρα πολλούς τρόπους. [ …] Σήμερα θα ήθελα, με την άδειά σας, να μιλήσω για τους κατηγορουμένους.

Συμπλήρωσε αυτή τη βασική εικόνα με μία κρίσιμη λεπτομέρεια από την κατάθεση του κοσμηματοπώλη. Αγαπούσε πολύ το μαγαζί του, λέει, αλλά όταν έγινε το επεισόδιο δεν μέτρησε μετά ούτε το ταμείο, στο οποίο δεν βρέθηκαν αποτυπώματα, ούτε είδε αν κάτι του λείπει! Γίνεται να ταιριάξει αυτή η εικόνα με την υπερασπιστική γραμμή της ληστείας; Προφανώς και όχι.

Οπότε η εναρκτήρια δήλωση του Χορταριά, που είχε το θράσος να εμφανιστεί και πάλι στο δικαστήριο να πει λίγο πολύ ότι άσκησε βία για να προστατεύσει τον κόσμο από έναν επίδοξο δολοφόνο ληστή προκειμένου να του αφαιρέσει το μαχαίρι (που δεν φαίνεται στο βίντεο…), έχει μηδενική περιγραφική αξία για τα γεγονότα. Έχει απόλυτη περιγραφική αξία για τον χαρακτήρα του δράστη, που παραμένει εντελώς αμετανόητος.

Η μητέρα του στάθηκε επίσης στις ευθύνες της αστυνομίας, λέγοντας ότι «Εγώ αισθάνομαι ότι σε αυτό το έγκλημα η αστυνομία επειδή είχε συμμετοχή δεν έκανε τα απαιτούμενα. Δεν συνέλεξε τα απαραίτητα στοιχεία, δεν έψαξε να βρει μάρτυρες».

Ρωτήθηκαν όλοι οι μάρτυρες για τις κρίσεις πανικού, επέμενε και ο εισαγγελέας, και πάλι η μητέρα του είπε το απλό: άμα σε κυνηγάνε, αγχώνεσαι.

Δεν ξέρω ποια θα ήταν η δόκιμη λέξη για να περιγράψει κανείς με ακρίβεια αυτό το ψυχολογικό φαινόμενο, αλλά είναι μάλλον φόβος θανάτου, απ’ όσο μπορώ να σκεφτώ ως μη ειδικός. Είναι αυτό που σου συμβαίνει όταν άγνωστοι σε χτυπούν ομαδικά με φονική μανία.

Ο αδερφός του Ζακ, Νίκος Κωστόπουλος, ξεκίνησε την κατάθεσή του λέγοντας ότι ο αδερφός του δολοφονήθηκε πριν από πέντε χρόνια και συνέχισε με τη συντριπτική φράση ότι «Εδώ και πέντε χρόνια δυστυχώς αυτοί οι άνθρωποι θεωρούσαν πως ο Ζαχαρίας δεν άξιζε να ζει και φαίνεται ότι δεν είναι άξιος και για δικαιοσύνη».

Στη συνέχεια το θέαμα ήταν άγριο. Σκεφτόμαστε ότι η αφήγηση της πιο τραυματικής εμπειρίας της ζωής μας, θα αντιμετωπίζεται με στοιχειώδη σεβασμό, αν όχι συμπαράσταση. Η δικαστική αίθουσα προφανώς είναι μια άλλης τάξεως διαδικασία.

Ο Νίκος Κωστόπουλος κατέληξε να δώσει μια επεισοδιακή κατάθεση, εξαιτίας της απόλυτης αδιαφορίας της υπεράσπισης για το γεγονός ότι ρωτούσε τον αδερφό του δολοφονημένου. Δεν υποβαθμίζω το υπερασπιστικό δικαίωμα, το γεγονός ότι θα έχουμε μια αντεστραμμένη εικόνα της πραγματικότητας, προκειμένου να φτιαχτεί το υπερασπιστικό αφήγημα. Αλλά πραγματικά, πόσο δύσκολο θα ήταν να σεβαστεί η υπεράσπιση ότι ρωτά τον αδερφό του δολοφονημένου και να ξετινάξει με εξονυχιστική λεπτομέρεια όλους τους υπόλοιπους μάρτυρες; Τόσο δύσκολο είναι να επιδείξει σεβασμό στον αδελφό του; Πόσο κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία θα μπορούσε να εκμαιεύσει για την υγεία του Ζακ, όταν ξέρουμε ότι θα ακολουθήσουν τόσοι ειδικοί για να καταθέσουν για το θέμα;

Παρενέβη γι’ αυτό η Κλειώ Παπαπαντολέων, λέγοντας ότι «έχουμε απολύτως καθαρές τοξικολογικές εξετάσεις αυτά είναι ιατρικά δεδομένα. Το να ερωτάται ο αδερφός του εξαντλητικά για πραγματικά περιστατικά που δεν γνωρίζει, δεν καταλαβαίνω πού αποσκοπεί».

Επανέρχονταν στην αρχική κατάθεση του Νίκου Κωστόπουλου στον ανακριτή, όπου μιλούσε για προβλήματα υγείας και τον ρωτούσαν: μετά από ένα τόσο τραγικό γεγονός, γιατί να μιλούσατε για «μικροπροβλήματα υγείας»; Μήπως δεν ήταν μικροπροβλήματα; Θα σας απασχολούσε κάτι δερματικό υπό αυτές τις συνθήκες;

Όσες φορές και να απάντησε ο αδερφός του ότι αυτό οφείλεται στο ότι δεν καταγράφηκαν οι ερωτήσεις, αλλά αυτά ήταν τα θέματα στα οποία επέμενε ο ανακριτής, οι ερωτήσεις συνεχίζονταν επιμένοντας στα ίδια και τα ίδια. Όποιος ήθελε να καταλάβει, αντιλαμβανόταν ότι ο ανακριτής νοιαζόταν να φτιάξει την εικόνα του ανθρώπου με εύθραυστη υγεία, λοιπόν ρωτούσε ό,τι διευκόλυνε αυτό το συμπέρασμα.

Το αποτέλεσμα είναι μια διαδικασία όπου και πάλι θα δικαστεί ο Ζακ, για τα πάντα. Τη ζωή του, αν πρόσεχε την υγεία του, αν έπινε, αν έκανε χρήση ναρκωτικών, ό,τι χρειάζεται για να δειχτεί ότι έχασε τη ζωή του λόγω της κατάστασης της υγείας του, και όσα είδαμε στο βίντεο απλώς συνέπεσαν τυχαία…

Στη δίκη έγινε μια διακοπή που ξεπέρασε τη μία ώρα, προκειμένου να αποφασίσει η έδρα τι θα κάνει με την υπόθεση του σκιτσογράφου Παναγιώτη Μητσομπόνου που τράβηξε φωτογραφίες με το κινητό χωρίς την άδεια του δικαστηρίου.

Είχε ξεκινήσει άσχημα η υποδοχή του σκιτσογράφου, από όταν η Άννυ Παπαρρούσου ζήτησε άδεια για να σκιτσογραφήσει και η έδρα απάντησε ότι αυτό με τα σκίτσα είναι μιμητισμός, προσθέτοντας ότι «Είμαστε και Ελλάδα εδώ» – ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, γιατί δεν νομίζω ότι έχουμε έχουμε όλοι τους ίδιους συνειρμούς όταν ακούμε να λέγεται το «είμαστε Ελλάδα εδώ» ως επιχείρημα.
(Παρόμοια αντανακλαστικά έδειξε η έδρα στο άκουσμα των λέξεων «drag show», όπου νουθέτησε τον αδερφό του Ζακ να χρησιμοποιεί ελληνικές λέξεις, για να μπορούν να καταγράφονται.)

Στη συνέχεια, αυτό που θα μπορούσε να λήξει με μία απλή επίπληξη, σε σχέση με τον σκιτσογράφο, χρειάστηκε να οδηγήσει σε διακοπή της δίκης και τελικά στη σύλληψή του. Όταν άρχισε να τον επιπλήττει η πρόεδρος, ξεκίνησε από το ότι η διαδικασία δεν είναι θέαμα, χρειάζεται «συγκέντρωση, διανοητική εργασία, ελεύθερη ψυχική κατάσταση», συνέχισε λέγοντας ότι η παρουσία κάποιου που τραβάει φωτογραφίες διαταράσσει την ηρεμία της αίθουσας και κατέληξε να διακόψει και να επανέλθει με σύλληψη.

«Το δικαστήριο θα λάβει μέτρα. Κατασχέθηκε το τηλέφωνό σας, δεν θέλαμε, αλλά διατάσσεται η σύλληψη και η παραπομπή σας στον αρμόδιο εισαγγελέα».

Ο Π. Μητσομπόνος τελικά πέρασε τη νύχτα στο κρατητήριο, μετά από αυτό. (Δείτε εδώ τη δήλωση της Λέσχης Ελλήνων Γελοιογράφων σχετικά).

Αν η πρόεδρος δίνει το στίγμα της για το πώς θα κινηθεί στην υπόλοιπη διαδικασία, η σύλληψη σκιτσογράφου επειδή τράβηξε φωτογραφίες της δίκης είναι μια πολύ κακή αρχή για τον σεβασμό σε όσους αναλαμβάνουν να μεταφέρουν το κλίμα της δικαστικής αίθουσας σε όσους και όσες δεν βρίσκονται εκεί. Και αν η πρόεδρος θεωρεί ότι αυτό συνιστά μιμητισμό αχρείαστο για την πατρίδα μας, αυτή είναι μια σεβαστή υποκειμενική εκτίμηση, την οποία έχει την εξουσία να την επιβάλει στην αίθουσα. Αλλά παραμένει μια εκτίμηση η οποία θίγει την εργασία των ανθρώπων που βρίσκονται στην αίθουσα για να μεταφέρουν όσα συνέβησαν εκεί, με τον τρόπο που οι ίδιοι και το κοινό επιθυμούν, χωρίς να παρακωλύουν σε τίποτα τη διαδικασία.

*Τα αποσπάσματα είναι από το Παρατηρητήριο της Δίκης ZackieOh Justice Watch, με μικρές παραλλαγές όταν αποκλίνουν οι σημειώσεις μου.