του Θάνου Καμήλαλη
«Οι κατευθύνσεις έχουν καταστρωθεί στην Ελλάδα και αφορούν στην Ελλάδα. Έχουν γίνει από Έλληνες και αφορούν Έλληνες. Η ελληνική κυβέρνηση έχει την πλήρη ιδιοκτησία του. Ενσωματώνει εμπειρία και από την πανδημία. Εξαλείφει παγιωμένες παθογένειες. Το Εθνικό Σχέδιο οδηγεί στην δίκαιη ανακατανομή του εθνικού πλούτου. Η προσπάθεια που σήμερα ξεκινά σημαίνει περισσότερες δουλειές ιδίως για τους νέους μας και μία καλύτερη καθημερινότητα για όλους» τόνιζε μεταξύ άλλων ο Πρωθυπουργός, σε μία μόνο από τις εκτός τόπου και χρόνου μεγαλοστομίες του κατά την παρουσίαση του «Ελλάδα 2.0». Ακολούθησε μία εξαιρετικά ωραιοποιημένη παρουσίαση των επενδυτικών πόρων και επιδοτήσεων με έμφαση σε έννοιες που προκαλούν αναμφίβολα θετικά συναισθήματα, όπως η πράσινη ανάπτυξη, η ψηφιακή μετάβαση του κράτους, εξωστρέφεια, καινοτομία κ.α. Μπορεί να διαφωνήσει κανείς με αυτές τις ανάγκες; Στα σχέδια επί χάρτου, σίγουρα όχι.
Μπορεί όμως να κρίνει την κυβέρνηση που το σχεδίασε, το παρουσιάζει και προτίθεται να το εκτελέσει, τόσο από τα πεπραγμένα της, όσο και από τα «ψιλά γράμματα» του Σχεδίου. Αμέσως, οι υποσχέσεις και τα φληναφήματα για «δίκαιη ανακατανομή πλούτου, καλύτερη καθημερινότητα και εξάλειψη παγιωμένων παθογενειών» καταρρέουν με κρότο και παρουσιάζεται μία δυστοπία. Οι εμπειρίες από την πανδημία και την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αμείλικτες.
Για παράδειγμα, πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις, έγινε ξεκάθαρο τι εννοούσε ο Πρωθυπουργός όταν μίλησε κατά την παρουσίαση για «ρήξη με κατεστημένες αντιλήψεις που καθηλώνουν την οικονομία μας». Τι φταίει λοιπόν; Τι έχει η έρμη η οικονομία και ψοφάει μετά από 11 χρόνια μνημονιακών «μεταρρυθμίσεων». Φταίει το 8ωρο και οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, ζητήματα που ο Μητσοτάκης έχει χαρακτηρίσει υποτιμητικά ως «ταμπού». Την Κυριακή, το «Βήμα» παρουσίασε τους βασικούς άξονες του σχεδίου της κυβέρνησης για τα Εργασιακά, ένα νομοσχέδιο για το οποίο από τον Σεπτέμβριο γνωρίζουμε, μέσω του Πρωθυπουργού, ότι θα χτυπήσει «τύμπανα πολέμου». Ο πόλεμος μάλλον απευθύνεται στη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, για την οποία προβλέπεται:
- Η κατάργηση του 8ώρου, μέσω της πληρωμής των υπερωριών σε «λιγότερες ώρες εργασίας» σε επόμενο χρονικό διάστημα. Αυτό θα γίνει δυνατό με διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομικές συμβάσεις,
- Απασχόληση και τα Σαββατοκύριακα σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας
- Καθιέρωση ψηφιακής κάρτας στην τηλεργασία,
- Εξίσωση και αύξηση υπερωριών έως και 150 τον χρόνο σε υπηρεσίες και βιομηχανία περισσότερες υπερωρίες
- Μητρώα μελών στα συνδικάτα,
- Με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες οι αποφάσεις για απεργίες
Κάπως έτσι, σύμφωνα με την κυβέρνηση, θα έρθουν οι «καλοπληρωμένες δουλειές, ιδίως για τους νέους» και η «καλύτερη καθημερινότητα για όλους». Γιατί τίποτα δεν προϊδεάζει για μία καλή θέση εργασίας, περισσότερο από την «ατομική διαπραγμάτευση εργοδότη – εργαζόμενου», με την πραγματική ανεργία σε δυσθεώρητα πλαίσια, αν βγουν από την εξίσωση (που κάποια στιγμή θα βγουν) οι αναστολές εργασίας. Η δήθεν «συμφωνία» και η «ισότιμη σχέση» για τις ατομικές συμβάσεις θα είναι παρελθόν, την στιγμή που ο εργοδότης θα ανεμίζει μπροστά στον εργαζόμενο τα βιογραφικά που έχουν κατατεθεί για τη θέση του.
Είναι αυτό το περίφημο «μεταρρυθμιστικό έργο» της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που δεν γίνεται να το σταματήσει ούτε η πανδημία, αλλά η αντίδραση εναντίον του συκοφαντείται και γίνεται δαχτυλοδεικτούμενη με την υστερία για τις «πορείες που διασπείρουν τον ιό», μολονότι κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται επιστημονικά. Και είναι μόνο η αρχή του, σε μία χώρα με τεράστιο μη βιώσιμο δημόσιο χρέος, για το οποίο θα απαιτηθούν μέτρα μετά την πανδημία και το τέλος της χαλάρωσης των κανόνων που έχει επιβάλει η Ευρωζώνη στην Ελλάδα, μέχρι το 2060.
Ως είθισται όμως, όλα γίνονται για τις «επενδύσεις». Επένδυση, είναι θεωρητικά αυτό που κάποιος, είτε το Δημόσιο είτε, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση, ένας ιδιώτης, ρίχνει χρήματα με σκοπό να εισπράξει πολλαπλάσια, πληρώνοντας τις σχετικές υποχρεώσεις του και αναλαμβάνοντας παράλληλα το επιχειρηματικό ρίσκο. Για τις μεγάλες και πολυδιαφημισμένες «επενδύσεις», το κομμάτι του «ρίσκου» είναι άγνωστη έννοια. Αυτό που συμβαίνει κατά συρροή, είναι ότι ο μεγαλοεπιχειρηματίας προσαρμόζει τη νομοθεσία στα μέτρα του, εκμεταλλεύεται κρατικούς πόρους και εξασφαλίζει εξαρχής τα κέρδη του.
Μόνο τις τελευταίες εβδομάδες, θα έπρεπε να έχει γίνει απόλυτα κατανοητό το συγκεκριμένο μοντέλο. Η Βουλή κλήθηκε να ψηφίσει δύο νομοσχέδια με «επενδύσεις δισεκατομμύριων»: Το Ελληνικό και την εξόρυξη χρυσού της Εldorado στη Χαλκιδική. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε μία από τις υποθέσεις όπου οι ρυθμίσεις αλλάζουν ξανά και ξανά προς όφελος του «επενδυτή», στη συγκεκριμένη περίπτωση του Λάτση. Όπως εξηγούσε ο καθηγητής Νίκος Μπελαβίλας, το δημόσιο συμφέρον, που εξαρχής ηττήθηκε από την προκλητική παραχώρηση μίας τεράστιας έκτασης έναντι πινακίου φακής, μειώνεται ξανά και ξανά, με συνολικά 10 φωτογραφικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι κάτοικοι της Αθήνας αποκλείονται από την πρόσβαση στη θάλασσα, οι όσοι δημόσιοι χώροι είχαν προβλεφθεί συρρικώνονται όλο και περισσότερο, ο «επενδυτής» μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με το ακίνητο που του παραχωρήθηκε. Οι περίφημες «μπουλντόζες» μάλιστα, θα μπουν, όταν μπουν, με τις ευλογίες και του ΚΙΝΑΛ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, που αποφάσισε να ψηφίσει τις τελευταίες τροποποιήσεις Μητσοτάκη.
Στη δεύτερη, έχουμε ένα ακόμα κράτος εν κράττει. Μπορεί η «Ελληνικός Χρυσός» να μην κατάφερε να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για την «επένδυση», γεγονός που επιβεβαιώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας το 2019, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όχι μόνο της έδωσε λύση στο αδιέξοδο, αλλά της χάρισε μία σύμβαση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Ειδικό φορολογικό καθεστώς, παραίτηση του Δημοσίου από διεκδικήσεις αποζημιώσεων και ανάθεση των περιβαλλοντικών ελέγχων σε «ανεξάρτητο ελεγκτή», που θα πληρώνεται από την εταιρεία, είναι μερικές από τις αποικιοκρατικές ρυθμίσεις.
Καθώς αυτές οι δύο «επενδύσεις» έχουν χαρακτηριστεί «εμβληματικές» για την κυβέρνηση, είναι απαραίτητο να τις λάβουμε ως παραδείγμα για το τι είδους ανάπτυξη οραματίζεται η κυβέρνηση της ΝΔ. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με ρυθμίσεις όπως η μεταφορά του καζίνο της Πάρνηθας στο Μαρούσι, που ξανακατατέθηκε παρά την απόρριψη της προηγούμενης διάταξης του 2017 από το ΣτΕ. Το ίδιο συμβαίνει και με μνημονιακές υποχρεώσεις που έχουν παραμείνει εκκρεμείς και προχωρούν στο περιθώριο της πανδημίας, με μακροπρόθεσμο κόστος δισεκατομμυρίων για το Δημόσιο. Γιατί τι καλύτερο για την «Ελλάδα 2.0», από τη συνέχιση του εξοργιστικού καθεστώτος των ιδιωτών στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους, που έχει κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια στο Δημόσιο και προετοιμάζεται να εφαρμοστέι και σε αυτοκινητόδρομο που κατασκευάστηκε με δισεκατομμύρια δημοσίου χρήματος. Πρόκειται για την «Εγνατία Οδό», που ετοιμάζεται για «ιδιωτικοποίηση» με την «επένδυση» να αφορά μόνο την είσπραξη των διοδίων και την εκμετάλλευση μίας υποδομής 658 χιλιομέτρων (κι ακόμα 225 χλμ κάθετοι άξονες), κόμβο της χώρας στη Βόρεια Ελλάδα.
Μιλώντας για αποτυχημένα μοντέλα και για «παγιωμένες παθογένειες», από αυτές που δεν έχει καμία διάθεση να εξαλείψει μέχρι τώρα καμία κυβέρνηση, τα πανηγυρικά «Σχέδια Ανάκαμψης» εκπονούνται την ώρα που για ακόμα μία φορά, το Δημόσιο πρόκειται να χάσει δισεκατομμύρια προσπαθώντας να «εξυγιάνει» μία Τράπεζα, συγκεκριμένα τη μεγαλύτερη της χώρας, την Πειραιώς. Μετά από 40 χαμένα δισεκατομμύρια σε τρεις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις, βάσει μίας ρύθμισης σχεδιασμένης για να αποτύχει, το 2015 με το τρίτο μνημόνιο, η Πειραιώς «κρατικοποιήθηκε», με σκοπό να ιδιωτικοποιηθεί ξανά, με την απώλεια να εκτιμάται σε ακόμα 2 δισ. ευρώ και τις προβλέψεις τουλάχιστον δυσοίωνες για τη συνέχεια.
Μία σημαντική «λεπτομέρεια» ακόμα: Το Ταμείο Χρηματοπιστωτική Σταθερότητας, που είναι υπεύθυνο για όλη αυτή τη διαδικασία, απολαμβάνει πλέον το ακαταδίωκτο, με πρόσφατη ρύθμιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που σημαίνει ότι κανένας εισαγγελέας δεν μπορεί να παρέμβει αυτεπάγγελτα και η μόνη περίπτωση να γίνει έρευνα είναι το ίδιο το Τ.Χ.Σ να θελήσει να ελέγξει τον εαυτό του. Ανάλογη ρύθμιση πέρασε η κυβέρνηση για τις διοικήσεις των τραπεζών, πριν από περίπου έναν χρόνο. Γιατί τι καλύτερο για τη «νέα» μορφή της Ελλάδας, αν δεν προσφέρεις πλήρη νομική ασυλία στο τραπεζικό σύστημα, μία δεκαετία μετά την επίσης πλήρη του χρεοκοπία λόγω ασυδοσίας;
Μέσα σε όλα τα παραπάνω, στη δυστοπία εισβάλλει με μπράβους και ο Μένιος Φουρθιώτης, στον οποίον η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδωσε την ισχύ να μπουκάρει σε γραφείο Υπουργού, νυν κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κυβερνώνοντας κόμματος, ανενόχλητος και ατιμώρητος, ώστε να τον απειλήσει. Με τον οποίον, όπως έγραψε σε δημόσια επιστολή της η συνεργάτιδά του, Νανά Παλαιτσάκη, υπήρχαν παρασκηνιακές συνεννοήσεις διαπλοκής με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και την Ελληνική Αστυνομία, ώστε αυτός να απολαμβάνει προστασίας και αυτοί να διαφημίζονται στις εκπομπές και στην εφημερίδα του. Με τις καταγγελίες του Βρούτση να χάνονται στην ομερτά των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ και την παρέμβαση της Δικαιοσύνης για όσα σοκαριστικά βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας να αγνοείται ακόμα, μαζί με τις κυβερνητικές απαντήσεις.
Κάπως έτσι, χτίζεται η «Ελλάδα 2.0» του Κυριάκου Μητσοτάκη. Με χαριστικές ρυθμίσεις, ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας, ασυλία σε Τράπεζες και φορείς του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ισοπέδωση όποιου εργασιακού δικαιώματος είχε απομείνει, ανομία μόνο για τον κάθε περίεργου «παράγοντα» που εμφανίζεται να έχει ύποπτες συνδιαλλαγές με την κυβέρνηση και το σύστημα που την υποστηρίζει. Αυτό που οικοδομείται, μέσα στη σιωπή των ΜΜΕ, το ξύλο της ΕΛ.ΑΣ και την εξυπηρέτηση των λίγων, δεν είναι «Ελλάδα 2.0», δεν είναι ένα ευνομούμενο «δυτικό κράτος». Είναι η απειλητική «μπλέ οθόνη» όταν ο υπολογιστής βγάζει πρόβλημα, ένα σφάλμα στο λογισμικό που χρειάζεται ριζική επανεκκίνηση.