Η απόφαση της κυβέρνησης, που ανακοινώθηκε στην ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο από τον Πρωθυπουργό, χωρίς να έχει προηγηθεί σχετική συζήτηση ή αποφάσεις (από το ΚΑΣ για παράδειγμα) έχει εξελιχθεί σε μείζον ζήτημα στη Θεσσαλονίκη, καθώς αναμένεται να προκαλέσει περισσότερα έξοδα, αποζημιώσεις στους εργολάβους και νέες καθυστερήσεις στο πολύπαθο έργο του Μετρό και απειλεί ένα σπάνιο μνημείο, πολιτιστικής κληρονομιάς, που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης.

Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του την Παρασκευή το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών, μέσω του ελληνικού του Τμήματος:

Η πρόταση, που πρόσφατα έχει δημοσίως διατυπωθεί, περί απόσπασης, μεταφοράς και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων ανακόπτει την εξέλιξη της εγκεκριμένης λύσης, φαντάζει αλυσιτελής και πέραν των άλλων τεχνικών δυσκολιών και κινδύνων που συνεπάγεται, δοθέντος ότι θα πληγεί ανεπιστρεπτί η οικοδομική αυθεντικότητα των αρχαιοτήτων, πρόκειται να πλήξει βασικές αξίες του μνημειακού συνόλου, όπως είναι η ακεραιότητα και η αυθεντικότητα,. Αξίες που προστατεύονται όχι μόνο από το διεθνές δίκαιο αλλά και την ελληνική νομοθεσία.

Όπως είναι γνωστό, η μετακίνηση ενός μνημείου ή τμήματός του απαγορεύεται ρητά από τον ισχύοντα Νόμο (άρθρο 42, Ν. 3028/2002), με μόνες προβλεπόμενες εξαιρέσεις τις περιπτώσεις που επιτακτικοί λόγοι προστασίας του ίδιου του μνημείου ή μεγάλα τεχνικά έργα εθνικής σημασίας το επιβάλλουν. Ωστόσο και σε αυτές τις περιπτώσεις, επειδή η μετακίνηση θεωρείται το έσχατο μέτρο, η ενέργεια αυτή εξετάζεται μόνο όταν, μετά από σχετικό επιστημονικό έλεγχο, αποκλείεται κάθε δυνατότητα διατήρησής του. Στην περίπτωση των αρχαιοτήτων του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης όχι μόνο έχει βρεθεί τεχνική λύση διατήρησής τους in situ, αλλά οι σχετικές μελέτες και εργασίες έχουν προχωρήσει σύμφωνα με αυτόν τον σχεδιασμό.

Στη συνέχεια, το Συμβούλιο αναφέρεται στην τεράστια πολιτιστική αξία των αρχαιοτήτων που βρίσκονται στο στόχαστρο:

Δυστυχώς, αν και προφανής, δεν έχει κατανοηθεί επαρκώς η μεγάλη σημασία της κατά χώραν διατήρησης των αρχαιοτήτων και η αξία που πρόκειται να προσθέσει στο πολιτιστικό απόθεμα της πόλης. Οι αρχαιότητες αυτές (το σταυροδρόμι της μνημειακής οδού των Βυζαντινών με τα κτήρια που το περιβάλλουν) αποτελούν ένα σπάνιο μνημειακό σύνολο που τεκμηριώνει κατά τρόπο μοναδικό την εξέλιξη της μεσαιωνικής πόλης σε ένα αντιπροσωπευτικό τμήμα του αστικού της ιστού. Το νέο μνημειακό σύνολο θα συμπληρώσει την εικόνα της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης, η οποία έχει ήδη εγγραφεί στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO με μνημεία οικουμενικής αξίας, ως αναγνώριση
της σημασίας που είχε ως ένα από τα πρώτα κέντρα εξάπλωσης του Χριστιανισμού και ενός πολιτιστικού κέντρου που επηρέασε ολόκληρο τον βυζαντινό κόσμο.

Το ελληνικό τμήμα του ICOMOS, συνεπές ως προς τις καταστατικές του αξίες και αρχές, ζητά να συνεχιστούν οι εργασίες κατασκευής του σταθμού με την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων και να σταματήσει η αΜΕΤΡΟέπεια που εργαλειοποιεί τα μνημεία, τα μετατρέπει σε αθύρματα ποικίλλων σκοπιμοτήτων, ενώ ταυτόχρονα στερεί μια πόλη από ένα μεγάλο τεχνικό έργο που της αξίζει.

Ολόκληρη η ανακοίνωση:

Yπενθυμίζεται ότι οι αντιδράσεις στο σχέδιο απόσπασης και επανατοποθέτησεις είναι μαζικές, καθώς όπως υποστηρίζεται, θα καθυστερήσει κατά τουλάχιστον 2,5 χρόνια τη λειοτυργία του έργου, επαναφέροντας μια πρόταση για τα αρχαία στον σταθμό Βενιζέλου που είχε απορριφθεί. Αντιδράσεις από τους Αρχαιολόγους, ψήφισμα από πολίτες της πόλης ενάντια στις εξαγγελίες Μητσοτάκη, καταγγελίες από ΣΥΡΙΖΑ και δημοτικές παρατάξεις.

Από την άλλη πλευρά υπέρ της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου έχουν ταχθεί εκπρόσωποι επιμελητηρίων και παραγωγικών φορέων της Θεσσαλονίκης, ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης ο Πρόεδρος της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας και ο Περιφερειάρχης Απόστολος Τζιτζικώστας.