Guardian για το ναυάγιο της Πύλου: Έρευνα με χρήση υψηλής τεχνολογίας υποδηλώνει ως υπεύθυνο το Λιμενικό για τη βύθιση του αλιευτικού
Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Guardian, δημοσιογράφοι και ερευνητές πραγματοποίησαν περισσότερες από 20 συνεντεύξεις με επιζώντες και βασίστηκαν σε δικαστικά έγγραφα και πηγές από το Ελληνικό Λιμενικό για να δημιουργήσουν μια εικόνα των χαμένων ευκαιριών διάσωσης και των προσφορών βοήθειας που αγνοήθηκαν. Πολλοί επιζώντες ανέφεραν ότι οι προσπάθειες της ελληνικής ακτοφυλακής να ρυμουλκήσει το σκάφος ήταν εκείνες που οδήγησαν στη βύθιση του αλιευτικού. Το Ελληνικό Λιμενικό αρνείται σθεναρά ότι επιχείρησε να ρυμουλκήσει το αλιευτικό σκάφος.
Η Forensis, η οποία ιδρύθηκε από τη Forensic Architecture, δημιούργησε μία αναπαράσταση των γεγονότων της νύχτας της ανατροπής του αλιευτικού σκάφους 47 ναυτικά μίλια ανοιχτά της Πύλου, χρησιμοποιώντας ένα διαδραστικό τρισδιάστατο μοντέλο.
Η κοινή έρευνα του Guardian, της γερμανικής κρατικής τηλεόρασης ARD/NDR/Funk και του ελληνικού ερευνητικού μέσου Solomon, σε συνεργασία με την Forensis, ανακάλυψε νέα στοιχεία σχετικά με το ότι σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής που ήταν αγκυροβολημένο σε πιο κοντινό λιμάνι δεν στάλθηκε ποτέ στο περιστατικό και πώς οι ελληνικές αρχές δεν απάντησαν όχι δύο φορές, αλλά τρεις φορές σε κλήσεις βοήθειας από τη Frontex.
Το Forensis χαρτογράφησε τις τελευταίες ώρες πριν από τη βύθιση, χρησιμοποιώντας δεδομένα από το ημερολόγιο του λιμενικού πλοίου και τη μαρτυρία του καπετάνιου, καθώς και δεδομένα θαλάσσιας και εναέριας κυκλοφορίας, δορυφορικές εικόνες και πληροφορίες από βίντεο που τραβήχτηκαν από κοντινά εμπορικά σκάφη και άλλες πηγές. Οι τελευταίες κινήσεις του πλοίου έρχονται σε αντίθεση με τα όσα ισχυρίζεται η ακτοφυλακή και αποκαλύπτουν ασάφειες στην επίσημη περιγραφή των γεγονότων, συμπεριλαμβανομένης της κατεύθυνσης και της ταχύτητας του αλιευτικού σκάφους.
Crucially, the investigation showed the overcrowded trawler started moving westward on meeting the single Greek coastguard vessel sent to the scene. According to multiple survivor testimonies given to the Guardian and Greek prosecutors, the coastguard had told the migrants it would lead them to Italy – clashing with the official version that the trawler started moving west of its own accord. The investigation also showed the trawler had turned to the south and was almost stationary for at least an hour until, survivors said, a second and fatal towing attempt took place.
Το κρίσιμο είναι ότι η έρευνα έδειξε ότι το υπερφορτωμένο αλιευτικό σκάφος άρχισε να κινείται προς τα δυτικά συναντώντας το μοναδικό σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής που βρέθηκε στο σημείο. Σύμφωνα με πολλαπλές μαρτυρίες επιζώντων που δόθηκαν στον Guardian και στους Έλληνες εισαγγελείς, η ακτοφυλακή είχε πει στους μετανάστες ότι θα τους οδηγούσε στην Ιταλία – κόντρα στην επίσημη εκδοχή ότι «το αλιευτικό άρχισε να κινείται δυτικά από μόνο του». Η έρευνα έδειξε επίσης ότι το αλιευτικό σκάφος είχε στρίψει προς το νότο και ήταν σχεδόν ακίνητο για τουλάχιστον μία ώρα έως ότου, όπως είπαν οι επιζώντες, πραγματοποιήθηκε μια δεύτερη -και μοιραία- απόπειρα ρυμούλκησης.
Δύο επιζώντες χρησιμοποίησαν το τρισδιάστατο μοντέλο για να περιγράψουν το πώς έγινε η ρυμούλκηση, ενώ τρεις άλλοι, που κάθονταν μέσα ή στο κάτω κατάστρωμα του σκάφους, περιέγραψαν ότι τραβήχτηκαν προς τα εμπρός «σαν πύραυλος», αλλά με τον κινητήρα να μην λειτουργεί, πράγμα που υποδηλώνει προσπάθεια ρυμούλκησης.
Ένας άλλος επιζών είπε ότι άκουσε ανθρώπους να φωνάζουν για ένα σχοινί που προσδέθηκε από τον «ελληνικό στρατό» και εξήγησε ότι το αλιευτικό ρυμουλκήθηκε για 10 λεπτά λίγο πριν βυθιστεί η τράτα. «Αισθάνομαι ότι προσπάθησαν να μας απωθήσουν από τα ελληνικά ύδατα, ώστε να τελειώσει η ευθύνη τους», είπε ένας επιζών αφού εξέτασε τον χάρτη των γεγονότων και αναλογίστηκε τις αναμνήσεις του από τη νύχτα.
Η Μαρία Παπαμηνά, δικηγόρος από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, μία από τις δύο νομικές οργανώσεις που εκπροσωπούν από 40 έως 50 επιζώντες, είπε ότι υπήρξαν δύο απόπειρες ρυμούλκησης, όπως αναφέρθηκε στην ομάδα της. Τα δικαστικά έγγραφα δείχνουν επίσης ότι επτά στους οκτώ επιζώντες κατέθεσαν στον εισαγγελέα, στις 17 και 18 Ιουνίου την απότομη ρυμούλκηση με σχοινί.
Οι ακριβείς συνθήκες της βύθισης δεν μπορούν να αποδειχθούν οριστικά ελλείψει οπτικών στοιχείων. Αρκετοί επιζώντες κατέθεσαν ότι είχαν κατασχεθεί τα τηλέφωνά τους από τις αρχές και κάποιοι ανέφεραν ότι τραβήξαν βίντεο λίγες στιγμές πριν από τη βύθιση. Ερωτήματα παραμένουν γιατί το νεοαποκτηθέν σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής στο σημείο δεν κατέγραψε την επιχείρηση στις θερμικές κάμερές του. Το σκάφος, που ονομάζεται 920, χρηματοδοτήθηκε κατά 90% από την ΕΕ για την ενίσχυση της Frontex στην Ελλάδα και αποτελεί μέρος των κοινών επιχειρήσεων στη χώρα. Η Frontex συνιστά «εάν είναι εφικτό, όλες οι ενέργειες που πραγματοποιούνται από … τα συγχρηματοδοτούμενα περιουσιακά στοιχεία της Frontex θα πρέπει να τεκμηριώνονται συνεπώς με βίντεο».
Σε επίσημες ανακοινώσεις η ελληνική ακτοφυλακή ανέφερε ότι η επιχείρηση δεν καταγράφηκε επειδή το πλήρωμα εστίασε στην επιχείρηση διάσωσης. Ωστόσο, μια πηγή από το λιμενικό είπε ότι οι κάμερες δεν χρειάζονται συνεχή χειροκίνητη λειτουργία και είναι εκεί ακριβώς για να καταγράφουν τέτοια περιστατικά.
Η παρουσία μασκοφόρων ανδρών, που περιγράφονται από δύο επιζώντες ότι συνδέουν ένα σχοινί στη μηχανότρατα, τεκμηριώνεται επίσης στο ημερολόγιο του πλοίου, το οποίο περιλαμβάνει μια καταχώριση για μια ομάδα ειδικών επιχειρήσεων, γνωστή ως ΚΕΑ, που συνδράμει στο 920 εκείνο το βράδυ.
Σύμφωνα με πηγές της ακτοφυλακής, δεν θα ήταν ασυνήθιστο να κινητοποιηθεί το KEA – που συνήθως χρησιμοποιείται σε επικίνδυνες καταστάσεις όπως ύποπτο λαθρεμπόριο όπλων ή ναρκωτικών στη θάλασσα – δεδομένης της άγνωστης κατάστασης του σκάφους, αλλά μια πηγή είπε ότι η παρουσία τους υποδηλώνει ότι το σκάφος έπρεπε να είχε αναχαιτιστεί μόνο για λόγους ασφαλείας.
Μια πηγή περιέγραψε την αποτυχία συνδρομής βοήθειας πιο κοντά στο περιστατικό ως «ακατανόητη». Το 920 κλήθηκε για επιχείρηση από τα Χανιά της Κρήτης, περίπου 150 ναυτικά μίλια από το σημείο της βύθισης. Η πηγή είπε ότι η ακτοφυλακή είχε κάποια μικρότερα αλλά ικανά σκάφη, με έδρα την Πάτρα, την Καλαμάτα, τη Νεάπολη Βοιών και ακόμη και την ίδια την Πύλο. Το 920 έλαβε εντολή από το αρχηγείο της Ελληνικής Ακτοφυλακής να «εντοπίσει» τη μηχανότρατα περίπου στις 15:00 τοπική ώρα στις 13 Ιουνίου. Τελικά ήρθε σε επαφή με το αλιευτικό σκάφος κοντά στα μεσάνυχτα. Αυτόπτης μάρτυρας επιβεβαίωσε ότι ένα άλλο σκάφος βρισκόταν στην Καλαμάτα στις 14 Ιουνίου και θα μπορούσε να είχε φτάσει στη μηχανότρατα μέσα σε λίγες ώρες. «Θα έπρεπε να ήταν μια κατάσταση “στείλτε ότι έχετε”. Η τράτα χρειαζόταν ξεκάθαρα βοήθεια», είπε η πηγή.
Η ελληνική ακτοφυλακή και η Frontex ειδοποιήθηκαν για τo αλιευτικό σκάφος το πρωί της 13ης Ιουνίου. Και οι δύο υπηρεσίες το είχαν φωτογραφίσει από αέρος, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε επιχείρηση έρευνας και διάσωσης – σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, επειδή το σκάφος είχε αρνηθεί τη βοήθεια. Οι αρχές έλαβαν ένα επείγον SOS που λέγεται ότι τους διαβιβάστηκε στις 5.53 μ.μ. τοπική ώρα από την τηλεφωνική γραμμή έκτακτης ανάγκης για μικρά σκάφη Alarmphone, η οποία ήταν σε επαφή με τους επιβαίνοντες.
Δύο από τις πηγές της ακτοφυλακής είπαν στον Guardian ότι πιστεύουν ότι η ρυμούλκηση ήταν ένας πιθανός λόγος για την ανατροπή του σκάφους. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά. Το 2014, μια απόπειρα ρυμούλκησης προσφυγικού σκάφους στα ανοιχτά του Φαρμακονησίου κόστισε 11 ζωές. Τα ελληνικά δικαστήρια απάλλαξαν την ακτοφυλακή, αλλά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εξέδωσε μια καταδικαστική απόφαση το 2022.
Έχουν επίσης διατυπωθεί ισχυρισμοί ότι οι μαρτυρίες των επιζώντων παραποιήθηκαν. Δόθηκαν δύο γύροι μαρτυριών –πρώτα στην ακτοφυλακή και μετά σε έναν αστικό εισαγγελέα– . Ο Guardian είδε και τις δύο. Οι μαρτυρίες στην ακτοφυλακή από δύο διαφορετικούς επιζώντες διαφορετικών εθνικοτήτων είναι λέξη προς λέξη ίδιες όταν περιγράφουν τη βύθιση: «Ήμασταν πάρα πολλοί άνθρωποι στο σκάφος, το οποίο ήταν παλιό και σκουριασμένο… γι’ αυτό ανατράπηκε και βυθίστηκε στο τέλος».
Ενόρκως στον αστικό εισαγγελέα, μέρες αργότερα, οι ίδιοι επιζώντες περιγράφουν περιστατικά ρυμούλκησης και κατηγορούν την ελληνική ακτοφυλακή για τη βύθιση. Ο ίδιος Σύρος επιζών που ανέφερε στην κατάθεσή του από την ακτοφυλακή ότι η τράτα ανατράπηκε λόγω της ηλικίας και του συνωστισμού της κατέθεσε αργότερα: «Όταν μας τράβηξαν και λυπάμαι που το αναφέρω, το σκάφος μας βυθίστηκε. Πιστεύω ότι ο λόγος ήταν η ρυμούλκηση από το ελληνικό σκάφος».
Οι Βρυξέλλες ζήτησαν μια «διαφανή» έρευνα για το ναυάγιο, ενώ υπάρχει εκνευρισμός στους κύκλους της Frontex, η οποία προσέφερε επανειλημμένα στις ελληνικές αρχές – ένα αεροπλάνο δύο φορές και αργότερα ένα drone – αλλά δεν έλαβε απάντηση. Αν και η Frontex αντιμετωπίζει αυξανόμενες εκκλήσεις για αποχώρηση από την Ελλάδα, ο Guardian αντιλαμβάνεται ότι εξετάζει λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως τη διακοπή της συγχρηματοδότησης των πλοίων της ελληνικής ακτοφυλακής.
Εννέα Αιγύπτιοι που επέβαιναν στη μηχανότρατα συνελήφθησαν με κατηγορίες που περιλαμβάνουν ανθρωποκτονία εξ αμελείας, πρόκληση ναυαγίου και διακίνηση μεταναστών με τους ίδιους να αρνούνται τις κατηγορίες. Σύμφωνα με πληροφορίες του Guardian, οι κατηγορούμενοι κατέθεσαν ότι έγιναν δύο απόπειρες ρυμούλκησης, η δεύτερη είχε αποτέλεσμα να βυθιστεί το σκάφος. Ένας αδερφός ενός από τους κατηγορούμενους είπε ότι ο αδερφός του πλήρωσε περίπου 3.000 λίρες για να είναι στο σκάφος, κάτι που αποτελεί απόδειξη, όπως είπε, ότι δεν ήταν διακινητής.
Στην Ελλάδα και όχι μόνο, οι οικογένειες των επιζώντων και των θυμάτων προσπαθούν να καταλάβουν τι συνέβη. Τρεις Πακιστανοί επιζώντες είπαν ότι πέταξαν από το Πακιστάν μέσω του Ντουμπάι ή της Αιγύπτου στη Λιβύη. Δύο πίστεψαν ότι θα πετούσαν από τη Λιβύη στην Ιταλία και σοκαρίστηκαν βλέποντας τη μηχανότρατα. «Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Όταν κοιμάμαι νιώθω σαν να βυθίζομαι στο νερό, νιώθω ότι θα πεθάνω», είπε ένας.
Σχεδόν οι μισοί από τους 750 κατ’ εκτίμηση επιβαίνοντες πιστεύεται ότι ήταν Πακιστανοί πολίτες. Οι πακιστανικές αρχές εκτιμούν ότι 115 προέρχονταν από την Gujranwala, μια περιοχή γνωστή για τις φυτείες ρυζιού και τα χωράφια βαμβακιού της, αλλά βαθιά βυθισμένη στην οικονομική κρίση του Πακιστάν.
Ο Ahmed Farouq, που ζει στα περίχωρα της πόλης Gujranwala, έχασε τον γιο του στο ναυάγιο της Πύλου. Μιλώντας για την αναφερόμενη ρυμούλκηση, είπε: «Ήθελαν να βυθιστεί. Γιατί δεν έσωσαν πρώτα τους ανθρώπους; Αν δεν θέλουν παράνομους μετανάστες, ας μας απελάσουν, αλλά μην μας αφήσουν να πνιγούμε».