Η Διεθνής Αμνηστία με νέα της έκθεση τονίζει 6 προβληματικές καταστάσεις που επικρατούν στο Κατάρ, την χώρα που θα φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου την φετινή χρονιά. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Οι αρχές του Κατάρ καταστέλλουν την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία της συνάθροισης. Οι άδικες δίκες παραμένουν ανησυχητικές. Οι γυναίκες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν διακρίσεις στον νόμο και στην πράξη. Οι νόμοι εξακολουθούν να εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων».

Σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία αυτά είναι:

Ελευθερία της έκφρασης και ελευθερία του τύπου

Οι αρχές του Κατάρ χρησιμοποιούν καταχρηστικούς νόμους για να καταπνίξουν όσα άτομα ασκούν κριτική στο κράτος, συμπεριλαμβανομένων τόσο των πολιτών όσο και των μεταναστριών/-ών εργαζομένων. Η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει περιπτώσεις πολιτών του Κατάρ που κρατήθηκαν αυθαίρετα αφού άσκησαν κριτική στην κυβέρνηση και καταδικάστηκαν μετά από άδικες δίκες που βασίστηκαν σε ομολογίες οι οποίες αποκτήθηκαν με εξαναγκασμό. Στο μεταξύ, ο Malcolm Bidali, ένας Κενυάτης φύλακας ασφαλείας, μπλόγκερ και ακτιβιστής για τα δικαιώματα των μεταναστριών/-ών, εξαφανίστηκε βίαια και κρατήθηκε σε απομόνωση για έναν μήνα επειδή ανέδειξε τη δεινή θέση των μεταναστριών/-ών εργαζομένων.

Το Κατάρ διαθέτει ελάχιστα ανεξάρτητα ή κριτικά μέσα ενημέρωσης. Οι αρχές της χώρας περιορίζουν την ελευθερία του τύπου επιβάλλοντας περιορισμούς στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, μεταξύ άλλων απαγορεύοντας τη βιντεοσκόπηση σε τοποθεσίες όπως κυβερνητικά κτίρια, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, χώρους φιλοξενίας μεταναστριών/-ών εργαζομένων και ιδιωτικές κατοικίες.

Ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και της συνάθροισης

Οι μετανάστριες/-άστες εργαζόμενες/-οι παραμένουν αποκλεισμένες/-οι από τη δημιουργία συνδικάτων ή την ένταξή τους σε αυτά. Αντίθετα, τους επιτρέπεται να σχηματίζουν μεικτές επιτροπές, μια πρωτοβουλία που καθοδηγείται από τους εργοδότες για να επιτραπεί η εκπροσώπηση των εργαζομένων. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, η πρωτοβουλία αυτή δεν είναι υποχρεωτική και καλύπτει μόνο το 2% των εργαζομένων, υπολείπεται δηλαδή κατά πολύ του θεμελιώδους δικαιώματος ίδρυσης και συμμετοχής σε συνδικάτα.

Τόσο οι πολίτες όσο και οι μετανάστριες/-άστες εργαζόμενες/-οι αντιμετωπίζουν επιπτώσεις ως προς την ειρηνική συνάθροιση. Για παράδειγμα, τον Αύγουστο του 2022, εκατοντάδες μετανάστριες/-άστες εργαζόμενες/-οι συνελήφθησαν και απελάθηκαν από τις κρατικές αρχές μετά από διαμαρτυρία στους δρόμους της Ντόχα, όταν η εταιρεία τους επανειλημμένα δεν κατέβαλλε τους μισθούς τους.

Άδικες δίκες

Οι δίκαιες δίκες σε καμία περίπτωση δεν κατοχυρώνονται στο Κατάρ. Κατά την τελευταία δεκαετία, η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει περιπτώσεις άδικων δικών όπου οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων για βασανιστήρια και κακομεταχείριση δεν διερευνήθηκαν ποτέ, και οι ποινές εκδόθηκαν με βάση εξαναγκαστικές «ομολογίες». Συχνά, οι κατηγορούμενες/-οι ανακρίνονταν ενώ κρατούνταν σε απομόνωση χωρίς πρόσβαση σε δικηγόρο ή μεταφραστή.

Ο Ιορδανός υπήκοος Abdullah Ibhais, για παράδειγμα, εκτίει ποινή φυλάκισης τριών ετών μετά από άδικη δίκη στο Κατάρ, η οποία βασίστηκε σε μια «ομολογία» του που, όπως ισχυρίζεται, αποκτήθηκε με εξαναγκασμό.

Δικαιώματα των γυναικών

Οι γυναίκες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν διακρίσεις στον νόμο και στην πράξη στο Κατάρ. Σύμφωνα με το σύστημα αντρικής κηδεμονίας, οι γυναίκες χρειάζονται την άδεια του άντρα κηδεμόνα τους, συνήθως του συζύγου, του πατέρα, του αδελφού, του παππού ή του θείου τους, για να παντρευτούν, να σπουδάσουν στο εξωτερικό με κρατικές υποτροφίες, να εργαστούν σε διάφορες κρατικές θέσεις εργασίας, να ταξιδέψουν στο εξωτερικό (εάν είναι κάτω των 25 ετών) και να αποκτήσουν πρόσβαση στην αναπαραγωγική υγειονομική περίθαλψη.

Το οικογενειακό δίκαιο εισάγει διακρίσεις εις βάρος των γυναικών, οι οποίες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες να ζητήσουν διαζύγιο και σοβαρότερα οικονομικά μειονεκτήματα εάν το πράξουν, σε σύγκριση με τους άντρες. Οι γυναίκες εξακολουθούν επίσης να προστατεύονται ανεπαρκώς από την ενδοοικογενειακή και τη σεξουαλική βία.

ΛΟΑΤ δικαιώματα

Οι νόμοι του Κατάρ εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΤ ατόμων. Το άρθρο 296(3) του Ποινικού Κώδικα ποινικοποιεί πλήθος συναινετικές σεξουαλικές πράξεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, συμπεριλαμβανομένων πιθανών ποινών φυλάκισης για όποιο άτομο «οδηγεί, παρακινεί ή δελεάζει έναν άντρα, με οποιοδήποτε μέσο, να διαπράξει πράξη σοδομισμού ή ακολασίας». Ομοίως, το άρθρο 296 (παράγραφος 4) ποινικοποιεί όποιο άτομο «παρακινεί ή δελεάζει άντρα ή γυναίκα, με οποιοδήποτε μέσο, να διαπράξει πράξεις αντίθετες προς τα χρηστά ήθη ή παράνομες».

Τον Οκτώβριο του 2022, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατέγραψαν περιπτώσεις στις οποίες οι δυνάμεις ασφαλείας συνέλαβαν ΛΟΑΤ άτομα σε δημόσιους χώρους με μοναδικό κριτήριο την έκφραση του φύλου τους και έψαξαν τα τηλέφωνά τους. Είπαν επίσης ότι ήταν υποχρεωτικό για τις κρατούμενες τρανς γυναίκες να παρακολουθούν συνεδρίες θεραπείας μεταστροφής ως προϋπόθεση για την απελευθέρωσή τους.

Εργασιακά δικαιώματα

Παρά τις συνεχείς προσπάθειες της κυβέρνησης να μεταρρυθμίσει το εργασιακό σύστημα του Κατάρ, οι καταχρήσεις παραμένουν διαδεδομένες σε όλη τη χώρα. Ενώ οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί για ορισμένες/-ους εργαζόμενες/-ους, χιλιάδες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ζητήματα όπως καθυστερημένοι ή απλήρωτοι μισθοί, άρνηση ημερών ανάπαυσης, μη ασφαλείς συνθήκες εργασίας, εμπόδια στην αλλαγή εργασίας και περιορισμένη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, ενώ οι θάνατοι χιλιάδων εργαζομένων παραμένουν ανεξιχνίαστοι. Παρόλο που ένα ταμείο έχει αρχίσει να καταβάλλει σημαντικά ποσά σε εργαζόμενες/-ους από τις/τους οποίες/-ους έχουν κλαπεί μισθοί, εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστριες/-άστες εργαζόμενες/-οι δεν έχουν ακόμη αποζημιωθεί για εργασιακές καταχρήσεις που αντιμετώπισαν την τελευταία δεκαετία.

Η καταναγκαστική εργασία και άλλες μορφές κακοποίησης συνεχίζονται αμείωτες, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα της ασφάλειας και στην οικιακή εργασία, που εκτελείται κυρίως από γυναίκες. Η καταβολή εκβιαστικών αμοιβών πρόσληψης για την εξασφάλιση θέσεων εργασίας παραμένει ευρέως διαδεδομένη, με ποσά που κυμαίνονται μεταξύ 1.000 και 3.000 δολαρίων ΗΠΑ. Πολλές/-οί εργαζόμενες/-οι χρειάζονται μήνες ή ακόμα και χρόνια για να αποπληρώσουν το χρέος, γεγονός που τελικά τους παγιδεύει σε κύκλους εκμετάλλευσης.