«Καμμία δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε. Η έρευνα έκλεισε πριν λίγες εβδομάδες. Και αν και πολλές φορές η ελπίδα σε εγκαταλείπει, θέλω ακόμη να σκέφτομαι ότι θα γίνει δυνατόν ότι θα γίνει κάποτε μια δίκαιη δίκη. Ότι θα υπάρξει δίκη εκείνου του αστυνομικού που με πυροβόλησε χωρίς καμμία πρόκληση, χωρίς καν να γίνεται διαδήλωση, χωρίς η ζωή του να βρίσκεται σε κίνδυνο».

Είναι το πιο γνωστό θύμα της αστυνομικής βαρβαρότητας κατά την λαϊκή εξέγερση του 2019 στη Χιλή. Δέχθηκε επίθεση αναίτια, έχασε με μιας τρεις από τις αισθήσεις της – όραση, γεύση και οσμή – το κρανίο της έγινε κομμάτια. Η Φαβιόλα Καμπιγιάι (Fabiola Campillai), εργάτρια, μητέρα τριών παιδιών, ιθαγενής, δέχθηκε στο πρόσωπο το στοχευμένο δακρυγόνο ενός μπάτσου, καθώς πήγαινε στη δουλειά της, στις 26 Νοέμβρη του 2019, ενώ ακόμη ο λαός της βρισκόταν στους δρόμους, ζητώντας δικαιοσύνη. Τη δικαιοσύνη που η ίδια δεν επρόκειτο να γνωρίσει από την πλευρά οποιουδήποτε κρατικού φορέα. Αλλά που, με τον τρόπο του, αποκατάστησε ο λαός της Χιλής. 

«Στις 26 του Νοέμβρη του 2019, την ώρα που πήγαινα στη δουλειά μου, ήμουν στη γωνία της Βιβασέτα. Την ώρα που έφτασα στη γωνία, οι χιλιάνοι αστυνομικοί με έπληξαν ρίχνοντας ένα δακρυγόνο κατευθείαν στο πρόσωπό μου. Νωρίτερα εκείνη τη μέρα είχαν γίνει διαδηλώσεις αλλά την ώρα που έφευγα για τη δουλειά, είχαν τελειώσει. Για την ακρίβεια, το κέντρο είχε δώσει εντολή ήδη στους αστυνομικούς να φύγουν,  αλλά αυτοί δεν έφυγαν. Με χτύπησαν στο κεφάλι με το δακρυγόνο  αφήνοντάς με τυφλή, χωρίς γεύση και όσφρηση, και με πολλαπλά κατάγματα στο κρανίο μου. Και βεβαίως δεν μου έδωσαν καμμία βοήθεια Δεν ενημέρωσαν ότι είχα πέσει κάτω. Δεν εκλήθη ασθενοφόρο να με παραλάβει. Οι γείτονές μου ήταν που νοιάστηκαν, κι η αδελφή μου, που ήταν μαζί μου εκείνη τη μέρα. Η αδελφή μου άρχισε να ουρλιάζει, κι οι γείτονες βγήκαν από τα σπίτια τους  και άρον άρον με βάλανε σε ένα αυτοπκίνητο και με πήγαν στα επείγοντα ενός νοσοκομείου. Μετά από αυτά, ήμουν σε κώμα περίπου μια εβδομάδα,  κι ύστερα στο νοσοκομείο των εργατών». 

Πέρασε έξι μήνες στο Νοσοκομείο των Εργατών, όπου τη μετέφεραν απλοί άνθρωποι. Σε κώμα, μετά απανωτές εγχειρήσεις, μετά μαθήματα για να επιβιώσει με αυτή την τεράστια αλλαγή στη ζωή της. Γνωρίζοντας ότι δε θα ξαναδεί ποτέ τα πρόσωπα των παιδιών της, του άντρα της, ότι δε θα μπορέσει να ξαναδουλέψει, έστω γι’ αυτά τα κάπου 250 ευρώ που ήταν ο μισθός της σε μια χώρα με τιμές Ελλάδας, ότι τίποτε πια δε θα έχει γεύση, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ξαναπαίξει ποδόσφαιρο, το χόμπυ της – ότι θα στερούνταν για πάντα τις πιο απλές χαρές, μιας ταπεινής καθημερινότητας, αυτής της μάνας, της εργάτριας, της αυτοεξυπηρετούμενης γυναίκας. 

«Από κει και πέρα άλλαξε όλη μου η ζωή.  Ήταν μια ξαφνική αλλαγή, χωρίς τα μάτια μου  δεν μπορούσα πια να κάνω αυτά που ως τότε θεωρούσαν νορμάλ.  Έπρεπε να μάθω να περπατάω σε ένα άλλο δρόμο να μάθω να βλέπω τη ζωή αλλοιώς, με άλλο τρόπο  Να “βλέπω” τα παιδιά μου χωρίς να τα βλέπω να μην βλέπω τα πρόσωπά τους, μόνο να τα φαντάζομαι πια, και να θυμάμαι πως ήταν στη γέννα. Γύρισα σπίτι μου μετά από έξι μήνες. Έξι μήνες νοσηλευόμενη, έξι μήνες αγώνα, έξι μήνες εγχειρησεων.. όλα αυτά που με έκαναν να συνεχίσω με μεγάλη δύναμη τον αγώνα  να γίνω καλά και να γυρίσω στα παιδιά μου και την οικογένειά μου να μπορέσω να ζήσω μια κανονική ζωή  και να μετατρέψω σε δύναμη αυτό που μου συνέβη για να μη γυρίσω πίσω και γίνω κακιά. Η αντίδραση του λαού ήταν γεμάτη αγάπη  αυτοί είναι που κάναν όλο αυτό τον αγώνα δυνατό, με την στήριξη και τη δύναμή τους, [άνθρωποι] έρχονταν κάθε μέρα σπίτι μου, να με ενισχύσουν, κάτι που χρειαζόμουν. Ο λαός μας, ο λαός μας έγινε ο θεμέλιος πυλώνας για να προχωρήσουμε μπροστά όλοι όσοι επιβιώσαμε από την καταστολή,  από όλες τις καταπατήσεις δικαιωμάτων που διέπραξαν οι εκπρόσωποι του κράτους*. Από πλευράς της ελίτ, του κράτους, των επίσημων φορέων και της κυβέρνησης, απόλυτη σιωπή. Δεν επιδίωξαν να μας βοηθήσουν με κανέναν τρόπο να βοηθήσουν να αποδοθεί δικαιοσύνη κι αποζημιώσεις. Ακόμη και δύο χρονια μετά την εναντίον μου επίθεση τα ίδια κάνανε».

Το δακρυγόνο εκτοξεύτηκε από απόσταση 50 μέτρων και είχε θερμοκρασία 200 βαθμών Κελσίου όταν την έπληξε. Ηταν τυχερή, με κάποιο τρόπο, που η αδελφή της, η Άννα Μαρία, τη συνόδευε, να τα πουν λιγάκι, ώσπου να πάρει το λεωφορείο για τη δουλειά, εκεί, στο Σίνκο Πίνος, τη γειτονιά τους. Ήταν δίπλα της όταν το δακρυγόνο έπληξε το πρόσωπό της, όταν «εξερράγησαν» τα μάτια της, ο νωτιαίος μυαλός ενώθηκε με τον εγκέφαλο, κι έπεσε κάτω, αναίσθητη, μες στα αίματα. Ήταν δίπλα της όταν ακούστηκε ένας αστυνομικός να λέει στον άλλο: «Μπράβο, ωραία βολή!».

Η Άννα Μαρία ήταν εκεί. Πρώτα να φωνάξει τους αστυνομικούς, μήπως βοηθούσαν, ύστερα να τους ζητήσει να φωνάξουν ασθενοφόρο. Την απάντησαν στέλνοντας ακόμη ένα δακρυγόνο στα πόδια της. Η Άννα Μαρία ήταν εκεί για να φωνάξει βοήθεια από τους γείτονες, να τουες δει να βγαίνουν από τα σπίτια, ένας που είχε αυτοκίνητο να το προσφέρει, να βάζουν μέσα τη Φαβιόλα και να τη μεταφέρουν στα επείγοντα κάποιου νοσοκομείου. Από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, μέχρι να μπει στο νοσοκομείο των εργατών, να περάσει εκεί έξι μήνες, χειρουργείο το χειρουργείο, να βγει από το κώμα και να γυρίσει σπίτι της. 

Σήμερα, με δύο προσθετικά μάτια, με σταθερή φωνή, με ευγένεια και γλύκα φυσική, η Φαβιόλα είναι μαζί μας, απέναντί μας**. Απλά ντυμένη, αμακιγιάριστη, με σταθερή φωνή που ανεβαίνει ελάχιστα όταν μιλάει για τα παιδιά της και τον τρόπο που έμαθε ο μικρούλης γιός της τι της συνέβη, χαμογελάει όταν την αγκαλιάζω, και με αγκαλιάζει με τον τρόπο που σε αγκαλιάζουν εκείνοι που αλήθεια νοιάζονται. 

Η Φαβιόλα είναι σήμερα Γερουσιάστρια. Η δεύτερη που εκλέγεται ως ανεξάρτητη σε ολόκληρη την ιστορία της χώρας. Κατέβηκε στο Σαντιάγο, και εξελέγη πανηγυρικά, με μεγάλη διαφορά ψήφων. «Γραφείο» της υποψηφιότητας της ήταν η αυλή του σπιτιού της, «προσωπικό» οι φίλοι, οι σύντροφοι και οι γείτονες. Ολοι όσοι ελπίζουν να αποδοθεί δικαιοσύνη. Ολοι όσοι επιμένουν να νοηματοδοτούν εκείνον τον μεγάλο, πιο πρόσφατο αγώνα, του λαού της Χιλής. 

 «Εκείνη την 18η Οκτώβρη [2019] οι νέοι μας, οι σύντροφοί μας, βγήκαν στους δρόμους να αγωνιστούν για τα δικαιώματά μας,  για μια καλύτερη ζωή για δικαιοσύνη. Και τώρα, ζούμε μια ιστορική στιγμή, γιατί έχουμε την [συνταγματική] συνέλευση να δουλεύει, χάρη σε κείνη την κοινωνική έκρηξη, και θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα δωσει καρπούς.  Πως, δεν αγωνιστήκαμε άδικα, πως θα έχουμε ένα νέο σύνταγμα  που θα αλλάξει τη Χιλή μας, που τόσο το επιθυμούμε».

Με ανθρώπους με τη δύναμή της μπροστά. 

«Την δύναμη μου τη δίνουν πρωτα απ’ όλα τα παιδιά μου που είναι η σημαία του αγώνα μου. Η οικογένειά μου, ο άντρας μου, η μητέρα μου, τα αδέλφια μου  και όλους τους συντρόφους μου που καταπατήθηκαν τα δικαιώματά τους, κατά την κοινωνική έκρηξη. Τη δύναμη μας τη δίνουν οι σύντροφοι που χάσαμε, που σκοτώθηκαν αγωνιζόμενοι». 

Εκεί που αλλάζει ελαφρά η σταθερή, ακέραια φωνή της. Όταν μιλάει για τα παιδιά της. Για την οικογένειά της, 

«Η κατάσταση για εκείνους ήταν πολύ δύσκολη, στην αρχή, ειδικά για τις δύο μεγάλες μου κόρες γιατί ο άντρας μου φρόντισε ο μικρός μας να μην καταλάβει τι είχε συμβεί στη μητέρα του. Τον προετοίμαζε σιγά σιγά, μέχρι να του αποκαλύψει τι έγινε, αλλά υπήρξαν στιγμές άγχους και στιγμές οργής γιατί δεν ήξερε τι συνέβαινε με τη μητέρα του». 

Και τώρα; τώρα που ο λαός επανανοηματοδοτεί τη θυσία της;

«Πως θα τελείωνε όλο αυτό, και πως σήμερα θα εκλεγόμουν.. θα είμαι εκλεγμένη γερουσιάστρια… Είναι πολύ χαρούμενοι, γιατί βλέπουν ότι η μητέρα τους είχε την δύναμη που χρειαζόταν για να προχωρήσει μπροστά  ενδυναμώθηκε και κατόρθωσε να δώσει αυτό τον αγώνα κι ότι όλα όσα μου συνέβησαν σήμερα  έχουν γίνει δύναμη. Τα παιδιά μου χαίρονται για όσα ζούμε σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε  και άγχος. Αλλά είμαστε και χαρούμενοι. Είναι ένα αληθινό μείγμα συναισθημάτων».

Της λέω πως μου έχει κάνει εντύπωση πως πάντα μιλάει για «το λαό της», τους «ανθρώπους της», mi gente, mi pueblo λέει στις συνεντεύξεις. 

«Οι άνθρωποί μου, ο λαός μου  είναι οι χιλιάνες και οι χιλιάνοι που με στήριξαν όλο αυτό τον καιρό, που είναι μαζί μου και που δεν έφυγαν από το πλευρό μου ποτέ, είναι οι σύντροφοί μου.  Ο λαός μου είναι η Χιλή που μας στηρίζει  και που μας δείχνει την αγάπη της… την αγάπη και την υποστήριξή της».  

Ο Πατρίτσιο Ματουράνα, ο αστυνομικός που έριξε την «καλή βολή», που κατέστρεψε την ταπεινή κι απλή κανονικότητά της, είναι σε κατ’ οίκον περιορισμό. Η έρευνα για το έγκλημά του έκλεισε το Σεπτέμβριο, και παρ΄ότι  κατέθεσαν εβδομήντα μάρτυρες, παρ’ ότι υπήρχε εισαγγελική πρόταση για 12 χρόνια φυλακής – η ανώτατη ποινή είναι τα 15 βάσει του εδώ νόμου – τελικά όλα «διορθώθηκαν» στην τελική απόφαση και η ποινή έγινε κατ΄οίκον περιορισμός. Στο σπίτι του. Εκεί που τον επισκέφθηκε ο ακροδεξιός υποψήφιος για την προεδρία, ο Χοσέ Αντόνιο Καστ. 

«Η επίσκεψή του  στο σπίτι του Πατρίσιο Ματουράνα, του επικεφαλής αστυνομικού που μου επετέθη, δείχνει τι είδους άνθρωπος είναι [ο Καστ] το είδος που δεν μπορεις να του έχεις καμμιά εμπιστοσύνη, που δε θες να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Χιλής. … Αυτό το πολιτικό σύστημα δεν επιτρέπει τίποτε σε μας, τους ταπεινούς ανθρώπους.  Δεν επιτρέπει σε μας τους εργάτες, την εργατική τάξη, να μπούμε σε θέσεις εξουσίας.  Είναι οι ίδιοι εγκληματίες που ως σήμερα ανανεώνουν συνεχώς την εξουσία τους. Για αυτό είναι και τόσο σημαντικό που μπήκα στη Γερουσία. Είμαι η πρώτη γερουσιάστρια που προέρχεται από τους ιθαγενείς λαούς, είναι εργάτρια, είναι πρωτόγνωρη εμπειρία και για αυτούς που με είδαν να γεννιέμαι  και να φτάνω τα 38 μου χρόνια». 

Η Φαβιόλα ανήκει στον ιθαγενικό λαό των Διαγίτα (Diaguita), που η γη τους είναι η περιοχή που ανήκει στη σημερινή Χιλή ονομάζουν Νόρτε Τσίκο και εκείνη που ανήκει στη σημερινή Αργεντινή και λέγεται Λα Ριόχα.

Της λέω πως έχει το σεβασμό και την αγάπη μας. Της λέω για τα σχόλια στο fb, όταν είπα ότι θα έχουμε την τιμή να της μιλήσουμε. «Χαιρετώ τις ελληνίδες γυναίκες συνεχίζουμε αυτό τον αγώνα για όλα μας τα δικαιώματα, ως γυναίκες», λέει. Και ξαναμιλάει για τον αγώνα της Χιλής. Μας θέλει δίπλα της. Και είμαστε δίπλα της, τώρα το ξέρει.

Σε μία από τις παλιότερες συνεντεύξεις της, δε θυμάμαι που, είχα κρατήσει πως, η τελευταία εικόνα που είδε, το τελευταίο πράγμα που αντίκρυσε πριν χάσει τα μάτια της, ήταν «ένας άνδρας που πήγαινε να αγοράσει ψωμί σε ένα φούρνο απέναντι». Η δικαιοσύνη και το ψωμί. Ο αγώνας της Φαβιόλας στο δρόμο, στη γερουσία, στη Χιλή. 

 

 

*Η Φαβιόλα είναι μία από τους 453 Χιλιάνους που έχασαν την όρασή τους από σφαίρες ή δακρυγόνα αστυνομικών, κατά τις τετράμηνες κινητοποιήσεις του λαού της Χιλής (Οκτώβρης 2019 – Φλεβάρης 2020). 

**Το βίντεο και το μοντάζ της συνέντευξης έκανε ο Νίκος Βεντούρας. Τα πλάνα των εκλογικών εορτασμών της Φαβιόλας στην πλατεία Αξιοπρέπειας, γύρισε ο Σταμάτης Βρετινάρης.