του Θάνου Καμήλαλη

Για παράδειγμα, το 2018, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, θεωρούσε πρώτον, ότι ο μνημονιακός κανόνας «1 πρόσληψη για κάθε 5 αποχωρήσεις» πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται και δεύτερον, ότι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας οι γιατροί «πλεονάζουν», ενώ λείπουν νοσηλευτές.

Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναρωτιόταν επίσης: «Τι μας ενοχλεί, αντί να αγοράζουμε ως κράτος τομογράφους, να αγοράζουμε τις υπηρεσίες. Σε αυτή τη δομή, θα εργάζονται δημόσιοι υπάλληλοι και αν κάνουν καλά τη δουλειά τους, η ιδιωτική εταιρεία να τους δίνει και ένα μπόνους». Ως κυβέρνηση, ο υπουργός Υγείας Κικίλιας προωθεί τις απερίγραπτα αποτυχημένες Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), τονίζοντας ότι «δημόσια και δωρεάν υγεία δεν σημαίνει και κρατική». Ιδεοληπτικοί, θρασύτατοι δημοσιολόγοι, όπως ο Άρης Πορτοσάλτε και ο, νυν βουλευτής της ΝΔ, Μπάμπης Παπαδημητρίου συζητούσαν σοβαρά στο ραδιόφωνο, τον Μάιο του 2019, για κλείσιμο ή και γκρέμισμα δημόσιων νοσοκομείων. Υποθέτω ότι δεν μπορούν, ακόμα κι αυτοί, να διατυπώσουν μία τέτοια πρόταση σήμερα.

Στην εποχή του κορονοϊού βέβαια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει έκκληση σε 2.000 γιατρούς και νοσηλευτές να ενταχθούν στο ΕΣΥ, με διετείς συμβάσεις και υπόσχεση για μονιμοποίηση στη συνέχεια. Μερίδα της κοινωνίας που πιστεύει στο «αόρατο χέρι της αγοράς» που αυτορρυθμίζει τα πάντα έρχεται αντιμέτωπη με την κενότητα των επιχειρημάτων της, όταν δημοσιοποιούνται καταγγελίες, όπως αυτή του Τάσου Τέλογλου, για ιδιωτικές κλινικές που χρεώνουν 290 ευρώ το τεστ για τον ιό. Σε μία κρίση τέτοιου μεγέθους, είναι το δημόσιο σύστημα Υγείας που θα κληθεί να ανταπεξέλθει. Το υποστελεχωμένο, με δεκάδες χιλιάδες οργανικά κενά, κατασυκοφαντημένο και ρημαγμένο μετά από δέκα χρόνια κρίσης, δημόσιο σύστημα Υγείας, με το ίδιο προσωπικό που εδώ και χρόνια καταγγέλλει τις συνθήκες, τις ελλείψεις, τις εξοντωτικές εφημερίες, τις ελλείψεις σε κρεβάτια και Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.

Μήπως να μιλήσουμε με την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών για καμιά ακόμα δωρεά σε σεντόνια, μαξιλάρια και κουβέρτες; Ή μήπως να καταλάβουμε ότι απλά το δικαίωμα στην Υγεία είναι πανανθρώπινο και στοιχειώδες, κοινωνικό αγαθό; Όχι μόνο στην περίοδο της κρίσης του κορονοϊου, όπου πρέπει «να είμαστε ενωμένοι» και υπάρχει ο κυριάρχος φόβος ότι ο ένας μπορεί να κολλήσει τον άλλον. Σε κάθε περίοδο, όταν η πανδημία είναι κάτι που μένει σε ταινίες θρίλερ και επιστημονικής φαντασίας.

Σήμερα ίσως δεν είναι δύσκολο, αλλά αύριο, όταν οι δογματικές πομφόλυγες ξαναξεκινήσουν, θα πρέπει το μάθημα του κορονοϊου να είναι σαφές. Όπως το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με ρατσιστικούς οχετούς περί των «ξένων που φέρνουν αρρώστιες», που ακούστηκε για τους πρόσφυγες μέχρι και από τους Μητσοτάκη – Πέτσα. Να σημειώσουμε και να τονίσουμε εδώ ότι εν μέσω των μέτρων και τις παγκόσμιας επιφυλακής, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες μένουν σε άθλιους καταυλισμούς και η ανάγκη για εκκένωση τους είναι πιο «επιτακτική από πότε», όπως ανέφεραν την Πέμπτη οι Γιατροί χωρίς Σύνορα.

Το ίδιο θα πρέπει να συμβεί και με την αδιανόητη, για 40 ακόμα χρόνια, συνεχή λιτότητα, με μεγάλα πλεονάσματα που μπορούν να μην επιτευχθούν «μόνο σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή ανωτέρας του κράτους βίας», όπως λέει ο μηχανισμός αυτόματης περικοπής δαπανών που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα, αλλά και πάλι σε πλήρη συνεννόηση με το Eurogroup.

Από την οικονομική κρίση δυστυχώς, ως κοινωνία, δεν μάθαμε πολλά. Έχουμε μία κυβέρνηση που νομοθετεί με μότο το «περασμένα ξεχασμένα και όλα καλά», προς όφελος ολιγαρχών, τραπεζιτών και διαφόρων συμφερόντων, κρατώντας παράλληλα το ίδιο πελατειακό κράτος. Από την άνοδο του φασισμού στη χώρα, δεν ξέρω. Τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων σε νησιά όπως η Λέσβος και η Χίος και οι νέες αναφορές σε «αγανακτισμένους κατοίκους», μαζί με την ολιγωρία των αρχών και το χάιδεμα των κυβερνώντων με κάνουν απαισιόδοξο. Υπάρχει πάντα περιθώριο πάντως.

Αλλά τουλάχιστον κι ενώ δεχόμαστε την προσωπική ευθύνη και απαιτούμε τη συλλογική, πολιτική ευθύνη μέσα στην περίοδο του κορονοϊού, να μάθουμε και να θυμόμαστε. Υπάρχουν αγαθά που είναι υπεράνω του κέρδους, για όλους. Γιατί η πανδημία θα περάσει, αλλά και όταν αυτό γίνει, η κρίση για πολλούς συνανθρώπους μας, ασθενείς και εργαζόμενους στην Υγεία, θα συνεχιστεί. Τότε θα δούμε αν μελετήσαμε το μάθημα.