Αγνοώντας Διεθνές Δίκαιο, Διεθνείς Συμβάσεις και Διεθνείς Οργανισμούς, η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε την προηγούμενη εβδομάδα στην αποδοχή και «νομιμοποίηση» των ισραηλιτικών εποικισμών στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης. Είχαν προηγηθεί, τo 2017, η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας και η μεταφορά εκεί της πρεσβείας των ΗΠΑ στη χώρα και η αναγνώριση, τον περασμένο Μάρτιο, των κατεχόμενων Υψιπέδων του Γκολάν της Συρίας, ως ισραηλινών – μάλιστα, με μετονομασία μελλοντικού (επ)οικισμού ως «Υψίπεδα Τραμπ» (Ραμάτ Τραμπ), από το Νετανυάχου «για να ευχαριστήσει τον Πρόεδρο Τραμπ, που έσπασε δεκαετίες διπλωματικής παράδοσης των ΗΠΑ, αναγνωρίζοντας ως Ισραηλινά τα υψίπεδα». Τα έργα θα ξεκινήσουν, όπως έχει ανακοινωθεί, μετά τις ερχόμενες ισραηλινές εκλογές.
Βάσει του Διεθνούς Δικαίου ο εποικισμός είναι έγκλημα πολέμου. Γι αυτό άλλωστε και εκπρόσωπος της Παλαιστινιακής Αρχής είπε, στο αλ Τζαζίρα, μετά την ανακοίνωση Τραμπ και τις σχετικές δηλώσεις Πομπέο ότι, «ΗΠΑ και Ισραήλ είναι συνέταιροι στο έγκλημα (partners in crime)». Περισσότεροι από εξακόσιες χιλιάδες εβραίοι – θρησκόληπτοι και ακραίοι, συνήθως- έχουν εγκατασταθεί, μέσω των εποικισμών, στις Παλαιστινιακές Περιοχές, ενώ τα σπίτια των Παλαιστινίων γκρεμίζονται και ανθρώπινες ζωές θυσιάζονται.
Αν και η συνήθης διατύπωση των αμερικάνικων θέσεων, μέχρι τη στροφή Τραμπ, δεν έκαναν λόγο για παράνομους εποικισμούς αλλά για «μη συνάδουσα με το διεθνές δίκαιο» πρακτική, ωστόσο δεν ερχόταν σε ξεκάθαρη σύγκρουση με την διεθνή θέση και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Σήμερα, ο Τραμπ έχει υιοθετήσει τις πιο ακραίες ισραηλινές θέσεις και η σχέση του με τον Μπίμπι Νετανυάχου φαίνεται να έχει αποκατασταθεί πλήρως.
Εμείς οι δυό οι φίλοι
Για τους αμερικάνους αναλυτές, η κίνηση της αναγνώρισης ως Ισραηλινών των Υψιπέδων είχε στόχο να βοηθήσει τον Νετανυάχου να κερδίσει τις τότε εκλογές. Όταν ο Νετανυάχου έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ο Τραμπ τον στήριξε ανοικτά. «Ελπίζω ο Μπίμπι κι εγώ να συνεχίσουμε να δουλεύουμε μαζί ώστε η συμμαχία Ισραήλ και ΗΠΑ να είναι ισχυρότερη από ποτέ», τουίταρε ο αμερικάνος πρόεδρος.
Ο μη σχηματισμός κυβέρνησης στο Ισραήλ, μετά εκείνες τις εκλογές, και η πρόσφατη δίωξη του Νετανυάχου για σκάνδαλα, πριν τις ερχόμενες, πιθανόν να βρίσκονται πίσω από τη νέα αναγνώριση, αυτή των Εποικισμών. Ο Τραμπ θέλει και πάλι να βοηθήσει το φίλο του, αγνοώντας τις συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης. Και ο Νετανυάχου θέλει να εκμεταλλευτεί την τεράστια δημοφιλία του Τραμπ στο Ισραήλ, όπως έχει πει ο αναλυτής του Πολιτικού Φόρουμ του Ισραήλ, Μάικλ Κόπλοου. Πριν τις εκλογές του Απριλίου, η βασική προεκλογική αφίσα του Λικούντ, ήταν ο ίδιος ο Νετανυάχου με τον Τραμπ, να δίνουν τα χέρια και το βασικό του τηλεοπτικό σποτάκι ήταν η ανακοίνωση της αναγνώρισης της κατοχής στα Υψίπεδα, από τον Τραμπ, στο Λευκό Οίκο, με το Νετανυάχου δίπλα του.
Ο Ρίτσαρντ Φαλκ, αναλυτής στα της Μέσης Ανατολής και Καθηγητής στο Πρίνστον, θεωρεί, πάντως, ότι ναι μεν ο Τραμπ κινείται για να βοηθήσει τον Μπίμπι, αλλά «παραμένει στο πλαίσιο της υπαρκτής πολιτικής των ΗΠΑ», που όμως εξελίσσεται σε «τεράστια απειλή στην παγκόσμια ειρήνη», καθώς «ποτέ πριν στη διατύπωση των θέσεων των ΗΠΑ δεν υπήρχε τόση απόσταση από το Διεθνές Δίκαιο».
Η νέα αναγνώριση, αυτή των Εποικισμών, εξορίζει κάθε πιθανότητα ειρήνευσης στην περιοχή και αφαιρεί κάθε διπλωματική οδό από τους Παλαιστινίους – ειδικά με τις αδύναμες και αδιάφορες ηγεσίες των άλλων δυτικών κρατών, που κωφεύουν μονίμως και περιορίζονται σε ανακοινώσεις, όταν ο Τραμπ αλωνίζει.
«Δεν άφησαν τίποτε στην Παλαιστίνη, κι αυτό είναι που θέλει το Ισραήλ – θέλει να μας διώξει όλους», δήλωσε η σύμβουλος της Παλαιστινιακής Αρχής, Ντιάνα Μπουτου, στο TRT. «Ξέραμε ότι θα έρθει αυτή η ώρα, το περιμέναμε. Κάθε αμερικάνικη προεδρία, από το Ρήγκαν και μετά […] έστελνε στο Ισραήλ το μήνυμα ότι η επίδειξη ισχύος είναι και Δίκαιο [that might is right] και ότι η παραβίαση του διεθνούς δικαίου ανταμείβει».
Η καταστρατήγηση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου είναι βόμβα στα θεμέλια του όποιου διαλόγου για το Παλαιστινιακό. Οι Παλαιστίνιοι δεν μπορούν να ελπίζουν στη λύση των δύο κρατών, που ναι μεν φυτοζωεί μετά το Οσλο αλλά παραμένει η βάση όλων των συνομιλιών, και οι Αμερικανοί κάνουν ξεκάθαρο ότι γι’ αυτούς υπάρχει και θα υπάρχει μόνον ένα κράτος. Ατζέντα για διμερείς συνομιλίες δεν μπορεί να φτιαχτεί υπό αυτές τις συνθήκες, σύμφωνα με αραβικές πηγές, που επίσημα εξέφρασε πρώτη η κυβέρνηση της Ιορδανίας. Παράλληλα, αυτή τη στιγμή στο Ισραήλ δεν υπάρχει καμμία εχέφρων φωνή. «Υπάρχει δεξιά και ακροδεξιά, και σιωνιστική αριστερά, αλλά καμμία άλλη άποψη δεν ακούγεται», τονίζει ο Γεδεών Λεβύ, αρθογράφος της Χααρέτζ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλη την προεκλογική περίοδο που διανύουμε, και σε όλες τις σχετικές πολιτικές συζητήσεις, το Παλαιστινιακό είναι ανύπαρκτο.
Το κοινό εντός των ΗΠΑ
Όπως έδειξε και η απόφασή του να απορρίψει μονομερώς την συμφωνία με το Ιράν, ο Τραμπ έχει μια δική του άποψη για τη διεθνή πολιτική. Με κύριο στόχο την εξυπηρέτηση της επανεκλογής του. Η πολιτική του στο Ισραήλ απευθύνεται στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Και, μπορεί δευτερεύων στόχος να είναι οι νεαροί κοσμικοί Εβραίοι, που αποτελούν συνήθως ψηφοφόρους των Δημοκρατικών – εξ ου και η προσπάθεια του διαβόητου Jexodus – αλλά εκεί τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα. Οι μεικτοί γάμοι – που πρόσφατα υπουργός του Ισραήλ χαρακτήρισε «δεύτερο Ολοκαύτωμα» – και η εκκοσμίκευση δεν βοηθούν την στροφή προς τα δεξιά, ούτε καν τη συντήρηση των δεσμών με το Ισραήλ. Οι αμερικανοεβραίοι «μιλλένιαλς» δεν αισθάνονται το ίδιο δέσιμο με το Ισραήλ που ένοιωθαν προηγούμενες γενιές.
Ο πρωτεύων στόχος της πολιτικής Τραμπ, είναι οι σκληροπυρηνικοί ευαγγελικοί χριστιανοί, το πιο συντηρητικό κομμάτι της Αμερικάνικης κοινωνίας, το οποίο και στηρίζει σφόδρα την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ στους Αγίους Τόπους, διότι χωρίς αυτό δεν θα επέλθει η Δευτέρα Παρουσία.
Ο Τραμπ στηρίζεται σε αυτά τα ακραία στοιχεία, και τη συσπείρωσή τους, για την επανεκλογή του. Σε αυτούς απευθύνεται και αυτούς ικανοποιεί, ίσως και περισσότερο από τον Νετανυάχου, με τα «δώρα» του και την πλήρη αδιαφορία του για την έννοια του δικαίου.
Η Κύπρος απέναντι στις εξελίξεις
Η απόφαση Τραμπ έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στο Κυπριακό. Η Κύπρος βρίσκεται, και αυτή, αντιμέτωπη με Εποικισμούς στα Κατεχόμενα, και παράλληλα οι πιο πρόσφατες κυβερνήσεις της την έχουν προσδέσει στο άρμα του Ισραήλ, αποδυναμώνοντας τη σχέση της με τις χώρες της περιοχής που μοιράζονται την ίδια ιστορία απο-αποικιοποίησης, από τη δεκαετία του ’60. Επιπρόσθετα, όλα τα χρόνια της Κατοχής, η Κυπριακή διπλωματία στηρίζεται ακριβώς στο Διεθνές Δίκαιο – το σημαντικότερο όπλο της στο Κυπριακό. Κινήσεις, λοιπόν, που αγνοούν το Διεθνές Δίκαιο, θα έπρεπε να βρίσκουν όλο τον πολιτικό κόσμο της Κύπρου απέναντι – ειδικά κινήσεις προσάρτησης κατεχομένων (Γκολάν) ή Εποικισμών.
Η πρόσδεση, όμως, στο ξένο καράβι, μάλλον βάζει την Κύπρο σε μεγάλη φουρτούνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, η Κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων απέτυχε να υιοθετήσει ομόφωνο ψήφισμα καταδίκης της αμερικάνικης «νομμοποίησης» των κατεχόμενων Υψιπέδων του Γκολάν, ενώ η δήλωση Πομπέο για την νομιμοποίηση των Εποικισμών, αντιμετωπίστηκε με εκκωφαντική σιωπή, με μόνη εξαίρεση την Κυπριακή αριστερά που δήλωσε ότι «η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνεχίζει την προκλητική πολιτική παραγνώρισης και καταπάτησης του διεθνούς δικαίου, χαρακτηρίζοντας, με δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών M. Πομπέο, ως νόμιμους τους ισραηλινούς εποικισμούς στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη».