του Θάνου Καμήλαλη

Το μοτίβο των «ιστορικών» ευρωπαϊκών αποφάσεων θα έπρεπε να είναι κάπως γνώριμο στην Ελλάδα της τελευταίας δεκαετίας διαρκών και διαδοχικών κρίσεων. Ιστορική ήταν η συμφωνία για το πρώτο μνημόνιο, που παρουσιάστηκε σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο ως «το μεγαλύτερο δάνειο στην ιστορία», αποτέλεσμα της «σκληρής διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης Παπανδρέου». Ιστορικές ήταν και οι συμφωνίες και την πλήρη παράδοση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για τη Συμφωνία  Ε.Ε. – Τουρκίας. Το πώς έχουν εξελιχθεί όλες αυτές οι ιστορικές αποφάσεις, το έχει δείξει η ιστορία, τα στοιχεία, οι «συγγνώμες» των πρώην πλέον ευρωπαίων αξιωματούχων αλλά και οι μετέπειτα εξελίξεις (βλ. πλεονάσματα μέχρι το 2060, εργαλειοποίηση του προσφυγικού από Τουρκία, αλλά και Μόριες).

Το μοτίβο λοιπόν λέει ότι στο ανώτατο ευρωπαϊκό επίπεδο κυριαρχούν δύο στοιχεία: Η καταφανής άρνηση της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης να μοιράζει τα βάρη στα κράτη – μέλη, παρά τις συνεχείς λεκτικές διακηρύξεις «αλληλεγγύης», όπως επίσης και η εμμονή στην τακτική «κλωτσάμε το τενεκεδάκι λίγο πιο κάτω και βλέπουμε». Αυτές οι τακτικές είναι συνέπειες μίας «Ένωσης» που στην πράξη δεν είναι καθόλου Ένωση. Κάθε κράτος κοιτάει τον εαυτό του και το εσωτερικό του ακροατήριο, με αποτέλεσμα το όραμα της «Ενωμένης Ευρώπης» να πνίγεται μονίμως στις αντιφάσεις του. Το είδαμε με την επιλογή Γερμανών και Γάλλων να περιορίσουν την οικονομική κρίση στον Νότο, σώζοντας τις τράπεζές τους, με τις «χώρες του Βίζενγκραντ» να κάνουν ό,τι θέλουν στο Προσφυγικό, τις Ουγγαρία – Πολωνία να λειτουργούν εκτός των ορίων ενός κράτους Δικαίου κλπ.

Η συμφωνία για το «Ταμείο Ανάκαμψης» της Ε.Ε. λοιπόν ακολουθεί όλα τα παραπάνω. Είναι το αποτέλεσμα «συμβιβασμών», στην καλύτερη περίπτωση, που ευνουχίζουν την όποια φιλοδοξία του αρχικού σχεδίου για σοβαρή αντίδραση, εν μέσω μιας πανδημίας. Η κοινή πρόταση Γαλλίας – Γερμανίας προέβλεπε, θεωρητικά, ένα πακέτο 500 δισεκατομμυρίων σε επιδοτήσεις. Τελικά το ποσό μειώθηκε στα 390 δις, αλλά ας δεχθούμε ότι αυτό είναι μία καλή λύση, ώστε να βρεθεί κοινός τόπος παρά τις έντονες αντιθέσεις.

Το μόνο «θετικό» σε όλα αυτά θα μπορούσε να είναι η αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους για τη δημιουργία του Ταμείου, δηλαδή ένα πολύ πετσοκομμένο ευρωομόλογο. Το ελάχιστο δηλαδή, εν μέσω μίας σχεδόν πανευρωπαϊκής κρίσης, που σε κάποιον βαθμό αφορά όλα τα κράτη – μέλη. Βέβαια, «αμοιβαιοποίηση» σημαίνει ότι και η Ελλάδα θα κληθεί να πληρώσει το ποσό που της αναλογεί, ενώ παράλληλα, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι σε μια επόμενη, πολύ πιο περιορισμένη κρίση, που δεν θα οφείλεται σε πανδημία (ας πούμε, κρίση χρέους στην Ιταλία), η Ε.Ε. ή η Ευρωζώνη θα ακολουθήσουν την ίδια λύση μοιράσματος των βαρών. Εντύπωση επίσης και συγκεκριμένα συμπεράσματα για την κατεύθυνση και τον στρουθοκαμηλισμό της Ε.Ε., θα πρέπει να προκαλεί το γεγονός ότι από την τελική συμφωνία κόπηκαν η περιορίστηκαν ιδιαίτερα σημαντικά ευρωπαϊκά ταμεία, ενώ μετά από τις αντιδράσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να συνδεθεί η χρηματοδότηση με την τήρηση των κανόνων ενός κράτους Δικαίου. Το πιο… σουρεαλιστικό είναι ότι μετά από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις λόγω μιας πανδημίας, οι ηγέτες έβγαλαν από το κάδρο ένα κοινό Ταμείο για την Υγεία, ύψους 9 δισ.

 

 

Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι τα όποια χρήματα θα αργήσουν πολύ. Βρισκόμαστε εν μέσω μιας τρομακτικής οικονομικής κρίσης και η απάντηση της Ε.Ε ήταν ότι οι επιδοτήσεις θα ξεκινήσουν από το 2021 και έπειτα. Εδώ και έναν μήνα περίπου, φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ περιμένουν τα 32 δισ. και φαντασιώνονται, με σειρά άρθρων, «τι θα τα κάνουμε» και «αν θα επενδυθούν σωστά». Η παραπάνω γραμμή θα βρίσκεται μάλλον σε μια κάποια σύγχυση, καθώς μετά το τέλος του Συνόδου Κορυφής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βγήκε και ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα κέρδισε 70 δισ, κάνοντας τον ΣΚΑΙ να μετράει χαρτονομίσματα σε πρωινή εκπομπή υπό τους ήχους του «Big in Japan».

 

 

Η λαθροχειρία είναι προφανής, γιατί η κυβέρνηση πλέον προσθέτει στα 19 δις. των επιχορηγήσεων σε βάθος τριετίας, τα 12 δισ. των δανείων και τα 39 δις. του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για το 2021-2027, (τα ΕΣΠΑ δηλαδή), αγνοεί το χρονοδιάγραμμα αλλά και τα ποσά που θα συνεισφέρει η Ελλάδα, όπως επίσης και τον ρυθμό απορρόφησης. Ευρωπαϊκός προϋπολογισμός και ΕΣΠΑ υπήρχαν και την προηγούμενη δεκαετία, να θυμίσουμε, αλλά προφανώς δεν σταμάτησε, ούτε καθυστέρησε, την οικονομική κρίση στη χώρα.

Πρακτικά, μιλάμε για ένα ποσό κοντά στα 4 δισ, το 2021-2023, συν τα προγράμματα ΕΣΠΑ για την επόμενη εξαετία 2021-2027, με ίσως κάποια πιο γρήγορη καταβολή τα πρώτα δύο χρόνια και μια περίπλοκη διαδικασία εκταμίευσης. Μια διαδικασία που , συνοπτικά, προβλέπει «αξιολογήσεις» του κάθε εθνικού σχεδίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με τα υπόλοιπα κράτη – μέλη να έχουν τη δυνατότητα, να εκφράσουν διαφωνίες. Δηλαδή οι θιασώτες της σκληρής λιτότητας, οι «φειδωλοί», όπως χαρακτηρίστηκαν, του Βορρά, δορυφόροι έμμεσα ή άμεσα της Γερμανίας, θα έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τις κινήσεις του πιο ασταθούς και χτυπημένου από τις συνεχείς κρίσεις Νότου. Δεν είναι τυχαίο που χρησιμοποιείται επίσημα ο όρος ότι τα κράτη – μέλη «θα έχουν πρόσβαση». Η πρόσβαση θα έχει σίγουρα αξιολογήσεις επί του «αναπτυξιακού σχεδίου», ορόσημα και τμηματικές πληρωμές.

Άρα μιλαμε για μνημόνια; Στο κομμάτι του «Ταμείου Ανάκαμψης» μάλλον όχι. Ως προς αυτό μιλάμε απλά για τη συνέχεια των ίδιων πολιτικών, με αποθέωση του νεοφιλελεύθερου κι αποτυχημένου «trickle down», δηλαδή της υπόθεσης ότι ο πλούτος δημιουργείται από τους ισχυρούς (βλ. Μεγάλες εταιρείες που θα χρηματοδοτηθούν για «επενδύσεις»)  και στη συνέχεια διαχέεται στην υπόλοιπη κοινωνία, από πάνω προς τα κάτω, αναλογικά. Μαζί φυσικά με τον θρίαμβο της γραφειοκρατίας και την αδυναμία της Ε.Ε. να δώσει δραστικές λύσεις σε άμεσα, παγκόσμιας κλίμακας προβλήματα.

Για την Ελλάδα όμως, συνολικά, το μείγμα είναι εκρηκτικό. Η ελληνική οικονομία θα έρθει αντιμέτωπη με μία τεράστια ύφεση το 2020, ας υποθέσουμε (γιατί ο τουρισμός παραμένει το μεγαλύτερο ερωτηματικό) περίπου 10%, ενώ ήδη, στο πρώτο εξάμηνο, παρουσιάζει ένα πρωτογενές έλλειμμα 5,8 δισ. στο πρώτο εξάμηνο. Παράλληλα, στο τελευταίο «κρίσιμο Eurogroup», η ελληνική κυβέρνηση ενστερνίστηκε τις «εκτιμήσεις» των δανειστών για επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2021. Ουσιαστικά, δεσμεύτηκε για κάτι τέτοιο. Είναι εφικτό να συμβεί κάτι τέτοιο χωρίς νέα μέτρα λιτότητας; Μάλλον όχι, παρά το γεγονός ότι στο πιθανότερο σενάριο, θα υπάρχει κάποιας μορφής ανάκαμψη το 2021 (δύσκολο τα πράγματα να πάνε ακόμα χειρότερα).

Παράλληλα, κανείς δεν έχει ασχοληθεί με το τι συμβαίνει με το, δήθεν βιώσιμο, με πλάνο το 2060 να φτάσει στα επίπεδα προ πρώτου μνημονίου, του 2009, δημόσιο χρέος. ένα χρέος που προ κορονοϊού, βασιζόταν στα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2021-22 και κάτι παραπάνω από 2% έκτοτε. Το θεωρούν βιώσιμο και τώρα, μετά τη νέα οικονομική κρίση λόγω πανδημίας;

Συν τοις άλλοις, αυτή η νέα κρίση βρίσκει στο τιμόνι της χώρας, ίσως την πιο «μνημονιακή» κυβέρνηση που είχαμε ποτέ. Από τις ρυθμίσεις στο αντιπεριβαλλοντικό νομοσχέδιο, στις διατάξεις για την Παιδεία (βλ. και το κατατεθέν νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση), στην πρόθεσή της να ιδιωτικοποιήσει το ίδιο το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας αλλά και, με ταχύτατες διαδικασίες εν μέσω παγκόσμιας κρίσης, για όποιο κομμάτι δημόσιας περιουσίας  δεν είχαν προλάβει να πουλήσουν οι προηγούμενες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μπορεί να τα καταφέρει πολύ καλά και μόνη της, χωρίς να της επιβληθούν οι σχετικοί όροι από τους δανειστές. Θέλοντας να επωφεληθεί από την αποδοχή της επιτροπής λοιμωξιολόγων, υπό τον Σωτήρη Τσιόδρα, η κυβέρνηση έχει συστήσει για την οικονομία την «Επιτροπή Πισσαρίδη» προσπαθώντας από τώρα να μειώσει τις όποιες αντιδράσεις στις πολιτικές της. Σημεία του ενδιάμεσου πορίσματος της Επιτροπής, που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα (κεφαλαιοποιητικό ασφαλιστικό, συγχώνευση μικρομεσαίων επιχερήσειων, «ανταγωνιστικότητα» στην αγορά εργασίας) θα προκαλούσαν επευφημίες και πανηγυρισμούς στους δανειστές. Ένας δεύτερος πυλώνας για να μειωθούν οι αντιδράσεις, θα είναι η επίκληση της πανδημίας. «Και τι άλλο να κάνουμε δηλαδή» θα είναι το ένα αντεπιχείρημα, σε διάφορες εκφάνσεις, μαζί με το «αν δεν υπήρχε ο κορονοϊός θα βλέπατε ανάπτυξη», ψέμα που χρησιμοποιήθηκε ακόμα και σε πρωθυπουργικό διάγγελμα, με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ να διαψεύδουν τον Μητσοτάκη. Αυτά όμως τα επιχειρήματα, μαζί με τον πόλεμο προπαγάνδας, θα συντροφεύουν τη Νέα Δημοκρατία καθόλη της διάρκεια παραμονής της στην εξουσία.

«Αν, συνεπώς, θεωρήσουμε και αποδεχθούμε όλοι σε αυτήν την Αίθουσα ότι θα υπάρχει ύφεση, προφανώς ένα κομμάτι της κοινωνίας θα φτωχύνει»  ανέφερε σε μια συζήτηση στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας. Ο όρος – κλειδί είναι το «ένα κομμάτι της κοινωνίας». Γιατί σε αυτό το πλαίσιο, που καλλιεργείται ήδη, πολύ επιμελώς, ένα κομμάτι θα δει την κρίση ως ευκαιρία για να επιβάλλει περισσότερο τα συμφέροντά του κι ένα κομμάτι θα πληρώσει ακόμα έναν λογαριασμό, είτε με την καλή («δεν υπάρχει εναλλακτική») είτε με την ανάποδη (ξύλο). Περιμένοντας, στο μεταξύ, δεκάδες δισεκατομμύρια.