Ελ Σαλβαδόρ, Ινδία, Σρι Λάνκα, Αφρική, Αργεντινή, Ευρώπη, Ελλάδα του 2019, Ελλάδα του 1930. Κοινό και διαχρονικό στοιχείο ο βιασμός, η κακοποίηση, ο βασανισμός και η εμπορία ανήλικων παιδιών. Η Θεατρική Ομάδα Ανδρομέδα καταπιάνεται με γεγονότα που «δεν πρέπει να ξεχνάμε» και στήνει γέφυρα ανάμεσα σε δεκαετίες και δεκάδες περιστατικά παιδικής κακοποίησης, χώρες του «τρίτου κόσμου», αλλά και χώρες της Δύσης. Επτά ηθοποιοί που «ντύνονται» με κούκλες και μάσκες, δημιουργώντας την επιβλητική παράσταση Κατανόησε με ή σε καταβροχθίζω στον πολυχώρο Vault.

Μαρτυρίες παιδιών απ’ όλον τον κόσμο, στοιχεία από οργανισμούς, ιστορικά ντοκουμέντα των τελευταίων εβδομήντα ετών, συνθέτουν το έργο. Θεατρικοί αυτοσχεδιασμοί και ψυχοσωματικές τεχνικές μαζί με στοιχεία μιμικής και χορού, με κούκλες και μάσκες, με πρακτικές απ’ το θέατρο της Ανατολής, με μουσικές διαδρομές και «συνομιλίες» απ’ τη χώρα κάθε παιδιού-μάρτυρα, μαζί με αναφορές σε στατιστικές, συγκρίσεις και έρευνες σχετικά με την κακοποίηση των παιδιών σε όλο τον κόσμο.

Ο δημιουργός της παράστασης, Κοραής Δαμάτης, μιλά στο ΤΡΡ για τα περιστατικά που η δήθεν προηγμένη κοινωνία προσπαθεί να κρύψει κάτω από το χαλί, αλλά και τα ψυχρά νούμερα που κρύβονται πίσω από κακοποιημένα και δολοφονημένα παιδιά. Κάνοντας μια ανάγνωση στη σημερινή ελληνική κοινωνία στέκεται στην «πρόοδο» που καμωνόμαστε ότι έχουμε πετύχει μέσα σε βάθος δεκαετιών, που όμως δεν διαφέρει και τόσο από την «κανονικότητα» περασμένων δεκαετιών.

Αυτό που βλέπουμε κατά τη διάρκεια της παράστασης είναι μαρτυρίες, για τα όσα έχουν περάσει παιδιά σε όλο τον πλανήτη, μαρτυρίες κακοποίησης και βασανιστηρίων.

Ναι, μαρτυρίες παιδιών. Μαζέψαμε τις μαρτυρίες, εγώ μαζί με την ομάδα «Ανδρομέδα» και έκανα την τελική επιλογή και κάποια σύνθεση κειμένων, για να βγάλουμε το αποτέλεσμα στη σκηνή.

Πώς σου ήρθε να το συνθέσεις αυτό, να το βάλεις σε μια ράγα και να το φτιάξεις;

Αυτό αρχίζει από πέρσι. Η θεατρική ομάδα «Ανδρομέδα» αποτελείται από τέσσερα κορίτσια, μαθήτριές μου παλιές. Εγώ διδάσκω στις σχολές του θεάτρου καμιά σαρανταριά χρόνια. Ήταν τέσσερις μαθήτριές μου. Ήρθαν και με βρήκαν, μου λένε: «ξέρεις θέλουμε αυτό, να κάνουμε μία ομάδα κ.τ.λ.». Τους είπα ότι οι ομάδες είναι πάρα πολλές, ότι πρέπει ν’ ασχοληθείτε με κάτι πέρα από το «θέατρο» – εντός εισαγωγικών – που να έχει σχέση με την εποχή σας και αυτά που ζείτε. Κι έτσι αποφασίσαμε πέρσι και κάναμε το «Γυναίκες από χώμα», που ήταν για τις οροθετικές γυναίκες του 2012, ένα συμβάν που είχε γίνει στην Ελλάδα.
Αυτή η παράσταση πήγε πάρα πολύ καλά και μετά σκεφτήκαμε τι άλλο μπορούμε να κάνουμε και τους πρότεινα την παράσταση για τα παιδιά. Πέσαμε λοιπόν με τα μούτρα, βρήκαμε πάρα πολλές μαρτυρίες απ’ όλο τον πλανήτη. Μαζέψαμε από βιβλία, από ντοκιμαντέρ, από βίντεο, ό,τι μπορείς να φανταστείς,  έγινε ένα ξεσκαρτάρισμα, και έγινε αυτό το θεατρικό έργο.

Μπήκανε και τα θεατρικά τραγουδάκια που θυμόμουν εγώ από τα παιδικά μου, και συνδέθηκαν και με στοιχεία, που μαζεύτηκαν πάλι από έρευνες που έχουν γίνει από στατιστικές, από την UNESCO… Δηλαδή είναι από πολλούς οργανισμούς αυτά τα εμβόλιμα που πέφτανε κάθε τόσο στην ώρα της παράστασης.
Από κει και πέρα, εγώ να σου πω την αλήθεια, ως κακοποίηση είχα στο κεφάλι μου ορισμένα πράγματα δεδομένα, όπως έχει κάθε άνθρωπος. Όταν αρχίσαμε να κοιτάμε το θέμα, είδαμε ότι κακοποίηση δεν είναι ένα πράγμα, είναι πάρα πολλά. Και εκεί αρχίζαμε και το χάναμε λίγο, πήγαμε να χάσουμε τη μπάλα.  Διότι κακοποίηση είναι τα παιδιά-στρατιώτες, κακοποίηση είναι η κλειτοριδεκτομή, κακοποίηση είναι τα παιδιά του δρόμου στο Ελ Σαλβαδόρ… Δεν είναι λοιπόν μόνο η σεξουαλική κακοποίηση, ούτε η λεκτική κακοποίηση και βία που ασκείται στα περισσότερα παιδιά του δυτικού κόσμου. Είναι και πολλά άλλα είδη κακοποίησης, ας το πούμε έτσι, που είναι σε όλο τον πλανήτη.

Όπως η κατασκευή των ζητιάνων στην Ινδία. «Κατασκευή» εντός εισαγωγικών,  που πωλούνται εκεί τα παιδιά πάρα πολύ φθηνά, γύρω στα 90 ευρώ με 140 ευρώ, διότι οι οικογένειες είναι πολυμελείς, διότι δεν μπορούν να τα μεγαλώσουν, διότι τα κορίτσια είναι τεράστιο βάρος στην Ινδία, οπότε πωλούνται σε τιμές ευκαιρίας, και υπάρχουν αυτά τα καρτέλ, υπάρχουν αυτές οι ομάδες, που τα αγοράζουν αυτά τα παιδιά, τα κατασκευάζουν ζητιάνους, ας το πούμε έτσι, ανάπηρους, σπάνε χέρια, σπάνε πόδια, τυφλώνουν, και μετά γίνεται αυτό το εμπόριο.

Δηλαδή τα βγάζουν στις γωνίες των μεγαλουπόλεων, εισπράττουν, τα μαζεύουν το βράδυ, τους βάζουν ένα πιάτο φαΐ, και τα κοιμίζουν εκεί σαράντα-σαράντα σε μεγάλες αίθουσες, την άλλη μέρα τα ίδια. Δηλαδή η κακοποίηση δεν είναι ένα πράγμα. Και αυτό είναι που μας οδήγησε στο να επιμείνουμε τελικά να κάνουμε αυτό το θέμα.

Παρουσιάζετε πάρα πολλά περιστατικά και όπως είπαμε και πριν, δεν είναι μόνο από μία χώρα, ή από μία ήπειρο του κόσμου. Είναι συνεχής η εναλλαγή των ιστοριών. Έχουμε εφτά ηθοποιούς στην αρχή συνολικά, και ο κάθε ηθοποιός παίρνει ένα δικό του ρόλο. Και κάποιες φορές τα παιδιά μοιράζονται τη φτώχεια και την κακοποίηση που υφίστανται.

Γιατί αυτό είναι ο άνθρωπος τελικά. Θα προσπαθήσει να ζήσει, να επιβιώσει. Αυτά τα παιδάκια λοιπόν που είναι πάρα πολλά, χωρίς γονείς, ή διωγμένα από γονείς, γιατί οι γονείς χωρίζουν, παίρνει κάποιος άλλος το παιδί, ο καινούριος δε θέλει το παλιό, και όλα αυτά. Καταλήγουν στον δρόμο, μαθαίνουν να μαγειρεύουν στον δρόμο, μαθαίνουν να κάνουν έρωτα στον δρόμο, μαθαίνουν τα πάντα στο νδρόμο. Η ζωή τους είναι ο δρόμος. Θα βρούνε τρόπο να επιζήσουν. Είτε καθαρίζοντας τζάμια, είτε μεταφέροντας πράγματα, είτε ψάχνοντας σκουπίδια. Θα βρούνε τρόπο να επιβιώσουν. Και αυτό είναι το καταπληκτικό. Ότι ζούνε μια, ας το πούμε, «κανονική» – εντός πολλών εισαγωγικών – ζωή, στο δρόμο.

Ένα εντυπωσιακό στιγμιότυπο από την παράσταση είναι αυτό με τα παιδιά που καθαρίζουν τζάμια και το «γαμώτο, εγώ δεν πρόλαβα να βγάλω τόσα λεφτά σήμερα».

Το ένα παιδί στηρίζει το άλλο. Ναι, είναι καταπληκτικό το πόσο στηρίζει το ένα παιδί το άλλο, ενώ περνάνε τόσα.

Πρόκειται για μαρτυρίες παιδιών, τα οποία ενώ έχουν υποστεί βασανιστήρια, έχουν βιαστεί, έχουν ξυλοκοπηθεί, έχουν αναπτύξει έναν ιδιαίτερο δεσμό μεταξύ τους.

Ήταν ζητούμενο για αυτό που θέλουμε να προβάλουμε. Κατ’ αρχήν η κακοποίηση δεν είναι μόνο σεξουαλική, αυτό είναι ένα μέρος. Στη Δύση παίζει πάρα πολύ. Η απομόνωση, το κλείδωμα των παιδιών στο σπίτι, και η κακοποίηση από πατέρα ή από συγγενείς. Είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο στη Δύση. Πιστεύω και στην Ανατολή, αλλά εδώ περισσότερο. Από κει και πέρα, σαφώς υπάρχει αλληλεγγύη μεταξύ των παιδιών, εάν μπορούν να το πουν.  Μην ξεχνάμε ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια να μιλήσει το παιδί, ενώ τη δεκαετία του ’40, ’50, ’60 και του ’70, ίσως και ’80, δεν έλεγε το τι του είχε συμβεί. Διότι έχει δεθεί η κακοποίηση, κατά παράδοξο τρόπο, με ένα συναίσθημα ενοχής στο θύμα. Ότι φταίει κατ’ αρχήν το θύμα.

Γιατί να νιώθει το θύμα ότι φταίει;

Το πρώτο θέμα είναι να πει «φταίω». Το δεύτερο είναι να ανακοινωθεί, να ειπωθεί, να μαθευτεί το γεγονός. Είναι σαν να το μαθαίνει ο υπόλοιπος κόσμος και νιώθει το παιδί ότι θα βγει έξω, θα βγει στο περιθώριο, θα βγει εκτός κοινωνίας. Στιγματισμένο και εκτός κοινωνίας.  Αυτός είναι πάρα πολύ σημαντικός λόγος που το ωθεί να μην το πει. Να μη μαρτυρήσει. Να το κρύψει και να το κουβαλάει μετά σε όλη του τη ζωή, σαν τραύμα που δε μπορεί να διορθωθεί, γιατί περνώντας τα χρόνια, μεταβάλλεται και ο ψυχισμός του ανθρώπου που έχει κακοποιηθεί.
Σε παρόμοια συμπεριφορά ή σε ένα αντίθετο πεδίο. Δηλαδή, που φροντίζει τα παιδιά, που φροντίζει να μην πάθουν αυτά που έπαθε εκείνο. Και βλέπεις ότι οι ειδήσεις δεν σταματάνε. Ιδιαίτερα στις καθολικές κοινωνίες, στις κοινωνίες που έχουν καθολικισμό, συνεχώς βγαίνουν περιστατικά, οι παπάδες στη Νορβηγία, οι παπάδες στη Σουηδία, βγαίνουνε τώρα τα παιδιά που είναι 45 χρονών άντρες, και καταγγέλλουν τώρα, για τα γεγονότα που τους συνέβησαν όταν ήταν πέντε, έξι χρονών, όταν πηγαίνανε στην εκκλησία, ή ο παπάς τους είπε «έλα να βοηθήσεις»… Συνεχώς βγαίνουν γεγονότα κακοποίησης σεξουαλικής. Και βέβαια υπάρχουν και αυτά τα γκρουπ που φεύγουν κάθε Σαββατοκύριακο για τις χώρες τις «εξωτικές», όπου υπάρχει η παιδική πορνεία.

Και είναι «κανονικότητα» εκεί;

Ναι, είναι «κανονικό» και αυτό είναι κάτι δυσβάστακτο. Όχι ότι ξεκίνησε τώρα η παιδική πορνεία. Η παιδική πορνεία, θυμάμαι ένα μυθιστόρημα, μπορεί να το έχεις διαβάσει, του Ντάρελ, το Αλεξανδρινό κουαρτέτο. Που ήταν γύρω από την Αλεξάνδρεια και το Κάιρο το 1930. Όπου σε κάποιες σελίδες περιγράφει την παιδική πορνεία στο Κάιρο. Σε κάποια καταγώγια, σε κάποια σπίτια, που ήτανε παιδιά που τα ποτίζανε με όπιο, για να μην καταλαβαίνουν και να μην εναντιώνονται στην πράξη των ενηλίκων, και κρατάει πολύ καιρό αυτό το θέμα της κακοποίησης των παιδιών.

Είπαμε τώρα για χώρες όπως είναι το Ελ Σαλβαδόρ, η Ινδία, η Σρι Λάνκα, και την ίδια στιγμή ο κόσμος έχει την εντύπωση ότι αυτά δεν συμβαίνουν στη δήθεν πολιτισμένη Δύση.

Εμείς είμαστε οι δήθεν καλοί και πολιτισμένοι και τα έχουμε ξεπεράσει. Όλο το κομμάτι με τις κοπέλες από την Ιταλία, με τη σεξουαλική κακοποίηση είναι ένα ολόκληρο βιβλίο αυτό που έγραψε μία κυρία, ψυχοθεραπεύτρια, που είδε για αρκετά χρόνια, πάρα πολλές κοπέλες, που έχουν κακοποιηθεί.  Πρέπει δε να πω, κάτι που ίσως δεν είναι απόλυτα γνωστό, ότι η σεξουαλική κακοποίηση, σε ποσοστό, είναι μεγαλύτερη στα αγόρια απ’ ό,τι στις κοπέλες. Για ποιο λόγο δε γνωρίζω, απλώς εικάζω, ότι ένα αγόρι είναι ακόμα πιο δύσκολο να το πει. Γιατί εκεί «χάνεται» και το φύλο. Μπερδεύεται και το φύλο μέσα. Και έτσι γίνεται βουβό θύμα. Δηλαδή νιώθεις ότι δεν θα το πει ποτέ. Η Δύση βρίθει από τέτοια περιστατικά. Και βέβαια, αυτό που είναι πολύ σημαντικό, είναι η παιδική εργασία.
Σχετικά με την εκμετάλλευση των παιδιών, είναι σαν να υπάρχει μια άρνηση από τη Δύση για να το δει, σαν να στρέφουν αλλού το βλέμμα. Βεβαίως το αρνούνται αλλά πηγαίνουν κιόλας σε τέτοιες «εκδρομές». Μια αεροπορική εταιρεία, δεν θα αναφέρω το όνομα, γερμανική, πολύ μεγάλη εταιρεία, έχει εκδρομές Σαββατοκύριακου, που πάνε Ευρωπαίοι παιδεραστές, πάνε σ’ αυτά τα νησιά που ανέφερες, σε τέτοιες χώρες και επιστρέφουν. Είναι weekend δηλαδή. Αυτά έχουν γίνει εκδρομές. Αυτό για να σωθεί, να σταματήσει πρέπει να περάσουν αρκετά χρόνια και να υπάρχει ένας αγώνας από πολύ κόσμο για να μπορέσεις να το φρενάρεις αυτό το πράγμα.

Μήπως είναι μια μικρή νίκη ότι σε σχέση με 20 χρόνια πριν, αυτά βγαίνουν στη φόρα;

Παλιά δεν έβγαιναν καθόλου. Γιατί ξεχνάμε σε ποια ηλικία είναι παιδί και σε ποια ηλικία σταματάει να είναι παιδί. Λοιπόν, μέχρι πριν 60-70 χρόνια το παιδί σταμάταγε στην ηλικία των 5 ετών. Μετά τα 5 έπρεπε να μπει στο παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας.

Στην παράσταση υπάρχουν κάποιες μαρτυρίες από το 1930, στην Ελλάδα, που ήτανε παιδάκια που δουλεύανε στα εργοστάσια, μάλιστα με ονοματεπώνυμο τα εργοστάσια. Γι’ αυτό σου λέω, είναι μαρτυρίες που τις βρήκαμε.

Τότε λοιπόν τα παιδάκια σε φτωχές οικογένειες έμπαιναν να δουλέψουν. Και ας ήταν 9 χρονών, ας ήταν 10, ξεγελούσαν το ΙΚΑ, δεν ξέρω αν υπήρχε το ΙΚΑ τότε. Τέλος πάντων ξεγελούσαν αυτούς τους οργανισμούς ότι τα παιδιά είναι μεγάλα, είναι δεκατριών ξέρω . Ακόμη και πιστοποιητικά γέννησης άλλαζαν για να μπορέσουν να δουλέψουν. Και βλέπουμε ότι και στην Ελλάδα πριν 70 χρόνια ας πούμε υπήρχε παιδική εργασία.

Βλέπουμε μια πολύ ιδιαίτερη σκηνή, όπου τα παιδιά μιλάνε μεταξύ τους και «ανταγωνίζονται» για τη φτώχεια τους.  

Ε, βέβαια. Πόσα βγάζει το κάθε παιδί. Που κάνει μεγάλη εντύπωση τελικά ο άλλος που έχει δική του επιχείρηση, ενώ στην πραγματικότητα πουλάει τυρόπιτες και περπατάει 200 χιλιόμετρα την μέρα, αλωνίζει όλο τον Πειραιά και το θεωρεί ότι ήδη είναι επιχειρηματίας με κάτι τυρόπιτες της συμφοράς, πρέπει να ’τανε από το πρωί φτιαγμένες, από την προηγούμενη, που φτάνανε το επόμενο βράδυ, με τα καρβουνάκια που ζεσταίνανε σε αυτά που βάζανε τις τυρόπιτες. Αλλά έτσι ήταν. Σου λέω, μέχρι πρόσφατα, για μένα πρόσφατα είναι τα 70, 80 χρόνια, το παιδί σταμάταγε να είναι παιδί στα πέντε. Μετά τα πέντε του έπρεπε να μπει στην παραγωγή. Η παιδεία, το σχολείο δηλαδή ήταν για τους ελάχιστους. Δεν είχες δικαίωμα στο σχολείο δηλαδή. Έπρεπε να πας να δουλέψεις.

Πώς ένιωθες την ώρα που τα διάβαζες, την ώρα που έβλεπες τις μαρτυρίες, πώς θα το στήσεις, πώς θα «φτιάξεις» τον κάθε χαρακτήρα για τους 7 ηθοποιούς;

Αυτό που πιάστηκα από την ώρα που άρχισα να δουλεύω τα κείμενα ήταν ότι κατάλαβα ότι  δεν θα μπορούσαν τα παιδιά να βγούνε, που είναι είκοσι, είκοσι τριών, είκοσι πέντε χρονών, να κάνουν τα παιδιά. Μου φαίνεται δεν θα ήταν καλό. Δεν θα ήταν αισθητικά καλό. Και έτσι πήγε το μυαλό μου στις κούκλες. Αυτό μας έλυσε πάρα πολύ και τα χέρια και την ψυχή. Δηλαδή η όλη δουλειά πια ήτανε να δώσω κίνηση, φωνή και ψυχή στην κούκλα. Δεν είμαι εγώ. Εγώ γίνομαι το ενδιάμεσο. Είναι το παιδί και η κούκλα. Και εγώ σαν ηθοποιός γίνομαι το ενδιάμεσο του παιδιού και της κούκλας. Παύω λοιπόν να παίζω και προσπαθώ να ζωντανέψω την κούκλα με τη μαρτυρία ενός παιδιού.  Δεν είναι κείμενα γραμμένα για το θέατρο. Είναι μαρτυρίες. Δηλαδή αυτά τα γράψανε παιδιά. Με την κούκλα βέβαια έπεσε πολλή δουλειά, να φορεθεί η κούκλα, πώς φοριέται, πώς αρχίζω και κουνάω τα χέρια μου…
Υπάρχει και η μάσκα που είδες, υπάρχει δηλαδή μια ουδέτερη μάσκα, η γκρι, και οι άλλες που δείχνουν χαρακτήρες από διάφορα πράγματα, από διάφορα γεγονότα και μαρτυρίες, αλλά η κούκλα μάς άνοιξε δρόμους. Δηλαδή καταλάβαμε τι έπρεπε να κάνουμε. Βέβαια έπεσε πολλή δουλειά. Γιατί με κινήσεις μια κούκλα 1.30 ύψος, φορεμένη πάνω σου δεν είναι εύκολο, αλλά με πολλή δουλειά και επειδή τα παιδιά δοθήκανε πολύ, δηλαδή πραγματικά δοθήκαν στην δουλειά , το θέλανε, το ψάξαμε και το βγάλαμε.

Πόσο καιρό σάς πήρε για να δουλέψετε την παράσταση;

Το σύνολο είναι περίπου 4 μήνες, κάπου εκεί. Χωρίς τη συγγραφή του κειμένου. Το κείμενο κράτησε κανένα μήνα, δύο, πριν μπούμε στις πρόβες. Δηλαδή όλη η ιστορία σε απασχολεί κανένα εξάμηνο. Και οι πρόβες από ένα σημείο και ύστερα ήταν καθημερινές βέβαια, γιατί δεν γινόταν αλλιώς.

Ο συμβολισμός με τις κούκλες και τις μάσκες είναι εντυπωσιακός και βγάζει και μια ιδιαίτερη ένταση. Πώς το σκεφτήκατε και τι θέλατε να πετύχετε; 

Κοίταξε να δεις, πιστεύαμε ότι από ένα σημείο και ύστερα τα παιδιά θα έπρεπε να είναι παρόντα στα υπόλοιπα παιδιά. Δηλαδή δεν θέλαμε να τα κρύβουμε όταν τελειώνανε. Θέλαμε να παρακολουθούν και τις μαρτυρίες από τα υπόλοιπα παιδιά, που θα ήταν στην παράσταση. Ήταν σαν να είχαμε μάρτυρες. Γιατί  και στην υπόκλιση στο τέλος, σηκώνονται εικόνες των παιδιών. Το θέμα είναι τα παιδιά σ’ αυτήν την παράσταση. Δεν είμαστε εμείς οι ενήλικες. Τελείωνε η κάθε ιστορία και κρεμόταν η κούκλα εκεί που πιανόταν για να είναι παρούσα στις υπόλοιπες ιστορίες. Θέλαμε δηλαδή στο τέλος να είναι όλα τα παιδιά, τα Τοτέμ που ήταν από την Αφρική, οι μάσκες τους, και οι φωτογραφίες τους.

Είναι δηλαδή σαν να είναι παρόντες οι μάρτυρες;

Όλοι. Όλοι εκεί. Και οι θεατές…

Έχετε φέρει και στοιχεία από διάφορες κουλτούρες στην παράσταση.

Προσπαθούμε να το δημιουργήσουμε αυτό στον χώρο. Ακόμα και που παίζουν αυτά τα οργανάκια στους Ινδούς και στην Αφρική, τα κορίτσια με την κλειτοριδεκτομή είναι για να δημιουργήσουμε όλη την ατμόσφαιρα της χώρας, ας το πούμε έτσι, υπαινικτικά, αλλά να περάσουμε από όλα τα πράγματα που ζήσαμε. Γιατί ζήσαμε πολλά πράγματα. Ξέρεις, όταν ανοίγεις ένα θέμα, μετά μαγικά ανοίγουν στο ίδιο θέμα πολλά παράθυρα και μαθαίνεις και αυτό, και αυτό και αυτό και λες «ώπα, ώπα. Πόσα δεν ξέρω».

Πριν αναφερθήκαμε στο πρώτο μέρος για την παιδική εργασία, το οποίο νομίζω ότι είναι αυτό που χτυπάει πιο πολύ στην καρδιά και στο μυαλό, όσων βλέπουν την παράσταση και ειδικά από τη στιγμή που προκύπτει από αληθινές μαρτυρίες παιδιών.

Αν θυμάσαι είχαμε και αυτό το θέμα του Ικμπάλ Μασίχ, του παιδιού από το Πακιστάν που πουλήθηκε από την οικογένειά του για 240 ευρώ στην ηλικία των 5 ετών και τον έβαλαν σε βιοτεχνία χαλιών. Αυτό έτυχε να το δω ο ίδιος σε ένα ταξίδι μου στο Κάιρο, που ο ξάδελφος μου που ζούσε εκεί στο Κάιρο, με πήγε να δω σε μία βιοτεχνία χαλιών, κάποια χαλιά πώς φτιάχνονται κ.τ.λ. και είδα μικρά παιδιά μπροστά στους αργαλειούς, που έφτιαχναν χαλί. Εκεί πρωτοέμαθα ότι τα μικρά παιδιά είναι ανάρπαστα στο να κατασκευάζουν, στο να φτιάχνουν χαλιά και τα πολύ μεγάλα και πολύ ωραία χαλιά είναι από παιδικά χέρια, διότι με τα μικρά τους χέρια μπορούν να κάνουν πολύ μικρούς κόμπους, τόσο μικρούς που δεν βλέπεις πια την καλή και την ανάποδη του χαλιού και πια το χαλί αποκτά πολύ μεγάλη τιμή. Γιατί είναι χειροποίητο και είναι τόσο τέλεια φτιαγμένο.

Ο Ικμπάλ Μασίχ, λοιπόν ήταν ένα παιδί που – όπως λέει η μαρτυρία και τα γεγονότα – πουλήθηκε πολύ μικρός σε μια τέτοια βιοτεχνία, μπόρεσε και το έσκασε, πήγε στην αστυνομία. Όταν βγήκε στο Πακιστάν νόμος που απαγόρευε την παιδική εργασία, το έσκασε και πήγε στην αστυνομία. Η αστυνομία βέβαια τα έκανε πλακάκια με τους βιοτέχνες των χαλιών και τους ειδοποίησε, ήρθαν και τον ξαναπήραν. Τον αλυσοδέσανε από εκεί και πέρα για να δουλεύει και τον τιμωρούσαν κάθε τρεις-τέσσερις μέρες, έτσι για να τον κρατάνε φοβισμένο. Ο πιτσιρικάς μπόρεσε και το ξανάσκασε. Μετά από ένα-δύο χρόνια μπόρεσε και το ξανάσκασε και δεν ξαναπήγε στην αστυνομία. Πήγε σε άλλους, τότε, σε μια ομάδα που είχε φτιαχτεί, που προστάτευε τα παιδιά. Πήρε διαστάσεις το θέμα του. Λόγω του Ικμπάλ σταματήσαν 3.000 παιδιά να δουλεύουν στο Πακιστάν και τον φωνάξανε, πήγε στην Αμερική, βγήκε στην τηλεόραση, μίλησε για την παιδική εργασία και για τον τρόμο που υφίστανται τα παιδιά και μετά βέβαια κάποια στιγμή όταν γύρισε στο Πακιστάν, τον δολοφόνησαν με μία σφαίρα στο κεφάλι.

Ήταν ένα παιδί που είχε γίνει σύμβολο, σωστά;

Είχε γίνει σύμβολο και λένε βέβαια ότι ήταν από τη μαφία των χαλιών η δολοφονία αυτή. Και ποτέ βέβαια δεν πιάστηκε κανένας. Η παιδική εργασία λοιπόν ήταν μια προσοδοφόρα ιστορία για τους ενήλικες και για το σύστημα. Διότι πολλά παιδιά δεν πληρωνόντουσαν ή πληρωνόντουσαν με ελάχιστα χρήματα, με μία ρουπία στην Ινδία ή με 10 δραχμές ή με 5 δραχμές ή με μία δραχμή, ή «πάρε ένα καρβέλι ψωμί και σταμάτα να μιλάς». Υπήρχαν και τέτοια. Οπότε άφηνε πολύ μεγάλο κέρδος η παιδική εργασία.

Και τα παιδιά αυτά μεγάλωναν στη μηχανή του κιμά έτσι και αλλιώς, ώσπου να τραυματιστούν τελείως στα χέρια, στα πόδια τους μέχρι να αντικατασταθούν.

Ναι. Ήταν αναλώσιμα. Αυτό ήταν παντού. Σ’ όλο τον πλανήτη. Η παιδική εργασία είναι η φτηνή εργασία. Έτσι; Δεν θα σου απεργήσουν τα παιδιά, τα παιδιά τα κάνεις ό,τι θέλεις, τα παιδιά τα εκφοβίζεις. Εδώ εκφοβίζεις τους ενήλικες, δεν θα εκφοβίσεις τα παιδάκια; Είναι η φτηνή αποδοτική εργασία η παιδική εργασία. Και γι’ αυτό βρίσκεται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

Είπαμε πριν και για την Ελλάδα. Μιλάμε για τα εργοστάσια του ΄30, του ΄40, τις εποχές εκείνες. Γυρνάμε πάλι στην Ελλάδα σήμερα. Βλέπουμε παιδιά, προσφυγόπουλα, που έρχονται σιγά σιγά εδώ. Σταματάει κάπου αυτό;

Όχι, γιατί είναι αυτό που είπαμε πριν. Είναι προσοδοφόρο. Δηλαδή έχει κέρδη. Από τη στιγμή λοιπόν που έχει κέρδη, και δυστυχώς όλα πια είναι κέρδος, κάποτε δεν φαινόταν αυτό, το κρύβανε και λιγάκι. Τώρα πια είναι πιο καθαρή η κατάσταση. Σου λέει «εγώ για να βγάλω λεφτά, θα κάνω αυτό, εσύ χτυπήσου. Εγώ θα πρέπει να κάνω λεφτά». Είναι αυτό που μου ’λεγε ένας φίλος που δούλευε στην τράπεζα και μου είχε πει «Κοίταξε να δεις. Για τον τραπεζίτη, για την τράπεζα, εάν δεν κερδίσει 420 εκατομμύρια το χρόνο και κερδίσει 418 εκατομμύρια, έχει μπει μέσα». Και εκεί είναι όλη η λογική που στέκεται όλος ο πλανήτης πια. Από την Κίνα μέχρι την Αμερική κάνει ολόκληρο γύρο.

Φτιάχνοντας και δημιουργώντας την παράσταση και βλέποντας βέβαια και τις μαρτυρίες όλων των παιδιών, έκανες κάποια αντιστοιχία στο μυαλό σου με το τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία; Έχουμε και ακόμα και στις μέρες μας, καταθέσεις, μαρτυρίες, εγκλήματα.

Βέβαια, μα βέβαια. Κοίταξε, είναι όλα ζωντανά. Η μαρτυρία δεν σημαίνει ότι είναι παλιό και έληξε. Κάποιες μαρτυρίες ήταν  από το 2018. Δεν ήταν δηλαδή ούτε καν 5 χρόνων. Μα βέβαια είναι. Δεν θα σταματήσει αυτό εάν δεν το αποφασίσουν οι ενήλικες. Τα ίδια τα παιδιά δεν μπορούν να το σταματήσουν. Είναι ηλικιακά σε μια αδυναμία να σταματήσουν αυτή την κατρακύλα. Πρέπει οι ενήλικες να το αποφασίσουν. Τα κράτη να το αποφασίσουν και οι ενήλικες.

Επειδή λοιπόν οι κυβερνήσεις βλέπεις ότι όσο πάνε και αποδυναμώνονται  και σε λίγο θα διευθύνουν και θα προχωράνε τα πράγματα μόνο οι πολυεθνικές, δηλαδή νομίζω ότι θα αγοράσουν τα πάντα οι πολυεθνικές και αυτό γιατί οι κυβερνήσεις όσο πάνε θα αποδυναμώνονται και θα «χλωμιάζουν», τα κράτη δηλαδή, μετά οι πολυεθνικές θα κανονίζουν και το νερό και την εργασία και το φαγητό και το αν ανήκεις εδώ ή αν ανήκεις εκεί. Άρα εάν δεν βιαστούμε, δεν θα αλλάξει αυτό που συμβαίνει.

Φτιάχνοντας την παράσταση, είχες στο μυαλό σου κάτι, ότι «εγώ θέλω να περάσω ένα συγκεκριμένο μήνυμα. Θα έρθουν κάθε μέρα, σε κάθε παράσταση τέλος πάντων να με δουν αυτοί οι άνθρωποι». Τι ήταν αυτό που ήθελες να βγάλεις μέσα από εκεί και να δώσεις στον άλλον να καταλάβει;

Κοίταξε να δεις. Τίποτε περισσότερο από αυτό που είδες. Δηλαδή θέλαμε να μιλήσουμε για το παιδί. Όχι κάνοντας παιδικό θέατρο. Όχι ροζ και μπλε συννεφάκια, όχι πράγματα μέσα από ένα θεατρικό έργο, που είναι και αυτό πολύ ωραίο. Το ’χω δει και γίνεται πολύ καλά από κάποιους θιάσους. Εμείς θέλουμε να μιλήσουμε για το παιδί στον ενήλικα. Όχι για το παιδί, στο παιδί. Στον ενήλικα. Ό,τι κάναμε και το είδες είναι για τον ενήλικα, δεν είναι για το παιδί το ίδιο.

Γι’ αυτό και είπαμε ότι αυτή η παράσταση δεν μπορεί να είναι για τα παιδιά. Δεν θέλουμε να μπούνε παιδιά, γιατί όπως είπες είναι μια παράσταση σκληρή με την έννοια της αλήθειας. Αυτό εννοούμε σκληρότητα στην παράσταση αυτή, που δεν θέλουμε να το δούνε μικρά παιδιά ας πούμε. Βεβαίως τα 15χρονα, 16χρονα, όπως είπαμε και πριν, λέγαμε ότι είναι πιο προχωρημένα από μένα στις ειδήσεις και στην πληροφορία, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο θα το πάρουν σοβαρά αυτό που θα δούνε.
Πιστεύεις ότι οι γονείς μιλάνε με τα παιδιά τους για αυτά τα θέματα;
Έχω την εντύπωση πως αυτό δεν ισχύει. Ξέρεις τι διάβασα προχτές, Ορέστη; Διάβασα μία είδηση ότι έχουν περάσει μέχρι τώρα 500 παιδιά για απεξάρτηση από τάμπλετ κλπ, ηλικίας μέχρι 12 χρονών από το νοσοκομείο των παίδων. Είναι τεράστιος ο αριθμός. 500 παιδιά, είναι τεράστιος ο αριθμός. Εγώ νόμιζα ότι αυτό δεν υπήρχε εδώ, στην Ελλάδα. Υπήρχε στην Αμερική. Αυτό το είχαμε διαβάσει, το ξέραμε, το μάθαμε ότι έχει αρχίσει στην Αμερική εδώ και χρόνια. Αλλά δεν ήξερα ότι έχει αρχίσει και στην Ελλάδα. Άρα πολλά παιδιά μεγαλώνουν μ’ ένα τάμπλετ για να μπορεί η μάνα και ο πατέρας να δουλέψουν ή να κερδίσουν λίγο χρόνο να ξεκουραστούν ή δεν ξέρω για ποιο άλλο λόγο. Πολλά παιδιά όμως μεγαλώνουν πια  έτσι. Κλεισμένα σε διαμέρισμα, χωρίς άλλα παιδιά και με εικόνα. Όταν φτάσει λοιπόν στην εφηβεία τι θα του πεις εσύ; Αφού έτσι μεγαλώνει.

Και μάλλον δεν μπορείς να πεις στο παιδί «ξέχνα ό,τι έχεις ζήσει 15 χρόνια και έλα τώρα να σε μάθω».

Μα τι; Είναι δυνατόν; Δεν στέκει αυτό. Άρα θέλει δουλειά όταν το παιδί είναι μικρό. Βέβαια, έρχεται κάποιος που σου λέει «Ξέρεις, δεν μου φτάνουν τα χρήματα. Πρέπει να δουλέψει και η γυναίκα μου και εγώ και τρέχουμε και από το πρωί ως το βράδυ, και υπάρχει και μια γιαγιά που είναι κουρασμένη και ίσως προσέχει και άλλες ώρες δεν προσέχει».

Και δυστυχώς το θέατρο ή ο κινηματογράφος θεωρούνται πλέον πολυτέλεια. Να πάρεις και στο παιδί ένα βιβλίο που κάνει 25 ευρώ…

Έτσι ακριβώς. Είναι αλλιώτικη η καθημερινότητα. Δεν είναι ούτε θέατρο, ούτε τέχνη, ούτε τίποτα. Η καθημερινότητα είναι καθημερινότητα. Έχει έναν ρεαλισμό που σε κολλάει στον τοίχο και σου λέει άκου να δεις, ένα και ένα κάνουν δύο, τέλος. Εκεί πάνω λοιπόν τώρα το σύστημα που έβγαλε και τη γυναίκα από το σπίτι και την έχωσε στην εργασία, αυτόματα χειραγωγεί τα πάντα. Είναι, πώς να σ’το πω, ο αρχηγός πια το σύστημα. Το οποίο σύστημα δεν έχει καμία σχέση με το κράτος. Είναι πάνω από το κράτος.

Οι πολυεθνικές και ό,τι είναι πάνω και από τις πολυεθνικές;

Είναι πια αόρατος ο εχθρός. Σωστά είναι αόρατος γιατί όσο ήταν ορατός τον χτυπάγανε. Τώρα, σου λέει θα γίνω αόρατος. Έχει βρει λοιπόν τον μανδύα, τον βάζει και είναι αόρατος ο εχθρός.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Επιλογή, τελική μορφή κειμένων και σκηνοθεσία: Κοραής Δαμάτης
Κούκλες-μάσκες: Ελένη Σουμή
Μουσική: Χρήστος Κότσι
Επιμέλεια σκηνικού χώρου και κοστουμιών: Παύλος Ιωάννου
Σχεδιασμός φωτισμών: Κοραής Δαμάτης
Παίρνουν μέρος αλφαβητικά οι ηθοποιοί:
Φανή Γρύλλη, Αντώνης Καραθανασόπουλος, Ντίνα Κούκου
Δημήτρης Μακρής, Σοφία Ρούβα, Γιάννης Τριαντάκης, Αναστασία Τσούτση
Φωνές: Περικλής Μοσχολιδάκης, Κοραής Δαμάτης
Παραγωγή: Θεατρική Ομάδα Ανδρομέδα
Έρευνα για την επιμέλεια κειμένων: Κοραής Δαμάτης
& Θεατρική Ομάδα Ανδρομέδα
Καλλιτεχνική επιμέλεια προγράμματος παράστασης: Δημήτρης Μακρής
Τυπογραφείο για την έκδοση του προγράμματος: Εκδόσεις ΚΨΜ
Φωτογραφίες παράστασης: Χρήστος Κοτσιρέας
Trailer παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας

Η παράσταση προβάλλεται στον πολυχώρο Vault (Μελενίκου 26 Γκάζι, Βοτανικός)  κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:00 έως τις 27 Φεβρουαρίου
Πληροφορίες-κρατήσεις: 213 0356472 / 6949534889
(για τηλεφωνικές κρατήσεις 11:00 – 14:00 και 17:00 – 21:00)