Μιλώντας το πρωί στο ΡΙΚ είπε ότι «είναι ένα ενδεχόμενο το οποίο μπορεί να καταγραφεί». Ότι δηλαδή η Κύπρος κινδυνεύει με χρεοκοπία, αλλά, όπως διευκρίνισε, θα είναι μία πιθανότητα προσωρινή.
 
«Δεν θα έχει πραγματική ουσία», τόνισε ο Γεωργιάδης, αφού οι ανάγκες της θα είναι καλυμμένες από το πρόγραμμα.
 
Επανέλαβε ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να σημειωθεί ως μια προσωρινή και τεχνικής φύσεως ενέργεια από πλευράς οίκων αξιολόγησης, μέχρι, όπως είπε, να ολοκληρωθεί η διαδικασία και να επιβεβαιωθεί αυτό που έχει προαναφέρει.
 
Ερωτηθείς εκ νέου κατά πόσο οι διεθνείς οίκοι θα καταγράψουν το γεγονός ότι η Κύπρος είναι σε στάδιο χρεοκοπίας, ο Υπουργός Οικονομικών απάντησε ότι η αξιολόγηση των διεθνών οίκων ίσως να συνεπάγεται με μία άλλη υποβάθμιση, προσωρινή και τεχνικής φύσεως και χωρίς πρακτική επίπτωση, διότι η Κύπρος, υπενθύμισε, είναι άλλωστε εκτός αγορών.
 
«Μιλάμε για μία ενδεχόμενη και ακαριαία πράξη εκ μέρους των διεθνών οίκων η οποία θα εκδηλωθεί με την εκκίνηση της διαδικασίας της αυτοχρηματοδότησης. Μιλάμε για κάποια 24 ώρα και το θέμα θα είναι λήξαν», παρατήρησε ο υπουργός.
Χθες η Κύπρος ανακοίνωσε πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων ύψους 1 δισ. με νέα, διάρκειας 5-10 ετών και αντίστοιχης απόδοσης. 

Η ανακοίνωση αναφέρει ότι «το Υπουργείο Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας ανακοινώνει ότι στις 27 Ιουνίου 2013, η Κυπριακή Δημοκρατία θα προσφέρει για ανταλλαγή ένα αριθμό υφιστάμενων εγχώριων κυβερνητικών ομολόγων ονομαστικής αξίας €1,0 δισ., τα οποία λήγουν εντός της περιόδου του προγράμματος οικονομικής αναπροσαρμογής (2013 – 1ο τρίμην. 2016), με 5 νέα ομόλογα με αντίστοιχα ίσα ονομαστικά επιτόκια, διάρκειας 5-10 ετών.
 
Η εν λόγω πράξη διαχείρισης δημόσιου χρέους είναι σύμφωνη με τις δεσμεύσεις της Κύπρου κάτω από το συμφωνηθέν πρόγραμμα με τους διεθνείς εταίρους βάσει της πολιτικής συμφωνίας η οποία επιτεύχθηκε στο Eurogroup της 25ης Μαρτίου 2013.
 
Η συναλλαγή αποσκοπεί στο να διευκολύνει τη διαχείριση της ρευστότητας της Κυβέρνησης και να διασφαλίσει επαρκή χρηματοδότηση με όρους οι οποίοι δεν διακυβεύουν την επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου για το δημόσιο χρέος. Η εν λόγω συναλλαγή δεν στοχεύει στη μείωση του δημόσιου χρέους μέσω συμμετοχής επενδυτών του ιδιωτικού τομέα.

Με αυτή τη συναλλαγή, ολοκληρώνεται η πλήρης δέσμευση του προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας για μεσοπρόθεσμη εγχώρια αναχρηματοδότηση €1 δισ. και, από αυτή την άποψη, δεν απαιτείται οποιαδήποτε άλλη ενέργεια», καταλήγει η ανακοίνωση.

 
Σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ, σημειώνουν ότι “καλωσορίζουμε την ανακοίνωση των κυπριακών αρχών για πρόγραμμα εθελοντικής ανταλλαγής χρέους συνολικής ονομαστικής αξίας 1 δισ. που ωριμάζει εντός της περιόδου αναπροσαρμογής, με νέα ομόλογα που θα έχουν το ίδιο κουπόνι και ωρίμανση σε 5 – 10 χρόνια”.   
 
“Ο στόχος της άσκησης διαχείρισης υποχρεώσεων είναι να διασφαλιστούν ταμειακές ροές για την κυβέρνηση και επαρκής χρηματοδότηση με όρους που υποστηρίζουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους, που αποτελεί και ένα σημαντικό βήμα προς την οικονομική ανάκαμψη. 
 
Η συναλλαγή είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη με τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης για ρολάρισμα χρέους άνω του 1 δισ. που ελέγχεται από εγχώριους επενδυτές. Με την ολοκλήρωση της συναλλαγής, η δέσμευση της κυπριακής κυβέρνησης για αναχρηματοδότηση, υποστηρικτικά προς το τρέχον πρόγραμμα, θα έχει ολοκληρωθεί.
 
Επαναλαμβάνουμε τη δέσμευσή μας να στηρίξουμε την Κύπρο και την επιστροφή της στην ανάπτυξη και την ευημερία”.  

Εν τω μεταξύ, σοβαρές ρωγμές και κενά διαπιστώνει στη μελέτη της η ανεξάρτητη επιτροπή για το μέλλον των κυπριακών τραπεζών.

Στην ενδιάμεση έκθεσή της, που θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο, η επιτροπή υποστηρίζει ότι απουσίαζε επί χρόνια στρατηγική για διαχείριση του τραπεζικού τομέα και ότι η εταιρική διακυβέρνηση στις τράπεζες ήταν σχεδόν ανύπαρκτη.
Αναφέρει επίσης ότι η εποπτική αρχή, δηλαδή η Κεντρική Τράπεζα, δεν χρησιμοποίησε τα μέσα που διέθετε για να αντιμετωπίσει την αναπτυξιακή πολιτική των τραπεζών.

Τα μέλη της επιτροπής εισηγούνται τη δημιουργία κατάλληλων θεσμών για εθνική στρατηγική στις τράπεζες, επαναλειτουργία της τεχνικής επιτροπής ελέγχου, αύξηση των συναντήσεων του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με τον υπουργό Οικονομικών, ανανέωση της εταιρικής διακυβέρνησης και έλεγχο από την Κεντρική Τράπεζα της συμπεριφοράς και των αποφάσεων των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών.

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η επιτροπή θεωρεί μεγάλο λάθος την απορρόφηση της Λαϊκής από την Τράπεζα Κύπρου, διότι, όπως σημειώνει δημιουργείται μια υπερβολικά μεγάλη τράπεζα, η οποία σε περίπτωση κατάρρευσης θα παρασύρει ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα.