του Θάνου Καμήλαλη
Κάτω λοιπόν από τον θόρυβο, η Εξεταστική καλείται να απαντήσει σε πολύ απλά ερωτήματα. Γιατί παρακολουθούνταν ο τότε υποψηφίος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης και δημοσιογράφοι, ένας εκ των οποίων ερευνούσε ποιους εξυπηρέτησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τις ρυθμίσεις της υπέρ του οικονομικού εγκλήματος και της αρχειοθέτησης τραπεζικών σκανδάλων. Γνώριζε η κυβέρνηση για τις παρακολουθήσεις; Γνώριζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για την παρακολούθηση πολιτικού που διεκδικούσε την προεδρία του τρίτου τη τάξει κοινοβουλευτικού κόμματος; Κι αν ναι, μέχρι ποιον βαθμό έφτασε η κυβερνητική εμπλοκή;
Όλα αυτά θα μπορούσαν να είχαν απαντηθεί μέχρι σήμερα. Συνταγματολόγοι (ακόμα κι αυτοί που ξεχειλώνουν διαχρονικά τις επιταγές του Συντάγματος) και δικηγόροι τονίζουν ότι δεν νοείται επίκληση του απορρήτου ενώπιον μιας Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής και, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ισχύει, ο Πρωθυπουργός έχει τη δυνατότητα να άρει το απόρρητο για τις ελεγχόμενες υποθέσεις. Είναι τρανταχτή η ομοφωνία των νομικών. Είθισται, όταν κυβερνητικές πρακτικές και ρυθμίσεις εγείρουν ζητήματα συνταγματικότητας, να κυκλοφορούν διαφορετικές ερμηνείες του Συντάγματος και των σχετικών νόμων στον δημόσιο διάλογο. Εδώ όμως, έχουμε μία πρωτοφανή θεσμική, διακομματική ομόνοια, που φτάνει μέχρι τη κεντροδεξιά πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας και τις ηχηρές διαφοροποιήσεις βουλευτών της, μεταξύ των οποίων ο Κώστας Καραμανλής και η Όλγα Κεφαλογιάννη.
Αν όντως η κυβέρνηση ήθελε διαφάνεια, σήμερα, θα μπορούσε η υπόθεση να έχει κλείσει. Θα μπορούσε να έχει ανοίξει τον φάκελο Ανδρουλάκη, ώστε να μάθουμε για ποιον λόγο θεωρήθηκε, ακριβώς στο διάστημα που διεκδίκησε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ, ως ύποπτος για κατασκοπεία. Θα μπορούσε να έχει ανοίξει ο φάκελος Κουκάκη, ώστε να αποφευχθούν τυχόν παρεξηγήσεις περί χρήσης της «εθνικής ασφάλειας» για εξυπηρέτηση τραπεζικών και ιδιωτικών συμφερόντων. Θα μπορούσε να έχει καταργήσει την τροπολογία που ψήφισε και θωρακίζει την ΕΥΠ από «ενοχλητικά» ερωτήματα πολιτών, μέσω της ΑΔΑΕ, για το αν παρακολουθούνταν στο παρελθόν, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα σε όποιον θεωρεί ότι παρακολουθείται (βλ. Χρήστος Σπίρτζης) να ενημερωθεί θεσμικά για την υπόθεσή του.
Δεν κάνει τίποτα από αυτά. Απεναντίας, κάνει ό,τι μπορεί για να επικρατήσει η σιωπή. Μέχρι και δημόσιες απειλές σε ζωντανή μετάδοση είχαμε, από την Ντόρα Μπακογιάννη, που έκανε λόγο για «10 χρόνια φυλακή σε όποιον σπάσει το απόρρητο». Πέρα από αυτό, η ΝΔ έχει στήσει μία Εξεταστική στα μέτρα της. Το επιχείρημα ότι «χάρη σ εμάς μπορεί η αντιπολίτευση να ζητήσει Εξεταστική» είναι παραπλανητικό, καθώς η πλειοψηφία ελέγχει σχεδόν τα πάντα. Η ΝΔ αρνήθηκε να κληθούν για κατάθεση ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο πρώην Γενικός Γραμματέας της κυβέρνησης, Γρηγόρης Δημητριάδης, ακόμα και ο δημοσιογράφος, Θανάσης Κουκάκης. Αρνήθηκε τη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής για το αν ισχύει το απόρρητο. Αρνήθηκε επίσης, τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, ώστε να ξεκαθαριστεί αν η ΕΥΠ παρακολουθούσε το βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, πρώην Υπουργό και αρμόδιο για θέματα ΕΥΠ, Χρήστο Σπίρτζη.
Αναμενόμενα αυτά βέβαια, εδώ στην Εξεταστική για τη «Λίστα Πέτσα» απέρριψαν το αίτημα να κληθεί να καταθέσει ο Στέλιος Πέτσας.
Τι δεν ελέγχει απόλυτα η ΝΔ; Αυτά που θα πουν οι μάρτυρες. Εκεί ξεκινάει το «σπινάρισμα» των διαρροών, ο «πόλεμος ανακοινώσεων» και ο θόρυβος. Μια κατάσταση που βολεύει απόλυτα των ελεγχόμενο. Οι πολίτες βαριούνται, η υπόθεση μοιάζει πολύπλοκη, το κλισε πως «η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση επικρατεί» και… ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς χειρότερα.
Οι πρώην διοικητές της ΕΥΠ πάντως, Ρουμπάτης και Κοντολέων, ήταν ξεκάθαροι σε ένα βασικό σημείο και οι διαρροές αυτές από τις καταθέσεις τους δεν διαψεύδονται. Ενημέρωναν την κυβέρνηση για δραστηριότητες της Υπηρεσίας. Ο Γιάννης Ρουμπάτης υποστήριξε πως ο Πρωθυπουργός ενημερώνεται, γραπτώς ή προφορικώς, για όλα τα ζητήματα. Ακόμα και η υπόθεση της παρακολούθησης του Στέλιου Πιτσιόρλα, που προωθεί η Νέα Δημοκρατία (και ο Ρουμπάτζης την καταγγέλλει για διαστρέβλωση), περιέχει μία άβολη για την ίδια αλήθεια: Ο τότε Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ενημερώθηκε για το γεγονός ότι παρακολουθήθηκε ο πρώην Πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ. Σύμφωνα με τον Ρουμπάτη ενημερώθηκε και έδωσε εντολή «πράξε τα νόμιμα».. Ο Πιτσιόρλας εξάλλου τότε, δεν ήταν υφυπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά, λόγω της προηγούμενης ιδιότητάς του στο ΤΑΙΠΕΔ, θεωρήθηκε άξιο σημασίας από την τότε ΕΥΠ να ενημερώσει σε κορυφαίο επίπεδο.
Δηλαδή, ενημερώθηκε έγκαιρα ο Τσίπρας για τον Πιτσιόρλα και δεν ενημερώθηκε ο Μητσοτάκης για τον Ανδρουλάκη.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πάντως, στη Βουλή υποστήριξε πως «δεν γνώριζα, ούτε θα μπορούσα να γνωρίζω ποιον παρακολουθεί η ΕΥΠ». Ας υποθέσουμε πως ναι κι ας περάσουμε στον πρώην διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντα. Αυτόν που όπως φέρεται να είπε, έγινε διοικητής με «τα ένσημα που είχε στην πιάτσα» και «δεν ήξερε αν είχε τα τυπικά προσόντα» για τη θέση. Αυτόν που επικαλέστηκε το απόρρητο, το οποίο κατέρριψε ο προκάτοχός του.
Kι αυτόν που κάλυψε μεν τον Πρωθυπουργό, αλλά παραδέχθηκε πως ενημέρωνε τον Δημητριάδη και τον Υπουργό Επικρατείας, Γιώργο Γεραπετρίτη, καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά, αλλά «για οργανωτικά ή ζητήματα ρουτίνας». Μα καλά, δεν ενημέρωνε ποτέ τους πολιτικους προισταμένους για τις κινήσεις της Υπηρεσίας, τις δράσεις και τα αποτελέσματά τους;
Ο ένας από τους δύο «συνομιλητές» του Κοντολέοντα παραιτήθηκε, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προσπαθεί να του φορτώσει την πολιτική ευθύνη για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη. Ο άλλος είναι ακόμα στη θέση του. Ο Γεραπετρίτης, να θυμίσουμε, είναι αυτός που πρότεινε στον Νίκο Ανδρουλάκη να τον ενημερώσει ο ίδιος προσωπικά και ιδιωτικά για την υπόθεσή του. Ο Κοντολέων, επίσης, αρνήθηκε οποιαδήποτε σύνδεση με το παράνομο λογισμικό Predator, που όλως τυχαίως χρησιμοποιείται εναντίον των Ανδρουλάκη και Κουκάκη, όταν λήγει η επίσημη παρακολούθησή τους. Τα θύματα πάντως, δεν πιστεύουν σε «συμπτώσεις».
Η κατάσταση θυμίζει τη γνωστή σκηνή στην ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» με τη Γιαδικιάρογλου και την παρέα της. Όλοι μιλούσαν με όλους ή σχεδόν όλους, κανένας πολιτικά αρμόδιος δεν πρόσεξε ή δεν έμαθε το κάπως σημαντικό ζήτημα ότι παρακολουθούνταν υποψήφιος πολιτικός αρχηγός, σε συγκεκριμένο πολιτικά χρόνο και «ενοχλητικοί δημοσιογράφοι».
Κοιτούσαν μάλλον όλοι αλλού, την ώρα που η ΕΥΠ δούλευε για την «εθνική μας ασφάλεια» και δεν μας λέει και τον λόγο για να κρίνουμε και να την ευχαριστήσουμε.
Αυτό είναι το θετικό για την κυβέρνηση σενάριο. Διόλου κολακευτικό. Ένα σενάριο που λέει ότι κάτω από την «καθημερινή αναφορά» στο Μέγαρο Μαξίμου, η ΕΥΠ λειτούργησε επί Κυριάκου Μητσοτάκη ως κράτος εν κράτει, αντίθετα με ότι συνέβαινε στις προηγούμενες περιόδους, όταν, χωρίς καν να υπάγεται στο Μαξίμου η Υπηρεσία, ο Πρωθυπουργός ενημερωνόταν για σημαντικά θέματα.
Η Εξεταστική δυστυχώς δεν θα δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. Αυτά συμβαίνουν όταν ο ελεγχόμενος κρατάει το μαχαίρι και το πεπόνι. Ενάμιση μήνα μετα το σκάνδαλο, οι απαντήσεις των εμπλεκόμενων είναι τόσο πιστευτές, όσο οι μαθήτριες στην ταινία της Φίνος Φιλμ.