της Γεωργίας Κριεμπάρδη

Το Δημόσιο που δείχνει με το δάχτυλο τους πληγέντες, δεν αποδέχεται παραλείψεις ή λάθη στη ρύθμιση της κίνησης από την Αστυνομία, υποστηρίζοντας ότι ορισμένοι εκ των εναγόντων εισήλθαν στην καιόμενη περιοχή με δική τους ευθύνη. Εάν γίνει αποδεκτή η θέση του Δημοσίου, το δικαστήριο μπορεί είτε να μην επιδικάσει αποζημίωση είτε να μειώσει το σχετικό ποσό. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως οι μάρτυρες/θύματα που έχουν καταθέσει στο δικαστήριο, όλοι ανεξαιρέτως, υποστήριξαν πως καμία βοήθεια δεν έλαβαν από την αστυνομία -την οποία χαρακτήριζαν «άφαντη».

Στην ίδια γραμμή, η Πυροσβεστική ζητάει να αναγνωριστεί συντρέχον πταίσμα των εναγόντων κατά 95%, επικαλούμενη το επιχείρημα ότι σχεδόν όλες οι κατοικίες των εναγόντων ήταν εκτός σχεδίου πόλεως. Η Πυροσβεστική υποστηρίζει, επίσης, ότι στους πληγέντες οικισμούς δεν είχαν τηρηθεί οδηγίες για την ασφαλή θωράκιση σπιτιών έναντι πυρκαγιάς. Κάνει, δε, λόγο για πεύκα «τα οποία εφάπτονταν με τις σκεπές και τα παράθυρα των σπιτιών και λειτούργησαν ως καύσιμη ύλη για την ταχύτατη εξάπλωση της πυρκαγιάς». Οι ισχυρισμοί του Δημοσίου κατατείνουν στο ότι «οι ως άνω παραλείψεις έπαιξαν, όπως αποδείχθηκε, καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων και την επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος».

Στην δικάσιμο της 2ας Φεβρουαρίου, κατέθεσε η πρώην πρόεδρος της Βουλής και επικεφαλής του κόμματος «Πλεύση Ελευθερίας», Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία έχει αποστείλει μηνυτήρια αναφορά κατά παντός υπευθύνου για το έγκλημα αλλά και συμπληρωματικό υπόμνημα, και αναφέρθηκε στο ζήτημα, λέγοντας: «H σημερινή κυβέρνηση δια του νομικού συμβουλίου του κράτους ισχυρίζεται δημοσίως πως τα θύματα έχουν συνυπαιτιότητα σε ποσοστό μέχρι και 99%». Κατά τις απολογίες της πυροσβεστικής, οι αρμόδιοι έφασκαν και αντέφασκαν. Στην αρχή έλεγαν πως υπήρχε εντολή εκκένωσης, αργότερα πως υπήρχε σύσταση για εκκένωση και τελικά εξηγούσαν γιατί δεν θα μπορούσε να γίνει εκκένωση…».

Ο Αλέξανδρος Παπαστεργιόπουλος, συνήγορος υπεράσπισης θυμάτων, συγγενών πυρόπληκτων, εγκαυματιών κι ανθρώπων που έχασαν τις εστίες τους εξήγησε αναλυτικά στο ΤΡΡ πού βασίστηκε ο ισχυρισμός της «συνυπαιτιότητας» τον οποίο χαρακτήρισε «αστειότητα». Ένας ισχυρισμός που αποβλέπει στη μείωση κατά πολύ της αποζημίωσης των θυμάτων.

«Ο ισχυρισμός κατατέθηκε από τους πληρεξούσιους του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, από το νομικό συμβούλιο του κράτους δηλαδή, που έχουν συντάξει τα υπομνήματα της πυροσβεστικής. Όπως αναφέρουν, αποδίδεται συνυπαιτιότητα κατά 95-99% στους κατοίκους, λόγω αμέλειάς τους να καθαρίσουν κλαδιά, χόρτα, άλλα εύφλεκτα οργανικά απορρίμματα, ό,τι είχε ξεραθεί από φυτά και την βλάστηση της φύσης. Ισχυρίζονται ότι η αμέλειά τους να τα απομακρύνουν οδήγησε στο να ενταθεί η πυρκαγιά, που είχε ήδη ξεκινήσει και κατηφόριζε, και να εξαπλωθεί με τρόπο που μπορούσε να καταστεί επικίνδυνος και να προκαλέσει θανάτους».

Και ξαφνικά τα θύματα, οι παθόντες έρχονται αντιμέτωποι με έναν ισχυρισμό που τους καθιστά συνυπαίτιους της ίδιας τους της καταστροφής. «Είναι αστειότητα αυτός ο ισχυρισμός, γιατί το θερμικό φορτίο ήταν τόσο μεγάλο και η φλόγα σκυταλοδρομούσε από πεύκο σε πεύκο κι απ’ τη στιγμή που έφτασε στη Μαραθώνος δεν μπορούσε να την μπλοκάρει κανείς. Έπρεπε να είχε σβήσει νωρίτερα, αλλά πού ήταν η πυροσβεστική; Ακόμα κι αν αποδειχτεί ο ισχυρισμός της αμέλειας των κατοίκων για τον καθαρισμό, η συμβολή τους στην καταστροφή θα ήταν ελάχιστη γιατί ακόμη και καθαρισμένα οικόπεδα δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν τη φωτιά. Ακόμα κι αν αποδειχτεί ο ισχυρισμός, σίγουρα τα φύλλα δεν προκάλεσαν την επέκταση του ζημιογόνου αυτού αποτελέσματος σε ποσοστό 95-99%».

Μέχρι στιγμής, έχει βγει μία απορριπτική απόφαση αυτού του ισχυρισμού κι αναμένεται η τελική απόφαση. Άξιο αναφοράς είναι πως ο ισχυρισμός αυτός ήρθε τώρα που άρχισαν να κλείνουν οι φάκελοι στα διοικητικά δικαστήρια της πυροσβεστικής. Ποτέ πριν δεν είχε διατυπωθεί κάτι τέτοιο δημόσια.