Προσπαθώ εδώ και μέρες να ξεπεράσω την οργή που μου προκάλεσε η ανάγνωση του δημοσιεύματος με τίτλο «Το Σύνδρομο της Στρουθοκαμήλου» υπογεγραμμένο από τον δημιουργικό λογιστή της εθνικής μας συμφοράς. Ο τόνος του άρθρου ίδιος με εκνευρισμένο πατέρα λίγο πριν χάσει την υπομονή του με το άτακτο, στενοκέφαλο και πεισματικό παιδί του: «Οι κρίσεις δεν αντιμετωπίζονται ούτε με αβάσιμες ελπίδες ούτε με φαντασιώσεις»  παιδί μου. Όχι με φαντασιώσεις-όπως της δημιουργικής λογιστικής- δημιουργούνται οι κρίσεις δεν λύνονται, σε αυτό συμφωνούμε.

Προσπαθώντας να ξεπεράσω το θυμό μου για το συγκαταβατικό τόνο διαπίστωσα πάντως ότι ακόμα και ο κ. Σήμιτης εμμέσως παραδέχεται ότι η χρεοκοπία είναι βέβαιη αλλά και ότι η έξοδος από το ευρώ είναι πια πολύ πιθανή. Θα αφιερώσω λίγο χώρο λοιπόν στα σενάρια Σημίτη και αμέσως μετά θα προσπαθήσω να εκθέσω τι ακριβώς σημαίνει αυτο από πρακτική άποψη, γιατί θέλω να μοιραστώ το πλεονέκτημα που νομίζω ότι μου δίνει η πιο εύκολη πρόσβαση στην ακαδημαϊκή πληροφόρηση επί των διττών ζητημάτων χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ. Εάν ακόμα και ο κ. Σημίτης μας προειδοποιεί ότι χρεοκοπία και έξοδος είναι οι πιθανότερες εκβάσεις, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να ξεπεράσουμε τον φόβο που μας έχει παραλύσει και να αρχίσουμε να εξετάζουμε τις δυνατότητές μας σε κάθε περίπτωση.

Φαντασιώσεις Σημίτη

Η φαντασίωση από την οποία θέλει να βγάλει τα άτακτα παιδιά-Έλληνες είναι ο εφησυχασμός ότι και να θέλουν δεν μπορούν οι Ευρωπαίοι εταίροι να μας πετάξουν έξω από το ευρώ γιατί κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από τις Συνθήκες. «Η πραγματικότητα της λειτουργίας της Ένωσης καθορίζει το πλαίσιο για την παραμονή ή την έξοδο μιας χώρας». Ως εδώ συμφωνούμε. Μπορεί πράγματι να μην υπάρχει νομικό πλαίσιο που να προβλέπει κάτι τέτοιο ακόμα, όμως τα νομικά πλαίσια δημιουργούνται από την πολιτική και όχι το αντίστροφο, ιδιώς σε περιόδους κρίσης. Στη συνέχεια όμως ο κ. Σημίτης επιχειρεί να αντικαταστήσει τη φαντασίωση που κατέρριψε με μια άλλη: «Οι όποιες διαβεβαιώσεις ηγετών της Ένωσης είναι δεσμευτικές στο μέτρο, που η Ελλάδα τηρεί τις υποχρεώσεις της. Αν δεν ανταποκρίνεται στα συμφωνηθέντα-όπως ισχυρίζονται ότι συμβαίνει-δεν ισχύουν».

Αμέσως μετά τη ρεαλ πολιτίκ αποτίμηση της τύχης μας στο ευρώ, δηλαδή, ο κ. Σημίτης επιστρέφει σε μια στρουμφοθεωρία περί της συμπεριφοράς των Ευρωπαίων. Εαν τηρούμε τα συμφωνηθέντα όλα καλά, και μάλιστα, αν τηρούμε τα συμφωνηθέντα κατά τον κ. Σημίτη αυξάνουμε τη διαπραγματευτική μας δύναμη: «κάθε διαπραγμάτευση χρειάζεται επιδόσεις που πείθουν και μελετημένα σχέδια». Αντλώντας από ποπ μαθήματα negotiation αποτελειώνει τις σκέψεις του (και την υπομονή μου): «Γέφυρες υπάρχουν όταν αναγνωρίζεις το πρόβλημα του συνομιλητή σου». Και το θέμα των Βορειοευρωπαίων συνομιλητών μας είναι ο ορατός κίνδυνος να παρασύρουν οι χώρες της περιφέρειας το Βορρά «στην κρίση τους». Η κρίση λοιπόν είναι δική μας, οι λύσεις έρχονται από τους εταίρους μας, οι οποίοι το μόνο που μας ζητάνε είναι να περάσουμε το γιοφύρι για να  καταλάβουμε το πρόβλημά τους, και να κάνουμε όσα συμφωνήσαμε, το οποίο έτσι κι αλλιώς, κατά Σημίτη, αυξάνει τη διαπραγματευτική μας ικανότητα για να… ξανασυζητήσουμε όσα συμφωνήσαμε!

Δεν χρειάζεται να επιμείνω άλλο στις προφανείς αντιφάσεις. Θα παρατηρήσω μόνο ότι η πιο επιεικής ερμηνεία είναι ότι ο κ. Σημίτης επιδεικνύει τα ίδια χαρακτηριστικά μωρουδιακής σχέσης με τους «Βορειοευρωπαίους» που φαντάζεται ότι οι Έλληνες πολίτες εξακολουθούν να έχουν με τους πατερναλιστές εμπόρους της πολιτικής μας μιζέριας.

Σενάρια Σημίτη

Σε ένα έχει δίκιο ο κ. Σημίτης. Οποιοσδήποτε Έλληνας πολιτικός αποφασίσει ποτέ να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού (όχι της ελίτ που τον κυβερνάει) στην επερχόμενη και βέβαιη χρεοκοπία, θα χρειαστεί διαπραγματευτικά χαρτιά τα οποία καμία σχέση δεν έχουν με το πόσο καλά παιδιά ήμασταν στους καλούς γονείς μας. Διαπραγματευτική δύναμη έχει κάποιος όταν μπορεί να προκαλέσει τη συμφωνία του εταίρου του τουλάχιστον σε κάποιους από τους όρους του, χρησιμοποιώντας την απειλή ότι αν δεν βρεθεί συμφωνία με κάποιους μίνιμουμ όρους θα αποχωρήσει. Αν η απειλή αποχώρησης δεν είναι πιστευτή, δεν δίνει καμία διαπραγματευτική δύναμη. Φυσικά, η απειλή αποχώρησης πρέπει πραγματικά να αντιπροσωπεύει μία κατάσταση την οποία ο διαπραγματευόμενος είναι διατεθειμένος να δεχθεί ως εναλλακτική της συμφωνίας.

Και άθελά του ίσως, στην προσπάθειά του να μας συνετίσει και να μας δείξει ότι η μόνη μας λύση είναι να αποδεχτούμε τη μνημονιακή μοίρα μας, ο κ. Σημίτης ξεκαθαρίζει τις εναλλακτικές μας με τρόπο που εκπλήσσει, διότι ξεκαθαρίζει ότι το μνημονιακό μας μέλλον επιφυλάσσει στην καλύτερη περίπτωση ελεγχόμενη- από τους εταίρους μας- χρεοκοπία με στόχο «να περιορισθούν οι αρνητικές επιπτώσεις στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα». Ακόμα όμως και η ελεγχόμενη χρεοκοπία κατά τον κ. Σημίτη «θα είναι πιθανότατα εξίσου δραματική με τη μη ελεγχόμενη».

Στο πρώτο σενάριο Σημίτη, αν δεν μπορέσει η Ελλάδα να έχει βιώσιμο χρέος μέχρι το 2013 έτσι ώστε να δανείζεται από τον Μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης με αυστηρούς πάλι όρους, θα τεθεί σε διαδικασία ελεγχόμενης πτώχευσης, με στόχο να ελεγχθούν οι επιπτώσεις στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Η διαδικασία αυτή θα σημαίνει και αναστολή συμμετοχής στο ευρώ, χωρίς άλλη «συνταγή διάσωσης», αλλά με τους εταίρους μας σε ρόλο «σύνδικου πτώχευσης» καθορίζοντας διαδικασίες ώστε να ολοκληρωθεί η ύστατη προσπάθεια «με το λιγότερο δυνατό κόστος για όλους».

Το δεύτερο σενάριο του κ. Σημίτη διαφέρει μόνο στο ότι οι εξελίξεις τροχοδρομούνται πιο γρήγορα εαν το ΔΝΤ και οι εταίροι μας αρνηθούν να μας δώσουν τις συμφωνημένες δόσεις. Η Ελλάδα θα κηρύξει στάση πληρωμών και θα προχωρήσει σε άτακτη χρεοκοπία αν δεν επέμβουν οι εταίροι μας, ή, εάν επέμβουν οι εταίροι μας θα προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με σκοπό την ανακεφαλαίωση των τραπεζών και την περιχαράκωση του ελληνικού προβλήματος για να μην μολυνθούν οι ίδιοι. Αυτά μέχρι το 2013 που θα αποφασιστεί και πάλι αν το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο μετά το κούρεμα, οπότε θα οδηγηθούμε πάλι στο σενάριο 1. Το τρίτο σενάριο του κ. Σημίτη είναι το ίδιο με το 2 χωρίς παρέμβαση των εταίρων όμως και επομένως με άτακτη χρεοκοπία.

Για να ανακεφαλαιώσουμε. Σενάριο 1 οδηγεί είτε σε περαιτέρω δανεισμό αν κριθεί το χρέος βιώσιμο είτε σε ελεγχόμενη χρεοκοπία που θα είναι «πιθανότατα εξίσου δραματική με τη μη ελεγχόμενη» και θα σημάνει και έξοδο από το ευρώ. Σενάριο 2α μερική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους για να σωθούν οι τράπεζες και επιστροφή στο σενάριο 1 για να δούμε αν μπαίνουμε στο Μόνιμο Μηχανισμό ή αν πάμε πάλι για ελεγχόμενη χρεοκοπία, και τέλος Σενάριο 2β μη ελεγχόμενη χρεοκοπία.


Ποιό το συμπέρασμα του κου Σημίτη; Πρέπει, σαν καλά παιδιά, να κάνουμε όσα μας ζητάνε, για να ευχαριστήσουμε τους καλούς γονείς έτσι ώστε να μην πάμε αμέσως στην άτακτη χρεοκοπία, αλλά μέχρι το 2013 να έχουμε καταστήσει το χρέος βιώσιμο για να μπορέσουμε να… ξαναδανειστούμε από τον Μόνιμο Μηχανισμό Στήριξης αυτή τη φορά. Δεν θα ασχοληθώ καν με το αν αυτός είναι ένας στόχος θεμιτός. Ακόμα και να το δεχόμασταν πάντως είναι στόχος-φαντασίωση. Είναι προφανές λοιπόν ότι στα σενάρια Σημίτη το μέλλον μας συμπεριλαμβάνει είτε χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ, είτε…χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ. Στην πρώτη περίπτωση χρεοκοπούμε διότι είναι μωρουδιακή φαντασίωση να πιστεύει κανείς ότι το χρέος μας μπορεί να γίνει βιώσιμο σε δύο χρόνια και εν μέσω εντεταλμένου στραγγαλισμού της οικονομίας και στη δεύτερη περίπτωση επειδή όπως ξέρουν πια και οι γάτες η χώρα μας είναι αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές και αν δεν μας δανείσουν οι εταίροι θα χρειαστεί να αναδιαρθρώσουμε το χρέος μας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Καθώς γράφω τούτες τις γραμμές, έχουμε ήδη περάσει στο σενάριο 2 του κ. Σημίτη, κατά το οποίο οι εταίροι μας δείχνουν διαθέσεις να αναδιαρθρώσουν το ελληνικό χρέος με σκοπό να σώσουν το ευρωπαϊκό (και ελληνικό φυσικά) τραπεζικό σύστημα) χωρίς απαραιτήτως να σκέφτονται αν το χρέος θα γίνει βιώσιμο για την ελληνική οικονομία γενικότερα. Μάλιστα, υπάρχουν ενδείξεις ότι το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα βρίσκεται υπό την υπερβολική πίεση της ήδη μεταδομένης στο κέντρο κρίσης χρέους, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες να καταλήξουμε στο σενάριο 2β δηλαδή στάση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ χωρίς περαιτέρω δάνεια από τους εταίρους, οι οποίοι έχουν αρχίσει να πνίγονται οι ίδιοι. Για να μη στεκόμαστε μόνο στα σενάρια του δημιουργικού μας λογιστή, τα σενάρια των πιο σοβαρών ακαδημαϊκών στο πεδίο των κρατικών «πτωχεύσεων» επίσης προβλέπουν αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας σίγουρα μετά το 2013 και κατά πάσα πιθανότητα και πολύ νωρίτερα.

Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι στόχος μας θα έπρεπε να είναι η αποφυγή της εξόδου από το ευρώ πάσει θυσία-αμφίβολο κατά τη γνώμη μου- πρέπει να προετοιμαστούμε για το ενδεχόμενο αναλύωντας τα θετικά και αρνητικά κάθε περίπτωσης. Επομένως πρέπει να γνωρίζουμε τι είναι και πώς μπορεί να γίνει μια αναδιάρθρωση, αλλά και τι θα σήμαινε η έξοδός μας από το ευρώ. Κάθε περίπτωση έχει θετικά και αρνητικά, τα οποία έτσι κι αλλιώς πρέπει να συγκρίνουμε με όσα μας προσφέρει η παρούσα κατάσταση (η οποία κατά Σημίτη έτσι κι αλλιώς οδηγεί σε αναδιάρθρωση).

Τι σημαίνει αναδιάρθρωση

Ας αρχίσουμε με την ίδια την αναδιάρθρωση. Τι σημαίνει αναδιάρθρωση; Σημαίνει ότι προτού έρθει η ώρα που δεν μπορούμε να πληρώσουμε καλούμε τους δανειστές μας και τους προσφέρουμε νέα ομόλογα με νέους όρους,  οι οποίοι μπορεί να προσφέρουν από «μαλακή» αναδιάρθρωση με επέκταση χρόνου πληρωμής και μείωση επιτοκίων, μέχρι «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας των παρόντων ομολόγων ως ένα ποσό. Η συμφωνία της 21ης Ιουλίου κάτι τέτοιο προέβλεπε, με μείγμα όρων για τα νέα ομόλογα, τα οποία θα κατέληγαν στην καλύτερη περίπτωση σε μία μείωση της Παρούσας Ονομαστικής Αξίας κατά 21%. Η συμφωνία έχει ήδη ξεπεραστεί εκ των πραγμάτων και περιμένουμε όλοι να δούμε τι όρους θα περιλαμβάνει η νέα συμφωνία των «ευρωσωτήρων» στις 23 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τους περισσότερους οικονομολόγους πάντως, το ελληνικό χρέος χρειάζεται γενναίο κούρεμα της τάξης το λιγότερο 50-60% προκειμένου να έχει η οικονομία μας οποιαδήποτε ελπίδα ανάκαμψης.

Θετικά

Το δημόσιο χρέος μας είναι κατεξοχήν στη μορφή ομολόγων που κατέχουν θεσμικοί πιστωτές, σε αντιθεση πχ με το Ιρακ το 2004 που είχε πολύμορφη τάξη πιστωτών, η οποία συμπεριλάμβανε και μικρούς ιδιώτες πιστωτές. Η ομοιομορφία των πιστωτών διευκολύνει συνήθως τη διαδικασίας της αναδιάρθρωσης. Σύμφωνα με τον Γκουλάτι, που είναι από τους πιο σοβαρους σχολιαστές, το μεγαλύτερο πλεόνεκτημα της Ελλάδας σε μια πιθανη αναδιάρθρωση είναι το γεγονός ότι σχεδόν 90% των ομολόγων υπόκεινται ξεκάθαρα στο ελληνικό δίκαιο (αυτό ήταν έτσι τουλάχιστον μέχρι πριν την 21η Ιουλίου). Και για ποιό λόγο είναι αυτό πλεονέκτημα; Απλά διότι δίνει στο κράτος τη δυνατότητα να αλλάξει τους όρους των ελληνικών ομολόγων με αλλαγή της ελληνικής νομοθεσίας. Θα μπορούσε θεωρητικά η Ελλάδα να περάσει ένα νόμο που θα έλεγε ότι όλα τα χρέη του ελληνικού δημοσίου μειώνονται κατά 50%. Ακόμα και Αγγλικά ή Αμερικανικά δικαστήρια έχουν στο παρελθόν αποδεχτεί τέτοιες αλλαγές αν το ομόλογα υπόκεινται αμέσως ή εμμέσως στο δίκαιο του κράτους/χρεώστη που προχωρά σε ανταλλαγή. Αυτό αυξάνει και τις πιθανότητες να αποδεχθούν οι δανειστές μας μια προσφορά αναδιάρθρωσης ομολόγων, προτού να χρειαστεί να αποβεί η χώρα μας σε νομοθετική μεταρρύθμιση με βάση την «κατάσταση ανάγκης». Αν είχαμε και την υποστήριξη των εταίρων μας σε αυτή τη διαδικασία, αν για παράδειγμα μας προσφέραν, αντί για δάνεια μέσω του Μεσοπροθέσμου για να πληρώνουμε τόκους στις τράπεζες, χρήματα για να αγοράσουμε ασφαλέστερα ομόλογα, όπως του Γερμανικού η Αμερικανικού δημοσίου, και να τα χρησιμοποιήσουμε ως εγγυήσεις για την έκδοση των νέων, «κουρεμένων» ομολόγων, οι πιθανότητες αποδοχής των νέων ομολόγων από τους δανειστές θα αυξανόταν ακόμη παραπάνω.

Η αποδοχή από τους δανειστές μας θα ήταν και η καλύτερη περίπτωση διότι η επίτευξη «κουρέματος» με μονομερή αλλαγή νομοθεσίας έχει φυσικά και πολλά, σημαντικά μειονεκτήματα.

Αρνητικά

Ένα από τα μειονεκτήματα θα ήταν η κατάρρευση της εμπιστοσύνης των πιστωτών οι οποίοι σχεδόν σίγουρα θα μας ζητούσαν όχι μόνο μεγαλύτερους τόκους αλλά και θα αρνούνταν να δεχθούν ελληνικά ομόλογα υπό ελληνικό δίκαιο στο μέλλον. Βέβαια στην κατάσταση που βρισκόμαστε αυτό μπορεί και να είναι ένα κόστος που αξίζει τον κόπο διότι έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να μπορέσουμε να ξαναδανειστούμε με τους τόκους των τελευταίων ετών για πάρα πολύ καιρό. Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τη μονομερή αναδιάρθρωση μέσω της αλλαγής του ελληνικού δικαίου και ο λόγος για τον οποίο δεχθήκαμε τόσες πιέσεις να το αποφύγουμε  είναι η ζημιά που θα προκαλούσαμε στην εμπιστοσύνη των πιστωτών για άλλες υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και του κέντρου. Αυτή τη στιγμή ακόμα και αυτό το πρόβλημα έχει λιγότερη σημασία όμως διότι οι αγορές ομολόγων της περιφέρειας έχουν ήδη τεράστια προβλήματα ενώ τα σπρεντς έχουν ανοίξει ακόμα και για την Ιταλία. Ο φόβος της «μόλυνσης» δηλαδή δεν μπορεί να ισχύει αφού έχει ήδη επέλθει η «μόλυνση». Ένα άλλο μειονέκτημα, για την Ελλάδα αυτή τη φορά είναι ότι μέρος του χρέους βρίσκεται στα χέρια των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είναι ήδη σε αδύναμη θέση και πολλές θα κλείναν με το κούρεμα των ομολόγων.

Άλλο ένα πρόβλημα είναι ότι μέρος των ομολόγων βρίσκεται στα χέρια των δημοσίων ταμείων. Αυτό το τελευταίο έχει χρησιμοποιηθεί από τους πολιτικούς ως δήθεν τελικο επιχείρημα επειδή υποτίθεται ότι θα σήμαινε καταστροφή για τη δυνατότητα πληρωμής συντάξεων. Σύμφωνα με υπολογισμούς της τράπεζας Barclays περίπου 29δις των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται στα χέρια ελληνικών αμοιβαίων κεφαλαίων, και συνταξιοδοτικών ταμείων εντός της Ελλάδας. Άλλα περίπου 5.6 δις στα χέρια Ελλήνων ιδιωτών. Όπως παρατηρεί ο Ζολτ Νταρβας του ινστιτούτου Μπρούγκελ πολλά από αυτά τα ταμεία έχουν ήδη σημειώσει τις απώλειές τους επί των ομολόγων, και να προσθέσω ότι δεν έχουν ως εκ τούτου σταματήσει να πληρώνουν τις συντάξεις. Τα αποτελέσματα της μείωσης πλούτου όλων των παραπάνω στην ελληνική οικονομία λόγω μείωσης της ζήτησης μετά από ένα κούρεμα των ομολόγων είναι πραγματικά αστείο επιχείρημα όταν Ευρωπαϊκή «βοήθεια» έχει ήδη στραγγαλίσει την οικονομία, με κατακόρυφη πτώση της ζήτησης και ήδη υπάρχων ξεζούμισμα των συνταξιούχων.

Ο μελετητής του Μπρούγκελ συμπεραίνει ότι το κύριο πρόβλημα εντός της Ελλάδας θα ήταν η πιθανή κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, το οποίο όμως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί είτε με πώληση των τραπεζών σε ξένους ιδιώτες (αν προτιμάς λύση αγοράς) είτε με ένεσεις από την ΕΚΤ και τον έκτακτο μηχανισμό.

Το μεγαλύτερό πρακτικό μειονέκτημα σήμερα σε μία διαδικασία μονομερούς αναδιάρθρωσης έγκειται στο γεγονός ότι αφήσαμε ενάμιση χρόνο να περάσει και στο ενδιάμεσο δεχτήκαμε δάνεια και εγγυήσεις από την ΕΚΤ τα οποία έχουν ξαλαφρώσει ιδιώτες πιστωτές, κοινώς τις τράπεζες, από τα ελληνικά ομόλογα, και έχουν φορτώσει την ΕΚΤ, κοινώς τους Ευρωπαίους φορολογούμενους με 50 δις ελληνικά ομόλογα που θα χρειαστούν κούρεμα. Από πολιτική άποψη, μονομερής αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους με αλλαγή νόμου θα προκαλέσει τη μήνη των Ευρωπαίων φορολογούμενων, οι οποίοι φυσικά έχουν την εντύπωση-που οι ίδιοι μας οι πολιτικοί φρόντισαν να τους ενισχύσουν -ότι η όλη κρίση μπορεί να αποδοθεί στα τεμπέλικα «γουρουνάκια» και ιδίως στη χώρα μας. Για ποιό λόγο να κληθούν αυτοί να πληρώσουν τα σπασμένα;

Αφήνωντας στην άκρη τις αιτίες της κρίσης, η απάντηση είναι ότι στο βαθμό που μπορεί η λύση στο ελληνικό πρόβλημα να βελτιώσει τις συνθήκες στις ευρωπαϊκές αγορές (γεγονός που γίνεται κάθε μέρα πιο αβέβαιο που σημαίνει ότι κάθε μέρα χάνουμε διαπραγματευτική δύναμη) 25 δις κούρεμα στα 50 δις της ΕΚΤ είναι σχετικά καλή τιμή για την έξοδο από μια κρίση της οποίας ο λογαριασμός γίνεται κάθε μέρα και πιο δυσθεώρητος. Επιστρέφοντας στο νομικό μέρος, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσφέρει πιθανώς καθεστώς προνομιακού δανειστή και στην ΕΚΤ (όπως είναι ήδη το ΔΝΤ) για να κατευνάσει την μήνη, πράγμα όμως που κάνει τη διαδικασία σχετικά πιο σύνθετη και ακριβή για τους υπόλοιπους δανειστές. Και φυσικά όσο περισσότερο περιμένουμε τόσο μεγαλύτερο μέρος του χρέους βρίσκεται σε χέρια θεσμικών δανειστών ΕΕ/ΕΚΤ/ΔΝΤ και επομένως το πολιτικό κόστος για την Ελλάδα και την ίδια την Ευρώπη αυξάνει, αλλά και το ώφελος από ένα «κούρεμα» που θα αφορά μόνο στους ιδιώτες δανειστές ολοένα και μικραίνει.

Κατά τη γνώμη μου, η δυνατότητα ανεύρεσης ικανής λύσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο δυναμιτίστηκε όταν η ΕΚΤ δέχθηκε να κοινωνικοποιήσει τα ρίσκα των τραπεζών αποδεχόμενη ελληνικά όμόλογα.

Και για να σας δώσω να καταλάβετε ακριβώς πόσο μεγάλη πολιτική αποτυχία εκ μέρους μας ήταν το να δεχθούμε τα δάνεια με τους εξοντωτικούς όρους που τα δεχθήκαμε αξίζει να παραθέσω την ακριβή φράση του Μίτου Γκουλάτι που θεωρείται ένας από τους ειδικούς διεθνώς στο ζήτημα αναδιαρθρώσεων:

«…the fact that 90% or so of its debt stock is governed by local law bonds that do not contain negative pledge clauses, pari passu clauses, or cross default clauses, means that Greece is probably in a better position to restructure is way out of its crisis than any sovereign debtor on the brink of crisis has been in the modern era.»

Πέρσι τον Μάιο λοιπόν παραιτηθήκαμε από ένα πλεονέκτημα για την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας, επειδή οι εταίροι μας φοβήθηκαν ότι κάτι τέτοιο θα αύξανε δραματικά το κόστος δανεισμού ολόκληρης της Ευρώπης και θα οδηγούσε σε τραπεζική κρίση μέσω της «μόλυνσης». Από την πλευρά τους οι Έλληνες πολιτικοί παρέδωσαν τη χώρα σε ένα πρόγραμμα που ακόμα και ο δεξιός Μαρτιν Φέλντστιν αναγνώριζε περσι τον Απρίλιο ότι θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην εξόντωση της ελληνικής οικονομίας, χωρίς να έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν ούτε έναν ευνοϊκό όρο για την παραίτησή μας από τη δυνατότητα να αναδιαρθρώσουμε το χρέος μας, δυνατότητα η οποία σύμφωνα με έναν από τους πιο σεβαστούς ακαδημαϊκούς στον τομέα θα μπορούσε να γίνει με τις καλύτερες προϋποθέσεις στην ιστορία όλων των αναδιαρθρώσεων. Αυτά όμως είναι πια στο παρελθόν. Ας επιστρέψουμε στο προσεχές μέλλον.

Τι σημαίνει έξοδος από το ευρώ;

Ας δούμε τώρα το θέμα της εξόδου από το ευρώ. Ποιό είναι το οικονομικό πλεονέκτημα για την Ελλάδα; Οι περισσότεροι οικονομολόγοι που το υποστηρίζουν αναφέρονται στις δυνατότητες ανάκαμψης που θα είχε η ελληνική οικονομία λόγω της εξόδου από ένα νόμισμα που είναι δραματικά ανατιμημένο σε σχέση με την πραγματική οικονομία. Με τη νέα δραχμή οι τιμές μας θα ήταν πιο φθηνές και επομένως πιο ανταγωνιστικές.  Υπάρχουν όμως και αμφιβολίες επί τούτου καθώς άλλοι σχολιαστές παρατηρούν ότι στο παρελθόν, όσες χώρες ανέκαμψαν σχετικά γρήγορα από μία χρεοκοπία με υποτίμηση είχαν σχετικά δυνατό βιομηχανικό τομέα και ήδη δυνατές εξαγωγές. Παρόλ’αυτά οικονομολόγοι όπως ο Ρουμπινί (που προέβλεψε την κρίση του 2008) και ο Ρόντρικ επιμένουν ότι η έξοδος από το ευρώ είναι λογικό βήμα για μια οικονομία όπως της Ελλάδας.

Αυτά σε φάσμα καμιάς διετίας ή και παραπάνω. Τα άμεσα αποτελέσματα σε οικονομικό επίπεδο θα ήταν η υποτίμηση της αξίας των ελληνικών καταθέσεων, πιθανός πληθωρισμός, αλλά και κλείσιμο τραπεζών οι οποίες με ιδιωτικά συμβόλαια συχνά ξένου δικαίου δεν θα έπαυαν να χρωστούν σε ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για όποιον ιδιώτη έχει ιδιωτικά χρέη σε ευρώ τα οποία υπόκεινται στο ξένο δίκαιο (κυρίως επιχειρήσεις, γιατί τα νοικοκυριά ακόμα και αν χρωστάν σε ευρώ συνήθως έχουν δανειστεί με το ελληνικό δίκαιο και επομένως τα χρέη τους θα μετατρεπόταν σε δραχμές ή θα προστατευτούν απ’το πτωχευτικό δίκαιο). Ακόμα, επειδή βασιζόμαστε στις εισαγωγές για να καλύψουμε μεγάλο μέρος βασικών μας αγαθών, θα μειωνόταν δραματικά η δυνατότητα χρηματοδότησης εισαγωγών και μπορεί να βρισκόμασταν σε κατάσταση έλλειψης βασικών αγαθών.

Όλα αυτά τα άμεσα αρνητικά πάντως θα μπορούσαν σε κάποιο βαθμό να μετριαστούν με κατάλληλο έλεγχο από το κράτος στη ροή κεφαλαίων, αλλά και φορολόγηση. Ο έλεγχος ροής κεφαλαίων θα αποτελούσε παραβίαση του κοινοτικού δικαίου (στο σχετικά απίθανο σενάριο μονομερούς εξόδου από το ευρώ χωρίς έξοδο από την ΕΕ). Θα είχαμε επιχειρήματα για να το δικαιολογήσουμε, αλλά και οι εταίροι μας θα είχαν επιχειρήματα να αντιπροτείνουν ανάλογα με το πόσο ζημιωμένοι θα αισθανόταν οι ίδιοι από μία τέτοια κίνηση. Τέλος, η χαμηλότατη αξιοπιστία της καινούριας Ελληνικής κεντρικής τράπεζας θα σήμαινε υψηλά επιτόκια δανεισμού ακόμα και για τους ιδιώτες, γεγονός που θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Το συγκεκριμένο αρνητικό θα πρέπει να το συγκρίνουμε με την εναλλακτική που θα είναι η μικρή έτσι κι αλλιώς δυνατότητα δανεισμού Ελληνικών τραπεζών εντός του ευρώ μετά από μια αναδιάρθρωση και οι ελάχιστες δυνατότητες ανάπτυξης εντός του ευρώ χωρίς γενναία αναδιανομή εντός της ευρωζώνης, η οποία γίνεται κάθε μέρα ολοένα και πιο απίθανη από πολιτική άποψη. Σε μια τέτοια περίπτωση ούτε και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα ήταν διατεθιμένοι να μας δανείσουν με χαμηλά επιτόκια αφού θα είχαμε ήδη κουρέψει το χρέος μας σ’αυτούς κατά 50% και πάνω.

Τα «διαδικαστικά» έξοδα της επανόδου στη δραχμή είναι επίσης σημαντική βραχυπρόθεσμη δυσκολία. Η κυριότερη δυσκολία θα είναι να επιβάλλουμε έλεγχο ροής κεφαλαίων έτσι ώστε να αποφύγουμε την αυτόματη φυγή όσων κεφαλαίων έχουν απομείνει στη χώρα, αλλά και να αποφύγουμε την ντε φάκτο «ευρωποίηση» της ελληνικής οικονομίας. Το «διαδικαστικό» κόστος θα είναι πράγματι σημαντικό όπως ισχυρίζεται ο κ. Σημίτης.

Σε ένα σημείο όμως η περιγραφή του κ. Σημίτη είναι παραπλανητική. «Τα χρέη μας προς το εξωτερικό, που θα πρέπει να αποπληρωθούν σε ευρώ, αυτομάτως θα αυξηθούν κατά το ποσοστό τη υποτίμησης…Το δημόσιο χρέος θα φτάσει δυσθεώρητα ύψη». Αν εξακολουθεί να ισχύει ότι το 90% του ελληνικού χρέους είναι ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο, (δηλαδή αν δεν προλάβαν να κάνουν την ανταλλαγή των ομολόγων της 21ης Ιουλίου η οποία προέβλεπε αλλαγή σε αγγλικό δίκαιο) το Ελληνικό κράτος θα είχε ένα ισχυρό επιχείρημα ότι το εφαρμοστέο δίκαιο του νομίσματος (lex monetae) είναι το ελληνικό δίκαιο και επομένως οι ομολογιακές υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους θα μετατρεπόταν σε δραχμές. Το επιχείρημα θα ήταν ακόμα πιο ισχυρό εάν οι προβλεπόμενες πληρωμές επέλεγαν τόπο πληρωμής στο Ελληνικό έδαφος. Το γεγονός ότι η ανταλλαγή της 21ης που δεν ολοκληρώθηκε προέβλεπε τη μετατροπή από ελληνικό σε αγγλικό δίκαιο είναι ισχυρό επιχείρημα αναγνώρισης ότι χωρίς τη μετατροπή τα ομόλογα εξακολουθούν να υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο. Αυτό θα σήμαινε παραπάνω ντε φάκτο κούρεμα, πέραν της αναδιάρθρωσης μέσω νέου νόμου η ανταλλαγής ομολόγων, κατά το ποσοστό της υποτίμησης. Το ρίσκο αυτής της τακτικής είναι φυσικά ότι στην άλλη όχθη θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε τα αντεπιχειρήματα των δημιουργικών δικηγόρων έξαλλων  Ευρωπαίων (ΕΚΤ/ΕΕ) που θα αντιπρότειναν ότι εξακολουθούμε να χρωστάμε σε ευρώ.  Αλλά αφού έτσι κι αλλιώς έχουν αυξηθεί οι πιθανότητες να χρειαστεί να βγούμε από το ευρώ ακόμα και κατά Σημίτη, αυτά είναι τα επιχειρήματα που θα έπρεπε ήδη να έχουμε βάλει στο τραπέζι και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να δεχθούμε τη μεταβολή του δικαίου σε αγγλικό εάν συνεχίσει η κατάσταση να οδεύει προς ευρωπαϊκή διάλυση.

Τέλος, επειδή θα είμαστε αποκλεισμένοι από τις διεθνείς αγορές χρημάτων, θα χρειαζόμαστε έτσι κι αλλιώς δραματικό περιορισμό του ελλείμματος, έτσι ώστε να μην ξαναβρεθούμε σύντομα με δυσθεώρητα χρέη. Αυτή τη φορά όμως και με την προϋπόθεση ότι θα έχει θα αλλάξει δραματικά το πολιτικό σκηνικό της χώρας, οι δομικές αλλαγές θα μπορούσαν να είναι ουσιαστικές και όχι οι εχθρικές πράξεις από μία ελίτ κατά της πλειοψηφίας του πληθυσμού που αυτή τη στιγμή προσπαθούν να πουλήσουν στους Ευρωπαίους ως δομικές αλλαγές. Το κυριότερο, το είδος των δομικών αλλαγών θα πρέπει να συμφωνηθεί με εκλογές, έτσι ώστε να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας. Δεν νοείται σε χώρα που έχει τους χαμηλότερους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο να μας ζητούν κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, που έτσι κι αλλιώς αφορούν σε ελάχιστο ποσοστό της αγοράς, και να μας το πουλάν ως διαρθρωτική αλλαγή, εν μέσω μάλιστα συνολικής κατάρρευσης της ζήτησης και ενώ τα κάποια δις που υπεξαιρέθηκαν από ιδιώτες όλα αυτά τα χρόνια εξακολουθούν να βρίσκονται σε λογαριασμούς στην Ελβετία (υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε περίπου 600δις).

Από τα σοβαρότερα προβλήματα της εξόδου μας από το ευρώ θα ήταν κατά τη γνώμη μου το πολιτικό. Ιδίως δε εαν κατέληγε στην διάλυση του ευρώ όπως προβλέπουν πολλοί οικονομολόγοι. Από νομική άποψη υπάρχει καλό επιχείρημα ότι θα μπορούσαμε να αποχωρήσουμε μονομερώς νόμιμα, εφόσον όμως αποχωρήσουμε ταυτοχρόνως και από την ΕΕ. Κοινώς, μονομερής αποχώρηση μόνο από το ευρώ, χωρίς πρότερη συμφωνία με τους εταίρους και χωρίς πρόθεση αποχώρησης από την ΕΕ, μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί ως παράνομη και να δυσκολέψει την αποδοχή εκ μέρους ξένων δικαστηρίων που τυχόν θα εκδικάσουν υποθέσεις ελληνικών ομολόγων του επιχειρήματος της μετατρεψιμότητας των ομολόγων σε δραχμές. Φυσικά, υπάρχουν και επιχειρήματα που θα μπορούσαμε να αντιτάξουμε που έχουν να κάνουν με τη διατήρηση της δημόσιας ασφάλειας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, για να δικαιολογήσουμε την μονομερή αποχώρηση και φυσικά καλό θα ήταν να βαφτίσουμε την αποχώρηση «προσωρινή αναστολή» από το ευρώ όπως θα κάνουν έτσι κι αλλιώς οι εταίροι μας στο σενάριο 1 και 2 του Σημίτη. Σε όλα αυτά τα σημεία θα είναι πολύ προτιμότερο πάντως να έχουμε τη συνεργασία των υπολοίπων εταίρων έτσι ώστε να μη χρειαστεί να ξοδέψουμε δέκα χρόνια όπως η Αργεντινή στα δικαστήρια.

Ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα για τη μη αποπληρωμή μέρους του χρέους φυσικά είναι τέλος και το γεγονός ότι μέρος των χρεών μας συμφωνήθηκαν από διεφθαρμένες κυβερνήσεις, μέλη της οποίας δέχθηκαν μίζες για να διευκολύνουν την ανάληψη των χρεών από το ελληνικό κράτος. Όσο περισσότερη έρευνα γίνει σε αυτό το θέμα και όσο περισσότερα στοιχεία βγουν στην επιφάνεια τόσο καλύτερες πιθανότητες έχουμε να επικληθούμε επιτυχώς-έστω ως διαπραγματευτικό χαρτί για να αναγκάσουμε αναδιάρθρωση- την έννοια του «απεχθούς» χρέους. Αντίθετα με όσα έχουν κατα καιρούς υποστηριχθεί, υπάρχουν πολλά προηγούμενα επίκλησης της έννοιας σε περιπτώσεις διεφθαρμένων κυβερνήσεων. Φυσικά, θα είναι αδύνατον να γίνει επίκληση της έννοιας του «απεχθούς χρέους» από κυβερνήσεις που είναι οι ίδιες εμπλεκόμενες σε υποθέσεις διαφθοράς και γιαυτό η ριζική αλλαγή του πολιτικού μας σκηνικού είναι επιτακτική ανάγκη και από αυτή την άποψη.

(Καμιά φορά, όταν σπάω το κεφάλι μου να καταλάβω για ποιο λόγο η ελληνική κυβέρνηση δέχεται να υποβάλει τον πληθυσμό της σε οικονομικά βασανιστήρια, μου’ρχεται στο μυαλό η-αφελής μάλλον- ιδέα ότι προετοιμάζει το έδαφος για την κήρυξη της χρεοκοπίας μέσω επίκλησης της αρχής της «κατάστασης ανάγκης» (που επιτρέπει την διαγραφή χρεών με νομοθετική πράξη), διότι πολύ απλά δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να επικληθεί η ίδια κυβέρνηση που συνέβαλε στην συσώρευση απεχθών χρεών μέσω διαφθοράς το δίκαιο του «απεχθούς χρέους».)

Οι επιλογές μας είναι πολιτικής κυρίως και όχι οικονομικής φύσης

Τι επιλέγει κανείς; Σε έναν ιδανικό κόσμο εγώ προσωπικά, θα προτιμούσα να είχαμε προχωρήσει στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους συναινετικά στα πλαίσια της ΕΕ πέρσι τον Απρίλιο, εφόσον όμως αυτό συνοδευόταν και από ένα πλαίσιο γενναίας αναδιανομής πόρων και θεσμικής αναδιάρθρωσης για να αντιμετωπιστούν τα δομικά προβλήματα του ευρώ. Κάτι σαν το σχέδιο του Βαρουφάκη.  Θα προτιμούσα επίσης να ζω σε έναν ιδανικό κόσμο όπου η κυβέρνησή μου δεν επιλέγει να αφήσει τη χώρα έκθετη πρώτα σε κερδοσκοπικά χτυπήματα και κατόπιν στην ύπουλη ενοχοποίηση ενός ολόκληρου λαού, από την ίδια μάλιστα πολιτική τάξη που έχτισε την καταστροφή μας. Όσο για την Ευρώπη, θα προτιμούσα επίσης να ζω σε μια εναλλακτική πραγματικότητα όπου το όνειρο της «κοινωνικής Ευρώπης» δεν θα είχε μετατραπεί σε νεοφιλελεύθερο εφιάλτη με Οργουελικά πλοκάμια.

Με τα σημερινά και όχι ιδανικά δεδομένα όμως παρατηρώ τα εξής.

Η αναδιάρθρωση του χρέους θα πρέπει να γίνει έτσι κι αλλιώς. Δεν υπάρχει αμφιβολία απο μαθηματική και όχι μόνο πολιτική άποψη. Αλλά και η έξοδος από το ευρώ γίνεται κάθε μέρα και πιο πιθανή και το ερώτημα είναι πόσο προετοιμασμένοι θα είμαστε για να αντιμετωπίσουμε όσα πρόκειται να συμβούν. Αν υποθέσουμε ότι είχαμε κάποια επιλογή επί τούτου ο οικονομικός υπολογισμός νομίζω ότι είναι δύσκολο να καταλήξει σε βέβαιο τεχνοκρατικό αποτέλεσμα, υπάρχουν σημαντικά θετικά και αρνητικά σε οικονομικό επίπεδο και από τις δύο μεριές (με μακροχρόνιες δυνατότητες ανάκαμψης καλύτερες εκτός). Τα θετικά του ευρώ μπορούν να ισχύσουν μόνο εαν συνοδευτούν από το Ευρωπαϊκό σχέδιο Μαρσαλ, που είναι πολιτικά απίθανο αυτή τη στιγμή. Αλλά και τα θετικά της εξόδου για να υλοποιηθούν θα χρειαστεί να συνοδεύονται από ριζική αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό αλλά και στην καθημερινή νοοτροπία του καθενός. Ούτε λίγο ούτε πολύ θα χρειαστεί να αναδυθεί από τις στάχτες μία νέα τάξη ανθρώπων, νέες δυνάμεις, που να μην έχουν ποτιστεί από τη διαφθορά του παρελθόντος και κυρίως που θα είναι έτοιμοι να συμμετέχουν ουσιαστικά στην πολιτική ζωή της χώρας σε καθημερινή βάση. Οι νέοι της χώρας που δυστυχώς βρίσκονται σε δημογραφικό μειονέκτημα, θα πρέπει να αναλάβουν τα ίνια και να απαιτήσουν από την γεροντοκρατία που ρήμαξε τη χώρα να κάνει στην άκρη. Αυτό το τελευταίο νομίζω έχει περισσότερες πιθανότητες να συμβεί εκτός παρά εντός του ευρώ. Αν πάντως οι νέα γενιά ταυτιστεί με τα συμφέροντα των σχεδόν συνταξιούχων γονιών της και δεν βοηθήσει στις δραματικές πολιτικές αλλαγές που χρειαζόμαστε- μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για το μακροχρόνιο μαρασμό, εντός η εκτός ευρώ.

Όλα αυτά όμως είναι η δική μου προσωπική αποτίμηση της κατάστασης, όσο και να βασίζεται σε συνεχή ενημέρωση. Δεν μπορώ και δεν θέλω να αποφασίσω εγώ για όλους, όπως δεν θα έπρεπε να αποφασίζει για όλους μας ούτε και η παρούσα κυβέρνηση, η οποία δεν έχει πλέον καμία ουσιαστική νομιμοποίηση και η οποία έχει προ πολλού ξεπεράσει και τα όρια της συνταγματικής νομιμότητας. Το γεγονός ότι βουλευτής Επικρατείας της Κυβέρνησης μπορεί ασχολίαστα να βγαίνει στην ΝΕΤ και να εξηγεί τους αργούς ρυθμούς «μεταρρυθμίσεων» λέγοντας «στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία δυστυχώς» (πρόσθεσε βιαστικά το ευτυχώς μόλις συνειδητοποίησε τί είπε) αναδεικνύει την παντελή απαξίωση της έννοιας στη χώρα μας, αλλά φυσικά και στην Ευρώπη. Άλλος πάλι βουλευτής χαρακτήρισε την κήρυξη εκλογών, την κατεξοχή έκφραση δηλαδή της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, ως «ιστορικό έγκλημα».

Εν μέσω μιας Ευρώπης που δείχνει σημάδια αποσύνθεσης και ενός οικονομικού στραγγαλισμού που διαλύει τον κοινωνικό ιστό, το «ιστορικό έγκλημα» θα είναι να μην κηρυχθούν εκλογές και όχι το αντίθετο.


ΥΓ. Ο Γκουλάτι μου λέει ότι πληροφορίες του είναι ότι δεν έγινε η αλλαγή της 21ης Ιουλίου επομένως ελλ.δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει για ελλ.ομόλογα.Αλλά πολλά ομόλογα έχουν τώρα αλλάξει χέρια και αγοραστεί από διάφορα hedge funds


Παρόλο που το σημείωμα δεν είναι ακαδημαϊκό, οι συγκεκριμένες πληροφορίες που αναφέρω (πέρα από την προσωπική μου γνώμη) προέρχονται από τις εξής πηγές:

» Sarah Ludington et al., Applied Legal History: Demystifying the Doctrine of Odious Debts

» Zsolt Darvas, Debt Restructuring in the Euro Area: A Necessary but Manageable Evil?, Bruegel Policy Contribution (το συγκεκριμένο άρθρο το συμβουλεύεται ήδη υποεπιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου)

» Michael G. Arghyrou, John D. Tsoukalas, The Greek Debt Crisis: Likely Causes, Mechanics and Outcomes

» Stefan Eichler, What Can Currency Crisis Models Tell Us about the Risk of Withdrawal from the EMU? Evidence from ADR data

» Mitu Gulati et al., Restructuring a Nation’s Debt (on the Greek debt MUST READ)

» Hal Scott, When the Euro Falls Apart, 1 International Finance 207 (1998)

» Martin Feldstein, Why Greece will default

» Stephen Choi, Mitu Gulati and Eric A. Posner, Pricing Terms in Sovereign Debt Contracts: A Greek Case Study with Implication for the European Crisis Resolution Mechanism

» Charles Proctor, The euro-fragmentation and the financial markets

» Peter Yeoh, Sovereign Default restructuring options and challenges in the EMU

» Peter Boone and Simon Johnson, Europe on the Brink