«Μετά από ερωτήσεις των New York Times, η ελληνική κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι έδωσε στην εταιρεία Intellexa άδειες για την πώληση του Predator σε τουλάχιστον μία χώρα με ιστορικό καταπίεσης, τη Μαδαγασκάρη» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι New York Times τονίζοντας μάλιστα πως στα χέρια τους έχουν και μια πρόταση πώλησης του λογισμικού και στην Ουκρανία, η οποία, όμως, έχει απορριφθεί.

Οι New York Times εξηγούν πως για να φτάσουν σε αυτήν την αποκάλυψη εξέτασαν «χιλιάδες σελίδες εγγράφων – συμπεριλαμβανομένων σφραγισμένων δικαστικών εγγράφων στην Κύπρο, απόρρητων κοινοβουλευτικών καταθέσεων στην Ελλάδα και μιας μυστικής έρευνας της ισραηλινής στρατιωτικής αστυνομίας – καθώς και σε συνεντεύξεις με περισσότερους από 24 κυβερνητικούς και δικαστικούς αξιωματούχους, πράκτορες των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, στελέχη επιχειρήσεων και θύματα hacking σε πέντε χώρες».

Ο Αλέξανδρος Παπαϊωάννου, εκπρόσωπος του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, φέρεται να είναι ο άνθρωπος που επιβεβαίωσε ότι κάποιο από τα τμήματα του υπουργείου εξέδωσε δύο άδειες εξαγωγής στην Intellexa στις 15 Νοεμβρίου 2021. Ο Παπαϊωάννου δήλωσε, μάλιστα, ότι ο Γενικός Επιθεωρητής του υπουργείου ξεκίνησε μία εσωτερική έρευνα μετά από δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο για την Intellexa. «Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζει το κατασκοπευτικό λογισμικό ως δυνητικό όπλο και ζητεί από τις αρχές να χορηγούν άδειες εξαγωγής μετά από τη δέουσα επιμέλεια για την αποτροπή της κατάχρησής του» τονίζουν οι Times.

Την έρευνα πραγματοποίησαν η Ματίνα Στέβις Γκρίντνεφ, επικεφαλής του γραφείου των Βρυξελλών για την ΕΕ και έκανε ρεπορτάζ από Ελλάδα και Κύπρο, ο Ρόνεν Μπέργκμαν, συντάκτη με έδρα στο Ισραήλ που έκανε ρεπορτάζ στη Λευκωσία και ο Μαρκ Μαζέτι, ρεπόρτερ στην Ουάσινγκτον.