Η εκδικητική πορνογραφία, μία μορφή έμφυλης βίας, είναι ένα φαινόμενο που λαμβάνει όλο και πιο ανησυχητικές διαστάσεις, την ώρα που στην Ελλάδα δεν υπάρχει το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο. Τον περασμένο Δεκέμβριο το θέμα άνοιξε με μαζικές αντιδράσεις στο διαδίκτυο και αίτημα να πέσει η ιστοσελίδα chatpic.org, στην οποία ανέβαιναν προσωπικά αρχεία χιλιάδων γυναικών, πολλές από τις οποίες από την Ελλάδα και την Κύπρο. Οι αντιδράσεις οδήγησαν την ιστοσελίδα να σταματήσει απλά την πρόσβαση από την Ελλάδα, ωστόσο η λειτουργία συνέχισε κανονικά.

Όπως είχε αναφέρει το ΤPP σε αναλυτικό ρεπορτάζ, στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως και σε πολλές ακόμα αντίστοιχων ιστότοπων, οι χρήστες φαίνεται να έχουν φτιάξει μια «κοινότητα» που λειτουργεί ως αγέλη απέναντι στις πρώην οικείες τους, δημιουργώντας μεταξύ τους ένα άτυπο παζάρι φωτογραφικού υλικού.

Οι εξόχως σοβαρές και διαφορετικές διαστάσεις ενός τέτοιου εγκλήματος αναλύθηκαν σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου από την δικηγόρο, Αντωνία Λεγάκη, που εκπροσωπεί τη Σ.Α., η οποία έκανε την πρώτη μήνυση κατά του chatpic στην Ελλάδα και την Έρη Ιωαννίδου, δικαστική ψυχολόγο. Με αφορμή τη μαρτυρία, έγινε ξανά γνωστό ότι το chatpic έγινε ξανά προσβάσιμο σε χρήστες από την Ελλάδα, με την ιστοσελίδα να ξανακλείνει την πρόσβαση εν μέσω έρευνας από την εφημερίδα Documento.

Στο δημοσίευμα της εφημερίδας αναφέρεται ότι της εστάλη ένα αναλυτικό αρχείο με τα προσωπικά αρχεία 174 γυναικών, αρκετές από τις οποίες ανήλικες, το οποίο παραδόθηκε στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ενώ αναμένεται να κατατεθούν και άλλοι φάκελοι από αντίστοιχες έρευνες.

«Στοιχεία για 1.000 γυναίκες, ενήλικες και ανήλικες»

«Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να πούμε ότι, με αφορμή την πρώτη στην Ελλάδα μήνυση κοπέλας, που αναρτήθηκαν φωτογραφίες  χωρίς τη συναίνεσή της στην πλατφόρμα chatpic, δημοσιογράφοι – ερευνητές έχουν καταθέσει στοιχεία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών για 1.000 γυναίκες, ενήλικες και ανήλικες, των οποίων φωτογραφίες βρίσκονται στον ιστότοπο αυτόν, χωρίς τη συναίνεσή τους» τόνισε ξεκινώντας την παρέμβασή της η κ.Λεγάκη, η οποία στη συνέχεια αναφέρθηκε στην «ακινησία» των αρμόδιων αρχών, όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με τέτοια αδικήματα.

«Ναι μεν ονομάζουμε το φαινόμενο εκδικητική πορνογραφία, αλλά το κίνητρο του δράστη δεν είναι πάντα εκδικητικό. Κάποιες φορές έχει στόχο τη διαπόμπευση, κάποιες φορές είναι ο διαμοιρασμός του υλικού ώστε να υπερηφανευτεί ο δράστης. Αυτό το συναντάμε κυρίως σε δράστες νεαρής ηλικίας. Δυστυχώς έχουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις στην Ελλάδα και εντός των σχολείων, το έχουμε συναντήσει συχνά» ανέφερε από την πλευρά της η κ.Ιωαννίδου

«Οι δράστες συζητούν μεταξύ τους σε ζωντανό χρόνο. Υπάρχουν δωμάτια στα οποία εισέρχονται, διαμοιράζουν στοιχεία των κοριτσιών αυτών, σχολεία των κοριτσιών αυτών, χωρίς κανένα κορίτσι και η οικογένειά του να γνωρίζει το παραμικρό. Και χωρίς η αστυνομία να παρεμβαίνει, παρότι πολύ συχνά έχει κληθεί προς αυτό» ανέφερε και συνέχισε πιο συγκεκριμένα, επί της διαδικασίας την οποία έπρεπε να ακολουθήσει η Σ.Α, που βρήκε τη δύναμη να καταγγείλει επώνυμα και δημόσια το γεγονός.

«Έστειλε ένα μέιλ γραπτό, στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, δηλώνοντας τα πλήρη στοιχεία της, ζητώντας τη σύλληψη του δράστη και οδηγίες για το τι να κάνει στη συνέχεια. Η απάντηση ήταν ότι για να παρέμβουμε χρειαζόμαστε τα πλήρη στοιχεία του δράστη και αναλυτικά, πλήρως και λεπτομερώς τα αποδεικτικά στοιχεία. Και ρωτάω εγώ, η αστυνομία μετά τι θα κάνει; Δηλώσεις;» σχολίασε η δικηγόρος και πρόσθεσε: «Είναι σαν να καταγγέλλω εγώ ένα αυτόφωρο αδίκημα και αντί η αστυνομία να κινηθεί, να μου ζητήσει να πάω να βρω τον δράστη, να βρω και τα στοιχεία και να πάω να τα παραδώσω στο αστυνομικό τμήμα. Αυτή είναι η στάση της αστυνομίας και αυτή ήταν η στάση και σε εκατοντάδες θύματα που δεν ήθελαν στη συνέχεια να δώσουν επώνυμα τα στοιχεία τους, φοβούμενες ότι στην πραγματικότητα αυτό θα ήταν μία επόμενη διαπόμπευση. Γιατί αντιλαμβανόμαστε τι σημαίνει κάτι τέτοιο για μία κοπέλα, δεν αποτελεί μόνο προσβολή προσωπικότητας, αποτελεί συντριβή προσωπικότητας».

Ενώ συνέχισε να θέτει σοβαρά ερωτήματα γύρω από το νομοθετικό πλαίσιο και τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν, ή δεν προβαίνουν, οι αρχές σε τέτοιες υποθέσεις, λέγοντας ότι «ο νόμος λέει ότι αυτό το αδίκημα που αφορά τα προσωπικά δεδομένα, είναι κατ’έγκληση διωκόμενο. Αυτό βέβαια δεν ισχύει καθόλου για τις φωτογραφίες ανηλίκων. Και ποιος θα ξεχωρίσει από όλες αυτές τις φωτογραφίες, ποιες είναι ενήλικες και ποιες ανήλικες. Και ποια κοπέλα θα μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά της να ασκήσει μήνυση, αν δεν γνωρίζει τι έχει γίνει. Και ποιος θα εξακριβώσει αν αυτά τα περίφημα ραντεβού που δίνονται στην πλατφόρμα από τους ανώνυμους, δεν γίνονται ακριβώς για αγοραπωλησία κοριτσιών, τράφικινγκ και ανταλλαγή πορνογραφικού υλικού. Αυτό που γνωρίζουμε είναι και μόνο από τη διαπόμπευση σήμερα, έχουμε μία κοπέλα στην Ελλάδα που έχει αυτοκτονήσει όταν διέρρευσαν φωτογραφίες της, πριν ενάμιση χρόνο και μία 15χρονη στην Ευρώπη που αυτοκτόνησε και σίγουρα έχουμε αρκετές που έχουν αλλάξει πόλη, ή και χώρα.»

Σχετικά με την υπόθεση της Σ.Α., η κ.Λεγάκη τόνισε ότι «αυτό που εμείς απαιτούμε είναι να χρησιμοποιηθεί η κακουργηματική διάταξη, αυτή δηλαδή που λέει ότι τιμωρείται με ποινή κάθειρξης μεγαλύτερη των 5 ετών, ο δράστης που διέρρευσε προσωπικά δεδομένα με σκοπό η να προσκομίσει στον εαυτό του περιουσιακό όφελος ή να προσβάλει το θύμα».

«Δεν μπορεί το νομικό πλαίσιο να εξισώνει τον διαμοιρασμό του Ε9 με προσωπικές φωτογραφίες»

Η δικηγόρος στάθηκε ιδιαίτερα, όπως έχει αναφερθεί και από άλλους νομικούς, στην ανάγκη να υπάρξει αλλαγή του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου, ώστε να σταματήσει η εκδικητική πορνογραφία να εντάσσεται από την ελληνική νομοθεσία στην κατηγορία της απλής παραβίασης προσωπικών δεδομένων. Η μορφή αυτή σεξουαλικής κακοποίησης μέσω διαδικτύου καταγράφει αυξητικές τάσεις, εύλογα, τα τελευταία χρόνια. «Υπάρχει αύξηση του φαινομένου, καθώς υπάρχει μεγαλύτερη εξοικείωση με τα τεχνολογικά μέσα, μεγαλύτερη πρόσβαση σε τεχνολογικά μέσα και περισσότερα τεχνολογικά μέσα εν γένει. Δεν είχαμε πριν 10-15 χρόνια κάμερες στα κινητά μας, άρα δεν μπορούσαμε να καταγράψουμε ανά πάσα στιγμή οτιδήποτε. Διεθνώς βλέπουμε μία έξαρση του φαινομένου από το 2015 και μετά» εκτίμησε, συμπληρώνοντας, η Έρη Ιωαννίδου.

Πρόκειται, συνέχισε η δικαστική ψυχολόγος, για «μία προσβολή της γεννετήσιας αξιοπρέπειας του ατόμου, δεν είναι μία κατάχρηση των προσωπικών δεδομένων. Σαφέστατα δεν είναι το ίδιο πράγμα και δεν μπορούμε να το εξισώνουμε, το να διαμοιράσει κανείς το Ε9 και να διαμοιράζει γυμνές φωτογραφίες. Δεν μπορούμε να το λαμβάνουμε ως το ίδιο πράγμα. Επομένως ξεκάθαρα για εμάς έχει με τη γεννετήσια σφαίρα του ανθρώπου και αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψιν. Ο νόμος οφείλει να είναι σύγχρονος, να πηγαίνει με βάση το τι συμβαίνει σήμερα. Δεν μπορεί να αφήσουμε να περάσουν 20 χρόνια για να ασχοληθούμε με αυτό, όταν ήδη έχουμε περάσει κάποια χρόνια. Τα επόμενα χρόνια θα συνεχίσουμε να έχουμε ίντερνετ, επομένως αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει. Αντιθέτως, έχουμε πολλούς λόγος να φοβόμαστε ότι θα συμβαίνει περισσότερο. Μέρος της πρόληψης είναι και η ειδική νομοθεσία».

«Θα πρέπει να υπάρξει νομοθετική παρέμβαση, να περιγραφεί αυτή η συμπεριφορά ως ένα αυτοτελές αδίκημα, που δεν θα είναι στα απόνερα των προσωπικών δεδομένων, αλλά θα περιγράφει αυτήν ακριβώς τη συμπεριφορά και να περιγράφει κακουργηματική ποινή, με βάση τις συνέπειες που έχει για το θύμα. Η απαξία πάντα μίας πράξης, η ποινικοποίησή της, πάντα στις κοινωνίες, έχει να κάνει με τις κοινωνικές συνέπειες που έχει στο θύμα» εξήγησε η κ. Λεγάκη, τονίζοντας ότι δεν έχουμε να κάνουμε με «προσβολή προσωπικότητας» αλλά με συντριβή της προσωπικότητας του θύματος, που έρχεται αντιμέτωπο με πολύπλευρες συνέπειες μετά τη διαρροή προσωπικών του στιγμών, χωρίς τη συναίνεσή του.

Τραύμα, συνέπειες και η υποχρέωση της κοινωνίας

«Αυτή η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης, αυτή η διαπόμπευση, όλο αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο τραύμα» τόνισε από την πλευρά της η Έρη Ιωαννίδου και εξήγησε: «Ενδεχομένως πολλοί φίλοι της κοπέλας να έχουν δει αυτό το υλικό, να γνωρίζουν ότι έχει διαμοιραστεί. Οι συνέπεις είναι επαγγελματικές, ακαδημαϊκές και σχολικές. Μία γυναίκα μπορεί να χάσει τη δουλειά της, μπορεί να αντιμετωπίζει ένα κακοποιητικό περιβάλλον στη δουλειά, να την κοιτάζουν περίεργα… Το ίδιο συμβαίνει και σε ακαδημαϊκά και  σχολικά πλαίσια, όταν συμφοιτητές ή συμμαθητές της κοπέλας έχουν δει τέτοιου είδους υλικό. Είναι επίσης οικονομικές αλλά και σωματικές. Θα μου πείτε, σωματικές γιατί;. Σωματικές είναι όταν έχουμε ψυχοσωματικά συμπτώματα που προέρχονται από τις ψυχολογικές συνέπειες του τραύματος. Καταστάσεις υποκείμενες, όπως για παράδειγμα οι αλλεργίες, τα αυτοάνοσα νοσήματα, το άσθμα κλπ, μπορούν να επιβαρυνθούν από ψυχοπιεστικά γεγονότα, από τραυματικά γεγονότα της ζωής μας.

Ψυχολογικές συνέπειες, έχουμε δυστυχώς σε αρκετά θύματα, όχι σε όλα, συμπτωματολογία άγχους, κατάθλιψης μετατραυματικής διαταραχής του  στρες, αλλά και εν γένει, παρατηρείται μετά ότι έχουμε αποφευκτικές συμπεριφορές και στην ερωτική ή τη σεξουαλική  ζωή του θύματος. Δηλαδή το θύμα δυσκολεύεται να συνάψει σεξουαλικές επαφές, δυσκολεύεται να εμπιστευθεί, εξαιτίας όλου αυτού του γεγονότος, Αυτό όπως καταλαβαίνετε είναι ιδιαίτερα τραυματικού στην ψυχολογία του ατόμου».

Kλείνοντας τις παρεμβάσεις τους, οι δύο ομιλήτριες εστίασαν στο κομμάτι που αφορά την υπόλοιπη κοινωνία, μπροστά στα μάτια της οποίας διαπράττεται το ατιμώρητο μέχρι σήμερα έγκλημα της εκδικητικής πορνογραφίας. «Πρώτα από όλα, έχουμε εμείς υποχρέωση. Γιατί αυτό το έγκλημα δεν θα μπορούσε πραγματικά να διαπραχθεί σε μία κοινωνία που δεν θα ενοχοποιούσε το θύμα. Αν δεν λέγαμε, καλα αυτός είναι… εσύ γιατί έστειλες, ξεκινώντας έτσι μία νέα θυματοποίηση του θύματος, μεταφέροντας την ευθύνη στο θύμα Κατά το γνωστό «τι φορούσε» για υποθέσεις βιασμού.  Αυτό λοιπόν θα πρέπει να το καταργήσουμε. Γιατί αν πάψει να έχει σημασία εάν έστειλε, αν πάψουν να υπάρχουν κλικ σε αυτές τις πλατφόρμες, δεν υπάρχει κερδοφορία. Δεδομένο είναι ότι σε επόμενη φάση θα καταγράψουμε τα ονόματα των εταιρειών που διαφημίζονται σε αυτές τις πλατφόρμες, έτσι ώστε να πάψει να αγοράζει τα προϊόντα  τους. Θα πρέπει να μεταφέρουμε την ντροπή και την ενοχή στον δράστη, στις αρχές που δεν επεμβαίνουν, στους ανθρώπους που βγάζουν κέρδος και σε όσους μεταφέρουν την ενοχή στο θύμα και όχι στον δράστη» δήλωσε η Αντωνία Λεγάκη, με την Έρη Ιωαννίδου να συμπληρώνει σε αυτό το κομμάτι:

«Μεγάλο ρόλο σε όλη αυτή τη συζήτηση παίζουν οι κοινωνικές αντιλήψεις» συμφώνησε και τόνισε ότι «Δεν αντιλαμβανόμαστε με τον ίδιο τρόπο τις ερωτικές συμπεριφορές των γυναικών με αυτές των ανδρών. Για μία γυναίκα εκλαμβάνεται, μολονότι ως επιθυμητό, ως ντροπή το να υπάρχει ένα τέτοιο βίντεο, ενώ για έναν άνδρα η συνήθης απάντηση μπορεί να είναι “και μπράβο σου”».

«Δεν θα είχε την ίδια αντιμετώπιση αυτό το αδίκημα, αν ασχολούμασταν περισσότερο με τους δράστες αντί με το θύμα. Αν ασχολούμασταν περισσότερο με το ότι το θύμα, όπως ο κάθε άνθρωπος, έχει δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει, να έχει όποια συμπεριφορά θέλει, αρκεί να είναι συναινετική. Αυτό όμως δεν δίνει το δικαίωμα σε κάποιον άλλον, να εκμεταλλεύεται την εμπιστοσύνη του θύματος και να προβαίνει σε πράξεις για τις οποίες δεν υπάρχει η συναίνεση»

To βίντεο της εκδήλωσης, από το omniatv: