Στις 10 Σεπτεμβρίου ο Νόβακ Τζόκοβιτς αντιμετώπισε στον τελικό του Αμερικανικού Όπεν τον Ρώσο Ντανιίλ Μεντβέντεφ. Είχε χρόνια να βρεθεί σε αυτή τη θέση. Λόγου χάρη, πέρσι δεν συμμετείχε λόγω της αμερικανικής πολιτικής για τους ανεμβολίαστους επισκέπτες, πρόπερσι έχασε από τον φετινό φιναλίστ, ενώ το 2020 αποβλήθηκε έχοντας χτυπήσει επόπτρια εκτός φάσης με ένα μπαλάκι πάνω στα νεύρα του. Σε ένα ματς που ξεκίνησε συναρπαστικό, αλλά σύντομα έγειρε προς τη μία πλευρά, ο Σέρβος υπερπρωταθλητής κατέκτησε τον τίτλο. Ήταν η 4η φορά που κατακτά το συγκεκριμένο τουρνουά και, ακόμα σημαντικότερο, η 24η που κατακτά ένα μέιτζορ (αυτό που στην καθιερωμένη αποκαλούμε εσφαλμένα γκραν σλαμ (καθώς γκραν σλαμ είναι η κατάκτηση και των τεσσάρων μέιτζορ). Πέρα από το ότι με αυτή την επίδοση ο Τζόκοβιτς επανήλθε στο νο. 1 της παγκόσμιας κατάταξης, εγκαθίδρυσε έτι περαιτέρω την κυριαρχία του στα ιστορικά επιτεύγματα του σπορ, όπου και ασμένως διεκδικεί την υστεροφημία του «καλύτερου όλων των εποχών».

Με την ολοκλήρωση του τελευταίου πόντου, σε ένα κατάμεστο Arthur Ashe Stadium στη Νέα Υόρκη, στο κεντρικό κορτ του τουρνουά, ο Σέρβος προέβη σε ένα χαρακτηριστικό τελετουργικό. Αφού γονατίσει και κλάψει, θα διασχίσει το γήπεδο, ώστε να βρεθεί στο τμήμα εκείνο της κερκίδας όπου βρίσκονται οι «δικοί του» άνθρωποι: ομάδα και οικογένεια. Θα αγκαλιάσει τα παιδιά του, θα φιλήσει την ντυμένη με επίσημο τρόπο σύζυγο, θα πέσει στο τέλος αποκαμωμένος σε ένα κάθισμα, αποφορτίζοντας την ένταση πριν επιστρέψει στο κέντρο του κορτ για την απονομή και τις καθιερωμένες ομιλίες.

Πριν από την ομιλία του, ο Τζόκοβιτς φρόντισε να αποτίσει φόρο τιμής στον Κόμπι Μπράιαντ, τον θρύλο του NBA που πέθανε το 2020, φορώντας μια μπλε φανέλα που έφερε φωτογραφία του ίδιου και του θρύλου των Λέικερς με τις λέξεις «Mamba Forever» στο μπροστινό μέρος και τον γνωστό αριθμό πίσω. Ο Μπράιαντ φορούσε το νούμερο 24 στο δεύτερο μισό της επαγγελματικής του καριέρας στο μπάσκετ. Ο συμβολισμός των 24 τίτλων της σειράς γκλαν σλαμ συνδέεται εδώ με την επισήμανση ότι ο «Κόμπι ήταν φίλος μου». Και η επισήμανση αυτή θα διανθιστεί με ένα μήνυμα αναγέννησης από τη φθορά και κατίσχυσης: «Μιλήσαμε πολύ για τη νοοτροπία του νικητή όταν πάλευα με τον τραυματισμό και προσπαθούσα να επανέλθω, να επιστρέψω στην κορυφή του παιχνιδιού», είπε ο Τζόκοβιτς για τη σχέση του με τον Μπράιαντ. Αυτό εκφράζει η αναφορά στο μάμπα, το εξαιρετικά επιθετικό φίδι που δαγκώνει και σκοτώνει.

Στη συνέχεια, το σκηνικό άλλαξε. Τζόκοβιτς, ομάδα και οικογένεια εμφανίστηκαν στην απονομή φορώντας ένα φούτερ με τον αριθμό 24, για να επισημειώσουν ακόμα πιο έντονα τη σημασία της κατάκτησης του τουρνουά. Η ομοιομορφία αυτής της εμφάνισης, μαζί με τον κλειστό χαρακτήρα του γκρουπ που τη φέρει, σύνδεση οικογενειακού αίματος και προπονητικού ιδρώτα, θα δημιουργήσει ένα απόκοσμο σκηνικό, αν συνυπολογιστούν αυτά που ο Τζόκοβιτς είπε στην καθιερωμένη ομιλία του πρωταθλητή μπροστά στο κοινό του. Ο Σέρβος πρωταθλητής δήλωσε ότι δεν ξέρει πότε θα σταματήσει, καθώς επιθυμεί και ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, γεγονός που θα τον κρατήσει δυνητικά πολλά χρόνια ακόμα στο άθλημα, αν ο στόχος δεν επιτευχθεί στους επόμενους Ολυμπιακούς, του 2024. Δεν παρέλειψε ωστόσο να προσθέσει ότι αυτό θα εξαρτηθεί και από την οικογένειά του. Έδωσε έμφαση στο ότι είναι πατέρας και πιθανόν να θέλει να ζήσει την πατρότητα πιο έντονα. Ευχαρίστησε σύζυγο, οικογένεια και φίλους, επισημαίνοντας το πόσο σημαντικοί υπήρξαν για την επιτυχία του. Και φυσικά δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη Σερβία, της ιστορικές περιπέτειες της χώρας και το πώς αυτές απορρέουν και στη δική του επιτυχία, σφυρηλατώντας ένα φρόνημα αγωνιστικότητας. Λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του US Open ο Τζόκοβιτς βρέθηκε εξάλλου στη Σερβία όπου έτυχε θερμότατης υποδοχής, την οποία και σχολίασε:

«Είμαστε ένα έθνος που δεν υποχωρεί ποτέ και δεν τα παρατάει ποτέ. Πριν από μερικά χρόνια, άκουσα ότι το Βελιγράδι, που κατεδαφίστηκε 47 ή 49 φορές, ξαναχτίστηκε. Μπορείτε να νιώσετε αυτό το πνεύμα με της της νέους που είναι εδώ απόψε και μπορείτε να νιώσετε την περηφάνια της. […] Οι μεγαλύτεροι πρεσβευτές της της χώρας είναι αθλητές και είναι απίστευτο προνόμιο για εμάς να μπορούμε να εκπροσωπούμε τη Σερβία όπου κι αν βρισκόμαστε. Ευχαριστώ τους ανθρώπους για την αγάπη, την πίστη και τη θέλησή σας, δόξα στον Θεό, ζήτω η Σερβία».

Αντιδραστικός μοντερνισμός

Κλείνοντας την τηλεόραση μετά τον τελικό, και μην μπορώντας να δω ότι ο Τζόκοβιτς και η ομάδα του έμειναν ως αργά στο κορτ παίρνοντας 24 κάμψεις για να γιορτάσουν και έτσι τα 24 μέιτζορ, έμεινα με μια αίσθηση αλλόκοτου. Στη Νέα Υόρκη, στην καρδιά του καπιταλισμού, όπου και μόνο η παρουσία κάποιου στο κοινό απαιτεί ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, ο Νόβακ Τζόκοβιτς κατάφερε επί τρεις ώρες να συμπεριφέρεται ως ένα καλοδουλεμένο τενιστικό προϊόν, με τα σερβίς, τα μπάκχαντ και τα φόρχαντ του, πίνοντας τα υψηλής εξειδίκευσης ισοτονικά του για την τέλεια ενυδάτωση, χρησιμοποιώντας τις υπερεξελιγμένες ρακέτες και τα ειδικά κατασκευασμένα παπούτσια. Και μετά, για μισή ώρα, να συμπεριφέρεται ως η ένοχη συνείδηση αυτού του προϊόντος, μιλώντας για όλα αυτά που συγκροτούν τον πυρήνα του δικού του «ανατρεπτικού» φαντασιακού: μια πολλαπλώς ταλαιπωρημένη πατρίδα (τα χρώματα εξάλλου των παπουτσιών του παραπέμπουν σε αυτά της σημαίας της), μια οικογένεια-κέλυφος απέναντι στη ρευστότητα του σύγχρονου κόσμου, μια φιλία που τη διέκοψε ο θάνατος. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση, του Μπράιαντ, δύσκολα μπορεί κανείς να μη σκεφτεί και το πώς αυτός ο φόρος τιμής τοποθετείται και επί των ζητημάτων έμφυλης βίας που είχαν ανακύψει για τον πάλαι ποτέ υπερμπασκετμπολίστα. Δεν βρισκόμαστε εδώ μπροστά σε δυο μηνύματα που αντιστρατεύονται το ένα το ένα; Πώς συνδυάζεται η καλοκουρντισμένη μηχανή του παγκόσμιου τένις, υπερεπιστημονικά εξειδικευμένη, υπερμαρκετοποιημένη, πέρα από σύνορα και ταυτότητες, με το πακέτο «μικρό σπίτι στο λιβάδι» που πουλάει μπροστά στις κάμερες ο Σέρβος πρωταθλητής;

Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στη χρησιμοποίηση του όρου «αντιδραστικός μοντερνισμός». Με αυτόν τον τρόπο ο Τζέφρεϋ Χερφ προσπάθησε να εξηγήσει τον τρόπο που δομήθηκε η συντηρητική επανάσταση στη Γερμανία την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Ορίζοντας την ως τον «παράδοξο συνδυασμό ανορθολογισμού και τεχνικής», ο Χερφ επισημαίνει ότι στη Γερμανία συντελέστηκε ο εξορθολογισμός των μέσων παραγωγής χωρίς την αντίστοιχη αστική επανάσταση που θα προσέφερε ένα πλαίσιο αστικοποίησης βασισμένο στον διαφωτιστικό ορθό λόγο και τις αντίστοιχες πολιτικές δομές της δημοσιότητας. Η λατρεία έτσι της τεχνολογίας από  τους στοχαστές του «αντιδραστικού μοντερνισμού» μπορεί να συνυπάρχει με τα πλέον ανορθολογικά περιεχόμενα. Ξέρουν, για να μιλήσουμε στη γλώσσα του Μαξ Βέμπερ, τον ορθολογισμό των σχέσεων μέσων και σκοπών, μόνο που οι σκοποί τους είναι εντελώς ανορθολογικοί, οι αξίες δεν διέπονται από μια αστική κανονιστικότητα.

Τηρουμένων των αναλογιών, αυτή είναι η περίπτωση του Νόβακ Τζόκοβιτς. Ως αθλητής εντάσσεται πλήρως στην κανονικότητα του αθλήματος, αποτελώντας ένα κινούμενο προϊόν, πετυχαίνοντας να κερδίζει τρελά ποσά πουλώντας τόσο την αθλητική του ικανότητα στο κορτ, όσο και την εμπορική του υπεραξία στα μπλουζάκια, τα παπούτσια, τις ρακέτες κ.λπ. Την ίδια στιγμή, ο ίδιος επιλέγει να κάνει branding τον εαυτό του ως το κακό παιδί, υιοθετώντας μια εθνικιστική, μισογυνική και ανορθολογική ρητορική.

«Πιστεύω ότι ο Θεός ήταν παρών σήμερα»

Ας δούμε τρεις ενδεικτικές περιπτώσεις του τρόπου που ο Τζόκοβιτς κάνει branding τον ανορθολογισμό του. Η πρώτη είναι το σύμπλεγμα «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» που τον διαφοροποιεί από τους μάλλον πιο απαθείς και εκκοσμικευμένους παγκόσμιους πολίτες αθλητές του τένις. Είδαμε ήδη τον τελετουργικό τρόπο αξιοποίησης της οικογένειας και της επίκλησης του έθνους στην τελετή απονομής στο US Open. Για το μέτρο της αντίθεσης, καλό θα είναι ο αναγνώστης να τον συγκρίνει με την στάση του έτερου φιναλίστ του τελικού, του Μεντβέντεφ, ο οποίος προέρχεται από ένα επίσης «δοκιμασμένο» από τη Δύση έθνος, τη Ρωσία, και με παρόμοιο μπακγκράουντ. Αντί για εθνικιστικές κορώνες -ας θυμηθούμε πρόχειρα ότι στο Γαλλικό Όπεν του 2023 ο Τζόκοβιτς έγραψε στην κάμερα (αντί για τις συνήθεις ευχαριστίες ή υπογραφές): Το Κόσοβο είναι η [καρδιά] της Σερβίας. Σταματήστε τη βία- ο Μεντβέντεφ μίλησε απλώς για τένις. Και αντί για ένα πατριαρχικό λογύδριο υπέρ της οικογένειας, ο Ρώσος απλώς ευχαρίστησε τη σύζυγό του, πρώην τενίστρια και αυτή. Η ίδια παρακολουθούσε δηλώσεις και τελικό με βαριεστημένο χίπστερ ύφος φορώντας απλώς μια φόρμα. Παρόμοια ήταν και η εμφάνιση και το στήσιμο του τιμ του Μεντβέντεφ.

Ο Διονύσης Σκλήρης, σε άρθρο του στο Κοσμοδρόμιο, παραθέτει ένα αποκαλυπτικό παράθεμα από συνέντευξη του Τζόκοβιτς σε σερβικό μέσο. Εκεί ο Νόβακ μιλάει για τη βοήθεια του Θεού:

«Θα απαντήσω με τον πιο ειλικρινή τρόπο για αυτό που νομίζω ότι μεσολαβεί, τον Θεό και τους φύλακες αγγέλους. Σε παρόμοιες στιγμές δεν νιώθω πια τα πόδια μου, δεν νιώθω δύναμη, το έδαφος κάτω από τα πόδια μου γυρίζει, ο ουρανός πάνω από το κεφάλι μου επίσης. Εκείνες τις στιγμές με την πίστη που έχω ελπίζω να γίνει θεία παρέμβαση. Ίσως δεν θα με πιστέψετε, αλλά μου συνέβη τόσες φορές που εξέπληξα ακόμη και τον εαυτό μου πώς ήταν δυνατόν να τα άντεξα όλα αυτά. Αν πιστεύεις ότι ο Θεός και μια ανώτερη δύναμη θα σε βοηθήσουν, αυτό είναι πολύ σοβαρό. Πιστεύω ότι ο Θεός ήταν παρών σήμερα», δήλωσε ο Νόβακ Τζόκοβιτς.

Δεν έχω καμιά διάθεση αμφισβήτησης της πίστης του Τζόκοβιτς, όπως δεν έχω καμία αμφιβολία ότι χωρίς αυτές τις διακηρύξεις δεν θα είχε δημιουργηθεί στη Σερβία αυτό το ιδιότυπο φαινόμενο Τζοκοβομανίας που εκδηλώνεται ακόμα και με λιτανείες και δημόσιες προσευχές για την επικράτησή του. Αντί να επερωτά τον τρόπο με τον οποίο το τένις είναι ένα καπιταλιστικό, παγκοσμιοποιημένο προϊόν, ο ανορθολογισμός του Τζόκοβιτς βοηθά απλώς στην ενσωμάτωση στον κύκλο του θεάματος μαζών που χρησιμοποιούν τις επιτυχίες του υπεραναπληρωματικά των εθνοτικών βασάνων τους.

«Οι άντρες θα πρέπει να παίρνουν περισσότερα χρήματα»

Το 2016 ο Τζόκοβιτς είχε προκαλέσει τον τενιστικό κόσμο όταν είχε υποστηρίξει ότι οι άντρες θα πρέπει δικαίως να αμείβονται παραπάνω από τις γυναίκες. Χαρακτηριστικά είχε πει:

«Τις χειροκροτώ για την προσπάθεια τους, αλήθεια. Παλεύουν για αυτά που δικαιούνται και κέρδισαν. Από την άλλη πλευρά, πιστεύω ότι ο αντρικός κόσμος του τένις, ο κόσμος του ATP, πρέπει να παλέψει για περισσότερα επειδή οι στατιστικές δείχνουν ότι έχουμε πολύ περισσότερους θεατές στα δικά μας παιχνίδια. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που ίσως θα πρέπει να πληρωνόμαστε παραπάνω. Οι γυναίκες πρέπει να αγωνίζονται για αυτά που πιστεύουν ότι αξίζουν και εμείς πρέπει να αγωνιζόμαστε για αυτά που εμείς πιστεύουμε ότι αξίζουμε».

Οι δηλώσεις είχαν έρθει μετά από συζητήσεις που αφορούσαν την ισότητα των αμοιβών ανάμεσα στα δύο τουρ το αντρικό και το γυναικείο. Η ευκολία με την οποία ο Τζόκοβιτς αναπαρήγε τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για το ποιο φύλο προσφέρει περισσότερα διαφημιστικά έσοδα και περισσότερους θεατές είναι ενδεικτική της κοσμοθεωρίας του. Το γεγονός ότι μετά τις αντιδράσεις που προέκυψαν ανασκεύασε τις δηλώσεις του δεν αναιρεί τη διαχρονική του μεροληψία επί του θέματος. Η μεροληψία αυτή δε δεν αντιστέκεται σε έναν απλό λογικό έλεγχο. Διαχρονικές έρευνες μάλιστα δείχνουν ότι δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι το γυναικείο τένις παρουσιάζει χαμηλότερο ποσοστό προσέλευσης θεατών και τηλεθέασης κατά τη μετάδοση των αγώνων.

Αυτό δηλαδή που ο Τζόκοβιτς παρουσιάζει ως σκληρό δεδομένο δεν είναι παρά μια ανορθολογική προκατάληψη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ίδιο το φετινό US Open. Ο τελικός των αντρών συγκέντρωσε μεν λίγες εκατοντάδες εισιτήρια παραπάνω, σε ένα στάδιο που ούτως ή άλλως γεμίζει σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά ηττήθηκε κατά κράτος από τον τελικό των γυναικών σε μέση τηλεθέαση: 3,4 εκ. τηλεθεατές για τις γυναίκες με μόλις 2,3 για τους άντρες – παρ’ όλο που εδώ υπήρχε το διακύβευμα του πολυδιαφημισμένου ρεκόρ του Τζόκοβιτς. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Τζόκοβιτς δεν είναι δημοφιλής σε τηλεθέαση -χωρίς φαντάζομαι να είναι το φύλο που παίζει ρόλο. Π.χ. στο Αυστραλιανό Όπεν του 2018, ο Τζόκοβιτς εναντίον του Μάρεϊ (Νο. 1 και Νο. 2 της παγκόσμιας κατάταξης παρακαλώ) είχε τη μισή τηλεθέαση από τον τελικό της προηγούμενης χρονιάς (Φέντερερ εναντίον Ναδάλ) και χμηλότερη και σε σύγκριση με τον τελικό των γυνακών (Γουίλιαμς εναντίον Κέρμπερ).

Τα χαμένα τουρνουά και το εμβόλιο

Το τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα του ανορθολογικού branding του Τζόκοβιτς υπήρξε η στάση του έναντι του εμβολιασμού για την πανδημία covid-19. Ο Τζόκοβιτς παρέμεινε σταθερά αντιεμβολιαστής, υπερασπιζόμενος το δικαίωμά του να αποφασίζει ο ίδιος για το πώς θα διαθέτει το σώμα του. Αποτέλεσμα ήταν να μην μπορέσει το 2022 να αγωνιστεί σε μια σειρά τουρνουά.

Τον μεγαλύτερο ντόρο είχε σηκώσει η υπόθεση του Αυστραλιανού Όπεν του 2022. Ο Σέρβος τενίστας πήρε αρχικά το πράσινο φως για να παίξει στη Μελβούρνη, εξασφαλίζοντας ιατρική εξαίρεση από τους διοργανωτές του τουρνουά, παρά το γεγονός ότι δεν έχει εμβολιαστεί. Η βίζα του Τζόκοβιτς ακυρώθηκε όμως στις 6 Ιανουαρίου στο αεροδρόμιο της Μελβούρνης λίγες ώρες αφότου έφτασε για να αγωνιστεί στο πρώτο μέιτζορ του 2022. Παρατυπίες στα ταξιδιωτικά του έντυπα οδήγησαν σε δικαστική διαμάχη που οδήγησαν στην απέλαση του τενίστα. Το γεγονός μάλιστα προκάλεσε διπλωματική ένταση ανάμεσα στις κυβερνήσεις της Αυστραλίας και της Σερβίας.

Ακολούθως λάδι στη φωτιά έδωσαν οι αποκαλύψεις ότι ο Τζόκοβιτς προσφάτως είχε παραβιάσει, ως νοσήσας, την καραντίνα του. Ο Τζόκοβιτς ο οποίος φέρεται να βρέθηκε θετικός στον κορονοϊό στις 16 Δεκεμβρίου δήλωσε ότι την επόμενη ημέρα, 17 Δεκεμβρίου, όταν απένειμε έπαθλα σε έφηβους τενίστες και φωτογραφίζονταν μαζί τους δεν γνώριζε ότι είναι θετικός στον κορονοϊό.

«Βασανίζετε τον Τζόκοβιτς 11 μέρες για να του εκδώσετε μία απόφαση την οποία γνωρίζατε από την πρώτη ημέρα. Αν λέγατε από την αρχή ότι οι ανεμβολίαστοι δεν μπορούν να συμμετάσχουν στο τουρνουά, ο Τζόκοβιτς δεν θα ερχόταν ή θα εμβολιαζόταν. Αντί για αυτό τον ταλαιπωρείτε και τον βασανίζετε 11 ημέρες» είχε δηλώσει ο Σέρβος πρόεδρος Βούτσιτς.

Η ιστορία αυτή συμπυκνώνει όλες τις αντιφάσεις της περιόδου. Το γεγονός της αρχικής εξαίρεσης λόγω της σημασίας του τουρνουά καταδεικνύει τα αδιέξοδα των αρχών απέναντι σε μέτρα που εδώ που τα λέμε είχαν κενά, τόσο νομιμότητας όσο και νομιμοποίησης. Από την άλλη, ο ίδιος ο σταρ-τενίστας θεώρησε ότι θα μπορούσε να παρακάμψει νομοθεσίες, πρωτόκολλα, νόρμες όχι στη βάση της παρατυπίας τους αλλά ελέω προσώπου. Εξού και οι αρχικές παλινωδίες του. Μόνο όταν έγινε σαφές ότι χωρίς εμβόλιο δεν θα συμμετάσχει σε τουρνουά, απέκτησε ο Τζόκοβιτς την καθαρή αντιεμβολιαστική συνείδηση που τον έφερε να δηλώνει υπερασπιστής της αυτοδιάθεσης του σώματος. Οι υπερασπιστές του θεωρούν ότι αυτή η στάση ενέχει ένα στοιχείο αυτοθυσίας, καθώς ο Σέρβος θυσίασε ένα χρόνο από την καριέρα του -και ποιος ξέρει πόσους άλλους τίτλους- χωρίς να υποκύψει σε καμία εξουσία. Αυτό φυσικά είναι εν μέρει αληθές. Όπως αληθές ταυτόχρονα είναι ότι εκμεταλλεύτηκε αυτόν τον χρόνο της απουσίας για να προετοιμαστεί καλύτερα για την επάνοδό του. Σε αντίθεση με την πλειονότητα των αθλημάτων, το τένις δεν δείχνει να επηρεάζεται από τον χρόνο με την ίδια σφοδρότητα. Οι Τζόκοβιτς, Φέντερερ και Ναδάλ δεν είχαν εξάλλου εύκολες μέρες ενάντια στον φρέσκο, 20χρονο ανταγωνισμό; Η φαινομενική θυσία του Τζόκοβιτς δεν ήταν και προς θάνατο. Και δεν ήταν φυσικά και με το αζημίωτο, καθώς η ενίσχυση του αντιεμβολιαστικού προφίλ τον έκανε πρόσωπο αναφοράς, ενισχύοντας το εμπορικό brand name του.

Αλλά ας πάμε ένα βήμα παραπέρα. Όταν ο Τζόκοβιτς δηλώνει πως «Οι αρχές που διέπουν τη λήψη αποφάσεων για το σώμα μου είναι πιο σημαντικές από οποιονδήποτε τίτλο ή οτιδήποτε άλλο» καταλαβαίνουμε πως βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι εξαιρετικά προβληματικό, ει μη και αντινομικό. Ο αθλητής των 24 μέιτζορ τίτλων είναι ντε φάκτο παραδομένος ψυχή και τε σώματι στην επιστήμη κατά τρόπο μη ελεγχόμενο. Από το πρόγραμμα διατροφής έως το πρόγραμμα προπόνησης και αποκατάστασης, όταν τραυματιστεί ο αθλητής έχει δωρίσει το σώμα του στην επιστήμη, ακολουθώντας τα τελευταία τρεντ της και υπηρετώντας την ασκητικά -όσο και να κλαίει γι’ αυτό μετά μπροστά στις κάμερες. Το να θεωρεί κανείς ότι ελέγχει την επιστήμη επειδή δεν κάνει ένα εμβόλιο τη στιγμή που ο σύνολος επαγγελματικός του βίος είναι η τυφλή υπακοή σε κανόνες επιμέλειας του σώματός του είναι η ύψιστη μυστικοποίηση.

Κι αν πράγματι ο Τζόκοβιτς έχασε χρήματα μένοντας μακριά από τα τουρνουά, είναι χάρη στην τυφλή πίστη στην επιστήμη που έφτασε να βγάζει 38,4 εκ. δολάρια τον χρόνο, όπως ανακοίνωνε το Forbes τον Αύγουστο που μας πέρασε. Τα 25 από αυτά είναι εκτός γηπέδων, χάρη σε συμβόλαια με εταιρείες, διαφημίσεις κ.λπ. Το βάρος δηλαδή δεν πέφτει τόσο στα εντός των κορτ έσοδα, αλλά στην υπεραξία του ονόματος.

Το θέμα προφανώς δεν εξαντλείται εδώ. Ελπίζω ωστόσο η παράθεση αυτών των τριών περιπτώσεων-μεγαθεμάτων να αναδεικνύει το πώς συνυπάρχουν ταυτόχρονα στο ίδιο κορμί δύο καρδιές, για να παραφράσω τον Φάουστ, η μία που κινείται από τους σκληρούς νόμους της τενιστικής αγοράς, απαιτώντας την πλήρη προσαρμογή προγράμματος και σώματος, και την ίδια ανεστιότητα στις ατέρμονες διαδρομές ανά τα κορτ της υφηλίου· και η άλλη που βαυκαλίζεται ότι προάγει τις αξίες ενός έθνους, με ένα οικογενειακό πρότυπο, ακολουθώντας τα πατροπαράδοτα έθιμα και μην υποκύπτοντας ποτέ στους παραλογισμούς της εξουσίας. Το πρόβλημα με αυτή τη συνύπαρξη είναι ότι η δεύτερη δεν αποτελεί, στην καλύτερη, παρά την ένοχη συνείδηση της πρώτης, η οποία έχει ισχυρή αφομοιωτική δύναμη και δεν καταλαβαίνει από δακρυσμένα λογύδρια. Ο λόγος του Τζόκοβιτς στη Νέα Υόρκη, στην έδρα της Moderna, δεν είναι ούτε η εκδίκηση του κατατρεγμένου αντιεμβολιαστή ούτε το τσίμπημα κανενός μάμπα. Είναι η απόδειξη ότι το θέαμα δεν έχει κανένα πρόβλημα να υποδεχθεί στις αγκάλες του τον οποιοδήποτε, αρκεί να πουλάει, κι ας πουλάει λιγότερο από τους αιώνιους αντιπάλους του, Φέντερερ και Ναδάλ, κι από πολλές γυναίκες, όσο κι αν του είναι αδιανόητο. Κι αφήστε το εμπόρευμα να λέει…