από τη συντακτική ομάδα
Η στοχοποίηση της εισαγγελέα Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, που ανέλαβε να διερευνήσει την εμπλοκή πολιτικών προσώπων στην υπόθεση Novartis, ξεκίνησε από την πρώτη στιγμή που, βάσει νόμου, έκανε αυτό που έπρεπε. Όταν έπεσε πάνω σε ονόματα πολιτικών προσώπων, έστειλε τη δικογραφία στη Βουλή. Τότε ξεκίνησαν και οι μηνύσεις εναντίον της από τα συγκεκριμένα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ακόμα και πρώην Πρωθυπουργός, ο Αντώνης Σαμαράς. Εν μέσω μίας τεράστιας και εν εξελίξει έρευνας, η κ.Τουλουπάκη κατέστη διαρκώς ελεγχόμενη και μέχρι ένα σημείο διαρκώς δικαιωμένη. Όσες φορές επιχειρήθηκε να της πάρουν την υπόθεση από τα χέρια, οι συνάδελφοί της, ανώτεροι δικαστικοί, αποφάσισαν, με ισχυρές πλειοψηφίες, ότι ενεργεί σύμφωνα με τον νόμο και πρέπει να παραμείνει στη θέση της.
Οι πιέσεις και η στοχοποίηση εντάθηκαν το τελευταίο διάστημα. Ο ελεγχόμενος από αυτήν, υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, εμφανίστηκε δημόσια σε τηλεοπτικό σταθμό να λέει ότι «πρέπει να πάει φυλακή». Η κυβέρνηση τον κάλυψε, υποστηρίζοντας ότι λέει την άποψή του «ως πολίτης», λόγω της ανοικτής έρευνας της Εισαγγελίας Διαφθοράς. Πριν λίγες μέρες, την ώρα που υπερασπιζόταν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ο αρμόδιος Υπουργός, Κώστας Τσιάρας, έβγαλε «πόρισμα», ότι «έπρεπε να έχουν αρχειοθετηθεί όλες οι υποθέσεις πολιτικών για τη Novartis», ενώ είναι ανοιχτές δύο (Γεωργιάδης, Αβραμόπουλος) και έχει οδηγηθεί σε ποινική δίωξη για παθητική δωροδοκία μία (Λοβέρδος). Στο μεταξύ, η έρευνα του Αρείου Πάγου για τους δικαστικούς χειρισμούς στην υπόθεση Novartis, από δύο αντιεισαγγελείς, κατέληξε σε παραλογισμό. Ο ένας αντιεισαγγελέας, ο κ.Σοφουλάκης, σε ένα πόρισμα 300 σελίδων, κρίνει απόλυτα νόμιμη την Ελένη Τουλουπάκη και ζητάει διώξεις εναντίον των κατηγόρων της, για σειρά σοβαρών αδικημάτων. Ο άλλος, ο κ.Ζαχαρής, σε ένα πόρισμα 60 σελίδων, στρέφεται μόνο εναντίον της Εισαγγελέα Διαφθοράς και μάλιστα όχι εναντίον των δύο συναδέλφων της στην Εισαγγελία, οι οποίοι συμμετείχαν στην ίδια έρευνα για το σκάνδαλο (και ήταν αυτοί που λάμβαναν καταθέσεις κλπ). Τα δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πορίσματα καταλήγουν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών, κ.Ιωαννίδη, που ασκεί δίωξη στην κ. Τουλουπάκη για κατάχρηση εξουσίας, ενώ παράλληλα ζητάει έρευνα για πιθανά αδικήματα όσων την κατηγορούν. Δηλαδή θεωρεί και έγκυρες τις μαρτυρίες τους και ύποπτες, παράλληλα.
Την ίδια ώρα, η πλειοψηφία της Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής για τους χειρισμούς στην υπόθεση, επιδιώκει να βάλει στο κάδρο των ευθυνών δύο δημοσιογράφους. Τη Γιάννα Παπαδάκου και τον Κώστα Βαξεβάνη. Η πρώτη, έχει ασχοληθεί με πληθώρα υποθέσεων Διαφθοράς, όπως η λίστα Λαγκάρντ και έκανε σειρά αποκαλυπτικών ρεπορτάζ σχετικά με την υπόθεση Novartis και τις έρευνες. Μάλιστα, η ΝΔ στην Προανακριτική, βασισμένη στις καταθέσεις του επιχειρηματία Σάμπι Μιωνή, επιχείρησε να την καλέσει ως ύποπτη ενώπιόν της, σε μία πρωτοφανή κίνηση. Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής τότε παρενέβη για να εξηγήσει το αυτονόητο, ότι δεν γίνεται μία Προανακριτική της Βουλής να καλεί ως ύποπτα μη πολιτικά πρόσωπα. Ο δεύτερος, έχει αναχθεί από την κυβέρνηση σε εχθρό, λόγω των ρεπορτάζ του, για τα οποία η Νέα Δημοκρατία αποφεύγει μονίμως να δώσει απαντήσεις. Η εφημερίδα του «Documento», έχει καταγγείλει απόπειρες οικονομικού στραγγαλισμού και παρεμβάσεις για κόψιμο διαφημίσεων, ενώ αποκλείστηκε από την επικοινωνιακή καμπάνια των 20 εκατ. για το «Μένουμε Σπίτι». Από τη διαβόητη πλέον «λίστα Πέτσα», που προκαλέσε και την αντίδραση διεθνών δημοσιογραφικών φορέων, με επίσημη επιστολή στους Μητσοτάκη και Πέτσα, πριν λίγες μέρες.
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ, σύμφωνα με στοιχεία που δεν αποδέχονται αμφισβήτηση, το σκάνδαλο Novartis είναι υπαρκτό και τεκμηριωμένο. Στα πληροφοριακά έγγραφα του FBI, προς ενημέρωση της Εισαγγελίας Διαφθοράς, καταγράφονται κατευθυντήριες γραμμές, βάσει των ερευνών στις ΗΠΑ. Πριν από λίγες εβδομάδες επίσης, η φαρμακευτική οδηγήθηκε σε συμβιβασμό με τις αμερικανικές αρχές, με τα περίπου 300 εκατ. που καλείται να πληρώσει να αφορούν τις αθέμιτες πρακτικές της στην Ελλάδα, χώρα – ορόσημο για την τιμή του φαρμάκου σε δεκάδες άλλες χώρες. Η πρακτικές αυτές αφορούν την περίοδο 2012-2015, αλλά σε έναν σημαντικό βαθμό πλέον, οι «έρευνες» γίνονται από τη Βουλή, με την πλειοψηφία να κατέχει το ίδιο κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία κατά το διάστημα του σκανδάλου.
Έχουμε λοιπόν ζωτικής σημασίας, δομικά προβλήματα. Το ένα είναι ότι δεν γίνεται η Βουλή να ελέγχει τον εαυτό της και η διερεύνηση ενός σκανδάλου να εξαρτάται από το πιο κόμμα κατέχει την εξουσία. Το δεύτερο είναι το πρωτοφανές χάος στον χώρο της Δικαιοσύνης, με ανώτερους εισαγγελείς να μοιάζουν, για πάρα πολλούς πολίτες που προσπαθούν να παρακολουθήσουν την υπόθεση, χωρισμένοι με οπαδικά κριτήρια, «Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός». Το τρίτο είναι ότι αυτό το «άσπρο – μαύρο» είναι μόνιμη μάστιγα στον χώρο των ΜΜΕ, με τον φιλοκυβερνητικό Τύπο να έχει υιοθετήσει εξαρχής το αφήγημα της «σκευωρίας» και να επιμένει σε αυτό ανεξαρτήτως των στοιχείων. Και όχι, η αλήθεια σπάνια είναι στη μέση.
Το τέταρτο είναι πολύ κρίσιμο: Με όλα αυτά που συμβαίνουν, αναρωτιόμαστε ποιος εισαγγελέας θα επιχειρήσει ξανά να ελέγξει πολιτικά πρόσωπα σε τέτοιες υπόθέσεις, όταν βάλλεται επί χρόνια και με ανοιχτό το ενδεχόμενο να βρεθεί ο ίδιος στη θέση του απολογούμενου και αντί να ξεσκεπάζει τη διαφθορά να βρεθεί αμυνόμενος, προσπαθώντας να καθαρίσει το όνομά του. Πώς αυτή η επί χρόνια στοχοποίηση της κ.Τουλουπάκη δεν θα αποτελέσει ένα πρωτοφανές χτύπημα σε έναν πολύ ευαίσθητο χώρο. Και πού σταματάει αυτή η ροπή της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη να επιτίθεται σε οτιδήποτε «δεν αρέσει», που πλέον αγγίζει και την ποινικοποίηση του Τύπου.
Βρισκόμαστε σε κινούμενη άμμο.