της Γεωργίας Κριεμπάρδη

 

Στις 11 Νοεμβρίου, το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας πραγματοποιεί εκδήλωση με θέμα «Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία μπροστά στην αστυνομική βία». Στην εκδήλωση παρενέβησαν άνθρωποι που αντιμετώπισαν την αστυνομική βία (Ηλίας Γκιώνης, Γιάννης Καυκάς, Μανώλης Κυπραίος, Θωμάς Λάλος – VoxPopuli, Αλέξανδρος Τιτκώβ), οι νομικοί Λία Γώγου, Θανάσης Καμπαγιάννης, Άννυ Παπαρούσου, ο φωτορεπόρτερ Μάριος Λώλος. 

Όπως ανέφερε το κάλεσμα της εκδήλωσης:

Σχεδόν έναν χρόνο από την έναρξη της μεγάλης εκστρατείας της Διεθνούς Αμνηστίας για τον τερματισμό της αστυνομικής βίας και ατιμωρησίας, συζητάμε με βάση τα πορίσματα της σχετικής έκθεσης με τίτλο «Ελλάδα: Η ελευθερία της συνάθροισης σε ρίσκο και παράνομη χρήση βίας την εποχή της covid-19», που δημοσιεύτηκε φέτος το καλοκαίρι.

Η έκθεση τεκμηριώνει, μέσα από συνεντεύξεις, βιντεοληπτικό υλικό και ιατρικά πορίσματα, ότι υπό το πρόσχημα της πανδημίας οι ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν αυθαίρετες συλλήψεις, καθολικές απαγορεύσεις, αδικαιολόγητα πρόστιμα και παράνομη χρήση βίας για να κάμψουν ειρηνικές διαμαρτυρίες την περίοδο Νοεμβρίου 2020 – Μαΐου 2021. Επισημαίνει μάλιστα ότι οι τεκμηριωμένες αυτές παραβιάσεις δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά αλλά νέες εκφάνσεις ενός συστημικού φαινομένου, που αναπαράγεται και μέσα από μια συνεχιζόμενη κουλτούρα ατιμωρησίας.

Στην εκδήλωση συζητάμε με ανθρώπους που αντιμετώπισαν την αστυνομική βία, καθώς και με νομικούς και φωτορεπόρτερ σχετικά με τα καταγεγραμμένα περιστατικά, αλλά και τους αγώνες για την απόδοση δικαιοσύνης. Ειδικά στο πλαίσιο του νέου νόμου για τη ρύθμιση των διαδηλώσεων και των ανησυχητικών περιορισμών που αυτός θέτει, στρέφουμε το βλέμμα μας στην ανάγκη υπεράσπισης του δικαιώματος στη διαμαρτυρία, τη συνάθροιση και την ελευθερία της έκφρασης ως θεμελιωδών προϋποθέσεων για τις διεκδικήσεις της κοινωνίας των πολιτών, αλλά και για την απόδοση ορατότητας σε περιστατικά παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Η νομικός Λία Γώγου, ανοίγοντας τον κύκλο της συζήτησης, μίλησε για τις έρευνες που γίνονται για τη βία προσφύγων/μεταναστών πριν το 2010 αλλά και σήμερα, την έρευνα για τον Αλέξη Γρηγορόπουλο και τα επεισόδια του 2008 κι έπειτα την σχετική έρευνα με τους αγανακτισμένους και της διαδηλώσεις από το 2011 ενάντια στα μέτρα λιτότητας. Όπως τόνισε, «ακόμα και οι προσαγωγές είναι βία, είναι αυθαιρεσία. Η θέση της ΕΛΑΣ ότι πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά είναι κόντρα στην πραγματικότητα». Μάλιστα σημείωσε πως όσο ενισχύεται ο λόγος που στοχοποιεί θύματα, τόσο ενισχύεται και η ατιμωρησία.

Παίρνοντας τη σκυτάλη, ο νομικός Θανάσης Καμπαγιάννης εστίασε στη δυσπιστία του πολίτη απέναντι στο κράτος. Μια δυσπιστία που το ίδιο το κράτος με τους μηχανισμούς του δημιούργησε. Όσα συμβαίνουν στα σύνορα, είπε, το κράτος τα μεταφέρει κι εδώ. «Αυτό που γίνεται στον ξένο, έρχεται και σε μας» πρόσθεσε χαρακτηριστικά. Μάλιστα αναφέρθηκε και στην απαγόρευση συναθροίσεων με πρόσχημα την πανδημία και σημείωσε πως «οι πρώτοι που την πληρώνουν είναι οι φωτορεπόρτερ, γιατί η εξουσία δε θέλει να τη βλέπουν». Έκανε λόγο για μία ευρύτερη ποινικοποίηση των συναθροίσεων και τόνισε πως «ενώ το σύνταγμα λέει ότι η συνάθροιση είναι νόμιμη όταν είναι ειρηνική, το κράτος το αντιστρέφει αυτό». Όποιος κατεβαίνει στον δρόμο είναι εν δυνάμει παράνομος, όπως εξήγησε.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο λόγος της νομικού Άννυς Παπαρρούσου που σ’ ένα πλαίσιο αστυνομικής βίας έκανε λόγο για την κορυφαία περίπτωση, εκείνη του Ζαχαρία Κωστόπουλου. «Η αστυνομία παρέλαβε έναν σχεδόν ημιθανή μέσα στα αίματα, στο έδαφος και του συμπεριφέρθηκε με κριτήρια δικά της η ΕΛΑΣ, σα να είναι επικίνδυνος ληστής που πρέπει να παταχθεί» είπε χαρακτηριστικά. Έκανε λόγο για «μίσος και σαδισμό που δεν έχει λόγο να υπάρχει». Η αστυνομία κρύβει στοιχεία, όπως υποστήριξε και δυσκολεύει το έργο της Δικαιοσύνης. «Μπορούμε να διαγνώσουμε ένα ρατσιστικό κίνητρο» σημείωσε και πρόσθεσε πως η αστυνομία επιλέγει ποιους θα προστατεύσει. Η αστυνομία τιμωρεί πριν τη Δικαιοσύνη, είπε συγκεκριμένα, κάνοντας λόγο για σεξιστικές συμπεριφορές, σωματική βία, ψευδείς κατηγορίες και παράνομες συλλήψεις.

Τον λόγο πήραν τα άτομα εκείνα που βίωσαν στο πετσί τους την αστυνομική βία την τελευταία δεκαετία. Όσα κατάφεραν να επιβιώσουν απ’ αυτήν, δηλαδή.

Ηλίας Γκιώνης

«Με συνέλαβαν τον Αύγουστο του 2020. Περπατούσα, διέκρινα μια ομάδα αστυνομικών να με δείχνει κι όσο πλησίαζα με κορόιδευαν με σεξιστικό λόγο τύπου “ένας άντρακλας περνάει από δίπλα μου”. Είμαι ένα ομοφυλόφιλο αγόρι και φαίνεται. Απάντησα, με ειρωνεύτηκαν, ζήτησα τα ονόματά τους και με έψαξαν, πήραν την τσάντα μου να την ψάξουν, την έσκισαν, πήραν τα προσωπικά μου αντικείμενα, μου έκαναν προσαγωγή στο ΑΤ Εξαρχείων. Με έβαλαν σε ένα κελί χωρίς καμία ενημέρωση. Με συνέλαβαν για αντίσταση και εξύβριση κατά των αρχών. Ήμουν σε ένα κελί χωρίς μέτρα για την πανδημία, ούτε καν μάσκες. Με κλείδωσαν. Καμία ενημέρωση και επικοινωνία με τους δικούς μου. Μου έλεγαν “δεν ξέρεις τι έχεις να πάθεις, πού έχεις μπλέξει”. Ευτυχώς υπήρχε μάρτυρας στην υπόθεσή μου, με βρήκε και κατέθεσε. Από θύμα, έγινα κατηγορούμενος. Ένα θέατρο. Κέρδισα τη δίκη. Έκανα μήνυση , αν και μέσα από το Σώμα μου έλεγαν ότι θα μπλέξω και να μην το κάνω. Φέτος έλαβα εξώδικο από έναν απ’ αυτούς, ζητάει χιλιάδες και λέει πώς τους αναγνώρισα από ασπρόμαυρες παλιές φωτογραφίες και τέτοια».

Γιάννης Καυκάς

«Είναι μια ιστορία δέκα χρόνων. Συμμετείχα σε απεργιακή διαδήλωση τον Μάιο του 2011 κι εγώ κρατούσα το πανό. Στο τέλος της διαδήλωσης περικυκλωθήκαμε αναίτια. Αριστερές οργανώσεις, συλλογικότητες, σωματεία. Ήταν μία λυσσασμένη δολοφονική επίθεση. Καταλήξαμε εγώ κι ακόμα εκατό άτομα στο νοσοκομείο. Χτυπήθηκα παντού. Το πιο βαρύ ήταν επανειλημμένα με πυροσβεστήρα στο κεφάλι. Έφτασα στο νοσοκομείο σε προθανάτια κατάσταση. Πέντε λεπτά ακόμη και θα πέθαινα. Το ασθενοφόρο αρνιόταν να με πάρει. Χειρουργήθηκα. Έμεινα δέκα μέρες στην Εντατική. Κανείς δεν πίστευε ότι θα επανέλθω και μάλιστα όπως είμαι τώρα. Είναι σαν Καυκικό σενάριο. Λόγω της σοβαρότητας του περιστατικού κινήθηκε αυτεπάγγελτα η διαδικασία. Οι ίδιοι που κατηγορούνταν, ανέλαβαν την έρευνα. Με DNA. Αρνήθηκα, γνωρίζοντας τι μπορεί να συμβεί σε τέτοιες περιπτώσεις και τι σημαίνει αυτή η παράλογη διαδικασία. Τελικά έδωσα. Το 2006 έκλεισε το βούλευμα με τον ισχυρισμό ότι δεν ξέρουμε τελικά τι έχει συμβεί. Έκανα διοικητικό δικαστήριο, ζητώντας ευθύνη του κράτους. Μετά από αναβολές του κράτους, πέρυσι βγήκε απόφαση και αναγνωρίζει ευθύνη του κράτους και μία αποζημίωση σε μένα. Το κράτος όμως ασκεί έφεση και μάλιστα την τελευταία μέρα της Έφεσης. Σαδιστικό… Αναμένουμε».

Άλεξ Τικτώβ – Θωμάς Λάλος

«Με τον Θωμά συμμετείχαμε σε μια πορεία που η ΕΛΑΣ δεν είδε εμάς να πετάμε ένα σαν μπουκαλάκι αλλά κατηγόρησαν εμένα απ’ όλη την πορεία. Δεν έχει οριστεί ακόμη δικάσιμος. Στην αντιφασιστική που ήμασταν προσπαθούσαν παράλληλα να κάνουν και φασιστική πορεία με Κασιδιάρη, Μπογδάνο κλπ. Εμείς μαζευτήκαμε 600 αντιφασίστες υπέρ των μεταναστών και προσφύγων. Το κράτος μας φόρτωσε κάτι ψευδές. Αποδεκατίζουν κόσμο από το κίνημα. Στόχος να σταματήσει ο κόσμος να κατεβαίνει στον δρόμο».

«Ο λόγος για όλα αυτά είναι απλά και μόνο επειδή κατεβήκαμε σε αντιφασιστική πορεία. Ο Μπακογιάννης είχε υποσχεθεί τότε ότι οι αντιφασίστες δε θα υπάρχουν στον χώρο. Δεν του πέρασε. Στην περίπτωσή μας δεχτήκαμε γελοίους περιορισμούς, όπως να μην πατήσουμε στα Εξάρχεια, να μη βγούμε από τη χώρα. Μια λογική αυταρχικού κράτους ότι “όταν μιλάω, δε θα μιλάς». Υπάρχει σχέση αστυνομίας με ένα ακροδεξιό κοινό που τρέφεται απ’ αυτήν τη βία. Ένα ακροατήριο βίας».

Μανώλης Κυπραίος

Το TPP έχει εκτενώς ασχοληθεί με την υπόθεσή του και ο ίδιος μας έχει παραχωρήσει συνέντευξη. Κουβαλάει στην πλάτη του δεκαετίες δημοσιογραφίας.Ο Μανώλης Κυπραίος έχει δουλέψει σε εφημερίδες, ραδιόφωνο και ηλεκτρονικά μέσα κι έχει καλύψει δημοσιογραφικά τους μεγαλύτερους πολέμους σε Κόσοβο, Παλαιστίνη, Αμπχαζία, Ιράκ, Νιγηρία. Έχει κινδυνεύσει αμέτρητες φορές σε δημοσιογραφικές αποστολές κι όμως αρκούσε μια στιγμή το 2011 στο -πολύ κοντινό μας- κέντρο της Αθήνας για να χάσει την ακοή του. Στοά Ξενοφώντος και Φιλελλήνων, καλύπτοντας μια αντιμνημονιακή διαδήλωση, δέχτηκε την επίθεση των ΜΑΤ με κρότου-λάμψης. Μια στιγμή που δε θα ξεχάσει και μία δεκαετία αγώνων, για την υγεία του και τη δικαίωση του, με το ελληνικό κράτος εχθρό του.

Στις 16 Νοεμβρίου η υπόθεση εκδικάζεται. Ο ίδιος μίλησε για πολιτικές ευθύνες, για το χάιδεμα. Μια λογική «θα κάνουμε αυτό που γουστάρουμε, θα σας βιάσουμε τις ψυχές αλλά ξέρουμε ότι δε θα πάθουμε τίποτα». «Στην περίπτωση μου χρησιμοποίησαν νόμο της Γκεστάπο και δύο νόμους της Χούντας. Τώρα στην περίπτωση του Νίκου Σαμπάνη είδαμε ωμή παρέμβαση της Πολιτείας -με τη στήριξη Θεοδωρικάκου- υπέρ των αστυνομικών. Έχουν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω μας. Και δεν έχουν διακριτικά».

Μάριος Λώλος

Νοσηλεύτηκε και υποβλήθηκε σε χειρουργείο αφού υπέστη κάταγμα στο κρανίο, όταν, σύμφωνα με αναφορές, αστυνομικός των ΜΑΤ τον χτύπησε με κλομπ στο πίσω μέρος του κεφαλιού, στις 7 Απριλίου 2012. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μάριος Λώλος έχει υποστεί κακομεταχείριση από την αστυνομία. Έχει χτυπηθεί στο κεφάλι από την αστυνομία άλλες δυο φορές, σε προηγούμενες περιπτώσεις.Ο Μάριος Λώλος ήταν μεταξύ των ρεπόρτερ που προσπαθούσαν να καλύψουν τη διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, στη μνήμη του 77χρονου αυτόχειρα, συνταξιούχου φαρμακοποιού, Δημήτρη Χριστούλα.

«Η επίθεση ήταν το 2011. Ήταν σα να βομβαρδίστηκε η Πανεπιστημίου. Εμείς οι φωτορεπόρτερ έχουμε ένα αστείο μεταξύ μας. Λέμε ότι “ο αστυνομικός λέει αλήθεια μόνο όταν παραγγέλνει καφέ”. Εμείς οφείλουμε να ενημερώνουμε τον κόσμο και να βοηθάμε να αποδοθεί Δικαιοσύνη. Το πλεονέκτημα είναι ότι εμείς επιλέγουμε τις φωτογραφίες. Αυτό είναι και το μειονέκτημα που μας χτυπάει η Πολιτεία. Είμαστε ανεξέλεγκτοι για την εξουσία. Δε μας θέλουν στα πόδια τους. Ο αστυνομικός των ΜΑΤ βλέπει σαν καλάσνικοφ τη φωτογραφία και πάντα μας χτυπούν όταν δεν έχει επεισόδια. Έχουμε στείλει και έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με φωτογραφίες μας που τρώμε γκλοπ. Έχει ειπωθεί σε περιστατικό “δεν έχουμε φωτορεπόρτερ, να δράσουμε”. Άλλη φορά τσαντίστηκαν επειδή δεν έδειραν αναρχικούς κι έδειραν εμάς. Είναι η δουλειά μας. Θα είμαστε εκεί να λογοδοτούμε στην κοινωνία. Είμαστε τα μάτια της κοινωνίας».

Το σύστημα και οι Αρχές

«Πολλά θύματα δεν καταγγέλλουν την αστυνομική βία, γιατί δεν πιστεύουν στον σύστημα. Φοβούνται μην αντιστραφεί η κατάσταση και βρεθούν κατηγορούμενοι για αντίσταση, εξύβριση… Όσοι καταγγέλλουν είναι ένα μικρό ποσοστό. Το αναφέρει και η τελευταία έκθεση του Συνήγορου του Πολίτη. Οι ΕΔΕ καθυστερούν, υπάρχει δυσπιστία. Θέλει τεράστια υπομονή και γενναιότητα η καταγγελία. Η δικαιοσύνη αργεί» επεσήμανε η Λία Γώγου.

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης εστίασε σ’ ένα πολύ βασικό πρόβλημα. «Δράστης είναι η αστυνομία κι αυτός που ερευνά την αστυνομία είναι η αστυνομία» ανέφερε και πρόσθεσε πως εντός του Σώματος υπάρχει μπόλικη συναδελφική αλληλεγγύη, που εμποδίζει τη δικαιοσύνη. Και λόγω ιδιότητας, αυτό που ακούμε συχνά από εισαγγελείς σε τέτοιες περιπτώσεις είναι “και γιατί να έλεγε ψέματα ο αστυνομικός;”. Θυμάμαι μια περίπτωση όπου ένας Αλβανός έπεσε από τον δεύτερο όροφο στο ΑΤ Πατησίων και ο αστυνομικός στον οποίο απευθύνθηκα μου είπε ότι “είναι τόσο πιθανό να έχει χτυπηθεί από αστυνομικό όσο πιθανό να υπάρχουν εξωγήινοι”».

Ο ίδιος σημείωσε πως χρειάζεται να υπάρξει ένα άλλο όργανο να ερευνά τέτοιες υποθέσεις και τόνισε πως στις εν λόγω δίκες, η δικαιοσύνη δίνει ποινές χάδια. «Είναι σαν να απολαμβάνουν προνομιακή δικονομία» υπογράμμισε ο Θ. Καμπαγιάννης και σημείωσε πως ακόμα και σε περιπτώσεις που βοούν τα στοιχεία, αστυνομικοί ούτε προφυλακίζονται. Η νομικός Λία Γώγου, στο ίδιο μήκος κύματος, κατέληξε πως χρειάζεται οι Αρχές να δημιουργήσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης στους πολίτες και η δικαιοσύνη να γίνει πιο γρήγορη, αποτελεσματική και προσιτή.