της Έλενας Μπεγκιασβίλι, δικηγόρου Θεσσαλονίκης

Το 2010 με την ψήφιση  του ν.3838/2010  δόθηκε σε όλους εμάς τους μετανάστες της δεύτερης γενιάς η ευκαιρία να πάρουμε την ελληνική ιθαγένεια. Ωστόσο, ο νόμος σύντομα κηρύχθηκε αντισυνταγματικός με απόφαση του ΣτΕ και εμείς συνεχίσαμε να είμαστε στην ίδια κατάσταση με πριν, δηλ. με τις άδειες διαμονής που ανανεώναμε, με τον συνεχή φόβο, ότι μπορεί να μην ανανεωθούν, αφού στο μεσοδιάστημα των 5 αυτών χρόνων, μέχρι την ψήφιση του νέου ν. 4335/2015, όλες οι διαδικασίες απόδοσης ιθαγένειας «είχαν παγώσει». Έπρεπε να περιμένουμε μέχρι το 2015 και τον νόμο της νέας Κυβέρνησης για τη δεύτερη γενιά για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας λόγω σπουδών ή γέννησης. Γιατί όμως είναι τόσο «πολυπόθητη» αυτή η ιθαγένεια;

Γιατί το να ζεις σε μια χώρα σχεδόν όλη σου τη ζωή, να πηγαίνεις εκεί σχολείο, να έχεις το σπίτι σου, τους φίλους σου και όλα αυτά να είναι επισφαλή, όλα να εξαρτώνται από το αν θα ανανεωθεί η άδεια διαμονής σου, είναι εφιαλτικό. Γιατί είναι αδιανόητο να έχεις αφομοιωθεί από την ελληνική κοινωνία, να έχεις αποκτήσει την ελληνική νοοτροπία, να μιλάς και να γράφεις άπταιστα στα ελληνικά και ανά πάσα στιγμή να μπορούν να σε απελάσουν από αυτήν την χώρα, αν δεν ανανεωθεί η άδεια διαμονής σου. Γιατί είναι άδικο να έχεις τελειώσει το ΑΕΙ και να μην μπορείς να ασκήσεις το επάγγελμά σου, μόνο και μόνο επειδή δεν έχεις την απαιτούμενη από τον νόμο ελληνική ιθαγένεια, όπως συμβαίνει με τους δικηγόρους, όπου για την απόκτηση της δικηγορικής ιδιότητας απαιτείται ο υποψήφιος δικηγόρος να έχει την ελληνική ιθαγένεια, προϋπόθεση που συναντάται και σε άλλα επαγγέλματα, όπως αυτό του Αστυνομικού, ενώ σε άλλα επαγγέλματα, όπως του γιατρού, η άδεια άσκησης του επαγγέλματος ισχύει μέχρι τον χρόνο λήξης της άδειας διαμονής. Γιατί είναι αδιανόητο να έχεις γνωρίσει αυτόν τον τόπο ως τη μοναδική σου πατρίδα, όπως συμβαίνει με τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα, και να κινδυνεύεις να απελαθείς, αν δεν ανανεωθεί η άδεια διαμονής.

Για έναν Έλληνα, όλα αυτά είναι αδιάφορα. Αλλά μήπως αρχίζουν να ενδιαφέρουν, όταν αυτός που τα πέρασε όλα αυτά είναι ο Γιάννης Αντετοκούμπο που κάνει την Ελλάδα τόσο περήφανη στον κόσμο; Γιατί δεν κοιτάμε και όλα αυτά τα παιδιά των μεταναστών που συνεισφέρουν στην ελληνική κοινωνία, που κάνουν την Ελλάδα του σήμερα υπερήφανη, που με τη δράση τους και τη πορεία τους κάνουν περήφανο αυτόν τον τόπο, που και αν δεν τους «γέννησε» η Ελλάδα, είναι αυτή που τους ανέθρεψε και την αγαπούν.

Βλέπω χιλιάδες νέους της ηλικίας μου να ταλαιπωρούνται, να βιώνουν ρατσισμό, να ζουν με τον φόβο της απέλασης και αναρωτιέμαι γιατί; Βαφτίζουμε κάποιον Έλληνα, μόνο όταν πέσουν τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του; Γιατί αυτός ο φόβος προς τη δεύτερη γενιά των μεταναστών; Αυτοί είναι οι Έλληνες που στηρίζουν την Ελλάδα του σήμερα, που δεν την έχουν εγκαταλείψει, που την κάνουν να λάμπει στο εξωτερικό και που δείχνουν ότι το να αφομοιώνεις πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά τον αλλοδαπό είναι μεγαλύτερη νίκη από το να τον αφορίζεις. Τα παραδείγματα έχουν μιλήσει μόνα τους, οι ιστορίες είναι γνωστές.