Την περασμένη εβδομάδα, με διαδικασίες fast track και αφού αποκαλυπτικό δημοσίευμα του documentonews.gr έριξε βαριές σκιές επάνω από τον διαγωνισμό των 10 εκατ. self tests της Πολιτικής Προστασίας, η ηγεσία του Νίκου Χαρδαλιά ανακοίνωσε την ακύρωση του διαγωνισμού, και την απευθείας ανάθεση της προμήθειας 18 εκατ. self tests στην κινέζικη εταιρεία JOYSBIO, κάνοντας λόγο για περίπτωση επείγουσας ανάγκης.

Όπως έγινε γνωστό την Πέμπτη, η Πολιτική Προστασία αναγκάστηκε να ματαιώσει τη διαδικασία για τη δημόσια σύμβαση για την επείγουσα προμήθεια των δέκα εκατομμυρίων self test, ανακοινώνοντας την απόφασή της στη Διαύγεια. Ωστόσο, οι συνθήκες υπό τις οποίες προχώρησε στη ματαίωση γεννούν πλήθος ερωτηματικών.

Συγκεκριμένα, ρεπορτάζ του ίδιου μέσου αναφέρει πως προηγήθηκαν πληροφορίες για μπλοκάρισμα από τις κινεζικές αρχές του φορτίου με self tests της εταιρείας Metron Healthcare, που είχε αναλάβει να προμηθεύσει τις ελληνικές αρχές με 7,3 εκατ. τεστ, με δικαίωμα προαίρεσης για 15 εκατ. τεστ. Όπως αναφέρεται, απευθύνθηκαν ερωτήματα προς την Πολιτική Προστασία τα οποία δεν απαντήθηκαν, και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε η απόφαση για τη ματαίωση του διαγωνισμού στη Διαύγεια.

Σύννεφο ερωτηματικών και προβλημάτων επάνω από την ακύρωση του διαγωνισμού για τα self test

Σήμερα, δημοσίευμα της Καθημερινής έρχεται να φωτίσει ακόμα περισσότερο τις σκοτεινές διαδρομές με ερωτηματικά που χάραξε η Πολιτική Προστασία και το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, καταγράφοντας όχι μόνο το πως κατέληξε η κυβέρνηση στην απευθείας ανάθεση, αλλά κατ’ ουσίαν και την αναξιοπιστία των συγκεκριμένων προϊόντων, επάνω στα οποία βασίζει η κυβέρνηση το άνοιγμα όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων.

Πιο συγκεκριμένα, το δημοσίευμα μεταφέρει πως το εν λόγω προϊόν της κινεζικής εταιρείας JOYSBIO έχει από τον περασμένο Φεβρουάριο απορριφθεί ως «μειωμένης ευαισθησίας», μεταφέροντας και τις απόψεις «εκπροσώπων των εμπορικών επιχειρήσεων που το έφεραν στην Ελλάδα» πως η ίδια κινεζική εταιρεία «δεν είναι από τις κορυφαίες αλλά μάλλον από τις μεσαίες». Μάλιστα, στο ίδιο δημοσίευμα μεταφέρεται και ο λόγος που τελικά επιλέχθηκε το προϊόν, που δεν είναι άλλος από το ότι «ήταν φθηνό και υπήρχαν ετοιμοπαράδοτες ποσότητες». Επίσης, σημειώνεται πως το ίδιο προϊόν δεν έχει τη σφραγίδα του γερμανικού ΕΟΦ και του Ινστιτούτου Πάουλ Έρλιχ. Το δε Ινστιτούτο, όπως αναφέρεται, δεν έχει προχωρήσει σε ουσιαστική αξιολόγηση επειδή «δεν έχει ευαισθησία 70% και πάνω… που είναι προϋπόθεση για να γίνει η αξιολόγηση».

Το ίδιο δημοσίευμα επικαλείται δοκιμές της κινεζικής εταιρείας στην κωμόπολη Πελούζα της Ιταλίας, οι οποίες ωστόσο δεν κρίθηκαν ως ικανοποιητικές, ενώ σημειώνεται πως οι ίδιοι οι Κινέζοι παραδέχονται πως το δικό τους προϊόν έχει μικρότερη ευαισθησία κατά 20% από τα υπόλοιπα καλά προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά.

Αξίζει να σημειωθεί πως το δημοσίευμα μεταφέρει δύο αιτίες για την επιλογή αυτών των τεστ από την κυβέρνηση. Ο πρώτος αναφέρεται ως «τεχνικός» και αποδίδεται στις προδιαγραφές του διαγωνισμού και στην πρόβλεψη για ατομικές συσκευασίες, ενώ όπως αναφέρεται, τα περισσότερα «καλά» προϊόντα συνοδεύονται από ένα δοχείο ποσότητας 25 τεστ και όχι σε ατομικά δείγματα. Ο δεύτερος αφορά στις τιμές που εμφανίστηκαν στον διαγωνισμό, περί τα 2 ευρώ, ενώ τα «καλά» προϊόντα κινούνται μεταξύ 4 με 5 ευρώ, με εταιρείες όπως η αμερικανική Abbot και η ελβετική Roche να επιλέγουν να απέχουν για να μην «κανιβαλίσουν» τις τιμές τους.