Προχωράει το νομοσχέδιο απορρύθμισης της Παιδείας παρά τις αντιδράσεις
Δεκτό κατά πλειοψηφία επί της αρχής και επί των άρθρων έγινε και σε Β ανάγνωση από την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης και την σύνδεση της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων με την αξιολόγηση.
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε, με την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως να διαβεβαιώνει ότι η ηγεσία του υπουργείου θα λάβει σοβαρά υπόψη τις γόνιμες προτάσεις και παρατηρήσεις που έγιναν από τα κόμματα αλλά και τους αρμόδιους φορείς και αρκετές από αυτές θα τις ενσωματώσει στο νομοσχέδιο με τροποποιήσεις που θα καταθέσει μέχρι την ψήφιση του στην Ολομέλεια.
Σημειώνεται πως η υπουργός επέλεξε να επιτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτηρίζοντας όψιμο το ενδιαφέρον του για τον τρόπο που πρέπει να γίνεται η χρηματοδότηση των πανεπιστήμιων, καθώς όπως είπε, στα 4 χρόνια που ήταν κυβέρνηση ήταν στην απόλυτη ευχέρεια του υπουργού Παιδείας και ποτέ δεν έκανε δεκτές τις προτάσεις που έγιναν από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα για την καθιέρωση αντικειμενικών κριτηρίων. Ακόμη, δήλωσε πως σύντομα θα υπογραφεί η υπουργική απόφαση που θα εξειδικεύει τα κριτήρια βάσει των οποίων θα γίνεται η χρηματοδότηση.
Απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης για το άρθρο 50, επανέλαβε ότι το υπουργείο Παιδείας δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να συμμορφωθεί η Ελλάδα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την ενωσιακή νομοθεσία για να μην της επιβληθούν πρόστιμα.
«Είμαστε ενώπιον μιας μεγάλης τομής που στόχο έχει να ξεφύγουμε από τις αγκυλώσεις και στρεβλώσεις και να βάλουμε γερά θεμέλια στη τριτοβάθμια εκπαίδευση εισάγοντας κριτήρια αξιολόγησης για τη χρηματοδότηση ώστε να γίνουν ακόμα καλύτερα τα ελληνικά πανεπιστήμια και να καταστούν πρώτα στις διεθνείς αξιολογήσεις», τόνισε η Ν. Κεραμέως.
«Εμείς προτείνουμε το 80% της χρηματοδότησης να δίνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως είναι ο αριθμός φοιτητών, η γεωγραφική διασπορά των τμημάτων και ο αριθμός τους, και το 20% βάσει κριτηρίων ποιότητας, όπως είναι για παράδειγμα η έρευνα» υπερασπίστηκε το νομοσχέδιό της η υπουργός σε συνέντευξη στον ΣΚΑΪ το Σάββατο, υποστηρίζοντας πως «θέλουμε να δώσουμε κίνητρα για βελτίωση. Να γίνουν τα πανεπιστήμιά μας ακόμη καλύτερα». Σχετικά με τους διορισμούς εκπαιδευτικών στη Γενική Εκπαίδευση, η υπουργός υποστήριξε ότι πρόκειται για μία «μεγάλη διαδικασία» και εκτίμησε ότι οι αιτήσεις μπορεί να υπερβούν τις 150.000, για 5.000 θέσεις. Για το θέμα των αποφοίτων κολεγίων, σημείωσε ότι το ενωσιακό δίκαιο καθορίζει ότι οφείλουμε να αναγνωρίσουμε επαγγελματικά δικαιώματα σε όσους έχουν πτυχία άλλων χωρών της Ένωσης. Ακόμα, για τις προσλήψεις στην Ειδική Αγωγή, ενημέρωσε ότι η διαδικασία έχει προχωρήσει και τόνισε ότι είναι «ιδιαίτερης σημασίας» το ότι η κυβέρνηση «ξεκίνησε» τις προσλήψεις από την Ειδική Αγωγή.
Από την πλευρά τους, στην κοινοβουλευτική διαδικασία της Παρασκευής, τα κόμματα της αντιπολίτευσης επέμειναν στις αρχικές τους θέσεις, εστιάζοντας κυρίως τη κριτική τους στο τρόπο σύνδεσης της αξιολόγησης των πανεπιστήμιων με τη χρηματοδότηση και στο άρθρο 50 για πτυχία κολεγίων.
Οι τοποθετήσεις των κομμάτων
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Μερόπη Τζούφη, εξέφρασε τη διαφωνία της με τον τρόπο που θα γίνεται η χρηματοδότηση, γιατί όπως είπε, θα δημιουργήσει πανεπιστήμια δύο ταχυτήτων ενώ επεσήμανε ότι δεν πρέπει τα δημόσια ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις.
Παράλληλα, επανέλαβε τη διαφωνία του κόμματος της επί του άρθρου 50 για τα πιστοποιητικά κολεγίων, χαρακτηρίζοντας το εκτρωματικό και ζητώντας την απόσυρση του και κατηγόρησε τη κυβέρνηση ότι παρακάμπτει το άρθρο 16 του συντάγματος βάζοντας από τη πίσω πόρτα τα κολέγια χωρίς να γίνει καμία αξιολόγηση.
«Μας βρίσκει αντίθετους ένα νομοσχέδιο που υποβαθμίζει και απαξιώνει τα ακαδημαϊκά πτυχία και τα πανεπιστήμια για να εξυπηρετήσει επιχειρηματικά συμφέροντα εντός και εκτός της χώρας», κατέληξε η Μ. Τζούφη.
Η εισηγήτρια του ΚΙΝΑΛ, Χαρά Κεφαλίδου, έκανε λόγο για «απουσία ενός εθνικού διαλόγου για το σχεδιασμό μιας μακροχρόνιας εθνικής εκπαιδευτικής στρατηγικής» και ζήτησε την επανίδρυση και επαναλειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας.
Ακόμα, εξέφρασε την αντίθεση της για τη διατύπωση του άρθρου 50, τονίζοντας ότι είναι υποχρέωση του κράτους να αποκαταστήσει την εύρυθμη και αξιόπιστη λειτουργία όλων αυτών των παραρτημάτων ξένων κολεγίων.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ Γιάννης Δελής, μίλησε για «ακόμα μια προσπάθεια εμπορευματοποίησης της δημόσιας εκπαίδευσης», υποστήριξε ότι καμία εγγυημένη χρηματοδότηση δεν υπάρχει για τα πανεπιστήμια και ότι στόχος της σύνδεσης της με την αξιολόγηση είναι να προσαρμοστεί το περιεχόμενο των σπουδών και προσόντων των αποφοίτων των ΑΕΙ με τις ανάγκες των μεγάλων επιχειρήσεων.
Ακόμα, ζήτησε «να αποσυρθεί τώρα το άρθρο- έκτρωμα που εξισώνει τα ακαδημαϊκά κριτήρια με τα ιδιωτικά κολέγια».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνος Μπούμπας, έκανε λόγο για «λογική εκπαιδευτικής ρεζέρβας», υποστήριξε ότι η Εθνική Αρχή για την Ανώτατη Εκπαίδευση θα λειτουργεί στις επιταγές της εκάστοτε κυβέρνησης και τόνισε ότι είναι ύποπτος ο τρόπος της αξιολόγησης για τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων.
Ο ειδικός αγορητής του ΜεΡΑ25 Κλέων Γρηγοριάδης, υποστήριξε ότι, «το νομοσχέδιο κινείται στη λογική του επιχειρηματικού μοντέλου των πανεπιστημίων» και τόνισε ότι «στόχος του είναι να προετοιμαστεί η σταδιακή απόσυρση της κρατικής χρηματοδότησης τους».
Από την πλευρά του, ο εισηγητής της ΝΔ Ευριπίδης Στυλιανίδης χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως μια μεγάλη προσπάθεια να καταστεί η Ελλάδα ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο.
Τέλος, ο υφυπουργός Παιδείας Βασίλης Διγαλάκης τόνισε την ανάγκη ενός μακροχρόνιου εθνικού σχεδίου στη παιδεία και ειδικά, όπως είπε, των ΑΕΙ και υπεραμύνθηκε της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης επισημαίνοντας ότι στόχος του νομοσχεδίου είναι να έχει ρόλο στο στρατηγικό σχεδιασμό.