«Μετά από μια μεγάλη προσπάθεια ερχόμαστε στην Ολομέλεια, προκειμένου να νομοθετήσουμε τις αλλαγές του Ποινικού Κώδικα. Η προηγούμενη κυβέρνηση εσπευσμένα, μια ημέρα προτού κλείσει η Βουλή, νομοθέτησε για τον Ποινικό Κώδικα δημιουργώντας πολλές ασάφειες, πολλές ανησυχίες και δίνοντας δυνατότητα παραγωγής αποτελεσμάτων που σε μεγάλο βαθμό έγιναν αντικείμενο συζήτησης από μεγάλο μέρος της κοινωνίας», είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας με το σχεδίου νόμου «Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα, Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις», υπερασπιζόμενος σειρά διατάξεων που προκαλούν έντονες αντιδράσεις.

Κορυφαίο ζήτημα, για κυβέρνηση και αντιπολίτευση, αυτό της θέσπισης του ακαταδίωκτου των ανώτατων τραπεζικών στελεχών, καθώς με το άρθρο 5 του νομοσχεδίου προβλέπεται πως η διάταξη του άρθρου 390 του Ποινικού Κώδικα για την απιστία τροποποιείται, ώστε με νέο εδάφιο να ξεκαθαρίζεται πως «αν η απιστία στρέφεται άμεσα κατά τραπεζικού ιδρύματος η δίωξη ασκείται μόνο κατ’ έγκληση».

Παρακολουθήστε τη συνεδρίαση στη Βουλή:

Η απόφαση αυτή της κυβέρνησης και του υπουργείου Δικαιοσύνης έρχεται κατόπιν απαίτησης των τραπεζών, οι οποίες μάλιστα έχουν ήδη ζητήσει να επεκταθεί η ασυλία και για τα ανώτατα διευθυντικά στελέχη του ιδιωτικού τομέα. Την Τρίτη, ο υπουργός Δικαιοσύνης υπερασπίστηκε την απόφαση της κυβέρνησης για την ασυλία που παρέχει στους τραπεζίτες μέσω των τροποποιήσεων που προωθεί στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, λέγοντας ότι η κυβέρνηση έχει «προβληματιστεί» από τη συγκεκριμένη ρύθμιση, ενώ ισχυρίστηκε ότι είναι «ειλικρινής θέση της κυβέρνησης» ώστε να δοθεί ώθηση στην ελληνική οικονομία.

Στις αλλαγές στον νέο Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας περιλαμβάνονται και η αυστηροποίηση του χρονικού ορίου για απόλυση υπό τον όρο της κατ’ οίκον έκτισης με ηλεκτρονική επιτήρηση, δηλαδή βραχιολάκι. Συγκεκριμένα, όταν πρόκειται για σωρευτικά συντρέχουσες ποινές, το όριο μετατρέπεται σε 22 χρόνια, από τα 17 που ίσχυαν έως σήμερα, αλλά και στους νέους κώδικες.

Παράλληλα, αυξάνει ο χρόνος που ο καταδικασθείς παραμένει στη φυλακή ακόμα και μετά από ευεργετικό υπολογισμό ποινών ισόβιας κάθειρξης, καθώς το χρονικό διάστημα ανέρχεται πια στα 20 από τα 16 χρόνια, ενώ αυστηροποιούνται και οι προβλέψεις για τα βραχιολάκια. Βάρος, όπως ήταν αναμενόμενο, ρίχνουν οι αλλαγές στους Κώδικες και στην τρομοκρατία, με δαιδαλώδεις διατάξεις που στοχεύουν ουσιαστικά στις κοινωνικές διαμαρτυρίες.

Ακόμα, εισάγεται ένα νέο βασικό έγκλημα τρομοκρατίας, με μία γενική περιγραφή του τύπου «έγκλημα γενικής διακινδύνευσης», που δύναται να δημιουργήσει καθεστώς νέου τρομονόμου. Σημειώνεται πως κάθε «έγκλημα κατά της δημόσιας τάξης», όπως είναι ακόμη και η «διέγερση σε ανυπακοή», η «πρόκληση για την τέλεση εγκλήματος», η «διατάραξη της κοινής ειρήνης», η «απειλή διάπραξης εγκλημάτων», η «διασπορά ψευδών ειδήσεων» ή η «προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας», μπορεί τελούμενο με τον τρόπο και τον σκοπό που περιγράφεται στο άρθρο 187Α να στοιχειοθετήσει έγκλημα τρομοκρατίας. Συνεπώς, αυξάνουν οι πιθανότητες, υποθέσεις να εντάσσονται πιο εύκολα στον τρομονόμο, την ώρα που ο τρόπος και ο σκοπός τέλεσης εγκλήματος του άρθρου 187Α είναι ήδη «ευρύχωρος» και ανοιχτός σε ερμηνείες για την ύπαρξη εγκλήματος τρομοκρατίας.

Ακόμα, η κυβέρνηση επαναφέρει διατάξεις που μετατρέπουν σε πλημμέλλημα τη διατάραξη κοινής ησυχίας, με τον υπουργό Τσιάρα ότι η κυβέρνηση «θέλει να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη και όχι να δημιουργεί εμπόδια στην επιχειρηματικότητα, με πολύ σφιχτά ωράρια που ίσχυσαν στο παρελθόν». Αντιθέτως, η κυβέρνηση υποστηρίζει πως θα φροντίσει να μην υπάρξουν τέτοιου είδους προβλήματα «αλλά δεν μπορεί και να αφήσει απροστάτευτο το δικαίωμα του πολίτη».

Μεταξύ των αλλαγών που προωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης, περιλαμβάνονται η αυστηροποίηση των ποινών για παιδεραστία, διάταξη που δίνει τη δυνατότητα χρήσης παρανόμως κτηθέντος αποδεικτικού υλικού στις περιπτώσεις πράξεων κακουργηματικού χαρακτήρα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του Εισαγγελέα Διαφθοράς.

Αναλυτικά οι διατάξεις που αλλάζει η κυβέρνηση για Ποινικό Κώδικα και Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας

Επιθέσεις σε δημόσιους χώρους και συμβολαιογράφους

Με τις προωθούμενες διατάξεις σφίγγει ο νομικός κλοιός γύρω από τα μέλη της αναρχικής ομάδας «Ρουβίκωνας», αλλά και γύρω από πρόσωπα που διαπράττουν αδικήματα εις βάρος συμβολαιογράφων που διενεργούν πλειστηριασμούς.

Αυστηροποιείται το νομικό πλαίσιο και για όσους επιτίθενται σε δημοσίους υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως αυτές που δέχτηκαν το περασμένο καλοκαίρι εφοριακοί που διενεργούσαν ελέγχους.

Τρομοκρατία: Τιμωρείται η χρηματοδότηση και παροχή πληροφοριών

Ακόμη, ενισχύεται το ποινικό οπλοστάσιο της χώρας σε ό,τι αφορά τα εγκλήματα τρομοκρατίας καθώς η εσωτερική νομοθεσία εναρμονίζεται με Κοινοτική Οδηγία και για πρώτη φορά θεσπίζονται ποινές ακόμη και για ταξίδια στο εξωτερικό υπόπτων για τρομοκρατία, ενώ τιμωρούνται η χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων αλλά και η παροχή πληροφοριών για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων.

Κακούργημα εκ νέου η δωροδοκία

Ακόμη, σε κακούργημα μετατρέπεται και τιμωρείται με κάθειρξη 10 ετών, η δωροδοκία-δωροληψία υπαλλήλου απασχολούμενου σε κρατικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, όπως είναι πρώην ΔΕΚΟ κ.λπ.

Με άλλη τροπολογία, αντικαθίσταται παράγραφος του άρθρου 235 και προβλέπεται πλέον φυλάκιση για τους προϊσταμένους δημόσιων υπηρεσιών που δεν απέτρεψαν υφισταμένους τους να δωροδοκηθούν.

Η επίμαχη διάταξη του άρθρου 235 του Π.Κ. προβλέπει: «Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή επιθεωρητές ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου τιμωρούνται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν με παράβαση συγκεκριμένου υπηρεσιακού καθήκοντος από αμέλεια, δεν απέτρεψαν πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους ή υπόκειται στον έλεγχο τους από την τέλεση πράξης των προηγούμενων παραγράφων», δηλαδή, της δωροδοκίας.

Πολιτικά πρόσωπα

Οι βασικές τροπολογίες του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που κατατέθηκε στη Βουλή, αφορούν την ποινική αντιμετώπιση και πάταξη μεγάλης έκτασης αδικημάτων.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τις τροπολογίες, διευρύνεται ο κύκλος των πολιτικών προσώπων που θα διώκονται σε βαθμό κακουργήματος για τα αδικήματα της δωροληψίας. Συγκεκριμένα, για δωροληψία πολιτικών προβλέπεται κάθειρξη και χρηματική ποινή. Ως πολιτικά πρόσωπα θεωρούνται: Ο πρωθυπουργός, τα μέλη της κυβέρνησης, οι βουλευτές, οι περιφερειάρχες, οι δήμαρχοι και τα μέλη των δημοτικών συμβουλίων.

Με τις αλλαγές που επήλθαν στο άρθρο 159, στον κατάλογο των πολιτικών προσώπων για τη δωροληψία περιλαμβάνονται πλέον και οι υφυπουργοί. Σύμφωνα με τις τροπολογίες, τα εν λόγω πολιτικά πρόσωπα, εφόσον «ζητούν ή λαμβάνουν άμεσα ή μέσω τρίτου για τους εαυτούς τους ή άλλους οποιασδήποτε φύσης ωφελήματα που δεν δικαιούνται ή απαιτούν τέτοια ως αντάλλαγμα», τιμωρούνται με κάθειρξη (κακούργημα) και χρηματική ποινή.

Παράλληλα, ως προς το αδίκημα της δωροδοκίας πολιτικών προσώπων, προβλέπεται ότι «όποιος υπόσχεται ή παρέχει στον πρωθυπουργό ή σε μέλος της κυβέρνησης ή στον περιφερειάρχη ή στον δήμαρχο άμεσα ή μέσω άλλου, οποιαδήποτε ωφελήματα που δεν δικαιούται για τον εαυτό του ή για άλλον», τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή. Έτσι, στα πολιτικά πρόσωπα όσον αφορά τη δωροδοκία προστίθενται με το άρθρο 159Α οι υφυπουργοί και βουλευτές.

Απόλυση πολυισοβιτών

Ειδική αναφορά γίνεται στο νομοσχέδιο για τους πολυισοβίτες. Σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο που θα ισχύσει, οι πολυισοβίτες θα έχουν δικαίωμα να ζητήσουν αποφυλάκιση μόνο αφού εκτίσουν 22 έτη από την ποινή που τους έχει επιβληθεί και όχι 17 έτη, όπως προβλέπεται σήμερα με τον αναμορφωμένο Ποινικό Κώδικα που ψηφίστηκε στη Βουλή λίγο πριν από τις τελευταίες εθνικές βουλευτικές εκλογές.

Με μήνυση η δίωξη τραπεζικών στελεχών

Για το αδίκημα της απιστίας που αναφέρεται στο άρθρο 390 του Ποινικού Κώδικα προβλέπεται ότι για τις τράπεζες η ποινική δίωξη θα γίνεται μετά από σχετική μήνυση ενώ για τις υπόλοιπες κατηγορίες (κρατικούς λειτουργούς για παράδειγμα) προβλέπεται η αυτεπάγγελτη δίωξη από εισαγγελέα.

Ποινές για τρομοκρατικές απειλές μέσω Διαδικτύου

Ποινή φυλάκισης έως τρία έτη «σε όποιον δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του Διαδικτύου απειλεί με τέλεση τρομοκρατικής πράξης ή προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξή της και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο δημόσια τάξη».

Με την ίδια ποινή φυλάκισης (έως τρία έτη) τιμωρείται όποιος πραγματοποιεί ταξίδια «με σκοπό να τελέσει ή να συμβάλει στην τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, να συμμετάσχει στις δραστηριότητες τρομοκρατικής ομάδας, με επίγνωση του γεγονότος ότι η εν λόγω συμμετοχή θα συμβάλλει στις εγκληματικές δραστηριότητες αυτές της ομάδας ή με σκοπό να προσφέρει ή να παρακολουθήσει εκπαίδευση για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων».

Αυστηρή μεταχείριση για μολότοφ

Ειδικές διατάξεις ρυθμίζουν την ποινική μεταχείριση όσων χρησιμοποιούν ή κατασκευάζουν εκρηκτικές ύλες ή/και εκπαιδεύουν ακόμα άτομα στην τεχνική των εκρηκτικών υλών.

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, «όποιος κατασκευάζει, προμηθεύεται, ή κατέχει εκρηκτικές ύλες, ή εκρηκτικές βόμβες από τις οποίες μπορεί να προκληθεί κίνδυνος για άνθρωπο τιμωρείται με φυλάκιση τριών ετών», ενώ αν χρήση των μολότοφ γίνεται σε δημόσιους χώρους ο δράστης θα τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη (κακούργημα).

Να σημειωθεί ότι ο δράστης δεν τιμωρείται εάν παραδώσει με τη θέλησή του στις Αρχές τις εκρηκτικές ύλες που κατέχει ή εμπόδισε άλλους να κάνουν χρήση αυτών.

Τρία χρόνια για «ντου» σε δημόσια κτίρια

Φυλάκιση έως τρία έτη προβλέπεται για όποιον παράνομα εισέρχεται και παραμένει σε δημόσια κτίρια (νοσοκομεία, πρεσβείες, δικαστήρια, επιχειρήσεις κοινής ωφελείας ΔΕΗ, κ.τλ.) «και προκαλεί έτσι διακοπή η σοβαρή διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής της υπηρεσίας».

Κακούργημα η διακεκριμένη κλοπή

Σύμφωνα με τις τροπολογίες, κακούργημα με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη, άλλα και χρηματική ποινή, θα είναι πλέον η διακεκριμένη κλοπή, δηλαδή, όταν η αξία των κλοπιμαίων είναι άνω των 120.000 ευρώ. Αλλά κακούργημα θα αποτελεί και η κλοπή ή διάρρηξη που έγινε από δύο ή περισσότερα άτομα που είχαν συγκροτήσει συμμορία για το σκοπό αυτό και είναι αδιάφορο το ύψος της αξίας των κλοπιμαίων, στην τελευταία αυτή περίπτωση.

Να σημειωθεί ότι στην έννοια της διακεκριμένης κλοπής περιλαμβάνονται και η αφαίρεση κειμηλίων και άλλων αντικειμένων από εκκλησίες, μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους.

«Κόντρες» και «σούζες»

Ο υπουργός Δικαιοσύνης αυστηροποίησε και ορισμένα αδικήματα, τα οποία λαμβάνουν διαστάσεις «επιδημίας» και εξαιτίας της διάπραξής τους, καθημερινά, κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.

Έτσι, προβλέπεται μέχρι και ισόβια κάθειρξη για όποιον οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών και προκαλέσει απώλεια ανθρώπινων ζωών.

Ειδικότερα, όποιος οδηγεί έχοντας καταναλώσει αλκοόλ πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια ή έχει κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών ή οδηγεί αντίθετα στο ρεύμα κυκλοφορίας ή πραγματοποιεί επικινδύνους ελιγμούς ή λαμβάνει μέρος σε αυτοσχέδιους αγώνες, «κόντρες», ή κάνει «σούζες», τιμωρείται:

  • Με φυλάκιση έως 3 έτη ή χρηματική ποινή εάν προκάλεσε κίνδυνο σε υλικά αγαθά.
  • Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους εάν προκάλεσε κίνδυνο σε άνθρωπο.
  • Με κάθειρξη έως 10 ετών εάν προκάλεσε βαριά σωματική βλάβη ή προκάλεσε βλάβη σε κοινωφελείς εγκαταστάσεις.
  • Με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών εάν επήλθε απώλεια ανθρώπινης ζωής και
  • Με ισόβια κάθειρξη εάν επήλθε ο θάνατος πολλών ανθρώπινων ζωών.
  • Οι αλλαγές στον Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας
  • Μικρότερης έκτασης αλλά σημαντικές είναι και οι αλλαγές που σημειώνονται στον Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας, το νομοθέτημα δηλαδή, που οργανώνει την απόδοση της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας.

Και πάλι Μονομελές Εφετείο

Επανέρχεται, διότι καταργήθηκε τον περασμένο Ιούνιο, ο θεσμός του Μονομελούς Εφετείου για να επιτυχανθεί η εκκαθάριση χιλιάδων υποθέσεων που εκκρεμούν καθώς το Μονομελές Εφετείο είχε συμβάλει στην σύντομη εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων και μάλιστα των σοβαρών.

Καταργείται δικαίωμα του υπουργού

Με τις νέες διατάξεις καταργείται όπως είχε υποδείξει η GRECO η δυνατότητα που είχε ο εκάστοτε υπουργός Δικαιοσύνης να αναστέλει διώξεις για δωροδοκία και δωροληψία. Η κατάργηση γίνεται για λόγους προφανείς συμμόρφωσης της χώρας μας κα για την πληρότητα του νομικού πλαίσιου.

Κατ’οίκον έρευνες μόνο με εισαγγελέα

Διορθώσεις και αποσαφηνίσεις γίνονται για τις κατ’ οίκον έρευνες καθώς κρίθηκε αναγκαίο να διασαφηνιστεί ρητά ότι η παρουσία δικαστικού λειτουργού αφορά μόνον τις έρευνες σε κατοικία, ούτως ώστε να αποφευχθούν σχετικές συγχύσεις.

Εισάγεται επιπλέον μεταβατική διάταξη όσον αφορά την διατήρηση της ισχύος ερευνών που ήδη έχουν γίνει. Η ρύθμιση αποσκοπεί στο να διατηρηθούν ισχυρές οι έρευνες, που έχουν διενεργηθεί από την 1.7.2019 , όταν άρχισε η ισχύς του Κώδικα που ψηφίστηκε επί προηγούμενης κυβέρνησης, ακόμα και αν δεν έγιναν με την παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής. Εξαιρείται η έρευνα σε κατοικία, για την οποία απαιτείται πάντοτε η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.

Σχετικά με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις αποσκοπούν στην βελτίωση διατάξεων του ΚΠΔ προκειμένου να καταστούν περισσότερο λειτουργικές και να συνδράμουν στην εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων και στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.

Το άρθρο 29 τροποποιείται προκειμένου να συμμορφωθεί η χώρα προς τις υποδείξεις της GRECO. Με την τροποποίηση αφαιρείται από τον εκάστοτε Υπουργό Δικαιοσύνης η δυνατότητα να αναστείλει διώξεις για δωροδοκία ή δωροληψία. Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποσκοπεί στην πληρότητα του νομικού μας πλαισίου.

Το άρθρο 35 ΚΠΔ τροποποιείται προκειμένου να καταστεί σαφές ότι από την αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς εξαιρούνται οι περιπτώσεις που εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 86 παρ. 1 του Συντάγματος και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών.

Η τροποποίηση άρθρου 110 για το Μονομελές Εφετείο αποσκοπεί στην επανεισαγωγή του ως δικαστηρίου ουσίας. Αυτό κρίθηκε αναγκαίο για την αποσυμφόρηση των προς εκδίκαση υποθέσεων και την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης.

Η διόρθωση του άρθρου 253 για τις κατ’ οίκον έρευνες κρίθηκε αναγκαία ώστε να διασαφηνιστεί ρητά ότι η παρουσία δικαστικού λειτουργού αφορά μόνον τις έρευνες σε κατοικία, ούτως ώστε να αποφευχθούν σχετικές συγχύσεις.

Εισάγεται επιπλέον μεταβατική διάταξη όσον αφορά την διατήρηση της ισχύος ερευνών. Η ρύθμιση αποσκοπεί στο να διατηρηθούν ισχυρές οι έρευνες, που έχουν διενεργηθεί από την 1.7.2019 έως την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, ακόμα και αν δεν έγιναν με την παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής. Εξαιρείται η έρευνα σε κατοικία, για την οποία απαιτείται πάντοτε η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.